Υπάρχει και η άποψη βέβαια, ότι το καπιταλιστικό κράτος δεν είναι και λογικό να επενδύσει στον πολιτισμό αν δεν πρόκειται για προϊόν και δη ευπώλητο. Ναι, αλλά για να γίνει προϊόν, πρέπει και κάπως να το καλλιεργήσεις. Δηλαδή αν περιμένεις ότι ένα βρέφος θα μεγαλώσει και θα γίνει καθηγητής πανεπιστημίου χωρίς να πάρει πρωτύτερα καμία μόρφωση, δεν γίνεται αυτό. Αν δεν επενδύσεις στον πολιτισμό, δεν μπορεί να έχεις αποτελέσματα. Και εν πάσει περιπτώσει, εγώ πιστεύω ότι όλα τα πολιτιστικά προϊόντα, από τα πιο ακραία και τα πιο ρηξικέλευθα μέχρι τα πιο εμπορικά, με την έννοια της χυδαιότητας ή της απεύθυνσης στο πιο μεγάλο κοινό, διεκδικούν το ίδιο πράγμα. Την δημοσιότητα, τον κόσμο τους, καλές κριτικές, παρουσία στο εξωτερικό… Δεν καταλαβαίνω τον διαχωρισμό ανάμεσα σε ποιοτικά και μη ποιοτικά. Κι εμείς δηλαδή πού απευθυνόμαστε; Στους φίλους μας; Στους γνωστούς μας; Δεν κάνουμε τη δουλειά μας; Δεν είμαστε επαγγελματίες; Δεν ζούμε απ’ αυτό; Την Ευρυδίκη πού την απευθύναμε, ας πούμε. Σε 10 ανθρώπους, σε 15, σε 10 χιλιάδες; Ήρθαν 22 χιλιάδες άνθρωποι, δεν ξέρω αν είναι πολλοί, ή λίγοι, αλλά είναι ένα προϊόν το οποίο είχε μια απεύθυνση σε ένα κοινό. Ο πολιτισμός είναι ένα πράγμα, ενιαίο, και μέσα σε αυτό το όλον, χωράνε πάρα πολλά. Αλλά όλα είναι προϊόντα με μια έννοια. Δεν είναι δυνατόν να φοβόμαστε εν μέσω βαρέος καπιταλισμού και νεοφιλελευθερισμού, να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Ό,τι κάνουμε είναι ένα παιχνίδι με τη δημοσιότητα, και εν πάση περιπτώσει είναι κάτι το οποίο τελικώς θα πουληθεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάνουμε τη δουλειά μας χυδαία, ή ότι σκεφτόμαστε το κέρδος, ή το όφελος όταν την κάνουμε, αλλά σίγουρα είναι ένα πακέτο. Κι όταν το κάνουμε, ξέρουμε ότι είναι ένα πακέτο. Άρα λοιπόν, δεν μπορεί να παίζουμε την τυφλόμυγα και να κρυβόμαστε συνέχεια. Πρέπει να παίξουμε με όρους απόλυτα καλλιτεχνικούς βεβαίως, αλλά από την άλλη, απευθυνόμενοι κάπου. Όχι αυτιστικά.
Το παιχνίδι της δημοσιότητας όμως, δεν είναι ένα παιχνίδι που αποδεχόσασταν πάντα. Όχι, είχα πολύ πιο ακραίες και απόλυτες απόψεις στο παρελθόν. Αλλά μεγαλώνοντας κανείς, βλέπει και μια πραγματικότητα και ταυτοχρόνως καταλαβαίνει ότι το να μάθει να πουλάει καλά αυτό που κάνει, δεν σημαίνει ότι ξεπουλιέται. Δεν είναι ταυτόσημες αυτές οι έννοιες. Μπορείς να είσαι αξιοπρεπέστατος και ταυτοχρόνως να έχεις καλές ιδέες, ιδέες που να αρέσουν στα περιοδικά, ή στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, ή εν πάση περιπτώσει θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον, χωρίς αυτό να εκχυδαΐζει το προϊόν σου. Παράδειγμα, η αφίσα του Blasted, ας πούμε, που κέρδισε δημοσιότητα με το σπαθί της κατά τη γνώμη μου, γιατί ήταν καλά φτιαγμένη και εικαστικά άρτια, και ταυτοχρόνως κέντρισε το ενδιαφέρον ενός πιο ευρέος κοινού να πάει να δει τη Sarah Kane. Γιατί είναι κακό αυτό δηλαδή;
Στο μεγαλύτερο κομμάτι της καριέρας σας, όταν μιλούσατε στον Τύπο, προσπαθούσατε να απεκδυθείτε της σχέσης με τον Μ. Καραγάτση, ο οποίος ήταν παππούς σας. Τώρα, βρίσκεστε στις πρόβες της καλοκαιρινής σας μεταφοράς της Μεγάλης Χίμαιρας στο θέατρο. Τι σας ώθησε να κάνετε αυτό το βήμα; Ναι, ναι, αυτή νομίζω είναι η φυσική αντίδραση ενός ανθρώπου, όταν θέλει να χτίσει τη δική του καριέρα, το δικό του προφίλ. Θέλει να απομακρυνθεί από αυτό που οι περισσότεροι γνωρίζουν ως οικογενειακό του δέντρο, και άρα κληροδότημα και πάει λέγοντας. Και νομίζω ότι καλά έκανα. Αποφάσισα να ασχοληθώ μαζί του, όταν εγώ έκρινα ότι είμαι έτοιμος και ελεύθερος να το αντιμετωπίσω ευθέως. Αλλά βεβαίως άφησα να περάσει ένα ικανό χρονικό διάστημα, όπου να δοκιμαστώ σε τελείως δικά μου πράγματα και χωρίς καμία ανάμειξη με τον Καραγάτση. Τώρα για τη Μεγάλη Χίμαιρα, θεώρησα ότι σαν μια πρόταση προς το Φεστιβάλ Αθηνών θα έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Είναι κάτι το οποίο δεν έχει γίνει, δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ ούτε στο πανί, ούτε ως θεατρικό έργο και θεώρησα ότι θα έχει ενδιαφέρον. Και σκέφτηκα ότι και σαν πολιτιστικό προϊόν αν γίνει με έναν ενδιαφέροντα τρόπο, μπορεί με κάποιο τρόπο αυτό να έχει και για τους ξένους ένα ενδιαφέρον. Το πώς ήτανε η σχέση της Ελλάδος με τη Δύση ήταν κυρίως το σημείο απ’ όπου ξεκίνησε η σκέψη μου, και σε σχέση με το τι συμβαίνει σήμερα πάλι. Με την αμφίσημη αυτή σχέση Ελλάδος και Δύσης, που μετράει δεκαετίες τώρα, για να μην πω αιώνες. Και σκέφτηκα ότι αν γίνει με έναν ενδιαφέροντα τρόπο αυτή η σύγκρουση κι η αμφιθυμία και των δυο πλευρών, και της Δύσης και της Ελλάδος, μπορεί να υπάρξει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Εκτός από το ρομάντζο ας πούμε, με το γερό ερωτικό τρίγωνο, που εντάξει, αυτό υπάρχει από μόνο του.
Πώς ήταν η μέχρι ώρας ανταπόκριση του κοινού στο Blasted; Είναι ένα έργο που δεν είναι και πολύ εύκολο για τον μέσο, ανυποψίαστο θεατή. Πρώτη εντύπωση είναι, αλλά νομίζω θα είναι και συνολική, γιατί όπως και στις δημοσκοπήσεις για τα αποτελέσματα των εκλογών, τα πρώτα αποτελέσματα συνήθως είναι αρκετά ενδεικτικά του τελικού. Η πρώτη μου λοιπόν εντύπωση από τις πρώτες 10 παραστάσεις, τις οποίες έχουν παρακολουθήσει πάνω από 1.500 άνθρωποι -κι αυτό είναι ένα σημαντικό νούμερο για ‘μένα, σ’ ένα τέτοιο έργο- δείχνει ότι το κοινό παρακολουθεί με προσήλωση, σχεδόν κατανυκτικά κατά τη διάρκεια της παράστασης, με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάποιων ανθρώπων οι οποίοι κυριολεκτικά δεν άντεξαν αυτό που συμβαίνει μέσα στην παράσταση. Πάντως, αντιδράσεις του τύπου «τι ’ν’ αυτά που κάνετε», ή «τι ’ν’ αυτά που συμβαίνουν», δεν είχαμε. Και τελικώς διαπίστωσα ότι δεν είναι σχεδιασμένη έτσι η παράσταση. Η παράσταση έχει μια καλλιτεχνικότητα, η οποία κερδίζει συνολικά τους θεατές και δεν έχει την ακραία ωμότητα ή βία, που θα απέτρεπε το κοινό απ’ το να ανοίξει τα μάτια του και να δει τις ακραίες σκηνές που συμβαίνουν, πχ του κανιβαλισμού, ή του βιασμού, και πάει λέγοντας. Τις παρακολουθούν με βαθύτατη προσοχή, αλλά δεν τους αποτροπιάζουν. Κι αυτό ήταν κάτι που με είχε ελαφρώς ανησυχήσει, κυρίως για την προστασία των ανθρώπων που παίζουν στην παράσταση. Γιατί κι οι ηθοποιοί άνθρωποι είναι, έχουν κοινωνική ζωή, συζύγους, φίλους, παιδιά και εκτίθενται όταν παίζουν σε τέτοιες παραστάσεις. Όμως το κοινό φαίνεται ότι το έχει αγκαλιάσει το έργο.
Η παράσταση Blasted – Ερείπια της Sarah Kane σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλου και με τους Ακύλλα Καραζήση, Λένα Παπαληγούρα, και Μιχάλη Αφολάνιο, παίζεται κάθε Τετάρτη έως Κυριακή στις 9μμ στο Θέατρο Πορεία (Τρικόρφων 3-5, Πλ. Βικτωρίας, 2108210991).
Page: 1 2