Η Sharon Lafaye Jones γεννήθηκε στις 4 Μαΐου του 1956 στην Ογκούστα της Τζόρτζια. Άρχισε να τραγουδά ερασιτεχνικά από τις αρχές του 70 (πού αλλού;) στις εκκλησίες των Βαπτιστών του Νότου. Λέγεται μάλιστα ότι ήταν η μητέρα της αυτή που την ενθάρρυνε να ασχοληθεί με το τραγούδι αλλά και με τον χορό, προτρέποντάς την να ξεπατικώσει το ερμηνευτικό στιλ και τις κινήσεις του πιο διάσημου συντοπίτη τους: του James Brown.
Ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με το τραγούδι μόλις στα μέσα του 90, αφού είχε εργαστεί επί σειρά ετών σε σωφρονιστικό ίδρυμα της Τζόρτζια. Έλεγε ότι ήταν ίσως η mid life crisis των 40 που την ώθησε να παρατήσει την έως τότε δουλειά της, να μετακομίσει στh Νέα Υόρκη και να δοκιμάσει τις δυνάμεις της στο πάλκο. Την ίδια περίοδο, δημιουργήθηκε στο Μπρούκλιν η ανεξάρτητη εταιρεία Desco, με ιδρυτές τους Philip Lehman και Gabriel Roth. Οι δυo τους πιστώνονται με την «ανακάλυψη» της Jones και οργάνωσαν το 1996 το πρώτο της session, όταν σιγόνταρε ως β’ φωνή τον ζόρικο soul funk ερμηνευτή Lee Fields.
Στη συνέχεια, η Jones θα πάρει μέρος στο ένα και μοναδικό album που ηχογράφησαν οι Soul Providers για λογαριασμό της Desco, καθώς και σε κάμποσα singles που εκδόθηκαν από την ίδια εταιρεία. Η Desco εκείνη την εποχή ανακάλυψε κι άλλα σπουδαία σχήματα, που σήμερα είναι καθιερωμένα, σαν τους Sugarman 3, τους Daktaris και τους Mighty Imperials.
Παρ’ όλα αυτά το label θα διαλυθεί στις αρχές του 2000, και από τις στάχτες του θα προκύψει τελικά η εταιρεία Daptone. Ακολουθώντας το πρότυπο της Stax και της Motown, γύρω απ’ τη Daptone συσπειρώθηκε μια ομάδα νέων μουσικών, για να σχηματίσουν την in house band της εταιρείας. Γεννηθήτω the Dap-Kings. Στα επόμενα χρόνια, οι Dap-Kings αφενός θα συμμετάσχουν στους δίσκους των υπολοίπων ονομάτων της εταιρείας (Sugarman 3, Daktaris, Mighty Imperials, the Budos κ.ά.) αφετέρου θα λειτουργήσουν ως η backing band της Sharon Jones, όταν έφθασε η στιγμή να περάσει μπροστά και να επιβληθεί ως solo ερμηνεύτρια. Μετά από δύο δίσκους (“Dap Dippin’ with Sharon Jones and the Dap-Kings” 2002, “Naturally” 2005 – με τη συγκλονιστική διασκευή στο “This Land Is Your Land” του Woodie Guthrie), το πλήρωμα του χρόνου θα φέρει το “100 Days, 100 Nights” (2007).
Το παίξιμο των Dap-Kings είναι υπεράνω υποψίας, παραπέμποντας άλλοτε στους Booker T & MGs, άλλοτε στους JBs, κι άλλοτε στα soul jazz πρότυπα της Blue Note ή της Prestige. Ένα παίξιμο που αναδεικνύει στο έπακρο την απίστευτη φωνή της Sharon Jones, που όταν σηκώνεται ψηλά (“Tell Me”) σε κάνει να ανατριχιάσεις, ενώ όταν χαμηλώνει και «ικετεύει» (“Humble Me”) σε σημαδεύει κατευθείαν στην καρδιά. Mια φωνή που ψήθηκε στα gospel (“Answer Me Sweet Jesus”) και η οποία συνδυάζει την ποιότητα και τη φινέτσα μιας Gladys Knight (“Something’s Changed”) με τον δυναμισμό μιας Etta James που δεν σηκώνει και πολλά-πολλά (“I’m Nobody’s baby, I’m Nobody’s Fool”)
Το φερώνυμο κομμάτι του δίσκου μοιάζει βγαλμένο από τη μαγιά που έχει γεννήσει τις πιο κλασικές στιγμές της ιστορίας της soul. Ξεκινώντας με έναν στακάτο ρυθμό α λα “Chain Of Fools” και με τη φωνή της Sharon να απογειώνεται από την πρώτη κιόλας νότα, στη μέση χαμηλώνει σκοπίμως σε ρυθμό, για να «σοροπιάσει» λιγάκι και να εξελιχθεί τελικά σε ένα rhythm n’ blues απάνθισμα, σαν κι αυτά που έγραφαν οι Isleys στα πρώτα τους βήματα, στα χρόνια του 50.
Εκατό Μέρες, Εκατό Νύχτες. Sleep well Soulsister.