ΣΙΝΕΜΑ

Με το Κάποια Μίλησε, το Χόλιγουντ προσπαθεί να συγχωρήσει τον εαυτό του για τον Χάρβεϊ Γουάινστιν

Οι καλές προθέσεις δεν ισοδυναμούν με καλό σινεμά, κάτι που συχνά καλύπτεται από τον θόρυβο που μπορεί να δημιουργήσει ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως αυτό με το οποίο καταπιάνεται το Κάποια Μίλησε, η δραματοποίηση της Μαρία Σρέιντερ της καθοριστικής έρευνας των δημοσιογράφων των New York Times, Μέγκαν Τούι (Κάρεϊ Μάλιγκαν) και Τζόντι Κάντορ (Ζόι Καζάν), για τις δεκαετίες σεξουαλικών επιθέσεων του πάλαι ποτέ πανίσχυρου παραγωγού Χάρβεϊ Γουάινστιν σε διάσημες ηθοποιούς και νεαρές υπαλλήλους του.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ακούραστη επιδίωξη των δύο ρεπόρτερ να δημοσιοποιήσουν τις αποτρόπαιες πράξεις του Γουάινστιν, που κατέστρεψαν όνειρα και αξιοπρέπειες, άλλαξε τα δεδομένα και ανάγκασε την κοινωνία να αντιμετωπίσει κατάματα ένα ζήτημα το οποίο προτιμούσε να αποσιωπά, όμως στην κινηματογραφική της εκδοχή, αυτή η ιστορική προσπάθεια στερείται σασπένς, νεύρου και θάρρους, προτιμώντας να αφήσει την τεράστια βαρύτητα της ύπαρξής της να τη φέρει ως τη γραμμή τερματισμού.

Η εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, παρά τις αποκαλύψεις για τα δικά του σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης, αποτελεί για το Κάποια Μίλησε την κρίσιμη καμπή στην κουλτούρα της χώρας απέναντι σε τέτοια περιστατικά (αν και την ταινία δεν απασχολεί το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο η Αμερική, αιωνίως σε δύο ταχύτητες, μοιάζει να αδιαφορεί για τη μεταχείριση των γυναικών από τον Τραμπ, και ταυτόχρονα να ασφυκτιά με την κατάσταση που έχει διαιωνιστεί). Οι δύο δημοσιογράφοι, επίμονα και συμπονετικά, εντοπίζουν θύματα του Γουάινστιν τα οποία έχουν δεχτεί εξωδικαστικούς συμβιβασμούς και είναι απρόθυμα να παραβιάσουν τα σύμφωνα εμπιστευτικότητας, αλλά κουβαλούν την ταπείνωση και το τραύμα της επαφής τους μαζί του για όλη τους τη ζωή. Η Τούι και η Κάντορ επιδεικνύουν μεγάλη ενσυναίσθηση (η ταινία το αποδίδει αόριστα στο ότι είναι και οι δύο μητέρες μικρών κοριτσιών) και κυνηγούν ακούραστα μια επίσημη μαρτυρία, η οποία όμως δεν φαίνεται να έρχεται ποτέ. Το Κάποια Μίλησε νιώθει άνετα στη σκιά ταινιών-ύμνων στη δημοσιογραφία όπως το Όλοι Οι Άνθρωποι του Προέδρου, το Spotlight ή το The Post και αποθεώνει όλα τα “τελετουργικά” του επαγγέλματος, από την ανακάλυψη των πηγών μέχρι τη διόρθωση των κειμένων, αλλά περιέργως παραβλέπει τη δύναμη των λέξεων. Όμως το διακύβευμα απουσιάζει (ο κακός είναι αόρατος, ο κίνδυνος ανεπαίσθητος, ενώ ακόμα και οι σύζυγοι των δημοσιογράφων δεν εκφράζουν ποτέ δυσαρέσκεια για τις τρελές ώρες δουλειάς τους) και τίποτα δεν μοιάζει πραγματικά επείγον, με την αφηγηματική έννοια. 

Όσο η δημοσιογραφία βρίσκεται στο επίκεντρο του Κάποια Μίλησε, άλλο τόσο βρίσκονται και οι φωνές των θυμάτων (μερικά από αυτά έχουν ρόλους στην ταινία, με το γνωστότερο από αυτά, την Άσλεϊ Τζαντ, να παίζει τον εαυτό της), με αποτέλεσμα οι εμφανίσεις τους, όπως εκείνη της Σαμάνθα Μόρτον – η μόνη που βγάζει πραγματική οργή σε μια ταινία που θα περίμενε κανείς να είναι πιο θυμωμένη – και της Τζένιφερ Έιλ να δίνουν το συναισθηματικό κέντρο βάρους με τα σύντομα αλλά δυνατά τους περάσματα. Δεν είναι, ωστόσο, αρκετά για να αποσπάσουν την προσοχή από το γεγονός ότι η ταινία δεν μοιάζει διατεθειμένη να κάνει σκληρές ερωτήσεις, να τολμήσει να κατακεραυνώσει τη βιομηχανία που εξακολουθεί να συντηρεί τέτοιες συμπεριφορές ή να επισημάνει πέρα από μια περαστική αναφορά τη συνενοχή ακόμα και του Τύπου στην απόκρυψη τόσων περιστατικών για χρόνια. Εξάλλου υπάρχει κάτι κυνικό στην τοποθέτηση του Κάποια Μίλησε ως (αποτυχημένου, ως τώρα) οσκαρικού παίκτη, σαν να θέλει το Χόλιγουντ να εξιλεωθεί μεν, αλλά να επιβραβευτεί κιόλας επειδή έκανε αν όχι το ελάχιστο, σίγουρα το πιο συνηθισμένο: να κυκλοφορήσει άλλη μια ταινία.

Η ταινία Κάποια Μίλησε κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Tulip Entertainment
Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου