ΣΙΝΕΜΑ

Πώς ο πλούτος μετατρέπεται σε φυλακή στις ταινίες της εβδομάδας Το Μενού και Κορσές

“Whoever said money can’t solve your problems/must not have had enough money to solve them” έλεγαν οι σημαντικότεροι στίχοι της περασμένης δεκαετίας, με την Αριάνα Γκράντε να παραδέχεται ό,τι υποψιάζονται οι κοινοί θνητοί όλου του πλανήτη, παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις του καλλιτεχνικού χώρου για το αντίθετο. Από τότε που κυκλοφόρησε το “7 rings”, ο πλούτος έχει απεικονιστεί στο σινεμά και την τηλεόραση με μια τραγικωμική ένταση, σαν μια άκαρδη φάρσα καμουφλαρισμένη σε ανισόρροπο δράμα, από τις οικογενειακές σκοτούρες του Οίκου Gucci και του Succession μέχρι το Τρίγωνο της Θλίψης και το The White Lotus. Με ακόμα πιο κανιβαλιστικές διαθέσεις έρχεται να προστεθεί, λοιπόν, στο μενού (…) το Μενού, από το σκηνοθέτη του Succession, Μαρκ Μάιλοντ, ήδη δοκιμασμένο στα ψυχρά κλίματα του 1%. 

Στην ταινία, η Άνια Τέιλορ Τζόι υποδύεται μια κοπέλα που συνοδεύει αδιάφορα το ραντεβού της, έναν εκνευριστικά ενθουσιασμένο foodie (Νίκολας Χολτ) σε μια fine dining εξόρμηση σε ένα ιδιωτικό νησί, όπου πάμπλουτοι πελάτες πληρώνουν 1250 δολάρια το άτομο για να δειπνήσουν στο εστιατόριο του κορυφαίου σεφ Τζούλιαν Σλόβικ (Ρέιφ Φάινς), του οποίου τα γεύματα ισοδυναμούν με θρησκευτική εμπειρία για τους γευσιγνώστες θαυμαστές του. Καθώς η βραδιά ξετυλίγεται, οι εκπλήξεις που επιφυλάσσει ο σεφ στο γκρουπ μετατρέπουν το δείπνο σε επικίνδυνο παιχνίδι και την ταινία σε αποφασιστικά μαύρη κωμωδία. 

Το Μενού σατιρίζει με δαιμόνια απόλαυση το cult of personality που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια γύρω από τους σεφ, την επιτηδευμένη λατρεία της haute cuisine που τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από το Instagram και τη σνομπ αντιμετώπιση της βασικότερης ανθρώπινης ανάγκης, που η κουλτούρα έχει αναγάγει σε άλλη μια ταξική κόντρα. Ωστόσο, η ταινία αρκείται σε αυτούς τους εύκολους στόχους, οδεύοντας ταυτόχρονα προς το gore, και ξεμένει από εκπλήξεις μόλις ξεμπερδέψει με την ευπρόσδεκτη χλεύη της. Όποιος έχει βγάλει έστω και μια φορά φωτογραφία το φαγητό του, πάντως, δεν μπορεί να γλιτώσει από τα βέλη της.

*******

Αλλά και δύο αιώνες νωρίτερα, η αριστοκρατία δεν περνούσε καλύτερα. Ο Κορσές της Μαρί Κρόιτσερ, η αυστριακή υποβολή στα φετινά Όσκαρ στην κατηγορία της διεθνούς ταινίας (θα λέγαμε και εγγυημένη υποψηφιότητα, αλλά κανείς δεν ξέρει με τη συγκεκριμένη επιτροπή), “αδελφοποιεί” κινηματογραφικά τη θρυλική πριγκίπισσα Σίσσυ (εδώ Ελίζαμπεθ) με την Μαρία Αντουανέτα της Σοφία Κόπολα, αδιαφορώντας για την ιστορική ακρίβεια και ροκανίζοντας την εικόνα που έχει συντηρήσει έναν πολύ συγκεκριμένο αυστριακό μύθο. Η Βίκι Κριπς, την οποία σύστησε στο ευρύ κοινό ο Πολ Τόμας Άντερσον όταν την επέλεξε για αντίπαλο δέος του Ντάνιελ Ντέι-Λιούις στην Αόρατη Κλωστή, ακροβατεί και εδώ με μαεστρία ανάμεσα στους ρόλους του φαινομενικού θύματος και της πονηρής επαναστάστριας, σαν να έχει δραπετεύσει από το σύμπαν της Ευνοούμενης του Γιώργου Λάνθιμου και να ζει την sad girl indie φάση της ζωής της (γιατί βεβαίως το soundtrack συγκαταλέγεται στους δεκάδες αναχρονισμούς της ταινίας).

Ο Κορσές ξεκινά με την πολύ κακή είδηση ότι η Αυτοκράτειρα της Αυστρίας πάτησε τα 40, γεγονός που την κάνει αυτόματα ένα ξεπερασμένο απολίθωμα, ανάξιο πλέον θαυμασμού και παντελώς άχρηστο για την κοινωνία. Αυτό είναι ένα πολύ πραγματικό άγχος για την Ελίζαμπεθ, που προσπαθεί να διατηρήσει το νόημα στη ζωή της ταξιδεύοντας, φλερτάροντας και γενικά ανατρέποντας κάθε προσδοκία που της έχει επιβάλλει η θέση της: καπνίζει ασταμάτητα, δεν διστάζει να εξηγήσει πώς ακριβώς προσποείται ότι λιποθυμά για να αποφύγει ανιαρές κοινωνικές καταστάσεις, αρνείται να μάθει τα ονόματα των υπηρετριών της και υιοθετεί κάθε διαιτητική μόδα που υπόσχεται ότι θα της διατηρήσει τη διάσημη λεπτή μέση της. 

Ωστόσο, η πρωτο-φεμινιστική προσέγγιση της ηρωίδας και η σύμπλευση της ταινίας Κορσές με τις ναρκισσιστικές τάσεις της (και τους αφελείς τρόπους με τους οποίους επιχειρεί να σπάσει τα στερεότυπα) ενισχύουν τα κλισέ του συγκεκριμένου είδους και αφαιρούν οποιοδήποτε πραγματικό ενδιαφέρον. Η Ελίζαμπεθ αφήνεται στα καπρίτσια της και η ταινία προτιμά να την απεικονίσει ως τρελούτσικη παρά ως γνήσιο σύμβολο ενδυνάμωσης.  


Η ταινία Το Μενού κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment. H ταινία Κορσές κυκλοφορεί από το Cinobo.
Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου