Categories: ΘΕΑΤΡΟ

Οι ελληνικοί θρίαμβοι της Αβινιόν

Mai juin juillet, στο Φεστιβάλ της Αβιβνιόν.

Λίγες μέρες μετά την εκπνοή του φετινού, 68ου Φεστιβάλ της Αβινιόν, φτάνει και η ώρα του απολογισμού, της αποτίμησης του έργου της νέας διεύθυνσης του φεστιβάλ υπό τον Ολιβιέ Πυ, σκηνοθέτη, ηθοποιό, θεατρικό συγγραφέα και πολλά ακόμη. Η ανάληψη των καθηκόντων του δεν θα μπορούσε να έχει γίνει υπό δυσκολότερες συνθήκες: οι κινητοποιήσεις των εποχικών υπαλλήλων του θεάματος, το καθεστώς των επιδομάτων των οποίων βρέθηκε για άλλη μια φορά στο στόχαστρο την περασμένη άνοιξη, επηρέασαν όλα τα καλοκαιρινά φεστιβάλ της Γαλλίας. Άλλα ματαιώθηκαν, άλλα έγιναν εν μέσω αναστάτωσης, και η Αβινιόν – το διασημότερο και σημαντικότερο, ίσως, όλων – απειλούνταν διαρκώς με απεργίες και κινητοποιήσεις, οι οποίες άλλωστε και ματαίωσαν τις παραστάσεις τρεις από τις ημέρες του φεστιβάλ. Η στάση του Ολιβιέ Πυ υπήρξε κρυστάλλινη:  δήλωσε την αλληλεγγύη του στις διεκδικήσεις τους, εξήγησε πως ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής δεν μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο, και στις δηλώσεις του προς εμάς, δημοσιογράφους και ανταποκριτές, στάθηκε σε τρία σημεία: το δικαίωμα στην απεργία, το δικαίωμα στη μη απεργία, και τη διατήρηση της ψυχραιμίας από όλες τις πλευρές.

Μαχαμπχαράτα.

Η ηθική στάση του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή αντανακλάται και στις επιλογές του ως προς τον προγραμματισμό. Μετά από μερικές χρονιές αμφίβολων επιλογών, που έφτασαν στην κορύφωσή τους με το περισινό βατερλώ, το φεστιβάλ δείχνει να ξαναβρίσκει το δρόμο του. Σαφείς οι αρχές και το όραμά του: επιστροφή στα κείμενα, στο πολιτικό θέατρο, στους ποιητές., στους νέους. Και εννοείται πως δεν κρίνεται το έργο ενός Διευθυντή από την επιλογή μεμονωμένων παραστάσεων ή αναθέσεων:  πάντοτε θα δει κανείς επιτυχίες και αποτυχίες σε οποιαδήποτε αντίστοιχη διοργάνωση. Όταν όμως η Αβινιόν είχε γίνει πεδίο ανακύκλωσης συγκεκριμένων γάλλων σκηνοθετών – όχι των πλέον εμπνευσμένων – και μετάκλησης ενός συγκεκριμένου ύφους, αυτού μιας διαρκούς ειρωνικής αποδόμησης των πάντων υπό το πρίσμα μιας προσέγγισης ενός ευρύτερου, λιγότερο ψαγμένου κοινού , τότε εμφανώς είχε χαθεί κάτι από το χαρακτήρα ενός φεστιβάλ που πάντοτε ταυτιζόταν με την τόλμη, την πολυμορφία και την πρωτοπορία. Ο Ολιβιέ Πυ είναι άλλωστε  ο πρώτος καλλιτέχνης που αναλαμβάνει τη διεύθυνσή του μετά τον ιδρυτή του, Ζαν Βιλάρ. Μεσολάβησαν διάφοροι διοικητικοί, περισσότερο ή λιγότερο φωτισμένοι.

Το φετινό πρόγραμμα της Αβινιόν αποτέλεσε και ιστορική στιγμή για το ελληνικό θέατρο: η χώρα μας εκπροσωπήθηκε για πρώτη φορά στη σχεδόν 70χρονη ιστορία του φεστιβάλ , και μάλιστα με δύο παραγωγές

Το φετινό πρόγραμμα της Αβινιόν αποτέλεσε και ιστορική στιγμή για το ελληνικό θέατρο: η χώρα μας εκπροσωπήθηκε για πρώτη φορά στη σχεδόν 70χρονη ιστορία του φεστιβάλ , και μάλιστα με δύο παραγωγές: το «Βιτριόλι» του Γιάννη Μαυριτσάκη από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία του ίδιου του Ολιβιέ Πυ, και τον «Κυκλισμό του Τετραγώνου» του Δημήτρη Δημητριάδη σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καρατζά, παραγωγή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Τόσο ο Δημητριάδης όσο κι ο Μαυριτσάκης δεν είχαν διαφύγει της προσοχής του Ολιβιέ Πυ από την εποχή που ήταν Καλλιτεχνικός διευθυντής του Οντεόν∙ με την ανάληψη λοιπόν των νέων του καθηκόντων, δεν ξέχασε τη χώρα μας και τους δραματουργούς της. Και υπήρξε και τρίτο ελληνικό κείμενο στην Αβινιόν,αλλά γαλλικής παραγωγής, η «Νεκρή φύση» του Μανώλη Τσίπου, σκηνοθετημένη από τον Μισέλ Ρασκίν και παιγμένη από τη θεατρική ομάδα «École de la Comédie de Saint-Étienne». Ας δούμε όμως και πώς αντιμετωπίστηκε από κοινό και κριτικούς η πρώτη ελληνική απόβαση στην πόλη…

Ο Κυκλισμός του τετραγώνου του Δημήτρη Δημητριάδη, ένας διεθνής θρίαμβος του σκηνοθέτη Δημήτρη Καρατζά

Κατ’ αρχήν: άπαντες – φεστιβάλ, ειδικοί, απλοί θεατές – ανέμεναν θέματα και θεάματα σχετικά με την κρίση.  Φυσικό είναι: όπως με δίδαξαν όλες οι πρόσφατες επισκέψεις μου στην φίλη αυτή χώρα, για τους Γάλλους οι λέξεις Ελλάδα και Κρίση είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένες, που αποτελεί ουτοπία το να περιμένει κανείς να ακούσει τη μια χωρίς τη συνοδεία της άλλης. Όμως και στις δύο περιπτώσεις, στα έργα που παρουσίασαν οι Έλληνες στην Αβινιόν, η κρίση μόνον ως περιρρέουσα ατμόσφαιρα ή έμμεση αναφορά υπήρξε. Το έργο του Μαυριτσάκη βυθοσκοπεί στην εφηβική απόγνωση του ήρωα, κι αν κάποιος θέλει οπωσδήποτε να αναζητήσει τν αλληγορική έκφραση της κρίσης στο κείμενο, μάλλον στην προδοσία της εμπιστοσύνης του και στην τραγική του κατάληξη θα πρέπει να τη βρει. Όσο για το, ήδη ολοκληρωμένο πριν την «επίσημη» εμφάνιση της κρίσης στην Ελλάδα, ιλιγγιώδες κείμενο του Δημητριάδη, εκεί μάλλον για την κρίση των ανθρωποφαγικών (μεταφορικώς –  και όχι μόνον!) προσωπικών σχέσεων θα έπρεπε να μιλήσουμε – μέσα όμως σε ένα περιβάλλον όπου κάθε αξία που γνωρίζαμε ως τώρα τίθεται υπό αμφισβήτηση. Αξίζει, πάντως, να θυμηθούμε, πως ο κορυφαίος – ίσως –  εν ενεργεία Έλληνας δραματουργός, είχε εκθέσει το τι σημαίνει να ζεις σε ένα τόπο όπου οι χυδαίοι εξακολουθούν να κατέχουν ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού ιστού ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 70, με το «Πεθαίνω σα Χώρα». Αν θέλουμε να μιλάμε για προφητικά κείμενα…

η ελληνική εκπροσώπηση έτυχε θερμής υποδοχής, που άγγιξε το θριαμβευτικό σε ότι αφορά τους ηθοποιούς.

Παρόλα αυτά, και παρόλη την βάσανο των – πυκνότατων, λόγω της δομής των έργων- υποτίτλων, η ελληνική εκπροσώπηση έτυχε θερμής υποδοχής, που άγγιξε το θριαμβευτικό σε ότι αφορά τους ηθοποιούς. Με αυτούς του Βαρλικόφσκι συνέκρινε ο κριτικός της Liberation τους ερμηνευτές του Κυκλισμού,  ενώ η συνάδελφός του της Monde δεν εφείσθη επαίνων για τους συναδέλφους τους από το Βιτριόλι, και ειδικά τη Μαρία Κεχαγιόγλου, που μαζί με τον Περικλή Μουστάκη αξίζουν ιδιαίτερης αναφοράς, όχι μόνον ως «πρώτοι μεταξύ ίσων», αλλά επειδή έπαιξαν και στις δύο ελληνικές παραστάσεις, κερδίζοντας ίσως τον τίτλο των «σκληρότερα εργαζομένων» του φετινού φεστιβάλ!

«Βιτριόλι» του Γιάννη Μαυριτσάκη

Για τη «Νεκρή Φύση» του Μανώλη Τσίπου θα προτιμήσω να μη μιλήσω, εκφράζοντας μόνο τον αποτροπιασμό μου για την παρουσία επί σκηνής της φωτογραφίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου (αλήθεια, με ποιο δικαίωμα;), που ελλείψει δυνατότητας κατανόησης από τους Γάλλους, ως επί το πλείστον θεατές,  του περί τίνος επρόκειτο, κατέστη στοιχείο σκηνογραφίας.

Οθέλλος

Το Φεστιβάλ Off, το ανεπίσημο, «ελεύθερο» φόρουμ όπου ο καθένας μπορεί να παρουσιάσει τη δουλειά του και να επιχειρήσει να προσελκύσει θεατές, αν φυσικά μπορεί να ανταπεξέλθει στο βαρύ οικονομικό τίμημα της ενοικίασης μιας αίθουσας, καθώς και των εξόδων διαβίωσης και διαφήμισης στη χαοτική κατά το μήνα Ιούλιο πόλη,  έδειξε φέτος να φτάνει σε σημείο καμπής, θύμα του ίδιου του υδροκεφαλισμού του. Όταν έφτασα στην Αβινιόν για πρώτη φορά, το 2001, ήδη συμπεριελάμβανε 600-700 παραστάσεις. Φέτος έφτασε τις 1300, σημειώνοντας ταυτόχρονα μείωση των θεατών του που εκτιμάται σε 25% σε σχέση με πέρισυ, όπου ήδη είχε σημειώσει πτώση 20% σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές: το πράγμα έδειξε να φτάνει στα όριά του. Σε αρκετές από τις παραστάσεις που είδα η αίθουσα ήταν μισοάδεια, ενώ την τελευταίο βράδυ της παραμονής μου, οι ηθοποιοί που παρουσίαζαν τη Μηχανή Άμλετ του Χάινερ Μύλλερ, λόγω προσωπικής γνωριμίας, μου έκαναν την τιμή να παίξουν μόνο για μένα. Ας μου επιτραπεί να μην ασχοληθώ με το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα: η γενναιοδωρία τους θα μου μείνει τόσο αξέχαστη, που αποκλείει κάθε αντικειμενικότητα από πλευράς μου. Απλώς καταθέτω τη συγκίνηση και την ευγνωμοσύνη μου.

Ορλάντο

Στους θριάμβους, τις κατά κράτος ήττες, αλλά και τις υποσχέσεις του φετινού Φεστιβάλ της Αβινιόν θα αναφερθώ σε ξεχωριστό κείμενο. Πιστεύω πως αξίζει τον κόπο: αρκετές από αυτές τις παραστάσεις θα συζητηθούν πολύ τους επόμενους μήνες, ενώ κάποιες σίγουρα θα βρουν και το δρόμο προς τη χώρα μας: ως γνωστόν, ο προετοιμασμένος θεατής κάνει καλύτερες επιλογές…

Γιώργος Βουδικλάρης