Categories: TV SHOWS

Κράξιμο στο Casa de Papel: Ήταν δίκαιο κι έγινε πράξη

Το Casa de papel έκανε τεράστιο buzz όταν το πρόβαλλε το Netflix∙ είχε ήδη προβληθεί σε ισπανικό κανάλι. Άκουγα κι εγώ διάφορα διθυραμβικά σχόλια, διάβαζα ύμνους στα social media, ήταν και στα ισπανικά που είναι μία από τις πολύ αγαπημένες μου ξένες γλώσσες, μου φάνηκε και ενδιαφέρουσα η βασική ιδέα -ομάδα ληστών καταλαμβάνει το νομισματοκοπείο της Μαδρίτης με σκοπό να τυπώσει λεφτά και να την κάνει αναίμακτα (Λαφαζάνης φίλινγκ πράουντ ιν τοποθεσία ταξί)- οπότε ξεκίνησα να τη βλέπω.

Καλά να πάθω. Νομίζω ότι δεν έχω αυτομουντζωθεί τόσες φορές βλέποντας μια σειρά, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια.

Έχουμε και λέμε: το Casa de papel είναι μια κακή σειρά που άρεσε σε πολύ κόσμο, πάρα πολύ κόσμο.

Γιατί είναι μια κακή σειρά;

Από πού να το πιάσω κι από πού να τ’ αφήσω; Το χειρότερο, κατ’ εμέ, ήταν οι παιδαριώδεις σεναριακές αφέλειες που έβγαζαν τόσο μάτι που απορώ πώς δεν στραβωθήκαμε στο τέλος. Να και κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Ο Professor είναι ο άνθρωπος που χτίζει για χρόνια μέσα στο μυαλό του το σενάριο της τέλειας ληστείας. Από το πρώτο κιόλας επεισόδιο o Professor στην πρώτη συνάντηση με τους συμμετέχοντες λέει «Δε γνωρίζεστε μεταξύ σας, κι έτσι θέλω να μείνει. Όχι ονόματα, ούτε προσωπικές ερωτήσεις, ούτε φυσικά προσωπικές σχέσεις». Τώρα πώς δεν γνωρίζονται και πώς δεν έχουν προσωπικές δεν ξέρω από τι στιγμή που ο Professor διαλέγει να έχει μαζί του έναν πατέρα με τον γιο του και δύο  ξαδέρφια που ζουν σαν αδέρφια.  Ούτε καταλαβαίνουμε γιατί το έκανε αυτό. Προφανώς δεν του πέρασε καν από το μυαλό ότι ο συναισθηματικός δεσμός μεταξύ αυτών των ατόμων μπορεί να τινάξει στον αέρα το τέλειο σχέδιο. Όντως πολύ δύσκολο να το σκεφτεί κανείς.

O Professor είναι μέσα σε ένα αμάξι που βρίσκεται σε μάντρα αυτοκινήτων. Και εκεί που η δαγκάνα της μπουλντόζας αρπάζει το αυτοκίνητο για να το καταστρέψει τον καλεί η Ρακέλ. Το σηκώνει κι ενώ του φεύγει από τα χέρια, πασχίζει να το πιάσει, υποφέρει ολόκληρος μέσα σε ένα αυτοκίνητο που τραντάζεται η Ρακέλ λέει το ποίημα της «θες να βγούμε;» και δεν παίρνει είδηση τίποτα. Εδώ εμείς όταν ο άλλος είναι μέσα στο 608 (το λεωφορείο) καταλαβαίνουμε ότι βομβαρδίζεται, αλλά η έξυπνη αστυνομίκινα μας δεν παίρνει χαμπάρι.

Είσαι η επικεφαλής διαπραγματεύσεων τις πιο συνταρακτικής υπόθεσης ληστείας στη χώρα σου. Τίποτα δεν πρέπει να βγαίνει παραέξω. Κι όμως κάθεσαι για καφέ με έναν τύπο που γνωρίζεις λίγες μόνο ώρες και δανείζεσαι το κινητό του, γιατί το δικό σου το ξέχασες βρε αδερφέ ή όταν δεν το ξεχνάς έχεις φουλ σε μηνύματα τον τηλεφωνητή σου, και μιλάς με τον συνεργάτη σου που εμπιστεύεται τις τρέχουσες εξελίξεις στην υπόθεση. Κι ενώ τρως μαζί του ένα κρύο σάντουιτς σκάει μετά από λίγο ο συνεργάτης σου και μπροστά του, χωρίς καθόλου να χαμηλώσει καν τη φωνή του, λέει «Υπάρχει κινητικότητα στο κτίριο, άνοιξαν για λίγο την πόρτα και υπήρξε μια αψιμαχία, μάλλον με όμηρο». Παιδιά, αλήθεια τώρα;

Αυτά είναι λίγα αλλά τρανταχτά παραδείγματα σεναριακών απιθανοτήτων που σε έκαναν να αισθάνεσαι ότι το σενάριο είναι γραμμένο λες και το τελευταίο πράγμα που ενδιαφέρει τους σεναριογράφους ήταν να σε πείσουν για την αληθοφάνεια των όσων συμβαίνουν. Ίσως τελικά αυτό συμβαίνει.

Αφού λοιπόν η σειρά δεν έπεισε χάρη σε ένα σενάριο-σταυροβελονιά πώς κατάφερε να ανακηρυχτεί στην πιο πετυχημένη μη αγγλόφωνη σειρά που έχει μεταδώσει το Netflix μέχρι τώρα; Κατά τη γνώμη μου γιατί κατάφερε να πιάσει τον κοινωνικό παλμό σε δύο-τρία πολύ σημαντικά θέματα που έχουν ισχυρό ρεύμα.

Το πρώτο είναι η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ευρώπη και ειδικά τον νότο της. Δεν είναι τυχαίο που η σειρά είναι ισπανική, μιλάμε για την Ισπανία όπου το κόμμα Podemos με την αντικαπιταλιστική ρητορική βρήκε μεγάλη ανταπόκριση στον λαό και όπου η ανεργία ανέρχεται στο 15, 2% ενώ πριν πέντε χρόνια είχε χτυπήσει το 26,3% των πολιτών. Το Casa de papel μίλησε και γι’ αυτά τα θέματα ή μάλλον μίλησε για το όνειρο να ληστεύεις χωρίς να βλάπτεις. Πώς αυτό; Οι ληστές θα έμπαιναν και θα τύπωναν χρήματα στο Εθνικό Νομισματοκοπείο χωρίς να αφήσουν πίσω τους νεκρούς και τραυματίες. Αυτό ήταν το βασικό επιχείρημα του Professor που συνεχώς υποστήριζε ότι θέλει να περάσει μήνυμα και να έχει τον λαό μαζί του.

Ποιο μήνυμα όμως; Μόνο λαϊκίστικα προσεγγίστηκε το ζήτημα με τους πρωταγωνιστές να τραγουδούν το Bella Ciao χωρίς ποτέ να καταλάβουμε πώς συνδέεται το αντι-φασιστικό ιταλικό τραγούδι των παρτιζάνων με τη δική τους ιστορία και ιδεολογία. Οι ήρωες του Casa de papel δε θέλουν να μοιράσουν λεφτά στον κόσμο, ούτε να ανατρέψουν το καπιταλιστικό σύστημα, θέλουν να βγάλουν λεφτά και χωρίς να βλάψουν τους ομήρους να την κάνουν για νησιά τροπικά. Καλά κάνουν αλλά αντί να κάνουν τρέντι το Bella Ciao με διάφορα ολέθρια αποτελέσματα όπως οι remix διασκευές του που παίχτηκαν μέχρι και στο NAMMOS ας έμεναν στη μαγκιά να οργανώσουν την τέλεια ληστεία. Όπως είδαμε όμως και με τις σεναριακές αφέλειες πιο πάνω, δεν το έκαναν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το δεύτερο ζήτημα ήταν οι κακοποιημένες γυναίκες. Η Ρακέλ, έτρωγε κατά τη διάρκεια του γάμου της ξύλο από τον επίσης αστυνομικό σύζυγό της. Κατήγγειλε τους ξυλοδαρμούς με καθυστέρηση όταν έμαθε ότι μετά το διάζυγιό τους η αδερφή της έβγαινε με τον πρώην άντρα της. Μάλιστα εξομολογείται το τι της συνέβη στον Σάλβα/Professor παρότι που τον ξέρει ελάχιστα και παρότι η ίδια είναι πληγωμένη από την συμπεριφορά του άντρα που μαζί έκαναν ένα παιδί και δηλώνει ότι δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανέναν. Να εδώ έχουμε αυτές τις υπέροχες σεναριακές αφέλειες επιπέδου τρίτης δημοτικού αλλά αυτό δεν μας εκπλήσσει. Όμως η Ρακέλ μιλώντας στον Professor παραδέχεται ότι ήταν πολύ αργά και χωρίς αποδείξεις πια και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να φανεί ως παθολογική ζηλιάρα και όχι ως αυτό που πραγματικά ήταν: θύμα.

Πέρα του ότι εδώ έχουμε σαφέστατα victim blaming γιατί μία από τις πιο βασικές επιδιώξεις του σύγχρονου φεμινιστικού μηνύματος είναι το: μίλα, μίλα όταν μπορέσεις και ποτέ μην θεωρήσεις ότι είναι αργά. Πέραν τούτου η Ρακέλ έχει κερδίσει περιοριστικά μέτρα εις βάρους του πρώην άντρα της οπότε τελικά είχε νόημα η καταγγελία της παρότι η ίδια νιώθει ότι δεν ήταν αρκετή. Aκόμη η περίφημη ατάκα της Ναϊρόμπι -του μόνου χαρακτήρα που νιώθεις ότι έχει πραγματική υπόσταση και βάθος και δε σου σπάει τα νεύρα- «Ας αρχίσει η μητριαρχία», μόνο αυτό δεν σηματοδοτεί ως προς την εξέλιξη της σειράς παρά μόνο ένα σύντομα διάστημα της δικής της ηγεμονίας. 

Θα μου πείτε, μια σειρά ξεκίνησα να δω, όχι ντοκιμαντέρ για την οικονομική κατάσταση της Ισπανίας ή για το πώς αντιμετωπίζεις έναν βίαιο σύζυγο. Ναι, μαζί σας. Ήταν όμως οι ίδιοι οι σεναριογράφοι της σειρά που έριξαν στο τραπέζι αυτά τα ζητήματα και που τα προσέγγισαν με τόσο επιφανειακό τρόπο που δεν μπορώ να μην το σχολιάσω. Το επιφανειακό σε κάθε επίπεδο σενάριο -από τη δράση των πρωταγωνιστών μέχρι τα κοινωνικά θέματα που προσπαθεί να θίξει- κατάφερε πάντως να λειτουργήσει ως τσίχλα στον εγκέφαλο των τηλεθεατών που το ανέδειξαν σε μια εμπορικότατη τηλεοπτική σειρά.

Αποτέλεσμα; Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε το teaser που αναγγέλει την τρίτη σεζόν. Να τη δείτε. Και να μου πείτε μετά τι έγινε, γιατί δεν θα αντέξω να δω ούτε άλλο 10 λεπτά από το Casa de papel.

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου