Εκεί στη μέση της ερήμου, κάτω από τον ήλιο που ζεματάει, ο κατακόκκινος αητός κατασπαράζει ένα φίδι διώχνοντας μακριά το πνεύμα το κακό –κι από κάτω να και το νεράκι που παίρνει μαζί του όλο το bad vibe και κυλάει γάργαρο ξεπλένοντας τα απομεινάρια… Ναι, αυτή η αφίσα που έφτιαξε για τους Calexico η Mishka Westell, αρχικά για να πωλείται ως limited edition στους πάγκους της αμερικανικής περιοδείας τους, είναι εκείνη που τελικά βλέπουμε και στην ευρωπαϊκή. Και πολύ σωστά θα έλεγα, καθώς τους ταιριάζει, κυριολεκτικά, γάντι!
Πάντα μια άμμος τους περικύκλωνε -από την εποχή των Giant Sand ακόμη. Άμμος που πότε γίνεται θύελλα, πότε απλώνεται σαν χρυσός στο βλέμμα, πότε σε αφήνει να χαλαρώσεις δίπλα στην όαση – και ποτέ μα ποτέ δεν στέκεται ακίνητη. Ισχυρό στοιχείο. Αλλά οι Calexico -ή αλλιώς οι κύριοι Joey Burns και John Convertino– τα έχουν συνηθίσει όλα αυτά. Κι απογειώνονται με άνεση από την βάση τους στην Αριζόνα για να ταξιδέψουν στα πλάτη και τα μήκη της γης με τις κιθάρες, τα κρουστά, τα πνευστά κι όλη την παρέα τους φυσικά -φέτος από διάφορες γωνιές του κόσμου. Η Ελλάδα, αγαπημένος τόπος τους, είναι ένας από τους πρώτους σταθμούς της περιοδείας τους στην Ευρώπη. Αυτή τη φορά στο Ηρώδειο, 3 και 4 Ιουλίου, δύο βραδιές πραγματικά ξεχωριστές (κι ας είναι κάθε συναυλία τους μοναδική), καθώς η πέτρα του θα «λιώσει» από τη μουσική τους – ταιριαστή τόσο στο λιτό, γυμνό «σκηνικό» του θεάτρου.
Στις αποσκευές τους και το ένατο, πολύ καλό, άλμπουμ The Thread That Keeps Us – αυτή η κλωστή, αυτό το νήμα ή αυτό το ρυάκι, στην τελική, που μας κρατάει «δεμένους» μαζί τους χρόνια τώρα; Μαζί τους στη σκηνή Έλληνες ως special guests: οι TAKIM με τους οποίους έχουν συνεργαστεί και στο προηγούμενο άλμπουμ τους, η Μόνικα -στον πρώτο δίσκο της συμμετείχε με την τρομπέτα του ο Martin “Calexico” Wenk– και η Ανδριάνα Μπάμπαλη, θα κάνουν ακόμη πιο οικεία τα πράγματα, μια και πλέον, μετά από τόσες βόλτες στην Ελλάδα, είναι δικά μας τα παιδιά.
Οι Calexico εμπνέουν. Γιατί είναι αυτοί που είναι ακριβώς. Μια μπάντα υπέροχη, απολαυστική, τίμια, διαχρονική, όαση σε κάθε έρημη καρδιά… Ένα συγκρότημα που τιμά τον εαυτό του και το κοινό του όσο λίγα, που αγαπάει τόσο το μέλλον όσο και την παράδοση, που ταξιδεύει με το δικό του τρόπο από το ροκ στο φολκ, το λάτιν κι ακόμη παραπέρα, που νοιάζεται για όσα συμβαίνουν στον κόσμο κι ασχολείται με αυτά –το ακούς και στο καινούργιο τους τραγούδι “Bridge To Nowhere”: “From the empty streets to abandoned homes / There’s a stinging feeling in my eye / Shelter underground in case the big one comes / Why would you plan for it not to work out right? / My focus was blurred / As the world became consumed / For who?”.
Φλογισμένες καρδιές και παθιασμένες μουσικές, από τις ερήμους της Αριζόνα μέχρι τα μέρη τα δικά μας. Κι όταν τους δω να θυμηθώ να τους ρωτήσω για αυτή τη μικρή αμερικανική πόλη απ’ όπου πήραν το όνομά τους, εκεί στα σύνορα California-Mexico (Cal-exico) που έχει απέναντι την αδερφή της, την μεξικανική πόλη Mexicali (Mexi-cali). Ποιος ξέρει πόσες ιστορίες, που ποτέ κανείς δεν θα μάθει, γεννιούνται καθημερινά εκεί πέρα…