Έλενα Πέγκα: «Είμαστε λαός ξενομανής και βαθιά συντηρητικός. Πάντα υποτιμούμε και το νέο και το ελληνικό».

«Ζούμε σε μια εποχή χωρίς όνειρα, χωρίς ινδάλματα, χωρίς χρήματα και χωρίς ορίζοντες. Η ίδια η ζωή είναι μια πρόκληση στην Ελλάδα του 2017. Θέλουμε να ζούμε έτσι; Πώς αλλιώς θέλουμε να ζήσουμε;», με ρωτά η βραβευμένη δραματουργός, πεζογράφος και σεναριογράφος Έλενα Πέγκα, η οποία αποφάσισε στα 90’s να εγκαταλείψει τις πρωτοποριακές σκηνές της Νέας Υόρκης και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Έργα της στο μεταξύ έχουν παρουσιαστεί, πέρα απ΄τη στη Νέα Υόρκη, στο Σαν Φρανσίσκο, στη Λισσαβόνα, στην Ολλανδία, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Φέτος επέλεξε να ανεβάσει στην Αθήνα ένα έργο που δεν υπογράφει η ίδια. Δεν το κάνει συχνά. Μας εξηγεί τους λόγους.

Γιατί επιλέξατε το έργο της Anna Maria Nygren; Με ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι προβληματισμοί που βγάζει στη επιφάνεια. Τα απόλυτα συναισθήματα οδηγούν πάντα στην καταστροφή; Ο έρωτας είναι ένας αγώνας επιβολής του ενός στον άλλον; Ο έρωτας μας φέρνει αντιμέτωπους με τον θάνατο. Μας προετοιμάζει για τον θάνατο. Και όλα εκείνα που έχουν να κάνουν με την ουσία της σεξουαλικότητας, το αίμα, παραδείγματος χάρη, η ασφυξία, ο αιφνίδιος τρόμος, το έγκλημα, κάθε τι που καταστρέφει την ανθρώπινη μακαριότητα, όλα αυτά είναι συστατικά του έρωτα και είναι πιο έκδηλα στούς νέους ανθρώπους που τα σώματά τους είναι έρμαια των ορμών και των ενστίκτων. «Θα πεθάνω αν πεθάνεις». Νιώθουμε έτσι για κάποιον; Μέχρι πού θα φτάναμε στον έρωτα; Είμαι ρομαντική. Θα ήθελα να πέθαινα για κάποιον. Ή με κάποιον. Η ιδιαιτερότητα του έργου είναι πως μέσα σε μία ώρα οι ανήλικοι ήρωες του παρεκτρέπονται. Το έργο δεν σε προετοιμάζει για το έγκλημα, αλλά φτάνει στο έγκλημα. Η δυσκολία του είναι πως δεν ξέρεις από την αρχή, ούτε από την μέση, τι τελικά συμβαίνει. Δεν υπάρχει προετοιμασία ή στοχασμός γύρω από όσα συμβαίνουν, απλά συμβαίνουν. Στη ζωή έτσι γίνεται, αλλά το θέατρο συνήθως αιτιολογεί ή στοχάζεται γύρω από το δράμα που περιγράφει.

Πώς είναι ένας δραματουργός να σκηνοθετεί το έργο ενός άλλου; Αν ξαναγράφατε το ίδιο έργο πώς θα ήταν; Θα αλλάζατε κάτι για να ενταχθεί στην ελληνική συγκυρία; Για μένα αυτό το έργο είναι ένα ρίσκο. Και είναι ένα έργο που εγώ δεν θα έγραφα έτσι. Επίσης, δεν έχω ξαναδουλέψει με μια ομάδα τόσο νέων ηθοποιών. Όλα αυτά μου κίνησαν το ενδιαφέρον. Άγνωστος τίτλος, άγνωστη και νεότατη συγγραφέας, νεότατοι ηθοποιοί. Αλλά είναι ένα κείμενο που έχει πάθος, ένα ακατέργαστο πάθος. Δεν θα ήξερα πώς να το ξαναγράψω αυτό το έργο. Επίσης, εντάσσεται στην ελληνική συγκυρία γιατί δεν έχει χώρο ούτε χρόνο. Συμβαίνει σήμερα πίσω από μια εργατική εστία. Σε έναν χώρο κρυφό, μια εγκαταλλελειμένη παιδική χαρά. Θα μπορούσε να είναι σε οποιαδήποτε πόλη του κόσμου, σε ένα πάρκο που υπάρχουν δέντρα γεμάτα πουλιά.


Πώς είναι να είσαι δραματουργός στην Ελλάδα του 2017; Ένας δραματουργός έχει ένα θέμα και γύρω από αυτό στήνει δράματα, συγκρούσεις, θέτει ερωτήματα. Αυτό τον κάνει ξεχωριστό από έναν λυρικό ποιητή ή έναν πεζογράφο που αφηγείται ιστορίες. Επίσης, το έργο ενός δραματουργού προϋποθέτει την σκηνική πράξη, στην σκηνή ολοκληρώνεται. Αγαπώ το θέατρο και το υπηρετώ από πολύ νέα και το θέατρο στην Ελλάδα έχει βαθιά παράδοση, και παρ’ όλη την κρίση σήμερα το θέατρο εξακολουθεί να αντιστέκεται και ο κόσμος πηγαίνει να δει παραστάσεις. Ωστόσο, είναι μια εποχή χωρίς ανάταση και χωρίς στοχασμό, χωρίς χαρά και ομορφιά. Ζούμε μια εποχή με πολλές δυσάρεστες καταιγιστικές εξελίξεις που πιέζουν την καθημερινότητά μας. Είναι μια εποχή χωρίς όνειρα, χωρίς ινδάλματα, χωρίς χρήματα και χωρίς ορίζοντες. Η ίδια η ζωή είναι μια πρόκληση στην Ελλάδα του 2017. Θέλουμε να ζούμε έτσι; Πώς αλλιώς θέλουμε να ζήσουμε; Γυναίκες και άντρες ασφυκτιούμε και θέλουμε να ζήσουμε σε έναν δρόμο πιο προσωπικό και όχι επιβεβλημένο. Έχουμε απομακρυνθεί όλοι από τη φύση και από τον κόσμο των ενστίκτων και από τα σώματά μας. Γυναίκες και άντρες περνούμε ώρες ατελείωτες κολλημένοι στη οθόνη του υπολογιστή μας. Νομίζουμε πως ζούμε κάτι, ενώ δεν ζούμε τίποτα. Οι σχέσεις απαιτούν χρόνο και ροή μέσα στην καθημερινότητα, όχι την ασυνέχεια που ζούμε με όλα σήμερα. Ζούμε σε βάρος των σχέσεων και γι’ αυτό είμαστε μόνοι, και χωρίς σώμα.

«Έχουμε απομακρυνθεί όλοι από τη φύση και από τον κόσμο των ενστίκτων και από τα σώματά μας. Γυναίκες και άντρες περνούμε ώρες ατελείωτες κολλημένοι στη οθόνη του υπολογιστή μας. Νομίζουμε πως ζούμε κάτι, ενώ δεν ζούμε τίποτα. Οι σχέσεις απαιτούν χρόνο και ροή μέσα στην καθημερινότητα, όχι την ασυνέχεια που ζούμε με όλα σήμερα»

Η νέα ελληνική δραματουργία μοιάζει να έχει πέσει σε χειμερία νάρκη. Άραγε είχε ξυπνήσει και τώρα έπεσε σε νάρκη; Είμαστε λαός ξενομανής και βαθιά συντηρητικός. Πάντα υποτιμούμε και το νέο και το ελληνικό.  

Σκεφτήκατε να ξαναφύγετε εξωτερικό; Το καλοκαίρι μετά από πολλά χρόνια ξαναεπισκέφτηκα τη Νέα Υόρκη που είναι η δεύτερη πατρίδα μου. Στην Αμερική έζησα μία δεκαετία. Ένιωσα ευτυχής και ελεύθερη ξανά εκεί. Αλλά τώρα το σπίτι μου είναι στην Αθήνα. Και η Αμερική περνά κάτι φρικτό. Σκέφτηκα να πάω στην Ιταλία, στην Ρώμη, στην αιώνια πόλη, αλλά όλοι μου λένε πως είναι δύσκολο να ζεις στη Ρώμη. Έχει άθλιες συγκοινωνίες, ακριβά ενοίκια και είναι γεμάτη τουρίστες. Και τα ιταλικά μου δεν είναι καλά. Παρ’ όλα αυτά, η Ρώμη με γοητεύει. Είναι ένα όνειρο που έχω.

Διδάσκετε  έξι χρόνια στο τμήμα θεατρολογίας της Πάτρας. Κάθε χρόνο αποφοιτούν φουρνιές νέων θεατρολόγων. Δεν έχει υπερκορεστεί η αγορά τους; Οι περισσότεροι είναι άνεργοι. Όσο δίδασκα στην Πάτρα είχα πολύ καλό επίπεδο φοιτητών που χαιρόμουν να τους διδάσκω για την γραφή θεατρικών έργων και για τον ρόλο του κειμένου στο θέατρο. Στην Ελλάδα της κρίσης το θέατρο παραδόξως έχει ανθίσει. Δεν είμαι εναντίον στις σχολές θεατρολόγων. Καλύτερα περισσότεροι θεατρολόγοι από προγραμματιστές κομπιούτερ.

Τι είδατε εκ των έσω να συμβαίνει στο ελληνικό πανεπιστήμιο; Επιβιώνει αξιοπρεπώς; Χάρις στο φιλότιμο των διδασκόντων; Είδα φτωχά μέσα και έλλειψη πρωτοβουλιών και φαντασίας, αλλά καλό υλικό διδασκόντων. Ναι, επιβιώνει χάρη στη σοβαρότητα των διδασκόντων.

Γράφετε κάτι νέο; Μια διασκευή δύο ιστοριών του Ρομπέρτο Μπολάνιο. Είναι ένας συγγραφέας με τον οποίο νιώθω συγγένεια. Οι ήρωές του μοιάζουν να παλεύουν να προσπελάσουν μία άβυσσο, ψάχνουν απαντήσεις για την ύπαρξή τους. Πολλοί από αυτούς είναι πλάνητες, οι οποίοι αναζητούν ένα εξαφανισμένο πρόσωπο ή ακολουθούν μία ανεξιχνίαστη προσωπική μοίρα. Αυτό το ζήτημα το να ακολουθείς μία ανεξιχνίαστη προσωπική μοίρα, αν και μπορεί να είναι κοινό, το βρίσκω τρομερό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ξαφνικά από επικεφαλής της διεκδίκησης  της Καλαματάς Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 2021 βρεθήκατε εκτός κάδρου. Μέχρι πού είχε φτάσει ο φάκελός σας και τι συνέβη και αντικατασταθήκατε; Γιατί η Καλαμάτα δεν τα κατάφερε, τελικά; Καταρχήν συντέλεσα στο να περάσει η Καλαμάτα στην τελική φάση μαζί με άλλες δύο πόλεις από τις 11 που ήταν υποψήφιες. Αυτό ήταν μια μεγάλη επιτυχία που μου έδωσε χαρά και την ικανοποίηση πως πρόσφερα στην πόλη της Καλαμάτας. Η εμπειρία μου τους 14 μήνες που εργάστηκα ήταν τρομερά πλούσια. Γνώρισα το κομμάτι αυτό της Ελλάδας, το νοτιότερο άκρο, γνώρισα μία ολόκληρη πόλη, πολλούς ενδιαφέροντες φορείς και ανθρώπους που δραστηριοποιούνται εκεί. Ηταν 14 μήνες κοπιαστικοί αλλά τρομερά δημιουργικοί που δυστυχώς τελείωσαν αιφνιδιαστικά και δυσάρεστα. Είναι λάθος να αλλάζεις την ομάδα που κερδίζει.

Τι συνέβη και σας αντικατέστησαν; Δεν θέλω να μείνω στο δυσάρεστο κομμάτι. Η Καλαμάτα έχασε μία μεγάλη ευκαιρία γιατί, ενώ ξεκίνησε δυναμικά, στην πορεία μπερδεύτηκε.

Η παράσταση Θα Πεθάνω Αν Πεθάνεις ανεβαίνει τέλος Μάρτη ανηφορίζει στη Θεσσαλονίκη, την ιδιαίτερη πατρίδα σας. Ποιά είναι η σχέση σας μαζί της σήμερα; Η Θεσσαλονίκη είναι μία από τις ελάχιστες ελληνικές πόλεις που κόντρα στην κρίση προχωρά και εξελίσσεται. Έχει έναν ιδιαίτερο δήμαρχο και γενικότερα η Θεσσαλονίκη είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση πόλης. Έχει εκκεντρικούς ανθρώπους, ευφάνταστους, έχει βγάλει πολλούς συγγραφείς, έχει κάτι απρόβλεπτο και χαμηλόφωνο και ελπιδοφόρο. Ίσως να την βοηθά και το μέγεθός της. Ούτε μικρή, ούτε πολύ μεγάλη. Μου αρέσει να επιστρέφω στην Θεσσαλονίκη με παραστάσεις μου, η δουλειά μου στην Θεσσαλονίκη έχει μεγάλη ανταπόκριση. Και παρόλο που νιώθω τρακ κάθε φορά, νιώθω και συγκίνηση.

Το “Θα Πεθάνω Αν Πεθάνεις” της Anna Maria Nygren παρουσιάζεται στο “Χώρο Θέατρο”, σε μετάφραση Βασίλη Παπαβασιλείου και σε σκηνοθεσία Έλενας Πέγκα. Επί σκηνής οι Γιώργος Βουβάκης, Ορέστης Καρύδας, Κατερίνα Μισιχρόνη και Αλεξάνδρα Ταβουλάρη. Στις 30 Μαρτίου η παράσταση ανηφορίζει στη Θεσσαλονίκη και στο Θέατρο Αυλαία. Τον Ιούλιο θα φιλοξενηθεί στα Αισχύλεια, στην Ελευσίνα. Τα θεατρικά της Έλενας Πέγκα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις “Νεφέλη” ενώ τα πεζά της από τις εκδόσεις “Άγρα”.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη