ΣΙΝΕΜΑ

Ευθανασία: Το δικαίωμα στην επιλογή -και όχι το πεπρωμένο- έχει κι αυτό τις ωραίες του ταινίες

Είναι βράδυ και ψάχνομαι στο πλούσιο -το κλέβεις και εξαφανίζεσαι- πρόγραμμα του 13ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας που τρέχει ήδη από τις 5 Δεκεμβρίου, με θράσος και εγκάρδια σιγουριά, και θα λήξει πανηγυρικά στις 18. Θέλω κι άλλα, είδα κάποια στην όμορφη Ταινιοθήκη, λίγα, δεν φτάνουν. Σκέφτομαι δύο περισσότερο. Γαβράς και Γκοντάρ. Παράλληλη πλεύση. Παράλληλες σκέψεις στο ίδιο θέμα. Ο ένας, οκ, πιο θεωρητικά τελικά. Είναι βράδυ και έχω βάλει και ακούω κάτι «χαρούμενα» 80s -Depeche, Duran, Bronski, Culture, Fears, Order, Minds, Cure, Smiths- και θυμάμαι μια φίλη, ένα καλοκαίρι, να κοιμάται όρθια δίπλα στο ηχείο του Κούκου, εγώ να χορεύω bigmouth strikes again, μόνος -δεν με νοιάζει- και μετά να ξυπνά και να χορεύει μαζί μου χορτάτη ως το ξημέρωμα. Και χαμογελάω. Τώρα, αιώνες μετά, ακούω αυτές τις μουσικές της indie νιότης, τις σπάω με Erasure που φτάνουν δυνατά και στα 90s, νιώθω το πόδι να κουνιέται, νιώθω και το πνεύμα να ανταριάζεται, και γράφω για την ευθανασία – πολύ λογικό, θα πεις, έτσι πιάνεις τα θέματα στις μέρες μας, σε κόντρα mood, έτσι αντιμετωπίζονται, έτσι αγγίζονται, φτάνει να έχεις το κατάλληλο πικάπ ή έστω τη σωστή οθόνη.

Το Last Breath, η ταινία του Γαβρά, θα βγει κανονικά στις αίθουσες μετά το Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου. Το μεταθανάτιο Scénarios του Γκοντάρ κλείνει το μάτι με όποιον τρόπο βρίσκει, ζητώντας την τελευταία κατανόηση. Το The Room Next Door συνεχίζει εκεί έξω την προσπάθεια να βρει το κοινό του. Και κάπως έτσι, εντελώς κινηματογραφικά, το θέμα της ευθανασίας προσπαθεί να μπει στη συζήτηση εκ νέου, μέσα σε μια πολιτικο-κορεκτίλα που δεν σηκώνει και πολλά, αλλά δεν το αφήνει και σε ησυχία.

Ανατρέχω σε αυτά που θυμάμαι. Ναι, το θέμα είναι βαρύ, ο κινηματογράφος όμως καταφέρνει να λειαίνει το σκοτάδι. Σε περιπτώσεις, δε, τολμά και του ρίχνει χρώμα. Όπως το βαθύ κόκκινο της καρδιάς. Οι παρακάτω ταινίες, όλες «ανοίγουν» τη συζήτηση. Αφήνοντας μεγάλα ή μικρά παράθυρα στο δικαίωμα που επιτρέπεται να έχεις στην (τελική) επιλογή.

«Last Breath» του Κώστα Γαβρά (2024)

Ένας γιατρός και ένας διάσημος συγγραφέας προβληματίζονται για τη ζωή και τον θάνατο. Μια σειρά από ειλικρινείς συναντήσεις με άλλους ασθενείς, γεμάτες γέλιο και δάκρυα, βοηθούν τον συγγραφέα να αντιμετωπίσει τους φόβους και τις ανησυχίες του. Ο Κώστας Γαβράς άντλησε έμπνευση από το βιβλίο με τον ίδιο τίτλο του φιλοσόφου Ρεζίς Ντεμπρέ και του γιατρού Κλοντ Γκράνζ, το οποίο παρουσιάζει ιστορίες ανθρώπων που είχαν περάσει από μονάδες παρηγορητικής φροντίδας. Το ζήτημα που θέτει η ταινία είναι το δικαίωμα σε έναν αξιοπρεπή θάνατο. Σύμφωνα με τον Κώστα Γαβρά, «Ζούμε σε μια κοινωνία που γυρίζει την πλάτη στον θάνατο. Όταν ανέφερα την ιδέα αυτής της ταινίας, οι άνθρωποι τρομοκρατήθηκαν! Και όμως, πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε αυτή τη στιγμή με αξιοπρέπεια». Η ταινία δεν παρουσιάζει τον θάνατο ως την εύκολη λύση, αλλά ως την πιο προσωπική πράξη ελευθερίας, μια απόφαση που ενοχοποιεί ή απελευθερώνει ανάλογα με την πλευρά που την κοιτάς. Ο Γαβράς, με τον αφοπλιστικό ρεαλισμό του, ξεδιπλώνει τη δυσκολία του να αποδεχτεί κανείς ότι το τέλος του μπορεί να είναι επιλογή, όχι πεπρωμένο.

Scénarios

«Scénarios» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ (2024)

«Το 18λεπτο Σενάριο έγινε το τελευταίο κινηματογραφικό έργο του Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Αυτό ήταν σίγουρο. Αλλά δεν ήξερε αν θα το γύριζε ή όχι. Το επόμενο καλοκαίρι, το σώμα του άρχισε να κουράζεται. Τελικά, έκλεισε ραντεβού με τον θάνατο για τις 13 Σεπτεμβρίου. Λίγο περισσότερο από μια βδομάδα πριν, μόλις ορίστηκε η ημερομηνία, εισήλθε σε μια κατάσταση έμμονης ανάγκης να ολοκληρώσει μια δίπτυχη ταινία με τίτλο DNA, Fundamentals και MRI, Odyssey. Με τη βοήθεια του Ζαν-Πολ Μπατατζιά και του Φαμπρίς Αρανιό -των επί μακρόν βοηθών του-, ο Γκοντάρ κατασκεύασε αυτό το τελευταίο φιλμ, που επρόκειτο να ονομαστεί Σενάρια, στον πληθυντικό. Έδωσε πολύ ακριβείς οδηγίες επεξεργασίας και, την παραμονή του θανάτου του, σκηνοθέτησε το τελευταίο πλάνο του εαυτού του για να το ολοκληρώσει» – Μίτρα Φαραχανί, εικαστικός, ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός ταινιών

«Γραμμή Δισταγμού» του Σελμάν Νατζάρ (2023)

Κεντρικός χαρακτήρας, μια δικηγόρος σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον που υπερασπίζεται έναν νεαρό για φόνο (έξοχη η Τουλίν Όζεν), ενώ την ίδια στιγμή πρέπει να αποφασίσει αν θα διακόψει την μηχανική υποστήριξη της μητέρας της, η οποία είναι δότρια οργάνων (η ίδια δεν θέλει, η αδερφή της την πιέζει). Στο τέλος, η απόφασή της αυτή επιδρά απρόσμενα στην δουλειά της. Η ταινία έκανε πρώτη εμφάνιση στους Ορίζοντες του Φεστιβάλ Βενετίας και κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ Ζυρίχης.

Αδέσποτα Κορμιά, της Ελίνας Ψύκου

«Αδέσποτα κορμιά» της Ελίνας Ψύκου (2024)

Η Ρόμπιν είναι έγκυος, αλλά δεν θέλει να γίνει μητέρα. Η Κατερίνα θέλει αλλά δεν μπορεί. H Κική θέλει απλώς να πεθάνει με αξιοπρέπεια. Όμως η άμβλωση, η εξωσωματική γονιμοποίηση και η ευθανασία αντίστοιχα δεν είναι νόμιμες στις χώρες τους. Τα Αδέσποτα κορμιά εξερευνούν τη σωματική αυτονομία σε μια Ευρώπη, όπου επιτρέπεται να ταξιδέψεις, να εργαστείς, να καταναλώσεις ελεύθερα, αλλά όχι απαραίτητα να ζήσεις ή να πεθάνεις όπως επιθυμείς. Μια ταινία που αγαπήθηκε και κυνηγήθηκε και αποτέλεσε αφορμή, με όχημα την συγκλονιστική αφίσα της, να ξανανοίξει η συζήτηση για τα «αντανακλαστικά» της Εκκλησίας στους πολιτικούς «εχθρούς» της, για τον διαχωρισμό της από το Κράτος, τον σεξισμό και το δικαίωμα της κάθε γυναίκας στον έλεγχο του σώματος της και στην ελεύθερη βούληση πάνω σε θέματα που αφορούν τη σεξουαλικότητά της και την αναπαραγωγικής της υγεία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«The room next door» του Πέδρο Αλμοδόβαρ (2024)

«Η ευθανασία είναι δικαίωμα του καθενός και πρέπει να νομιμοποιηθεί», είπε στους δημοσιογράφους ο ισπανός σκηνοθέτης, με αφορμή την παρουσίαση της γυρισμένης στα αγγλικά τελευταίας του ταινίας που μαζεύει αγάπη και βραβεία από κάθε γωνιά του κόσμου και έχει τη μεγάλη ευτυχία να έχει για πρωταγωνιστικό duo τις Τίλντα Σουίντον και Τζούλιαν Μουρ. Η ταινία δεν είναι τόσο για τον θάνατο, όσο για τις σιωπές που αφήνει πίσω του, για τη βαθιά ανάγκη να πεις «αντίο» με τρόπο που να έχει νόημα.

The room next door

«Πλάνο 75» της Τσι Χαγιακάουα (2022)

Στην Ιαπωνία, με μια ψυχρή γραφειοκρατική λογική, το κυβερνητικό πρόγραμμα Πλάνο 75 παροτρύνει τους ηλικιωμένους πολίτες να επιλέξουν οικειοθελώς την ευθανασία ως λύση στο πρόβλημα μιας ολοένα και πιο γερασμένης κοινωνίας. Το ζήτημα της ευθανασίας, που αλλιώς μοιάζει προσωπικό και ηθικό, εδώ γίνεται εργαλείο εξουσίας, ένα “πακέτο προσφοράς” που καθορίζεται από αριθμούς και ανάγκες. Μια ηλικιωμένη γυναίκα με περιορισμένα μέσα επιβίωσης, ένας πραγματιστής «πωλητής» του Πλάνου 75 και ένας νεαρός εργάτης από τις Φιλιππίνες αντιμετωπίζουν διλήμματα ζωής και θανάτου. Η ταινία προκαλεί ρίγος, κυρίως γιατί μας αναγκάζει να σκεφτούμε: Πότε η ζωή γίνεται βάρος; Και ποιος έχει το δικαίωμα να αποφασίζει; Το Πλάνο 75 δεν είναι απλώς μια ιστορία για τον θάνατο, αλλά ένας καθρέφτης για την ανθρωπιά μας.

«Η θάλασσα μέσα μου» του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ (2004)

Ο Ραμόν Σαμπέδρο (Javier Bardem σε ερμηνευτική υπέρβαση και πάλι), καθηλωμένος στο κρεβάτι για δεκαετίες, δεν ζητά λύπηση. Για εκείνον, η ζωή χωρίς κίνηση, χωρίς αυτονομία, είναι φυλακή. Η θάλασσα, άλλοτε το πεδίο της ελευθερίας του, γίνεται το σύμβολο του αδύνατου. Μέσα από τη φιλοσοφική του στάση και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους γύρω του, θέτει το δίλλημα: είναι πιο γενναίο να ζεις κάθε στιγμή όπως και αν είναι, ή να ζητάς ένα τέλος που θα τιμά την αξιοπρέπειά σου; Ο Αλεχάντρο Αμενάμπαρ, εκτός από την σκηνοθεσία, είχε αναλάβει και το σενάριο, την παραγωγή και τη μουσική της ταινίας. Κέρδισε 14 βραβεία Γκόγια και το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας της χρονιάς της.

Η θάλασσα μέσα μου

«Million dollar baby» του Κλιντ Ιστγουντ (2005)

Η Μάγκι, μια μαχήτρια που ζει για την πυγμαχία, βλέπει τη ζωή της να ανατρέπεται από μια τραγική στιγμή. Από πρωταθλήτρια γίνεται κρατούμενη του ίδιου της του σώματος, καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι χωρίς ελπίδα να ξανασταθεί στα πόδια της. Το αίτημά της για ευθανασία είναι μια βαθιά προσωπική κραυγή. Θέλει να φύγει όπως έζησε – δυνατή, ανεξάρτητη, έτοιμη να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Ο Φράνκι, ο προπονητής της και πατρική φιγούρα για εκείνη, πρέπει να πάρει μια απόφαση. Να τη βοηθήσει να δώσει το τέλος που ζητά ή όχι. Οι άγριες ερμηνείες του Κλιντ Ίστγουντ, της Χίλαρι Σουάνκ και του Μόργκαν Φρίμαν απλώς δίνουν τον χρωματισμό της απόγνωσης του σεβασμού και της γνώσης που ένα τέτοιο θέμα πάντα κρύβει πίσω από τις λέξεις του.  

«Ο Τζόνι πήρε το όπλο του» του Ντάλτον Τράμπο (1971)

Είναι η ζωή δικαίωμα ή υποχρέωση; Ο Τζόνι, ένας νεαρός στρατιώτης που έχει χάσει όλα τα άκρα και τις αισθήσεις του, παγιδευμένος στο σώμα του, δεν ζητά λύπηση αλλά την ευκαιρία να απελευθερωθεί. Η ευθανασία δεν παρουσιάζεται εδώ ως φυγή, αλλά ως πράξη θάρρους. Η επιθυμία του για ευθανασία είναι μια επιλογή αποχής από το μαρτύριο της ύπαρξης που κολυμπά στο χρόνο χωρίς νόημα ή ελπίδα. Το αντιπολεμικό έργο του Ντάλτον Τράμπο γράφτηκε το 1939 και μεταφέρθηκε από τον ίδιο στον κινηματογράφο. Το βιβλίο έχει κερδίσει το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου των ΗΠΑ, ενώ η ταινία το Διεθνές Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών.

«They will be dust» του Κάρλος Μαρκές-Μαρσέτ (2024)

Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι (οι υπέροχοι Άνχελα Μολίνα και Αλφρέντο Κάστρο) αποφασίζει να δώσει τέλος στη ζωή του και χορογραφεί τη ζωή με τον θάνατο κάπως αλλιώς, με ένα τρόπο που δεν έχουμε ξαναδεί. Η φορμαλιστικά τολμηρή δραματική ταινία από τον σκηνοθέτη του “10,000 KM” ανεβαίνει σε ένα παράδοξο μουσικό όχημα και ξεκλειδώνει συναισθήματα που ο απλός διάλογος δεν μπορεί, φτάνοντας σε ένα επίπεδο οικειότητας απρόσμενο ακόμη και για τον πιο υποψιασμένο θεατή.

Είδαμε ήδη τις ταινίες «Last Breath» του Κώστα Γαβρά και «Scénarios» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ στο 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας. Η ταινία του Γαβρά θα βγει στην Ελλάδα, τον Φεβρουάριο από τη Rosebud.  Το «The room next door» του Πέδρο Αλμοδόβαρ παίζεται ήδη στις ελληνικές αίθουσες.

Δημήτρης Πάντσος