Η «Αμερικάνικη Σκουριά», το πρωτόλειο έργο του Μάγιερ, κυκλοφόρησε το 2009 και αμέσως εντυπωσιάσε τους κριτικούς που δεν τσιγκουνεύτηκαν καθόλου, βάζοντας το όνομά του δίπλα σε αυτό του Σταίνμπεκ και του Φώκνερ. Δίκαια, καθώς εδώ βρέθηκε μια πραγματική λογοτεχνική φλέβα.
Ο Άιζακ είναι είκοσι ετών, μικρός στο δέμας, ιδιοφυϊα και έτοιμος να φύγει πια από την βιομηχανική πόλη Μπιουλ της Πενσυλβάνια για να πάει στην Δυτική Ακτή, αφού αφιέρωσε χρόνια στην περίθαλψη του ανάπηρου πατέρα του. Ξεκινάει περπατώντας υπό την συνοδεία του Πόε, συμμαθητή του και πρώην αστέρα του φουτμπολ που, παραδόξως, αρνήθηκε αθλητικές υποτροφίες από κολέγια και μένει με την μάνα του (Γκρέις) στο τροχόσπιτό τους.
Όμως την πρώτη νύχτα του «ταξιδιού» τους μπλέκουν με άστεγους αλήτες που επιτίθενται στον Πόε. Για να τον υπερασπιστεί, ο Άιζακ σκοτώνει τον έναν αλήτη και οι δύο φίλοι επιστρέφουν στα σπίτια τους. Καθώς ο Πόε έχει ιστορικό βίαιων ξεσπασμάτων, οι υποψίες της αστυνομίας και της πόλης πέφτουν πάνω του. Για να μην αποκαλύψει την αλήθεια, θα βρεθεί στη φυλακή, ενώ ο Άιζακ εγκαταλείπει την πόλη για να κυνηγήσει το όνειρό του.
Γύρω από τους δύο κεντρικούς ήρωες (ένα καταραμμένο δίδυμο Δον Κιχώτη – Σάντσο Πάντσα) ο Μάγιερ αποτυπώνει την αδυσώπητη πραγματικότητα του απατηλού «αμερικανικού ονείρου». Η Μπιουλ είναι πια ένα απομεινάρι κούφιων εργοστασίων και ανθρώπων που απέμειναν να σκουριάζουν από τις ένδοξες προηγούμενες δεκαετίες, μέσα στο ειδυλλιακο φυσικό τοπίο. Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι συνταξιούχοι ή ζουν από την Πρόνοια και οι νέοι ελπίζουν να φύγουν όσο πιο μακριά γίνεται.
Η παρακμή της πόλης διαβρώνει τις ζωές των πολιτών της: τα σπίτια έχουν χάσει τις αξίες τους και μένουν άδεια ή δεν συντηρούνται από τους κατοίκους τους, τα τροχόσπιτα έγιναν μόνιμη λύση, η φτώχεια έχει επιφέρει αύξηση της εγκληματικότητας. Όσοι έφυγαν νωρίς (όπως η αδερφή του Άιζακ που πήγε σε καλό κολλέγιο και παντρεύτηκε αμέσως έναν πλούσιο συμφοιτητή της, ακριβώς για να μείνει μακριά), μπορούν να έχουν μέλλον. Όσοι έμειναν (ο πατέρας του Αϊζακ που ζει σε βάρος των παιδιών του, η μάνα του Άιζακ που αυτοκτόνησε, η μάνα του Πόε που φυτοζωεί, κλπ), βυθίζονται διαρκώς.
Οι χαρακτήρες είναι στιβαροί και κινητοποιούν την πλοκή, ενώ η περιγραφή της ζωής της μικρής πόλης γίνεται με ακρίβεια και τέχνη. Ακόμα και οι ηλίθιες αποφάσεις του κεντρικού διδύμου (παράλογο ταξίδι με τα πόδια του Άϊζακ, αδιανόητη στάση του Πόε να μην μαρτυρήσει τον φίλο του) δικαιολογούνται. Η εξέλιξη του Μάγιερ στο δεύτερο βιβλίο του «The Son» επιβεβαίωσε τις μεγάλες προσδοκίες.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.