Όταν φτάνεις στο σημείο που τα memes για την ταινία σου είναι καλύτερα από την ίδια την ταινία, μάλλον τα πράγματα είναι τόσο σοβαρά που δεν λύνονται ούτε με ένα κάλεσμα “Avengers, assemble!”. Αυτό συμβαίνει με το Madame Web, μια μισοψημένη απόπειρα spin-off του Σπάιντερμαν – αν κάποιος δεν ξέρει τι σχέση έχει με το ευρύτερο αραχνοσύμπαν, σίγουρα δεν θα το μάθει από αυτή την ταινία, εφόσον η μόνη απάντηση που δίνει είναι ότι κάποιες κοπέλες “θα” γίνουν υπερηρωίδες… κάπου, κάπως, κάποτε.
Η ταινία έχει συν τοις άλλοις την κακή τύχη να βγαίνει στις αίθουσες λίγους μήνες μετά το επίσης δυσοίωνο (καλλιτεχνικά και εμπορικά) The Marvels, που έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα για τον υπερηρωικό κορεσμό στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη με το μοναδικό τρόπο που θα πρόσεχε το Χόλιγουντ: μια καταστροφική πορεία στα ταμεία. Την κατάσταση δεν βοηθάει το γεγονός ότι στο Madame Web πρωταγωνιστεί η Ντακότα Τζόνσον, ένα άτομο που ξέρουμε από τις δημόσιες εμφανίσεις της ότι αν δεν περνάει καλά, δεν θα κάνει καμία προσπάθεια να το κρύψει (το ότι έχει επιλέξει να κάνει επάγγελμά της ακριβώς το να το κρύβει είναι μια άλλη, δική της υπόθεση.)
H Τζόνσον υποδύεται την Κάσι Γουέμπ, μια ορφανή διασώστρια που αρχίζει να έχει βλέπει αποσπασματικά το άμεσο μέλλον, γεγονός που την οδηγεί στο να γίνει –αρχικά άθελά της– προστάτρια τριών έφηβων κοριτσιών (Σίντνεϊ Σουίνι, Ισαμπέλα Μερσέδ, Σελέστ Ο΄Κόνορ) που καταδιώκονται από έναν μυστηριώδη άντρα με στολή αράχνης (Ταχάρ Ραχίμ), ο οποίος δολοφόνησε την ερευνήτρια μητέρα της Κάσι στον Αμαζόνιο. Από τα πρώτα λεπτά της ταινίας, στα οποία υποδύεται την πιο casual οδηγό ασθενοφόρου στον κόσμο, η Τζόνσον κάνει ένα πράγμα απευθείας κατανοητό: δεν θέλει να βρίσκεται εκεί. Και γιατί να θέλει, άλλωστε;
Ο χαρακτήρας της είναι καταδικασμένος να ξεστομίζει κωμικοτραγικές ατάκες όπως το “εμείς τα αδέσποτα πρέπει να είμαστε κοντά” ταΐζοντας μια γάτα, να βρει χημεία από το μηδέν με τον Άνταμ Σκοτ που υποδύεται τον work husband της ή να προσπαθεί να αλληλοεπιδράσει με τις τρεις συμπρωταγωνίστριές της που όλες συμπεριφέρονται σαν να μην βρίσκονται καν στον ίδιο χώρο.
Η ταινία εκτυλίσσεται το 2003 και μοιάζει να γυρίστηκε τότε. Η αδυναμία του σεναρίου να κάνει την παραμικρή προσπάθεια να έρθει τουλάχιστον στο ίδιο μήκος κύματος με τη σύγχρονη υπερηρωική περιπέτεια, είτε από πλευράς χιούμορ είτε από το χτίσιμο στοιχειωδών σχέσεων ανάμεσα στους χαρακτήρες είτε έστω από τη δημιουργία ενός ουσιαστικού κινδύνου (εδώ το διακύβευμα είναι: να καταλάβει η Κάσι τι συμβαίνει –αμφίβολο ότι συμβαίνει ποτέ, εν τω μεταξύ ο θεατής το ξέρει από το πρώτο 10λεπτο– πριν τις πιάσει ο κακός), υπονομεύεται από την αλλόκοτη σκηνοθεσία της Σι Τζέι Κλάρκσον, που στερείται φαντασίας, ρυθμού (και ενδεχομένως ξύπνιου μοντέρ).
Το Madame Web έχει λίγα να πει, ακόμα λιγότερα να δείξει (σχεδόν σε κάνει να νοσταλγείς τις generic σκηνές δράσης που βαραίνουν τόσους πολλούς από τους προκατόχους της) και χαραμίζει μια μετα-ειρωνική σταρ σε μια ανυπόμονη, απελπισμένη δημιουργία franchise που μάλλον δεν πρόκειται να έρθει ποτέ.