Categories: ΒΙΒΛΙΟ

Χειμώνας

Για μερικούς ανθρώπους ο χειμώνας είναι μια εποχή. Και σε μια ενδεχόμενη ερώτηση θ’ απαντούσαν ότι ζεσταίνονται πιο πολύ στα χαλιά και στα τζάκια, παρά μέσα στον καύσωνα του καλοκαιριού. Το χειμώνα, πετρέλαιο δεν υπάρχει ούτε για αστείο. Θες να κάψεις; Θες να καείς; Δεν έχει σημασία. Υπάρχουν, ωστόσο, και όμορφες εικόνες. Εκεί που άλλοι αρρωσταίνουν με το πρώτο φύσημα του Νοέμβρη, κάποιοι άλλοι πανηγυρίζουν γιατί ήρθε η εποχή τους. Αγκαλιάζονται σφιχτά κάτω απ’ τα σκεπάσματα και φιλιούνται αλλάζοντας υποσχέσεις για το μέλλον. Και το μέλλον στάζει σαν χιόνι απ’ τα κλαδιά ενός δέντρου.

Είναι αλήθεια ότι χιλιάδες ιστορίες ξεκινούν με το που αλλάζει ο καιρός. Η Μάσσα φορούσε τα πέδιλα του σκι για να γράψει τη δική της πάνω στον πάγο. Εκεί που όλο έκανε κύκλους, τράβηξε ξαφνικά μια ευθεία. «Θ’ αλλάξω ζωή», είπε. Και μ’ ένα τίναγμα εκτοξεύτηκε προς το άγνωστο. Πίσω της οι άνθρωποι την παρακολουθούσαν θαυμάζοντας την ευκολία με την οποία χάραζε τη νοητή ευθεία του προορισμού της στον ορίζοντα. Αλλά κανείς δεν ήξερε ότι εκείνη, μέσα στο μυαλό της, έκανε ατελείωτα ζιγκ-ζαγκ. Μπορούσε να απλώσει τη γλώσσα της και να δέχεται τις νιφάδες τ’ ουρανού σαν χαπάκια. Αντικαταθλιπτικά.

Ο άντρας που παντρεύτηκε την άφησε πριν από ένα μήνα. Η Μάσσα τα ‘χε βάψει μαύρα. Έτσι τώρα κάνει ωραία αντίθεση με το λευκό του τοπίου. Ο χειμώνας. Για κάποιους είναι μια εποχή και γι’ άλλους ένα ρούχο που το φοράνε ακόμα και με ήλιο. Μια διάθεση είναι της ψυχής, που δεν ξεφορτώνεσαι έτσι απλά, όποτε σου κάνει κέφι. Κέφι. Όπως λέμε γέλιο, χαρά και ένα ατελείωτο ξενύχτι με την αγάπη σου. Αλλά ετούτη, η συγκεκριμένη γυναίκα, έπρεπε να βρει κάποιον άλλο. Το όφειλε στον εαυτό της. Γι’ αυτό πήγαινε στα πάρτι ξεκοκαλίζοντας τους μπουφέδες και καταπίνοντας ό,τι οινόπνευμα έβρισκε μπροστά της. Όμως για ένα περίεργο λόγο, που δεν ήταν καθόλου περίεργος αν ήξερες να τον αναλύσεις, κανένας δεν πλησίαζε την ελκυστική ξανθιά, που ερχόταν μόνη, ασυνόδευτη, στη γιορτή.

Ευτυχώς ο καιρός άλλαζε πάλι σιγά-σιγά. Και τα πρώτα μπαλώματα του φωτός χάιδευαν κιόλας τα μαλλιά της. Ο πάγος έλιωνε σχηματίζοντας λίμνες πάνω στο χώμα. Μικρές εστίες αντικατοπτρισμού για όλα τα πληγωμένα πλάσματα της γης. Ένα ελάφι πλησίασε να πιει νερό από το αυτοσχέδιο πηγάδι του δρόμου. Μια λακκουβίτσα, σαν παλάμη γυρισμένη προς τα μέσα. Τόσο, όσο να πλύνεις το πρόσωπο σου. Να καθαρίσει από τα κλάματα και τις φωνές.

«Γλυκιά μου Μάσσα, θα ξαναβρείς πάλι την ευτυχία σου. Σου το υπόσχομαι», είπε το ελάφι. Η Μάσσα το άκουσε. Δεν το πολυπίστεψε. Καλού-κακού, έβγαλε το παλτό της και το κράτησε, σαν κουβάρι, στα χέρια της. Έκανε πολλή ζέστη ξαφνικά. Ή τουλάχιστον εκείνη είχε αρχίσει να ζεσταίνεται μέσα απ’ τα βάθη.

 

Ο Νικόλας Περδικάρης είναι συγγραφέας. Το βιβλίο του Ο σκύλος με το λουλούδι στο στόμα κυκλοφόρησε φέτος από τις εκδόσεις Το Ροδακιό.

 

 

 

POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA