Κάθεστε ήσυχα στο μπαλκόνι σας. Ξαφνικά ένας όμορφος ήχος σας βγάζει από τη ραστώνη σας. Ένα πουλάκι τιτιβίζει πάνω σ’ ένα δέντρο. Σας μαγνητίζει. Σχεδόν σας υπνωτίζει αλλά ένα βάρβαρο φρενάρισμα ενός αυτοκινήτου σας ξυπνά την ώρα που τρανταχτά γέλια ακούγονται από την απέναντι πολυκατοικία. Έχουν έρθει οι γείτονες, κουβαλάνε ψώνια, ακούτε το σούρσιμο από τις σακούλες, τα ψιλά στις τσέπες και τα κλειδιά να κουδουνίζουν λίγο πριν ανοίξει η πόρτα. Και μετά, ένα «μπαμ», η πόρτα έκλεισε.
Αυτούς, αλλά και άλλους χιλιάδες ήχους της Αθήνας, μετάτρεψε σε νότες και κατ’ επέκταση σε ορχηστρικό έργο ο Δημήτρης Καμαρωτός στην παράσταση Atlas Athens που θ’ ακούσουμε την Παρασκευή στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Αυτό, μάλιστα, δεν συνέβη μόνη στην Αθήνα αλλά σε δύο ακόμα πόλεις, το Παρίσι και την Καρλσρούη όπου μ’ έναν ειδικό τρόπο θα “ενωθούν” την Παρασκευή σαν μια κοινή αστική ορχήστρα.
Σας φαίνονται μπερδεμένα; Ο συνθέτης, μουσικός και ερευνητής Δημήτρης Καμαρωτός μας τα εξηγεί πολύ καλύτερα.
Είναι εύκολο να εξηγήσετε σ’ ένα δεκαπεντάχρονο τι είναι το Atlas; Φυσικά και γίνεται. Πρέπει να φανταστούμε την πόλη μας με άλλους ήχους και μ’ ένα μαγικό τρόπο να μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό. Η πόλη τότε θα γεμίσει με μια περίεργη μουσική που θα είναι η φωνή της. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε με την Αθήνα.
Ηχογραφείτε δηλαδή τους ήχους της πόλης και μετά; Ναι, στην αρχή τους ηχογραφούμε αλλά αυτό μετά έχει μια διαδικασία γέννησης του υλικού. Αλλά μετά οι ήχοι αυτοί εκτός από το να συνδυάζονται, σιγά σιγά μετατρέπονται και βγάζουν τις εσωτερικές τους φωνές. Δηλαδή, κάθε ήχος, ακόμα και η ομιλία μας έχει από κάτω μια φωνή που είναι σαν τραγούδι. Όλη η πόλη έχει αυτό το πράγμα. Αν εξαιρέσεις τον βόμβο των αυτοκινήτων, όλα τ’ άλλα έχουν μια φωνή. Σε αυτή την προσπάθεια και όσον αφορά τη συναυλία της Αθήνας, αυτοί οι ήχοι της πόλης, μετατρέπονται σε κάτι που ενεργοποιεί τα μουσικά όργανα που υπάρχουν πάνω στη σκηνή.
Μουσικοί δεν θα υπάρχουν πάνω στη σκηνή; Όχι.
Θα ρυθμίζονται όλα από υπολογιστή; Όχι μόνο. Υπάρχει και μια μηχανολογική μελέτη από πίσω που δεν την έχω κάνει μόνο εγώ αλλά και το IRCAM που είναι ένα ερευνητικό κέντρο για τον ήχο. Βρίσκεται στη Γαλλία, και από εκεί είχα περάσει εγώ από το 1986. Τώρα, κατά τη διάρκεια του σχεδίου Atlas που αφορά τρεις οργανισμούς και τρεις πόλεις, για τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχω πάει τρεις φορές στο Παρίσι για δουλέψουμε με το IRCAM ώστε ν’ αναδείξουμε αυτά τα όργανα.
Στο Atlas τι θα δούμε; Τρεις συναυλίες μαζί από τρεις διαφορετικές πόλεις; Η κάθε πόλη, Αθήνα, Παρίσι, Καρλσρούη, έχει τρεις διαφορετικούς συνθέτες που θα κάνουν τρεις διαφορετικές συναυλίες με τα δικά τους μέσα ο καθένας και με δική τους συνθετική σκέψη από πίσω. Αλλά όλα αυτά επειδή έχουν κάνει μια κοινή διαδρομή, θα έχει κάθε συναυλία διάφορες συμμετοχές από τις άλλες πόλεις. Δηλαδή, στην δικιά μας συναυλία στην Αθήνα ξέρω ότι στο 12ο λεπτό θα συνδεθούμε και θα γίνουμε ένα με την Καρλσρούη. Επίσης, θα έχει στιγμές που θα βλέπουμε τι γίνεται μόνο στις άλλες δύο πόλεις όπου οι εγκαταστάσεις είναι τελείως διαφορετικές από αυτές της Αθήνας. Στο Παρίσι θα υπάρχουν δώδεκα λαμαρίνες στη σκηνή, στην Καρλσρούη 250 ηχεία, σαν τρούλος, γύρω από τους θεατές.
Αυτό γιατί μας ενδιαφέρει τόσο πολύ, να ακούσουμε μουσικά των ήχων των πόλεων; Είναι μια διαφορετική σύνδεση της μουσικής με την τεχνολογία και την επιστήμη; Η σύνδεση με την τεχνολογία και την επιστήμη είναι κάτι που συμβαίνει σταθερά τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτό που μ’ ενδιαφέρει εμένα, χρησιμοποιώντας και την Αθήνα σαν κέντρο, είναι ότι αυτή η μουσική δεν αφορά μόνο ερευνητές και δεν είναι απλά ένας πειραματισμός για κάποιους που έχουν ειδικά ενδιαφέροντα για τον ήχο. Μπορεί ν’ αγγίξει, θέλω να πιστεύω, το κύριο σώμα της μουσικής και επομένως και ένα κοινό που είναι ανοιχτό στο ν’ ακούει μουσική. Ο κόσμος θέλω να έρθει ν’ ακούσει μια σύνθεση και όχι ένα περίεργο πείραμα που περιλαμβάνει τρεις πόλεις. Έχει ενδιαφέρον γιατί τους ήχους της πόλης θεωρούμε ότι είναι αδύνατο να τους «αγγίξουμε» αλλά ταυτόχρονα χωρίς να το συνειδητοποιούμε τους αλλάζουμε και συνέχεια, όχι μόνο από ήχους που κάνουμε εμείς αλλά πολύ απλά βάζοντας ένα ζευγάρι ακουστικά δημιουργούμε μια νέα σχέση με την πόλη που δεν έχει καμία σχέση με αυτή που έχει ο διπλανός μας. Επομένως, η σχέση μας με τον ήχο της πόλης είναι ήδη ενεργητική και στην ιστορία της Αθήνας υπάρχει και μια αφήγηση που έχει ένα είδος θεατρικότητάς. Και σε αυτό που θα δείτε κάποιος προσπαθεί να αλλάξει την Αθήνα και αφού δεν βρίσκει άλλο τρόπο την αλλάζει ηχητικά. Στην αρχή φέρνει τους ήχους να συνομιλήσουν και σιγά σιγά προσθέτει άλλους ήχους, αλλάζοντας έτσι και την πόλη.
Ο θεατής θα καταλαβαίνει αυτό που ακούει τι είναι; Τα πουλιά είναι πουλιά και η θάλασσα είναι θάλασσα. Αλλά υπάρχουν και άλλοι ήχοι της Αθήνας που είναι φωνές από παιδικές χαρές, από λαϊκές. Απλά οι ήχοι δεν είναι εκθετικοί, αυτό θα συμβαίνει σε μια ηχητική εγκατάσταση που θ’ ακούει ο κόσμος όταν μπαίνει στη Στέγη. Μετά αυτοί οι ήχοι είναι κομμάτι μιας σύνθεση όπου στο τέλος επικρατεί η μουσική.
Τι προεργασία ήθελε αυτό; Υπάρχει κάπου μια τράπεζα αστικών ήχων που χρησιμοποιήσατε; Υπάρχει αλλά δεν τη χρησιμοποιήσαμε καθόλου γιατί θέλαμε τους δικούς μας. Κάναμε ένα εργαστήριο στη Στέγη όπου εκεί επιλέξαμε ανθρώπους για να κυκλοφορήσουν σε όλη την Αθήνα με ειδικά πολυκάναλα ηχογραφικά επί τέσσερις μήνες και μάζευαν αυτούς τους ήχους. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο database ειδικά για αυτή τη συναυλία που μετά θα το ανεβάζουμε και κάπου. Είναι η Αθήνα.
Πώς φτιάχνεις ένα μουσικό κομμάτι από αυτούς τους ήχους; Για μένα δεν είναι διαφορετικό από το να κάνω μουσική για μια ορχήστρα. Το ειδικό σε αυτή τη συναυλία είναι πως ένας ήχος είναι ισότιμος με μια νότα. Πέρα από αυτό και με τα μουσικά όργανα μπορούμε να φτιάξουμε ήχους από την πόλη. Ακούς και βλέπεις ένα γκονγκ να χτυπά και καταλαβαίνεις ότι μπορεί να είναι ένα μηχανάκι.
Υπάρχει περίπτωση να πάει κάτι λάθος, από τη στιγμή που δεν υπάρχουν μουσικοί; Πάρα πολλά. Ακριβώς τα ίδια που μπορούν να πάνε με τους μουσικούς. Υπάρχει μια μεγάλη τεχνολογική προετοιμασία. Οι υπολογιστές είναι δοκιμασμένοι και ξέρουμε ότι δεν θα μας προδώσουν. Για το μηχανολογικό κομμάτι με τα όργανα έχουμε κάνει ένα χρόνο πρόβες και το κομμάτι που αφορά τη συνεργασία των τριών συνθετών από τις τρεις πόλεις έχει δοκιμαστεί πάρα πολύ. Παίξαμε μαζί στο IRCAM στην αρχή και μετά αρχίσαμε να απομακρυνόμαστε τόσο μέχρι που φτάσαμε να είμαστε ο καθένας στην πόλη του.
Έχουμε μια παράξενη σχέση με τους ήχους της πόλης. Πότε δεν τους αντέχουμε και πότε ακόμα και ο χειρότερος και πιο δυνατός θεωρούμε ότι είναι ένα είδος παρέας. Έτσι είναι. Μας επιβεβαιώνει ότι είμαστε στο κέντρο ενός πράγματος που ζει ακόμα και αν δεν μας αρέσει μια συγκεκριμένη αίσθηση που έχουμε από αυτό το πράγμα. Μπορεί ο ήχος να είναι επίμονος, να μας θυμίζει κάτι το αντιπαθητικό αλλά ξέρουμε ότι είναι εκεί. Η απόλυτη ερημιά, που σαν μουσικός τη ζω πολύ συχνά στο στούντιο, είναι μεν ένα πράγμα που είναι αναγκαίο για να ησυχάσουμε αλλά είναι αφύσικο να ζεις σε μια τέτοια κατάσταση. Το μεγάλο στοίχημα είναι η ίδια η πόλη. Δηλαδή, το να ζήσει κανείς σε ένα νησί με τη θαλασσίτσα και τον αέρα είναι κάτι που το ξέρουμε, στο πως όμως θα ζήσουμε στην πόλη με την αίσθηση ότι δεν έχουμε αποκοπεί βάζοντας διπλά και τριπλά τζάμια. Αν βρίσκαμε μικρά περιβάλλοντα που δημιουργούν κήπους ήχων, ότι υπάρχει μια συμπαιγνία, αυτούς τους κήπους σχεδιάζει αυτή η συναυλία.
Ο ήχος της Αθήνας είναι χαρούμενος ή λυπημένος; Νομίζω έχει όλες τις διακυμάνσεις που έχουν οι ακροατές του. Δεν πιστεύω ότι ένας ήχος από μόνος του είναι χαρούμενος ή λυπημένος. Βλέπουμε ανθρώπους που έχουν μεγάλη χαρά στα πρόσωπά τους ακόμα και να περπατάνε στην πολύβουη Πατησίων, γιατί κουβαλάνε κάτι μέσα τους που τους κάνει ευτυχισμένους.