Οι «Χοηφόροι» της Ειρήνης Φαναριώτη βιώνονται μόνο με ενστικτώδη τρόπο

Σε κλειστό χώρο, στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, η ομάδα Terre de Semis έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με ένα αρχαίο κείμενο. Έχοντας ήδη ασχοληθεί σε  βάθος, σε προηγούμενες παραστάσεις της, με τις τεχνικές της αφήγησης και την αναπαράσταση σε μορφή χορικών, αυτή τη φορά έρχεται αντιμέτωπη με τον πυρήνα και την αφετηρία του Θεάτρου και της έννοιας του Χορού. Ο τελευταίος εκπροσωπείται από το σύνολο των ηθοποιών/αφηγητών που θα καλούνται σε διάφορους αριθμητικούς συνδυασμούς να μας αφηγηθούν την ιστορία (μονοφωνικά ή πολυφωνικά) σε μια μορφή τελετουργίας, που προετοιμάζει το θεατή για το μεγάλο συμβάν. Θα αποτελέσει το σύνολο των πολιτών που ποθούν να αναβιώσουν την ιστορία μιας πόλης που βουλιάζει στην αδικία και της έλευσης του Ορέστη που θα διαλύσει και θα επανιδρύσει την τάξη. Ως μικρογραφία της κοινωνίας, η οικογένεια, τίθεται στο μέσον της έρευνας, ενώ οι σχέσεις και η αλληλεπίδραση των μελών της αποτελούν ζητήματα που η ομάδα καλείται να αναμετρηθεί. Όλοι οι πολίτες, εξόριστοι, στους δρόμους, υποτάσσονται σε μια αλόγιστη εξουσία. Οι ηθοποιοί/αφηγητές σκυταλοδρόμοι σε έναν αγώνα στη μέση του χρονικού πουθενά. Η Ειρήνη Φαναριώτη απαντά στις ερωτήσεις της Popaganda.

Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε την τραγωδία Χοηφόροι; Είναι κάτι που ήθελα εδώ και δύο χρόνια να κάνω. Είχα ασχοληθεί από τη σχολή ακόμη με ολόκληρη την τριλογία του Αισχύλου, την Ορέστεια και ήταν ένα κείμενο που αγαπούσα από τότε χωρίς όμως να είμαι ακριβώς σε θέση να αποκωδικοποιήσω τη σπουδαιότητά του και τα νοήματά του. Οι Χοηφόροι συγκεκριμένα με ιντρίγκαραν τόσο για τη δομή τους (πολλά μέρη δε σώζονται αυτούσια) όσο και για το γεγονός ότι ο Χορός είναι εξαιρετικά ενεργός, κάτι που μου ταιριάζει πολύ στον τρόπο που δουλεύω πάντα με την ομάδα. Ότι όλοι οι χαρακτήρες έρχονται από ένα κοινωνικό σύνολο και λειτουργούν αλλιώς μέσα σε αυτό κι αλλιώς κατά μόνας. Το ίδιο το έργο εξάλλου έχει παρελθόν και μέλλον, έρχεται από ένα ισχυρό γεγονός που συμβαίνει στον Αγαμέμνονα και πηγαίνει προς μια άλλη ισχυρή συνθήκη στις Ευμενίδες αναζητώντας την λύση.

Η σκηνοθέτρια Ειρήνη Φαναριώτη.

Ποια η σκηνοθετική προσέγγιση και πώς την αναπτύξατε στις πρόβες; Ο μηχανισμός των προβών είναι σχεδόν πάντα ο ίδιος. Μου αρέσει να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου και έναν πολύ σαφή στόχο και όραμα για το που θέλω να το πάω, ωστόσο μέσω των ασκήσεων που προτείνω στα παιδιά, επιδιώκω να τους δημιουργηθεί μια παρόμοια ανάγκη και όραμα με τα δικά μου. Μέσα από αυτή την διαδικασία αναπτύσσονται πολλές ιδέες, παίρνω πολλά από αυτό που βλέπω από τα παιδιά και κάπως έτσι συμπληρώνεται η εικόνα που έχω στο μυαλό μου. Το πρώτο μέρος της πρόβας είναι καθαρά τεχνικές ασκήσεις-γιατί χωρίς τεχνική δεν χτίζεται τίποτα-και στο δεύτερο επίπεδο γίνονται πάλι ασκήσεις κειμενικές και κατανόησης. Στο τέλος ο ηθοποιός πρέπει να συνδέσει αυτούς τους δύο κόσμους για να υπάρχει τόσο η τεχνική αρτιότητα όσο και ο όγκος που χρειάζεται να έχει για να επικοινωνήσει το κείμενο με τον θεατή. Δουλεύουμε πολύ κινησιολογικά και φωνητικά, κάτι που είναι πολύ προφανές για όσους έχουν δει ή θα δουν την παράσταση. Χωρίς όμως αυτό να λειτουργεί εις βάρος της ψυχικής εμπλοκής και της ανάδειξης του αισθήματος της κάθε στιγμής. Ίσα ίσα το τροφοδοτεί και το ενισχύει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ποιο είναι το πιο δυνατό σημείο της παράστασης για εσάς; Θεωρώ ότι το πιο δυνατό σημείο της παράστασης είναι η στιγμή μετά την πρώτη συνάντηση του Ορέστη με την Κλυταιμνήστρα, όπου ως χορός πλέον οι τέσσερις υποκριτές καλούν τους Θεούς να συνδράμουν στην τέλεση της μητροκτονίας και την απονομή της δικαιοσύνης μέσα από ένα ιδιόμορφο «τσιφτετέλι». Ο ιδιόμορφος αυτός χορός θα καταλήξει στην παγίδα όπου πρώτος θα πιαστεί ο Αίγισθος και με τη συνδρομή των δυνάμεων ο Ορέστης θα μπορέσει να τον συνθλίψει.

Αν θέλατε να πέντε γραμμές να πείσετε έναν θεατή να επιλέξει τη δική σας παράσταση -ανάμεσα στην πληθώρα έργων που ανεβαίνουν στις θεατρικές σκηνές- τι θα του λέγατε; Είναι ένα σπουδαίο κείμενο που πρέπει να ακούσει και θα καταφέρει να το ακούσει με τον πιο ενστικτώδη τρόπο, με κίνηση και μουσική που θα του ζεστάνουν την καρδιά, με στιγμές που θα τον ταρακουνήσουν, θα τον συγκινήσουν αλλά θα ξεφύγει κι ένα γέλιο. Και όλα αυτά μόνο σε 60 λεπτά.

Είναι εύκολο για μια θεατρική ομάδα να βρει στέγη και να παρουσιάσει τη δουλειά της; Εσείς ποιες δυσκολίες τυχόν αντιμετωπίσατε;  Το να έχεις ομάδα πλέον που δουλεύει σε επαγγελματικό επίπεδο είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα. Δεν είναι μόνο η εύρεση στέγης, καλώς ή κακώς μια στέγη θα βρεθεί. Το θέμα είναι ότι δεν υπάρχει στήριξη για όλο αυτό το εγχείρημα. Συνεχίζουμε να δουλεύουμε με τις ίδιες συνθήκες που δουλεύαμε κι όταν ξεκινήσαμε πριν 5 χρόνια. Αυτό όπως καταλαβαίνετε δεν μπορεί να θεωρείται υγιές. Αλλά από την άλλη έχω βαρεθεί και να γκρινιάζουμε. Είναι μια πραγματικότητα την οποία πρέπει να αποδεχθώ για να πάω παρακάτω. Παλεύουμε καθημερινά για να είναι μια παράσταση υψηλών απαιτήσεων και να μπορέσει ο θεατής και να την αγαπήσει και να συνδεθεί μαζί της και να κατανοήσει τη δουλειά που έχουμε βάλει όλοι με πολλές προσωπικές θυσίες. «Η τέχνη θέλει θυσίες» είναι μια φράση που λέγεται σαν αστείο πολλές φορές αλλά όταν το ζεις δεν είναι και τόσο. Παρόλα αυτά εμείς συνεχίζουμε και γελάμε πολύ. Σ’ αυτή τη δουλειά μπορεί να αντιμετωπίσαμε από τα πιο δύσκολα προβλήματα που έχουμε αντιμετωπίσει ως τώρα αλλά γελάσαμε περισσότερο από κάθε άλλη φορά.

Χοηφόροι, του Αισχύλου. Μετάφραση: Νίκος Ζιώγας, Διασκευή: Ειρήνη Φαναριώτη, Ομάδα Terre de Semis, Σκηνοθεσία: Ειρήνη Φαναριώτη, Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου, Σκηνικά – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα, Βίντεο: Βασίλης Αντωνόπουλος, Angelica Aufrais. Παίζουν: Λάζαρος Βαρτάνης, Άρης Λάσκος, Δήμητρα Μητροπούλου, Ειρήνη Φαναριώτη. Σε βίντεο εμφανίζεται η Αμαλία Μουτούση. Θέατρο του Νέου Κόσμου, Αντισθένους και Θαρύπου. Μέχρι 2/12
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.