Οι Deerhunter έχουν φροντίσει επαρκώς την τελευταία δεκαπενταετία ώστε να κερδίσουν εκείνη την ιδιαίτερη θέση στο mp3 player και την καρδιά του εναλλακτικού κοινού. Πώς; «Κλέβοντας» ό,τι χρειάζονταν από το εκάστοτε genre κάθε φορά, φτιάχνοντας έναν-δύο δίσκους στους οποίους πίνει νερό το κάθε indie kid που σέβεται τον εαυτό του (Halcyon Digest του 2010 και Monomania του 2013), διαθέτοντας το στοιχείο του «καταραμένου» στην εξίσωση (θυμηθείτε πως δύο μπασίστες της μπάντας πέθαναν πρόωρα και το τροχαίο που αποτέλεσε την έμπνευση πίσω από το Fading Frontier του 2015), αλλά και διαθέτοντας στις τάξεις τους μια σπάνια ηγετική προσωπικότητα: τον ιδόρρυθμο, ευφυή, εν τέλει one of a kind Bradford Cox.
Ωστόσο οι Deerhunter δεν είναι one man show. Μην ξεχνάτε πως το χιλιοπαιγμένο, πολυαγαπημένο “Desire Lines” φέρει την υπογραφή του κιθαρίστα της μπάντας, Lockett Pundt, της «ήρεμης δύναμης» του συγκροτήματος. Κάπως αναμενόμενο λοιπόν να τον ρωτήσουμε και γι’ αυτό, μεταξύ άλλων.
Κατά τ’ άλλα, μπορεί να μην πήραμε απάντηση στην ερώτηση που κάνουν με τον τίτλο του τελευταίου τους δίσκου, Why Hasn’t Everything Already Disappeared? αλλά είναι ο δίσκος που τους φέρνει στα μέρη μας (Fuzz, 21/11) κι αυτό αρκεί.
Όταν είσαι μέλος σε μια μπάντα με μια ισχυρή προσωπικότητα, όπως αυτή του frontman των Deerhunter, Bradford Cox, πόσο εύκολο είναι να τη διαχειριστείς; Μπορεί να γίνει δύσκολο με οποιονδήποτε. Ο Bradford είναι πολύ ντόμπρος σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά δεν είναι πραγματικά κάποιο πρόβλημα για την μπάντα. Υπάρχει μια δυναμική σεβασμού ακόμη κι αν κάποιος είναι πιο φλύαρος από τους υπόλοιπους.
Στους τελευταίους δίσκους των Deerhunter, υπάρχει πάντα ένα κομμάτι γραμμένο από εσένα. Είναι κάτι που γίνεται συνειδητά ή απλά τυχαίνει; Ναι, είχα έστω ένα κομμάτι σε κάθε άλμπουμ, κι αυτό είναι μια πολύ συνειδητή επιλογή. Επέμενε κιόλας ο Brad να γράψω έστω ένα κομμάτι, αν όχι περισσότερα. Οπότε προσπαθώ να βάζω το λιθαράκι μου κάθε φορά. Εύχομαι να ήμουν πιο παραγωγικός, αλλά έχω αποδεχθεί τους ρυθμούς μου.
Αν και δεν γράφεις λοιπόν πολλά κομμάτια στους Deerhunter, πώς νιώθεις που έχεις γράψει ένα από τα καλύτερα κομμάτια της μπάντας, ίσως το πιο αναγνωρίσιμό της “Desire Lines”; Είναι πολύ ωραίο αυτό που λες. Χαίρομαι που οι άνθρωποι νιώθουν έτσι γι’ αυτό το κομμάτι και νιώθω ωραία που έχω συμβάλλει σε κάτι που σημαίνει κάτι για τον κόσμο. Έτσι σημαίνει κάτι και για μένα. Δεν μπορώ να το σκεφτώ αλλιώς.
Μιας και μιλάμε για αυτό το κομμάτι, στον τελευταίο δίσκο του Thurston Moore, Spirit Counsel, υπάρχει ένα σημείο στο κομμάτι “8 Spring Street” (γύρω στο 13’30”) που θυμίζει πολύ το ριφ του “Desire Lines”. Το έχεις ακούσει; Είναι κάτι που σε ενοχλεί ή σε κολακεύει; Θα πρέπει να το τσεκάρω. Δεν ενοχλούμαι πάντως ούτε στο ελάχιστο. Ίσα-ίσα, ακριβώς το αντίθετο, αν έγινε εσκεμμένα. Πάντως, μπορώ να σκεφτώ κάποιο κομμάτι που προηγήθηκε του “Desire Lines” και το ριφ μοιάζει. Δεν είναι εξαιρετικά πρωτότυπο, από όπου και να το πάρεις.
Ποιό είναι το καλύτερο πράγμα που έχεις ακούσει από κάποιον fan; Είναι πάντα πολύ μεγάλο κομπλιμέντο για μένα όταν οι άνθρωποι σου λένε πως έχουν επηρεαστεί από αυτό που κάνεις κι ότι τους βοήθησε σε κάποια δύσκολη περίοδό τους. Δίνει ουσία σε αυτό που κάνουμε και βοηθάει κάποιους, εκτός από το να είναι μια πηγή διασκέδασης. Σκέφτομαι τις μπάντες και τους μουσικούς που αντίστοιχα υπήρξαν το ίδιο για μένα και σε αφυπνίζει να λέει κάποιος πως νιώθει τα ίδια για αυτό που κάνεις.
Από την άλλη, ποιό είναι το πιο ενδιαφέρον πράγμα που έχεις διαβάσει σε κριτική για τους Deerhunter (είτε θετικό, είτε αρνητικό); Μπορεί να ακουστεί σαν ψευτοδικαιολογία, αλλά δεν διαβάζω κριτικές, σχεδόν καθόλου. Με κάνουν να νιώθω άβολα. Δεν είναι πως δεν με ενδιαφέρει, απλώς δεν μου αρέσει να τις διαβάζω, ακόμη κι αν είναι διθυραμβικές.
Η δεκαετία σιγά-σιγά φτάνει προς το τέλος της κι έχουν αρχίσει ήδη να κυκλοφορούν οι λίστες με τα καλύτερα των 10s. Το Halcyon Digest συμπεριλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε λίστα με τους καλύτερους δίσκους της δεκαετίας. Κάποιες σκέψεις σε αυτό; Πώς βλέπεις τον δίσκο σχεδόν μια δεκαετία μετά την κυκλοφορία του; Είναι σίγουρα κολακευτικό. Είναι πολύ περίεργο που έχει περάσει ήδη τόσος καιρός από όταν κάναμε αυτόν τον δίσκο. Κατά βάση, βλέπω όλους τους δίσκους μας το ίδιο. Είναι χρονοκάψουλες του ποιοι ήμασταν και τι κάναμε τη δεδομένη χρονική στιγμή. Είναι όλοι οι δίσκοι μας μέρος του αφηγηματικού τόξου της μπάντας, ακόμη κι αν κάποιος από αυτούς ξεχωρίζει και καταλήγει σε περισσότερες best of λίστες. Είμαι μαζί τους όπως είμαι με τα παιδιά μου, δεν προτιμώ απαραίτητα κάποια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής τους από κάποια άλλη. Είναι διαφορετικά σημεία στην ίδια γραμμή. Τα απολαμβάνω όλα μας τα άλμπουμ.
Η Cate LeΒon συμμετείχε στην παραγωγή του τελευταίου σας δίσκου, Why Hasn’t Everything Already Disappeared?. Τί θα έλεγες ότι πρόσφερε στο τελικό αποτέλεσμα του δίσκου; Εκτός από την αισθητική και τις ιδέες ή τις προσεγγίσεις που συνάδουν με τις δικές μας, έφερε μια ενέργεια στο στούντιο που ήταν πολύ αναζωογονητική. Ήταν πολύ θετική και ήρεμη ό,τι κι αν συνέβαινε, όσο τεταμένα κι αν ήταν τα πράγματα. Βρίσκεται απολύτως στο ίδιο μήκος κύματος καλλιτεχνικά με εμάς και όλοι μας βρίσκουμε συναρπαστικό αυτό που κάνει. Νομίζω πως βοήθησε στο να ελέγξει αφηρημένες ιδέες και να τις μεταφράσει σε ένα μουσικό όραμα. Είναι φοβερή.
Μιας και δεν έχουμε ακούσει εδώ και πολύ καιρό κάτι από το προσωπικό σου πρότζεκτ, Lotus Plaza, ήθελα να σε ρωτήσω αν υπάρχουν πλάνα στον ορίζοντα να το ξαναζωντανέψεις; Σίγουρα, πάντα θα κυκλοφορώ υλικό με αυτό το πρότζεκτ ακόμη κι αν υπάρχουν μεγάλα κενά ανάμεσα στις κυκλοφορίες. Έχει πλάκα και είναι μια διέξοδος για μένα, για την οποία δεν χρειάζεται να στρεσαριστώ. Άρα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα ακούσετε κάτι στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον…
Και τέλος, θέλω να μου δώσεις μια απάντηση στην ερώτηση του τίτλου του τελευταίου σας άλμπουμ: Γιατί δεν έχουν εξαφανιστεί ήδη όλα; Σταμάτα να είσαι τόσο σκυθρωπή. Χαλάρωσε!