Categories: ΤΕΧΝΕΣ

Χρωστάμε ένα κομμάτι του κόσμου μας στον Ναζίμ Χικμέτ

Ο Ναζίμ Χικμέτ γεννήθηκε τον χειμώνα του 1902 στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και αν κάποιος έτυχε να είναι γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, δεν είναι καταδικασμένος να κλωσάει ταξικά αβγά, γι’ αυτό και στα 17 του θα γράψει σε ένα χαρτί, πως: “Μια θρησκεία, ένας νόμος, ένα δίκαιο: Η δουλειά του εργάτη”.

Σαν βρεθεί στη Ναυτική Σχολή της Χάλκης, δεν θα κάτσει πολύ και η συνάντηση με τον τον Μαγιακόφσκι στη Μόσχα, ο οποίος ήταν ήδη πασίγνωστος και απόλυτα ταυτισμένος στη συνείδηση των λαών της ΕΣΣΔ, σαν ποιητής της επανάστασης, δεν θα αργήσει. Η επιστροφή του στην Τουρκία, θα είναι η αρχή ενός μόνιμα ανοιχτού κύκλου με τη δικαιοσύνη. Καταδικάζεται “κεκλεισμένων των θυρών” για τις κομμουνιστικές ιδέες του, σε 35 χρόνια φυλάκιση.

Θα ξεκινήσει απεργία πείνας, ενώ παράλληλα διεξαγόταν εκστρατεία από διανοούμενος, ώστε να αφεθεί ελεύθερος μετά από 13 χρόνια στη φυλακή.

Τελικά, αυτοεξορίζεται και γίνεται γνωστός σε όλον τον πλανήτη, με τα έργα του να μεταφράζονται διαρκώς σε όλο και περισσότερες γλώσσες.

Στη δίκη του Μπελογιάννη, ο Ναζίμ Χικμέτ θα απευθύνει μήνυμα προς στον ελληνικό λαό:

“Φίλοι κι αδέλφια της ψυχής μου. Εσείς που πέσατε στις φυλακές και στα νησιά της κόλασης, που σας κρατάν αλυσωμένους μες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης γιατί πολεμάτε για την ανεξαρτησία, το ψωμί και τη λευτεριά του ελληνικού λαού, δεχτείτε την αγάπη και τον θαυμασμό μου. Οι λαοί της Τουρκίας και της Ελλάδας έχουνε τους ίδιους θανάσιμα μισητούς εχθρούς: τον αγγλοαμερικανικό ιμπεριαλισμό και τους ντόπιους λακέδες του. 

Οι λαοί της Τουρκίας και της Ελλάδας, φιλιωμένοι ο ένας με τον άλλο, με τη βοήθεια των φιλειρηνικών λαών όλου του κόσμου, θα τσακίσουνε στο τέλος αυτούς τους εχθρούς τους. Αυτό το πιστεύω. Ο δικός σας ένδοξος αγώνας είναι μια από τις πιο λαμπρές αποδείξεις ότι θα νικήσει η υπόθεση της ειρήνης, του ψωμιού και της λευτεριάς. Σας σφίγγω όλους μ’ αγάπη στην αγκαλιά μου”.

Ο Ναζίμ Χικμέτ, θα ολοκληρώσει τον κύκλο της ζωής του στη Μόσχα το καλοκαίρι του 1963, με την Τουρκία να του επιστρέφει την υπηκοότητα που του είχε στερήσει. Πρόλαβε ευτυχώς να γράψει όσα χρειάζοντας για να αλλάξουν κάτι από τον κόσμο μας, που ό,τι και να λένε κάποιοι, αλλάζει.

Έγραψε ας πούμε, τον “Μικρόκοσμο” και για την πιο ωραία θάλασσα που ακόμη δεν αρμενίσαμε. Έγραψε στο «Ερωτευμένο Σύννεφο», πως:

“Κι ενώ το πρώτο παλικάρι έμενε στα μισά και το άλλο στα μισά πάνω από τα μισά του δρόμου, το τρίτο παλικάρι περπατούσε ακόμα. Κουράστηκε και τούτο, μα δεν έγειρε στα γόνατα των κοριτσιών να ξεκουραστεί. Διψούσε, μα δεν έλεγε να πιει νερό. Περπατούσε, περπατούσε κι όλο περπατούσε. Όποιος προχωράει έτσι, φτάνει, γιέ μου.

Κι εσύ, σαν κι εκείνον, να μην κουράζεσαι κι εσύ, σαν κι εκείνον, να έχεις πίστη και να προχωράς, γιε μου. Όποιος πιστεύει, φτάνει…“.

POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA