ΣΙΝΕΜΑ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Τα κορίτσια του bluish θέλουν να δημιουργήσουν χώρους για ασάφειες, ρευστότητα και αβεβαιότητα

Το bluish συναντά την Ταινιοθήκη της Ελλάδας. Και αυτή του επιτρέπει να πει την ιστορία του. Η Έρολ και η Σάσα, δύο κάπως αποπροσανατολισμένοι χαρακτήρες στα είκοσί τους, περιφέρονται άσκοπα στις ψυχρές χειμωνιάτικες μέρες μιας πόλης. Ενώ ρίχνουν ένα τρυφερό βλέμμα σε θραύσματα της καθημερινότητάς τους, άνθρωποι, ιστορίες, τόποι και πραγματικότητες αρχίζουν να αλληλεπικαλύπτονται και να διαπλέκονται. Το κυανό σκιαγραφεί μια εύθραυστη συνθήκη ύπαρξης, μια κατάσταση ή ατμόσφαιρα ασάφειας και νοσταλγίας.

Με ήρεμο ρυθμό, υπνωτιστική μουσική, προσεγμένα κάδρα 4:3 σε 16mm και ελάχιστους διαλόγους, οι σκηνοθέτιδες μετατρέπουν τα σώματα και τα πρόσωπα των πρωταγωνιστριών σε συναισθηματικούς χάρτες. Δύο χρόνια μετά το απελευθερωτικό Μπέατριξ (12ο ΦΠΚΑ), το σκηνοθετικό δίδυμο θέτει ξανά στο επίκεντρο το γυναικείο σώμα, χειραφετημένο από κάθε είδους υπαγορεύσεις και με αγκαλιά το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφους της Μασσαλίας FIDMarseille, αλλά και την επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Νέας Υόρκης και στο Viennale-Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βιέννης, επισκέπτονται την Αθήνα για μια γνωριμία.

Λίγο πριν το bluish μας συστηθεί με το κυανό ταπεραμέντο του, μιλήσαμε με τα δύο κορίτσια που κάθονται στην καρέκλα του σκηνοθέτη κι αυτά μας απάντησαν σαν με μια φωνή.

Milena Czernovsky & Lilith Kraxner © Lisa Edi

Η συνεργασία σας ξεκινά από την πρώτη σας ταινία, Beatrix. Πώς έχει εξελιχθεί η δημιουργικά από τότε;
Εφόσον η ταινία bluish παράχθηκε σε πιο επαγγελματικό πλαίσιο, η δημιουργική μας ροή εργασίας έγινε επίσης πιο «επαγγελματική» και διαχωρίστηκε από τις ιδιωτικές μας συναντήσεις ως φίλοι. Ενώ για το Beatrix τα όρια μεταξύ δουλειάς και διασκέδασης ήταν εντελώς θολά.

Ποια ήταν τα πιο απαιτητικά και ανταποδοτικά στοιχεία της συν-σκηνοθεσίας του bluish;
Για εμάς, η διαδικασία του μοντάζ ήταν πολύ δύσκολη, καθώς ήταν πρόκληση να αφήσουμε το σενάριο που δεν λειτουργούσε όπως το είχαμε σχεδιάσει. Όμως η απομάκρυνση από τη γραμμικότητα και η εύρεση νέων δομών τελικά μας βοήθησαν να αποτυπώσουμε το συναίσθημα που θέλαμε να μεταφέρουμε, κάτι που ήταν πολύ ικανοποιητικό.

Έχετε αναφέρει το έργο Bluets της Maggie Nelson ως επιρροή. Πώς συνδέεται το έργο της με τα θέματα και τον τόνο της ταινίας;
Αυτό προέκυψε στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του μοντάζ, όταν ψάχναμε έναν τίτλο για την ταινία. Εκείνη την εποχή η Lilith διάβαζε το Bluets και θεώρησε ότι η δομή και η αίσθηση του βιβλίου συνδέονται με κάποιο τρόπο με το υλικό μας. Ξεκινήσαμε να μιλάμε πολύ για το χρώμα μπλε και συνειδητοποιήσαμε ότι υπάρχει άφθονο στις εικόνες μας. Έτσι βρήκαμε τον τίτλο μας, bluish, που περιγράφει μια ατμόσφαιρα, ένα συναίσθημα, κάτι ενδιάμεσο, τονισμένο μέσα από το -ish.

Η ταινία περιγράφεται ως μια δουλειά που διασχίζει τα όρια μεταξύ κινηματογράφου και άλλων μορφών τέχνης. Ήταν αυτός ο διαχωρισμός των ορίων σκόπιμος;
Ναι, μας αρέσει να παίζουμε με τα όρια του κινηματογράφου και το τι μπορεί να προσφέρει αυτός ο χώρος. Θέλουμε να προκαλέσουμε τον ρόλο του κοινού: ενώ μπορεί να περιμένουν να παραμείνουν παθητικοί θεατές, μπορεί να βρεθούν απρόσμενα να συμμετέχουν σε μια παράσταση, ένα παιχνίδι ή ακόμα και έναν καθοδηγούμενο διαλογισμό. Παρεμβαίνοντας στις συμβάσεις του χώρου, ελπίζουμε να αμφισβητήσουμε τους συνηθισμένους τρόπους αντίληψης.

Ποια ήταν η κεντρική έμπνευση; Πώς οι θεματικές της απομόνωσης και της σύνδεσης διαμόρφωσαν την αφήγηση;
Η προσέγγισή μας στη συγγραφή βασίζεται σε συζητήσεις για καθημερινές στιγμές. Όταν ξεκινήσαμε να αναπτύσσουμε το σενάριο, το 2022, ήταν μια περίοδος μετάβασης, καθώς βγαίναμε από τα lockdown του Covid. Και οι δύο αντιμετωπίζαμε αμήχανες καταστάσεις στις αλληλεπιδράσεις μας με άλλους, οπότε μοιραζόμασταν ιστορίες για το πώς βιώναμε τη ζωή εκείνη την περίοδο. Από εκεί, η διαδικασία έγινε περισσότερο μια συλλογή αποσπασμάτων και μια προσπάθεια να δούμε πώς αυτά θα μπορούσαν να ταιριάξουν μεταξύ του, παρά μια εκκίνηση με σαφή αφήγηση. Δεν σχεδιάζουμε την ιστορία εκ των προτέρων· αντίθετα, συγκεντρώνουμε αποσπάσματα της καθημερινότητας και τα αφήνουμε να καθορίσουν την κατεύθυνση της γραφής.

Πώς επηρέασαν τελικά οι προσωπικές σας εμπειρίες κατά την πανδημία τη διάθεση και την ατμόσφαιρα της ταινίας;
Η κοινή μας κινηματογραφική δημιουργία βασίζεται πάντα σε καταστάσεις που βιώνουμε οι ίδιοι και παρατηρούμε στο περιβάλλον μας. Ξεκινά ως ανεπίσημη ανταλλαγή μεταξύ μας και μεταφράζεται στη μορφή και τη δομή μιας ταινίας. Αυτή η δημιουργική διαδικασία μάς βοηθά να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν.

Η περίοδος εκείνη είναι ένα διακριτικό αλλά παρόν υπόβαθρο στην ταινία. Πώς πιστεύετε ότι έχει διαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο το κοινό σχετίζεται με τα θέματα της αποσύνδεσης και της μοναξιάς;
Επειδή ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχει βιώσει στην πανδημία αυτό το αίσθημα της απομόνωσης και της αποσύνδεσης ταυτόχρονα, πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να είναι ευκολότερο να συνδεθεί κανείς. Για εμάς, η δημιουργία αυτής της ταινίας ήταν ένας τρόπος επεξεργασίας ή ακόμα και κατανόησης αυτού που συνέβη κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου.

Έχετε περιγράψει το bluish ως μια εξερεύνηση σε μια “ενδιάμεση” κατάσταση. Μπορείτε να εξηγήσετε τι σημαίνει αυτό;
Θέλουμε να δημιουργούμε χώρους για ασάφειες, ρευστότητα, αβεβαιότητα, όχι μόνο στους χαρακτήρες μας, αλλά και στον τρόπο που διαμορφώνουμε την αφήγηση. Προσπαθούμε να εμβαθύνουμε σε μια μορφή αφήγησης που δεν βασίζεται στην πλοκή και μπορεί να εμπεριέχει μια ποικιλία νοημάτων. Το να αιωρείσαι ανάμεσα σε συναισθήματα, καταστάσεις, ταυτότητες, πραγματικότητες και τόπους μπορεί να είναι ανησυχητικό, αλλά επίσης προσφέρει τεράστιες δυνατότητες.

Η ταινία ξεχωρίζει για τον μινιμαλιστικό της χαρακτήρα και τη χρήση 16mm φιλμ. Τι σας οδήγησε σε αυτήν την επιλογή;
Για εμάς, το αναλογικό φιλμ είναι ένα μέσο, αλλά όχι με στόχο να μας θυμίσει το παρελθόν. Επηρεάζει τον τρόπο εργασίας μας, καθώς οι περιορισμοί του υλικού δημιουργούν μια πολύ συγκεντρωμένη ροή εργασίας. Μας αρέσει να βιώνουμε αυτήν την αδρεναλίνη όταν τραβάμε σκηνές, κάτι που επηρεάζει και τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών μας, αφού δεν είναι δυνατό να επαναλάβουμε συχνά τις σκηνές.

Αναφέρατε τη συνεργασία σας με καλλιτέχνες, όπως οι Les Reines Prochaines και η Rebecca Merlic. Πώς προέκυψαν αυτές οι επαφές και τι πρόσφεραν στην αισθητική της ταινίας;
Θέλαμε να δημιουργήσουμε πολλαπλά επίπεδα μέσα στην ταινία, όπου οι καθημερινές εμπειρίες συνυπάρχουν με άλλους κόσμους που φαίνεται να προσφέρουν περισσότερες δυνατότητες – ιστορίες μέσα στις ιστορίες, όπως σκηνικές παραστάσεις, ψηφιακούς κόσμους ήχους και μουσική. Συνεργαστήκαμε με καλλιτέχνες και συλλογικότητες που θαυμάζουμε και τους προσκαλέσαμε είτε να συνεισφέρουν αποσπάσματα από το υπάρχον έργο τους, είτε να δημιουργήσουν κάτι νέο για την ταινία.

Η απόφαση να χρησιμοποιήσετε μακρές λήψεις και εστίαση σε ένα μόνο καρέ σε πολλές σκηνές είναι μοναδική. Πώς πιστεύετε ότι αυτή η τεχνική επηρεάζει την εμπειρία του κοινού από την ταινία;
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για εμάς να μην καθοδηγούμε το βλέμμα του θεατή, αλλά να του δίνουμε χρόνο και χώρο να δει και να βιώσει την ταινία με τον δικό του τρόπο. Επίσης, πιστεύουμε ότι ορισμένες στιγμές της καθημερινότητας χρειάζονται χρόνο για να ξεδιπλωθούν, γι’ αυτό και η ταινία έχει έναν υπομονετικό ρυθμό.

Η οπτική γλώσσα του bluish φαίνεται πολύ προσεκτικά σχεδιασμένη, με επιμελώς συντεθειμένα καρέ και ελάχιστη κίνηση της κάμερας. Πώς αναπτύξατε αυτό το στυλ;
Ξεκινήσαμε να αναπτύσσουμε την οπτική μας γλώσσα μαζί με τη Διευθύντρια Φωτογραφίας μας, την Antonia de la Luz Kašik, όταν δουλεύαμε στην πρώτη μας μεγάλου μήκους ταινία, Beatrix. Στο bluish, χτίσαμε πάνω σε αυτό το πλαίσιο και προσπαθήσαμε να διευρύνουμε τις ιδέες μας για το πώς να δώσουμε χώρο σε ό,τι είναι αόρατο, ανήκουστο, και ανείπωτο. Είχαμε κάτι σαν mood board, όπου συλλέγαμε χρώματα, επιφάνειες και υλικότητες, αλλά ήταν περισσότερο σαν να μιλάμε για συναισθήματα που θέλαμε να προκαλέσουμε μέσω των εικόνων. Επειδή γυρίσαμε σε 16mm φιλμ, ήταν κρίσιμο για εμάς να τοποθετήσουμε την ταινία στο παρόν, αντί να φαίνεται διαχρονική. Γι’ αυτό κάναμε τη συνειδητή επιλογή να συμπεριλάβουμε, αντί να αποκλείσουμε, οθόνες και καθημερινές τεχνολογίες, για να διατηρήσουμε μια αίσθηση σύγχρονης πραγματικότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Έχετε τονίσει τη δημιουργία “κενών” στην αφήγηση ώστε να υπάρχει χώρος για ερμηνείες από το κοινό. Τι ελπίζετε να αποκομίσουν οι θεατές από αυτά τα “κενά”;
Ελπίζουμε ότι όποιος δει την ταινία θα πάρει μαζί του μια μοναδική εμπειρία, βρίσκοντας διαφορετικά σημεία εισόδου στην ταινία και εμπλεκόμενος ενώ περιλαμβάνει τις δικές του προσωπικές πραγματικότητες, συναισθήματα και συνειρμούς.

Είναι τελικά αυτή η ταινία μια συνέχεια των θεμάτων και των στυλ που εξερευνάτε;
Υποθέτουμε ότι είναι και τα δύο. Καθώς ο τρόπος που δημιουργούμε ταινίες βασίζεται στη φιλία μας και τον διάλογο μεταξύ μας, είναι μια συνέχεια, αλλά ταυτόχρονα επεκτείνουμε τη γκάμα θεμάτων και ζητημάτων που εξετάζουμε, καθώς ο χρόνος περνά και οι καθημερινές μας ζωές βρίσκονται σε συνεχή αλλαγή.

Τι έπεται για εσάς ως σκηνοθέτες; Σκοπεύετε να συνεχίσετε να συνεργάζεστε σε μελλοντικά έργα;
Δεν ξέρουμε τι έρχεται μετά, αλλά απολαμβάνουμε να δουλεύουμε μαζί και είμαστε περίεργοι να δοκιμάσουμε νέες μορφές.

Το bluish θα προβληθεί σήμερα Τρίτη 10.12.24 στις 21:15 στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας
Σκηνοθεσία/Direction:Lilith Kraxner, Milena Czernovsky
Βραβεία/AwardsΜεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μασσαλίας – FIDMarseille/Grand Jury Prize in Marseille International Film Festival – FIDMarseille
Μυθοπλασία/Fiction, 2024, Αυστρία/Austria, 83’, DCP, Έγχρωμη/Color Με ήχο/With sound, Αγγλικά, Γερμανικά, Ρωσικά/English, German, Russian
Δημήτρης Πάντσος