Christian Bale εναντίον Tom Cruise, σημειώσατε ένα. Άνετα.

Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Σκουριασμένη Πόλη (Out of The Furnace) *****

ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Scott Cooper

Πρωταγωνιστούν: Christian Bale, Woody Harrelson, Casey Affleck

Διάρκεια: 116’

Διανομή: Σπέντζος

Ο Russell είναι ένας φιλήσυχος και τίμιος πολίτης μιας μικρής επαρχιακής αμερικάνικης πόλης. Δουλεύει στο χαλυβουργείο υπερωρίες για να πληρώνει τα χρέη του σαλεμένου από τις εμπειρίες του στο Ιράκ αδερφού του, φροντίζει τον κατάκοιτο πατέρα του και ονειρεύεται το επόμενο βήμα με την κοπέλα του. Μετά από ένα θανατηφόρο τροχαίο θα φυλακιστεί για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και όταν βγει από τη φυλακή, θα ανακαλύψει ότι τα πάντα έχουν αλλάξει. Προσπαθώντας να ξαναβάλει τη ζωή του σε τάξη, θα του τεθούν απροσπέλαστα εμπόδια, με το βασικότερο απ’ όλα να αφορά στη συμμετοχή του αδερφού του σε ερασιτεχνικούς αγώνες πυγμαχίας. Και έρχεται η στιγμή που, παρά τα όσα έχει ήδη περάσει, θα κληθεί να πάρει τις πιο κρίσιμες αποφάσεις. Το σενάριο μπορεί να είναι ένα κόψε-ράψε κλισέ δραματικών ταινιών εκδίκησης, μα οι άριστες ερμηνείες και η ταιριαστή σκηνοθεσία μετατρέπουν ένα δυνάμει σκουπίδι σε κοσμηματάκι.

Η νέα ταινία του εραστή της Americana, Scott Cooper, δεν αφορά σε αυτοκαταστροφικούς καλλιτέχνες και στη νεκρανάσταση της παράδοσης. Μπορεί στη Σκουριασμένη Πόλη οι ήρωες να μην έχουν την παραμικρή καλλιτεχνική τάση, μα όπως και στο Crazy Heart, υπομένουν καρτερικά τη σκουριά της ζωής τους, χωρίς να έχουν ακραίες απαιτήσεις ή να είναι αιθεροβάμονες. Μάλλον πρόκειται για συμπαθητικούς βασανισμένους τύπους που απλά γεννήθηκαν στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή.

Αυτή τη φορά, βέβαια, δε δείχνει να νοιάζεται τόσο πολύ για το γράψιμο ενός στιβαρού και δεμένου σεναρίου. Μοιάζει σαν να προσπαθεί να δώσει ατάκες και υπόβαθρο στους χαρακτήρες του επαναπαυόμενος σε υλικά άλλων δημιουργών, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα έννοιες όπως «εμβάθυνση», «χτίσιμο πλοκής», «τραγωδία» και «ρεαλισμός», δείχνοντας ένα πρόσωπο βιαστικό και όχι τόσο καλά μελετημένο. Αν οι συγκεκριμένες ατάκες λέγονταν στα Ελληνικά, δεν θα ήταν παράλογο να μιλήσουμε περί γραφικότητας και απίστευτης υπερβολής, ανάλογης με σαπουνοπεροειδών κατασκευασμάτων ή υπερπροσπάθειας δυσανάλογης με το χαμηλό περιεχόμενο. Στα παραπάνω βάζουμε και ορισμένους συμβολισμούς-προχειρότητες και είναι πλέον ξεκάθαρο: το σενάριο είναι το αδύναμο κομμάτι της ταινίας.

Όταν έρχεται η στιγμή να ερωτοτροπήσει με την αγαπητή του ερωμένη, την αμερικάνικη επαρχία, είναι που θυμίζει το πόσο ποιοτικός σκηνοθέτης είναι κατά βάση. Μόνο στις ταινίες του πλέον η φύση μπορεί να συνδυάσει τόσο αρμονικά δυσωδία και ομορφιά, σαν να βγήκε από τα τραγούδια των folk rock τροβαδούρων. Η φωνή του Eddie Vedder στην αρχή της ταινίας το επισφραγίζει με ισχύ, δεν πρόκειται περί τουρίστα, μα περί «μελετητή» της παρακμιακής ομορφιάς του σκουριασμένου μετάλλου και της μελαγχολικής μεγαλοπρέπειας του καφέ των κέδρων και της γης που αυτοί ριζώνουν. Ο χαλαρός ρυθμός με τις υποβόσκουσες εντάσεις είναι για μια ακόμα φορά κυρίαρχος, οι διάλογοι παραμένουν όσο το δυνατόν πιο χαμηλόφωνοι και οι παγίδες των ρυθμικών αυξομειώσεων με ανάλογες διακυμάνσεις αποφεύγονται. Μέχρι τουλάχιστον οι ταχύτητες να ανέβουν κάπως στο φινάλε.

Αυτό που κάνει την ταινία να ξεφύγει από τα πλοκάμια της μετριότητας είναι οι ερμηνείες. Τον πρωταγωνιστή Christian Bale τον έχουμε δει σε αρκετούς ρόλους-αποδείξεις ταλέντου, μα εδώ τον συναντάμε πιο εγκρατή και «εσωτερικό» απ’ ότι τον είδαμε στην πιο πρόσφατη ιστορία του. Ο Casey Affleck στο ρόλο του ανισσόροπου αδερφού-πρώην στρατιώτη αποδεικνύει πως δε χρειάζονται παντού τσιρίδες για να παίξεις τον οριακά μανιακό, ο Woody Harrelson έχει μάτι που γυαλίζει και ανάλογη βαρβατίλα για να αποδειχθεί τρομακτικός, ενώ ο Willem Dafoe θα μπορούσε να είναι ένας πιο πολιτισμένος-επιχειρηματικός Bukowski.  Είναι απίστευτο πως ακόμα και με ένα τόσο ισχνό σενάριο οι παραπάνω κύριοι μπορούν να αποδίδουν σε τόσο υψηλά επίπεδα.

Μια ταινία που μπορεί να μην τη θυμάστε για το σύνολο, μα για τις λεπτομέρειές της μετά από λίγο καιρό. Μπορεί να είναι μόλις η δεύτερη ταινία που γράφει/σκηνοθετεί ο Cooper, αλλά οι υποσχέσεις που δίνει πως στο μέλλον θα μας απασχολεί πολύ εντονότερα υπάρχουν και εδώ. Αλλά είπαμε, ένα καλό σενάριο που να συμβαδίζει με την αισθητική του είναι αυτό που χρειάζεται περισσότερο απ’ όλα.

Ιβ Σεν Λοράν (Yves Saint Laurent) *****

Γαλλία, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Jalil Lespert

Πρωταγωνιστούν: Pierre Niney, Guillaume Gallienne,  Charlotte Le Bon

Διάρκεια: 106’

Διανομή: Feelgood

Τη δεκαετία του ’50, ο Yves Saint Laurent καταφέρνει να τραβήξει τα βλέμματα πάνω του με την πρώτη του κολεξιόν ως συνεργάτης του οίκου Dior. Σύντομα, το όνομά του αρχίζει να φτάνει στα μεγαλύτερα σαλόνια της μόδας ενώ ο ίδιος γνωρίζει τον έρωτα στο πρόσωπο του Pierre Bergé. Η φήμη και η χλιδή του χώρου του θα τα φέρουν έτσι ώστε η οριακή προσωπικότητά του να τον οδηγήσει σε μια ζωή καταχρήσεων και προσωπικών απογοητεύσεων. Παρά τη φινέτσα του, δεν αποφεύγει την παντελή έλλειψη πρωτοτυπίας και τη μονοδιάστατη προσέγγιση της μορφής που εξετάζει.

Δε θα είμαι ξερόλας, για τον Yves Saint Laurent δε γνωρίζω τίποτα. Ο χώρος της μόδας δε με έλκει, ούτε και η χλιδάτη πλευρά εκείνων των δεκαετιών στις οποίες εδραιώθηκε· μου φαίνονται πράγματα μακρινά και ελάχιστα ενδιαφέροντα. Για να σκηνοθετηθεί γι’ αυτόν μια κινηματογραφική βιογραφία, λογικά θα πρέπει να έχει ζήσει διαφορετικά από το μέσο άνθρωπο, σε σημείο που η ταινία που αφορά στη ζωή του να αφήσει τον κόσμο εμβρόντητο με τις άγνωστες όψεις που παρουσιάζει. Φευ, μάταιες ελπίδες.

Αν και υποτίθεται πως η ζωή του περιείχε απλησίαστες απολαύσεις για τον κοινό λαό, πάλι αναλωνόμαστε στο να βλέπουμε έναν κεντρικό ήρωα χαμένο και διαφορετικό που τον ενδιαφέρει περισσότερο ο έρωτας παρά η καινοτομία (κάτι για το οποίο ο Laurent υποτίθεται πως φημίζεται). Για ακόμα μια φορά βλέπουμε έναν αυτοκαταστροφικό, ομοφυλόφιλο ήρωα να κυλιέται στα ναρκωτικά και τα σεξουαλικά όργια τη μια και την άλλη να παραπατά από την τοξική του ζωή, να πετάει πράγματα στο έτερόν του ήμισυ και να περπατά στο οδοιπορικό άνοδος-πτώση-επανάκαμψη. Είπαμε, να δείξουμε την ανθρώπινη πλευρά αυτού του προσώπου, μα να μην περνάμε στα ψιλά το λόγο για τον οποίο έγινε όνομα. Ακόμα και να μην ήταν μια ιστορία πραγματική, αλλά γέννημα κάποιας φαντασίας δε θα είχε καμία απολύτως διαφορά, παραμένει σε μια συμβατική, χιλιομπαλωμένη χλίδα χωρίς ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης.

Το βασικότερο λάθος της ταινίας είναι ότι πολλά πρόσωπα και ονόματα από έναν χώρο τον οποίο δεν κατέχουν όλοι θεωρούνται δεδομένα. Έτσι, αντί να παραμιλάμε για την πληθώρα των προσωπικοτήτων που περνούν από τη ζωή του καινοτόμου σχεδιαστή, μένουμε με ένα βασικό ερώτημα: ποιοι είναι όλοι αυτοί και γιατί εν τέλει εμφανίζονται στην τάδε και τη δείνα σεκάνς; Μπορεί οπτικά να έχει αυτή τη γαλλική ιδιαιτερότητα, μπορεί οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών να κρίνονται ταιριαστές με τη συνολική παρουσίαση, μα από τη στιγμή που δε δείχνει να εκτελεί βασικές λειτουργίες ένα προϊόν παραμένει κάτι αποκλειστικά ευπαρουσίαστο και καθόλου λειτουργικό. Σαν τα άβολα συνολάκια των κορυφαίων σχεδιαστών που απευθύνονται σε αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να τα αγοράσουν και τη δυνατότητα να τα φορέσουν σε ανάλογες εκδηλώσεις.

Όσοι έχουν εντρυφήσει περισσότερο στο χώρο της haute couture, πιθανόν να συγκινηθούν ή και να έχουν πιο βάσιμες ενστάσεις στην αφήγηση. Μα προσωπικά, τη θεωρώ άλλη μια ταινία που το ομοφυλοφιλικό περιεχόμενο και η «αχαριστία» της θα ‘πρεπε να με σοκάρει μα με αφήνει αδιάφορο. Υπάρχουν τόσες άλλες, αυτή δεν έχει καμία διαφορά με τις υπόλοιπες.

Στην επόμενη σελίδα: Τα Δεσμά του Διαβόλου, Στα Όρια του Αύριο, Θεέ μου τι σου κάναμε; 

Page: 1 2

Φοίβος Κρομμύδας

Share
Published by
Φοίβος Κρομμύδας