Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Η Popaganda στη Δράμα: Βραβεία για όλους, σινεμά από λίγους

Πιστό στην παράδοσή του, αν και προβάλει ταινίες μικρού μήκους, να τις βραβεύει σε μαραθώνιες τελετές, έκλεισε το βράδυ του Σαββάτου την 39η διοργάνωσή του το Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Ταινιών της Δράμας, ολοκληρώνοντας έτσι ένα απ’ τα πιο αδύναμα προγράμματα της πρόσφατης μνήμης: 64 ολόκληρες ελληνικές ταινίες διαγωνίστηκαν για βραβεία που λιγότερες απ’ τις μισές άξιζαν ουσιαστικά να διεκδικήσουν, με άλλους 52 τίτλους να διαγωνίζονται στο διεθνές τμήμα, και να οδηγούν το σύνολο το βραβείων πάνω από τα 30! Με όριό της τον ουρανό, η τελετή ξεπέρασε όχι μονάχα τις δυόμιση ώρες, αλλά απείλησε ευθέως τα κλασικότερα δείγματα χολιγουντιανού έπους.

Η ανεξέλεγκτη διόγκωση του φεστιβάλ της Δράμας δεν είναι βέβαια φρούτο καινούριο: είναι σαφές δείγμα της ανασφάλειας με την οποία λειτουργεί η διοργάνωση υπό τη δύσθυμη κρατική αρωγή, κι απότοκος του φαταουλισμού με τον οποίο προσπαθεί ο θεσμός να οχυρωθεί, απέναντι σε αντίζηλους κι αντίπαλους της μακροημέρευσής του. Κι αν σε χρονιές σαν τις δυο περασμένες, η συγκυρία αρκετών υψηλού επιπέδου ταινιών επούλωνε κάπως τα τραύματα απ’ το σωρό των μετριοτήτων που τις περιστοίχιζαν, αυτή η τακτική του συλλήβδην τσουβαλιάσματος, και του άκριτου αραδιάσματος δεκάδων τίτλων στη σειρά, με μόνο στόχο να γεμίσουν οι ώρες του προγράμματος, είναι αισθητά πιο επώδυνη όταν οι τίτλοι που συνθέτουν τις ενότητές της, είναι στην πλειονότητά τους όχι απλά αδιάφοροι, αλλά πιο junk κι απ’ τα McDonalds.

Σα να τους είχαν άχτι βέβαια, την αστοχία αυτή της προκριματικής επιτροπής του φεστιβάλ (που επιλέγει τις ταινίες με τις οποίες θα γεμίσει το πρόγραμμα), την πήραν και την έβαλαν σε μεγεθυντικό φακό τα μέλη της κριτικής επιτροπής που απένειμε τα φετινά βραβεία: Με τον Κύπριο σκηνοθέτη Ανδρέα Πάντζη επί κεφαλής, η επιτροπή του Εθνικού Διαγωνιστικού υιοθέτησε με πάθος την παρακαταθήκη του Πόντιου Πιλάτου, κι έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού της κατά κύριο λόγο τη συμπάθεια των πιο δραστήριων από τις εταιρείες παραγωγής στη μικρού μήκους, άρχισε να μοιράζει τα βραβεία της στους πάντες. Ή μάλλον, σχεδόν στους πάντες: μερικοί απ’ αυτούς που τα άξιζαν, έμειναν εντελώς εκτός.

Ταινίες παντελώς άτεχνες (Felicita, Αντίδοτον), ερασιτεχνικά ανεπαρκείς (3000, Ρήξη Τυμπάνου), και τεχνολογικά παρωχημένες (Αίνιγμα), έλαβαν το «πατ-πατ» στην πλάτη τους με τη μορφή Ειδικών Βραβείων και Εύφημων Μνειών, σε μια αντικλιμακτική βραβειακή πορεία προς το Γολγοθά, που σημαδεύτηκε από φαλτσαρίσματα και στραβοτιμονιές χαρακτηριστικές επιτροπής που θέλει περισσότερο χαρά και κέφι να σκορπίσει, παρά να απονείμει τα βραβεία της με κρίση.

Αλίκη στο καφέ

Ένα καρφωτό παράδειγμα, η διάκριση του anti-bullying πορτρέτου εμμονής, που ήταν ο Αόρατος του Κώστα Γεραμπίνη, για το πιο αδύναμο στοιχείο της ταινίας, που ήταν το σενάριο, έναντι της εξαιρετικής δραματουργικής λεπτοβελονιάς στην αλά νουβέλ-βαγκ μικρή ερωτική ιστορία που είχαν κεντήσει ο Δημήτρης Νάκος με τον Ίκαρο Μπαμπασάκη στην Αλίκη στο Καφέ. Δύο τέτοια δείγματα ακόμη, το ότι έλειπαν παντελώς απ’ τα βραβεία η εικαστική εξτραβαγκάντσα που ήταν Το Μάτι και το Φρύδι, και η μεστή σκηνοθετική υποβλητικότητα που χαρακτηρίζει το νικολαϊδικό Dove. Το ότι απέσπασε Ειδικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη το στα όρια προσβλητικού πατροναρίσματος, ρεσιτάλ πολιτικής αφέλειας, που περνάει για αντιμεταναστευτικό δράμα στο Ummi του ο προφανώς παντελώς αποπροσανατολισμένος Νίκος Αυγουστίδης, είναι το χαρακτηριστικότερο και πιο απελπιστικό απ’ όλα.

Στα μεγάλα βραβεία της βραδιάς, η απονομή του Αργυρού Διόνυσου στο παλαιοτηλεοπτικής αισθητικής, δραματουργικής πενίας και ερμηνευτικής ανεπάρκειας Νανούρισμα της Μαρίας, του Ντίνου Παναγόκου, λειτούργησε αποκαλυπτικά για την φωσκολική αντίληψη της κριτικής επιτροπής περί του σινεμά, ενώ ο γύρω στις 25 κλάσεις ανώτερος Κύβος, του Αλέξανδρου Σκούρα, που απέσπασε τον Χρυσό Διόνυσο, παραμένει μια μισοψημένη, και μερικώς μονάχα εκπληρωμένη δραματουργική απόπειρα αποδόμησης μιας μητριαρχικής οικογένειας με μπόλικες ψυχοπαθολογίες -αλλά κι εξίσου μπόλικη λάμψη από το αστεράτο cast, με προεξέχοντα τον Μάκη Παπαδημητρίου, σε δυνατό δραματικό σερί.

Κύβος

Η χλιαρή υποδοχή της οποίας έλαχε ο Κύβος απ’ τη φεστιβαλική κοινότητα, σίγουρα δεν συμπλέει με τον ενθουσιασμό της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ της Δράμας, που τον ανακήρυξε καλύτερη ταινία της φουρνιάς, χωρίς κανένα μάλιστα υποστηρικτικό βραβείο (αλλού οι ερμηνείες, αλλού το μοντάζ, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού οι κότες). Η απονομή του Χρυσού Διόνυσου στον Κύβο όμως, είναι μάλλον η λιγότερο προβληματική, απ’ τις πολλές προβληματικές επιλογές της φετινής χρονιάς.

Σε μια σπάνια συναστρία πάντως, κριτικοί (ΠΕΚΚ) και τεχνικοί (ΕΤΕΚΤ) του σινεμά -οι θεωρητικότεροι κι οι κάργα πρακτικότεροι του κινηματογραφικού σιναφιού δηλαδή- συναντήθηκαν και ταυτίστηκαν απόλυτα στην Αλεπού, της πρωτοεμφανιζόμενης Ζακλίν Λέντζου, που απέσπασε τα βραβεία των δυο ενώσεων νωρίς στην τελετή, πρόσθεσε το βραβείο Ήχου στη συλλογή της αργότερα στη βραδιά, κι έκλεισε με το αμφιβόλου πολιτικής ορθότητας Βραβείο Τώνια Μαρκετάκη «για την καλύτερη γυναικεία σκηνοθετική παρουσία». Ετούτο εδώ, βραβείο προφανώς νεόκοπο, αφού μέχρι και πέρσι απονεμόταν στην «καλύτερη ταινία κοινωνικού προβληματισμού», είναι αφορμή για κοινωνικό προβληματισμό από μόνο του, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για φυλετική διάκριση στην προέλευση της δημιουργίας, που αισθάνεται το φεστιβάλ.

Φεστιβάλ που, όπως μάς ενημέρωσε στο καλωσόρισμά του ανοίγοντας την τελετή ο καλλιτεχνικός του διευθυντής Αντώνης Παπαδόπουλος, ετοιμάζεται ήδη για την επόμενή του, 40η διοργάνωση. Ιδανική αφορμή λοιπόν, για να του ευχηθούμε και καλά σαράντα…

Η πλήρης λίστα των βραβείων του Εθνικού Διαγωνιστικού (και του Διεθνούς Διαγωνιστικού), βρίσκονται στη σελίδα του Φεστιβάλ Δράμας.
Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης