O Δημήτρης Κατσουρίνης θα ήθελε να πίνει το ποτό του στην Αβάνα σαν μοιραίος ήρωας του Χέμινγουεϊ

Ποιο ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο όταν μεγαλώνατε; Δηλώνω ένοχος και ομολογώ ότι η εφηβεία μου σημαδεύτηκε από τη συστηματική ανάγνωση του περιοδικού Ποπ & Ροκ, καθώς και πλήθους αθλητικών εφημερίδων. Η σχέση μου τη λογοτεχνία παρέμενε σχεδόν ανύπαρκτη, μέχρι που κάποια στιγμή, με την ενηλικίωση να είναι ακόμα νωπή, μπήκαν στη ζωή μου για να την κάνουν άνω κάτω, το High Fidelity του Νικ Χόρνμπυ και το On The Road του Τζακ Κέρουακ. Το πρώτο, θώπευσε την εμμονική μου σχέση με τη μουσική  υπήρχαν κι άλλοι τελικά που αισθάνονταν όπως εγώ, τι αποκάλυψη (!) πασπαλισμένη με τόνους νεανικού ναρκισσισμού. Το δεύτερο με συνεπήρε με το πάθος του για τη ζωή, τη ζωή που μπορεί να ξεφεύγει από συμβάσεις και περιορισμούς.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε και ξαναδιαβάσατε; Συνήθως υπερισχύει μέσα μου η αναζήτηση του καινούριου, ή η επιλογή ενός κλασικού αριστουργήματος που ακόμα δεν έχω αξιωθεί να διαβάσω. Δεν επιστρέφω συχνά σε ένα μυθιστόρημα, ο θησαυρός της λογοτεχνίας είναι ανεξάντλητος και ο διαθέσιμος ελεύθερος χρόνος τόσο λίγος. Διαισθάνομαι πάντως ότι στο μέλλον θα γίνει πιο επιτακτική η ανάγκη για μια εκ νέου επικοινωνία με λέξεις, γραμμές και σελίδες που ενώ εκπέμπουν μια γνώριμη οικειότητα, το άρωμα τους παραμένει αναλλοίωτο. Τον τελευταίο καιρό γυροφέρνω το Τρυφερή Είναι η Νύχτα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Το ξεφυλλίζω, ψάχνω τις τότε σημειώσεις μου και συνειδητοποιώ ότι είναι θέμα χρόνου να το ξαναπιάσω για τα καλά. Ο Ντικ Ντάιβερ αποτελεί, ούτως ή άλλως, έναν από τους αγαπημένους μου λογοτεχνικούς ήρωες. Η μάχη που εκτυλίσσεται μέσα του ανάμεσα στο καλό και το κακό, τη ματαιοδοξία και τη ματαιότητα, η πάλη του να αποτρέψει τη σταδιακή κατάρρευση του γάμου του… όλα περνούν μέσα από το φίλτρο της εκλεπτυσμένης αλλά και διεισδυτικής, βιωματικής και πάνω απ’ όλα αξεπέραστης γραφής του Φιτζέραλντ, αποτελώντας σημείο αναφοράς για την προσωπική μου σχέση με τη λογοτεχνία. 


Σας ώθησε ποτέ βιβλίο να κάνετε κάτι ανόητο; Έχω την τάση να ζω σε παράλληλα σύμπαντα. Το ένα είναι το απτό, το καθημερινό. Τα υπόλοιπα βρίσκονται μέσα στο μυαλό μου. Στην καθημερινή ζωή, προσπαθώ να αποφεύγω τα ανόητα πράγματα. Συχνά, χωρίς επιτυχία. Τους «επιτρέπω» όμως σίγουρα, να επηρεάζουν τις ζωές που εκτυλίσσονται ταυτόχρονα μέσα στο μυαλό μου. Θα μπορούσα πάντως να κατηγορήσω τον Τζέυ Γκάτσμπυ για κάποιους εξιδανικευμένους, ανεκπλήρωτους και γεμάτους ρομαντικές ψευδαισθήσεις έρωτες του παρελθόντος, στην αναζήτηση της δικιάς μου Νταίζυ Φαίη  

Σας ενέπνευσε κάποιο βιβλίο να γίνετε κάτι άλλο εκτός από συγγραφέας; Ώρες – ώρες θα ήθελα να είμαι ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Ντέρεκ Στρέιντζ στα βιβλία του Τζωρτζ Πελεκάνος και να επηρεάζω τα μουσικά γούστα του έφηβου γιου μου (του) με ατάκες τύπου, «καλό το hip hop, αλλά η αλήθεια βρίσκεται στον Al Green». Άλλες φορές, φαντάζομαι πώς είμαι κάποιος μοιραίος ήρωας του Χέμινγουεϊ που περνά τον χρόνο του ταξιδεύοντας στον κόσμο, με αφετηρία και κατάληξη πάντα, κάποιο μπαρ γεμάτο υγρασία στην παραλιακή λεωφόρο της Αβάνα. Έπειτα όμως διαβάζω την Αργώ του Γιώργου Θεοτοκά και σημειώνω την πρόταση: «Τον μισό μας τον καιρό τον περνούμε ονειροπολώντας. Και τον άλλο το μισό αγωνιζόμαστε να καταργούμε τα όνειρα μας για να σώσουμε ένα ή δυο». Τα βιβλία, πέρα από την αναγνωστική απόλαυση, με οδήγησαν στο δικό μου μυθιστόρημα, με έκαναν να θέλω να δημιουργήσω τους δικούς μου φανταστικούς κόσμους. Για να νιώσω πιο ελεύθερος, για να μπορώ να δραπετεύω από την απαιτητική καθημερινότητα. Αν καταφέρω δε, να γράψω και κάποια ακόμα, ίσως αρχίσω δειλά – δειλά να θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα.

Ποιο βιβλίο εύχεστε να είχατε γράψει; Θαυμάζω βιβλία που χρησιμοποιούν μια πολύ έξυπνη, εύστοχη και με ισχυρό συμβολισμό κεντρική ιδέα για να εστιάσουν στη δυστοπική πλευρά της σύγχρονης ζωής, επιχειρώντας ενίοτε και μια κάπως απαισιόδοξη πρόβλεψη για το μέλλον. Ως τέτοια μπορώ να αναφέρω Το Γονίδιο της Αμφιβολίας του Νίκου Παναγιωτόπουλου, Το Θαύμα της Αναπνοής του Δημήτρη Σωτάκη και το Ίσλα Μπόα του Χρήστου Αστερίου. Στο σύμπαν των φαντασιώσεων μου, θα ήθελα να επινοήσω μια τέτοια ιδέα, ακόμα και να «χτίσω» το δικό μου Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο, όπως κάποτε ο Άλντους Χάξλεϋ (είπαμε, πρόκειται για φαντασίωση). Από την άλλη, με συγκινούν ιδιαίτερα, βιβλία που εκφράζουν την εποχή μας και τη ζωή του σήμερα, προτάσσοντας έναν πιο σύνθετο και αναλυτικό τρόπο γραφής. Βιβλία με λεπτομερή, πολυπρισματική και πολυεπίπεδη αφήγηση, όπως η Ελευθερία του Τζόναθαν Φράνζεν, μια πραγματική ανατομία της Αμερικής των τελευταίων τριάντα, σαράντα χρόνων που, εκτός των άλλων, αναδεικνύει αληθινούς και σμιλεμένους με ακρίβεια χαρακτήρες. Προς το παρόν πάντως, θα ‘θελα να γράψω ένα κείμενο που να διαβάζεται, όπως ακούγονται τα μικρά αριστουργήματα των Slowdive  ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.


Το βιβλίο του Δημήτρη Κατσουρίνη «Φτηνά μαργαριτάρια» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οκτώ.
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.