«Φορέστε τις μάσκες σας, ώστε σε περίπτωση που πλησιάσετε λίγο να μη διακόψουμε» λέει η οδηγός σκηνής σε όσους βρίσκονται στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, κάνοντας πρόβα για τους «Πέρσες» του Αισχύλου, την εναρκτήρια παράσταση των φετινών διαφορετικών Επιδαυρίων, που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Λιγνάδης.
Την Τετάρτη το απόγευμα ακολούθησα μια διαδρομή που είχα να κάνω από τις 25 Φεβρουαρίου, από την επίσημη πρεμιέρα της παράστασης «Μακμπέθ» του Σαίξπηρ. Έπειτα από 3,5 μήνες θα ξαναμετείχα, μ’ έναν τρόπο, στη θεατρική διαδικασία, που πολύ έχει λείψει σε πολλούς. Περπάτησα τους δαιδαλώδεις διαδρόμους του Εθνικού.
Σε κάποια από τις σκάλες συνάντησα τον Αργύρη Ξάφη (τον Ξέρξη της παράστασης) που ανέβαινε κι εκείνος για την πρόβα του: «Τις αποστάσεις να κρατήσουμε» μου φώναξε, πριν έρθουμε πιο κοντά. Έφτασα στην Κεντρική Σκηνή, κάθισα ήσυχα ήσυχα σε μια γωνιά της κι έπεσα πάνω στην πρόβα ενός από τα χορικά των Περσών.
Στο πίσω μέρος της Κεντρικής Σκηνής υπάρχει μια σειρά καρέκλες όπου οι ηθοποιοί κάθονται σε απόσταση -κάθε δύο θέσεις, ένας. Κι άκουσα το αρχαίο κείμενο να προφέρεται σε εμβατηριακούς ανάπαιστους, μαζί με το νεοελληνικό, κι έμοιαζε τόσο με ραπάρισμα!
Ανέβηκα για λίγο στην Αίθουσα Εκδηλώσεων, όπου βρισκόταν μια άλλη ομάδα ηθοποιών της παράστασης (Αργύρης Ξάφης και Λυδία Κονιόρδου με τον Δημήτρη Λιγνάδη). Άκουσα τη θρακιώτικη λίρα -που θα συνομιλήσει στην παράσταση με τους ηλεκτρονικούς ήχους του Γιώργου Πούλιου (πήρα γεύση κι από αυτούς τους ήχους)- να συνοδεύει την απελπισία του Ξάφη/Ξέρξη και να συνομιλεί με βυζαντινούς μουσικούς δρόμους. Και αμέσως οι ήχοι της λίρας αλλάζουν και θυμίζουν μοιρολόι… Αντιλαλεί η αίθουσα εκδηλώσεων. Δοκιμάζονται τονισμοί, ένταση φωνής, τρόποι. Αλληλεμπλουτίζονται οι προτάσεις ερμηνείας. Ο Δημήτρης Λιγνάδης ακούει, εντάσσει, συνθέτει, απορρίπτει, εξηγεί. Και κάτι άλλο: ρωτάει. Και συχνότατα παίζει κι ο ίδιος, για να δείξει την κατεύθυνση και τον τρόπο.
Βρίσκομαι μέσα στην κουζίνα της θεατρικής πράξης και σ’ ένα διαρκές μπλέξιμο και πλέξιμο των φάσεων της γλώσσας με τις φάσεις της μουσικής. «Μπορεί ο κορωνοϊός να καθόρισε τη συμπεριφορά των σωμάτων των ανθρώπων, αλλά όχι τη συμπεριφορά του πιο γοητευτικού, του πιο ερωτικού σώματος που υπάρχει, που για μένα είναι ο λόγος. Επιμένω, και θα επιμένω σ’ όλη μου τη ζωή, ότι ο λόγος είναι το πιο αφροδισιακό σώμα που κινείται πάνω στη σκηνή και δη τη σκηνή του αρχαίου δράματος»» μου είπε στα πεταχτά κάποια στιγμή ο Δημήτρης Λιγνάδης.
Επιστροφή στην Κεντρική Σκηνή και τώρα οι ηθοποιοί του χορού κρατούν στα χέρια μεγάλα ξύλινα κοντάρια και «γράφουν» μ’ αυτά στο πάτωμα τις σκηνές. Γράμματα υπάρχουν και στα πουκάμισα που θα φορέσουν στην παράσταση οι ηθοποιοί του χορού. Αυτά που κεντούσε σε μιαν άκρη της Κεντρικής Σκηνής η ενδυματολόγος της παράστασης Εύα Νάθενα. Οι λέξεις του Αισχύλου, κεντημένες πάνω στα πουκάμισα. Στο ένα μανίκι το αρχαίο κείμενο, στο άλλο η μετάφραση του Θ. Κ. Στεφανόπουλου. Και στην πλάτη συναντιούνται οι δύο γλώσσες…
Και λίγο πριν από ένα διάλειμμα της πρόβας ο Δημήτρης Λιγνάδης ενημερώνει: «Ακούστε με λίγο. Κάθε μακιγιάζ και κάθε περούκα πρέπει να μπορεί να τα διαχειριστεί μόνος του ο ηθοποιός. Δεν υπάρχει τμήμα μακιγιάζ για το καλοκαίρι, σύμφωνα με τους κανονισμούς και των μέτρων προστασίας». Και πάνω που είχα χαθεί και ξεχαστεί στις μέρες δόξας και μεγαλείου που θυμούνται οι ηττημένοι Πέρσες, όταν ήδη έχουν καταστραφεί, επιστρέφω στην πραγματικότητα της covid-19. Η οποία ήταν παρούσα σε όλη τη διάρκεια της πρόβας και θα είναι και επί σκηνής. Έστω κι έτσι, έστω και με τις πρωτοφανείς οδηγίες προφύλαξης με τις οποίες κάνουν πλέον πρόβα οι ηθοποιοί, πήρα μια γεύση θεάτρου. Και τη χάρηκα.