Categories: ΧΟΡΟΣ

Τι θα κάνει ο Μπορίς Σαρμάτς στην πλατεία Κοτζιά;

Ο Μπορίς Σαρμάτς, εκτός από ένας λαμπρός χορογράφος και χορευτής, γνωστός και καταξιωμένος σε όλη την Ευρώπη, είναι και ένα λαμπρό παράδειγμα του τι μπορεί να κάνει σε μια χώρα η ορθή πολιτιστική πολιτική. Από τη στιγμή που ξεχώρισε, η Γαλλία του έδωσε όλες τις ευκαιρίες σε νεαρότατη ηλικία. Συνεργαζόμενος καλλιτέχνης στο Φεστιβάλ της Αβινιόν το 2011, και κατόπιν καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Χορογραφικού Κέντρου, ετοιμάζεται να χορέψει με την ομάδα του στην Πλατεία Κοτζιά, σε έναν ανοιχτό δημόσιο χώρο, και μιλάει στην Popaganda για τη συναρπαστική πορεία της ζωής του.

Θυμάστε τι σας τράβηξε στο χορό για πρώτη φορά; Γεννήθηκα σε μια οικογένεια όπου από τότε που ήμουν μικρό αγόρι είχα το δικαίωμα να χορεύω. Σήμερα δεν είναι και τόσο εύκολο να βρεις οικογένειες που να έχουν αγόρια και να τους δίνουν το δικαίωμα να χορεύουν. Γιατί για μένα δεν υπάρχει παρά αυτό, να μπορεί να υπάρξει η δυνατότητα συνάντησης με το χορό. Γιατί από τη στιγμή που είναι δυνατόν να συμβεί αυτή η συνάντηση, αρκεί να γνωρίσει κανείς ένα δάσκαλο χορού, ή να έχεις οπως εγώ έναν αδελφό που να χορεύει, μετά υπάρχουν πολλές δυνατότητες να βαλθείς να χορεύεις. Μια μουσική, μια γιορτή, ένα μάθημα χορού, μια παράσταση… Όμως κατ’αρχήν είναι το γεγονός ότι δεν κατέστη αδύνατη η συνάντηση.

Βέβαια καμιά φορά κι η απαγόρευση μπορεί να πυροδοτήσει μια επιθυμία. Ναι, μπορεί πράγματι να συμβεί αυτό. Όμως σε ότι με αφορά, το γεγονός πως ο πατέρας μου είχε κάνει χορό όταν ήταν πολύ νέος, την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και πως ο αδελφός μου είχε κάνει χορό, επέτρεψε και σε μένα να κάνω, και στη συνέχεια γνώρισα ένα εξαιρετικό δάσκαλο κλασικού χορού που μου δημιούργησε την επιθυμία να συνεχίσω.

Πώς πρωτοσυναντήσατε το σύγχρονο χορό; Και πότε συνειδητοποιήσατε πως αυτό θα ήταν το αντικείμενό σας; Σχεδόν ταυτόχρονα. Και πάλι χάρις στους γονείς μου. Αλλά και στην κατάσταση που επικρατούσε εκείνα τα χρόνια. Γεννήθηκα 1973, και τη δεκαετία του 80 υπήρξε ένα αληθινό κύμα στο σύγχρονο, μοντέρνο χορό στη Γαλλία. Είχα την τύχη να δω πολλές παραστάσεις σύγχρονου χορού. Για την ακριβεια, είδα το πρώτο μου μπαλέτο κλασικού χορού πριν από δύο χρόνια! Είδα την πρώτη μου Λίμνη των Κύκνων – δια ζώσης κι όχι σε βίντεο – επί σκηνής στην Όπερα του Παρισιού. Κι όμως τελείωσα τη Σχολή Χορού της Όπερας του Παρισιού! Όλη μου λοιπόν η κουλτούρα παραστάσεων χορού ήταν από πολύ νωρίς, από μικρή ηλικία, στο σύγχρονο χορό. Ο γαλλικός χορός πιο συγκεκριμένα: Gallotta, Bagouet, αλλά και ένα βιβλίο για την Ισιδώρα Ντάνκαν που είχα βρει, και πράγματα από άλλες χώρες που βλέπαμε, οι παραστάσεις της Pina Bausch, και γενικότερα όλη η σύγχρονη κουλτούρα, όχι μόνο του χορού, αλλά και όλος ο μοντερνισμός, σκηνοθέτες όπως ο Παζολίνι, ο Ταρκόφσκι. Και η λογοτεχνία, η σύγχρονη τέχνη, η σύγχρονη μουσική… Ο χορός λοιπόν αποτελούσε μέρος αυτού του τοπίου της σύγχρονης τέχνης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Είναι ενδιαφέρον τότε το γεγονός πως αποφασίσατε να ονομάσετε το Εθνικό Χορογραφικό Κέντρο της Ρεν και της Βρεττάνης το οποίο διευθύνετε, Μουσείο του Χορού. Μιλήστε μου για αυτή σας την επιλογή. Όταν ξεκινήσαμε πολύς κόσμος πίστευε πως ήταν μια πλάκα. Πως δεν είναι δυνατόν να κάνει κάποιος ένα μουσείο για το χορό. Είναι πολύς καιρός που είχα αυτή την ιδέα, δώδεκα χρόνια. Και το πρότζεκτ ξεκίνησε πριν οκτώ χρόνια. Σήμερα θεωρείται ως ένα πολύ σοβαρό πρότζεκτ, και νομίζω κι εγώ πως είναι. Γιατί, ξέρετε, η αρχαία ελληνική λέξη Μουσείον σήμαινε: ένας ναός για τις Μούσες. Νομίζω πως μπορούμε να το κάνουμε αυτό για το χορό ακολουθώντας τον ορισμό. Το μουσείο είναι κάτι που συνήθως έχει να κάνει με το παλιό, με το παρελθόν. Παραδόξως, ενώ στο χορό θέτει το ερώτημα του τι είναι παλαιό και ανήκει στη συντήρηση, και θέτει το ερώτημα της μουσειολογίας του χορού, εγώ έχω την εντύπωση πως είναι ένα αληθινά avant garde project. Και είχε να κάνει με το να σκεφτούμε πάνω σε αυτά που επιτρέπουν να κάνεις πάνω στο χορό και τον πολιτισμό. Καθώς ήταν κάτι που ξεκινούσε από το μηδέν, έπρεπε να εφεύρει κανείς ένα μουσείο του Χορού, δεν ήταν όπως όταν ακολουθείς ένα μουσείο που υπάρχει. Είχαμε να εφεύρουμε τις συνθήκες του, τις δυνατότητες ενός Μουσείου του Χορού, ενός νέου θεσμού, ενός νέου τύπου δημόσοιου χώρου. Είχα την εντύπωση πως επρόκειτο για ένα αληθινά σύγχρονο πρότζεκτ που θα παρέσυρε πολύ κόσμο – αρχιτέκτονες, φιλοσόφους, θεατές φυσικά, χορευτές, παιδιά, ενήλικες – στην εφεύρεση ενός νέου τύπου χώρου, ένα νέας αντίληψης θεσμό. 

Έχει σχέση με αυτές τις αναζητήσεις σας η παράσταση που είχατε κάνει βασισμένος σε ένα βιβλίο με φωτογραφίες από χορογραφίες του Μερς Κάννιγχαμ; Στην πραγματικότητα υπάρει ταυτόχρονα μεγάλη, αλλά και καμία σχέση! Ήταν πριν ξεκινήσω το Μουσείο του Χορού. Όταν το ξεκίνησα αυτό ήταν πράγματι σαν να αποτελούσε το πρώτο πρότζεκτ του Μουσείου. Είχε να κάνει με το πώς κάνουμε ζωντανή την ιστορία, πώς ξεκινώντας από ένα βιβλίο μπορούμε να φτάσουμε σε μια παράσταση. Όμως τα πράγματα ήταν εντελώς ανοιχτά. Η εφεύρεση ενός μουσείου δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με το να στρέφεσαι προς το παρελθόν, προς τα χορογραφικά αρχεία και την κληρονομιά τους, δεν είναι μόνο μέσα από τέτοια πρότζεκτ που το δημιουργείς. Για παράδειγμα, κάναμε ένα πρότζεκτ που λεγόταν Expo Zero, όπου ρωτήσαμε προσωπικότητες, άτομα και ομάδες τι θα ήταν γι’ αυτούς το Μουσείο του Χορού. Είναι λοιπόν κάτι πολύ πειραματικό, με ανοιχτές προοπτικές. Αν, για παράδειγμα, ρωτήσουμε τη Λενιώ Κακλέα, νεαρή ελληνίδα χορογράφο και καλλιτέχνη που ζει στη Γαλλία, τι θα ήταν για εκείνη το Μουσείο του Χορού, η απάντησξ της δεν θα ήταν απαραίτητα παρόμοια με εκείνη μιας Γαλλίδας χορογράφου.

Τη χρονιά που ήσασταν συνεργαζόμενος καλλιτέχνης του Φεστιβάλ της Αβινιόν είχατε κάνει το Enfant (Παιδί) στην Αυλή της Τιμής του Παλατιού των Παπών. Τότε είχατε μιλήσει για την αθωότητα. Λέγατε πως όταν ο Dominique Bagοuet είχε δουλέψει με παιδιά, είχε διαφορετικές ελευθερίες από αυτές που έχουμε τώρα πια. Σήμερα πολλά πράγματα μπορούν να θεωρηθούν εκ προοιμίου ύποπτα. Είναι αλήθεια. Ζούμε σε μια εποχή που έχει γίνει υπερβολικά δύσκολη. Για πολλούς λόγους, οικονομικούς, οικολογικούς, κοινωνικούς. Επίσης είναι μια περίοδος πολύ περίπλοκη από πλευράς συμβολισμών, σχετικά με τη θέση της θρησκείας, τη θέση των θεσμών, της Ευρώπης. Προφανώς κάθε εποχή έχει τις δικές της πολυπλοκότητες, όμως εμείς ζούμε σε μια αγωνιώδη εποχή μεεταβολών. Όταν δουλεύεις με παιδιά, μπαίνεις σε μια περιοχή πολύ ευαίσθητη. Ειδικά σε αυτή την παράσταση, το Enfant (Παιδί), δουλεύαμε με παιδιά και τα αγγίζαμε. Ακόμα λοιπόν και με το να πω ότι κάνω μια παράσταση χορού όπου ενήλικες αγγίζουν παιδιά, κινδυνεύω να πάω φυλακή! (Γέλια). Υπερβάλλω λιγάκι, αλλά πραγματικά υπάρχουν πολλά άγχη πια, και η ελευθερία της έκφρασης είναι ένας τρόπος να ξεπεραστούν, όπως και η συμμετοχή, η κινητοποίηση. Φυσικά κι η παιδοφιλία είναι κάτι απεχθές, όμως τα παιδιά απειλούνται κι από πολλά άλλα πράγματα: από τον αποκλεισμό, τη φτώχεια, την ανεργία των γονιών τους… Η παιδοφιλία λοιπόν είναι ένας από τους κινδύνους γι’ αυτά, αλλά όχι ο μοναδικός κίνδυνος. Μπορούμε λοιπόν να επεκτείνουμε τη συζήτηση. Το Μουσείο του Χορού επιχείρησε να αγγίξει κοινωνικά ζητήματα, αλλά με καλλιτεχνικές απαντήσεις.

Περιγράφετε τον εαυτό σας κατ’αρχήν ως χορευτή και μετά ως χορογράφο ή οτιδήποτε άλλο. Σας έχουμε δει βέβαια κι εδώ να χορεύετε με την Anne Teresa De Keersmaeker. Πάντα ονειρευόμουν να είμαι χορευτής, κι επειδή είμαι χορευτής σας μιλάω αυτή τη στιγμή. Ήμουν πολύ ντροπαλός, δεν μπορούσα να μιλήσω στους ανθρώπους. Με το χορό, δεν έμαθα μόνο να δουλεύω σε μια αίθουσα χορού, να χορεύω ή να κάνω παραστάσεις, αλλά και να γράφω, να μιλάω, να κοιτάζω τα έργα άλλων καλλιτεχνών με ένα βλέμμα διαφορετικό. Ακόμα κι αν σήμερα διευθύνω το Μουσείο του Χορού, κι αν απαντώ σε συνεντεύξεις όπως η δική μας τώρα, κι αν διοργανώνω εκθέσεις, έχω την εντύπωση πως η κινητήριος δύναμή μου, αλλά κι ο χώρος όπου αισθάνομαι πιο ελεύθερος, είναι η ιδεά του ότι είμαι χορευτής. Όταν λέω στον ταξιτζή ότι είμαι χορευτής, εκείνος δεν ξέρει τι είναι αυτό. Είναι αληθινό επάγγελμα; Πρέπει να ακολουθώ μια ειδική δίαιτα; Μπορεί κανείς να τρώει ό,τι θέλει; Δεν ξέρει ο κόσμος τι είναι ένας χορευτής. Αυτό είναι που μου αρέσει! Αν πω ότι είμαι βιολιστής, ή συγγραφέας, ή καθηγητής πανεπιστημίου, ο κόσμος μπορεί μην αντιλαμβάνεται ακριβώς τι είναι αυτό, αλλά εξακολουθεί να έχει μια πιο ξεκάθαρη ιδέα από αυτήν που έχει για μένα που είμαι χορευτής. 

Έχετε συνήθεις συνενόχους στη δουλειά σας, ανθρώπους με τους οποίους μοιράζεστε τιες ίδιες επιθυμίες και αναζητήσεις για το χορό; Φυσικά. Για παράδειγμα, στο Danse de Nuit, την παράσταση που θα παρουσιάσουμε στην Αθήνα, υπάρχει μια χορεύτρια από το Κονγκό που λέγεται Jolie Ngemi, καινούργια στη δουλειά μου, και δουλέψαμε μαζί πολύ καιρό στην προετοιμασία της παράστασης. Αλλά και πολλοί άλλοι άνθρωποι με τους οποίους έχω δουλέψει ένα, δύο, ή οκτώ χρόνια, και που αποτελούν μια ομάδα χορευτών που αγαπώ πάρα πολύ. Χωρίς τους χορευτές το Danse de Nuit δεν υπάρχει. Χωρίς το δικό τους λόγο, τους αυτοσχεδιασμούς τους… Αλλά και το Μουσείο του Χορού δεν είναι το μουσείο του Σαρμάτς, είναι ένα μουσείο ανοιχτό. Προχωράει με τους ανθρώπους που το επισκέπτονται, προχωράει με τους ανθρώπους που αποτελούν την ομάδα του, αλλά και με όλους τους καλλιτέχνες που συνεργάζονται μαζί του, που γράφουν γι’ αυτό, που χορεύουν εκεί, που συνεισφέρουν με αντικείμενα, ταινίες, δημιουργίες και πρότζεκτ. Εϊναι πραγματικά κάτι πολύ συλλογικο. Κάναμε ένα μεγάλο πρότζεκτ στο ΜοΜΑ της Νεας Υόρκης που λέγεται Musée de la danse: Three Collective Gestures. Για μένα είναι εξαιρετικά σημαντική αυτή η – εντελώς αληθινή – αίσθηση συλλογικότητας. Δεν είναι ένας καλλιτέχνης μόνος του που εφηύρε το μουσείο, αλλά ένας τρόπος να συναντά κανείς άλλους ανθρώπους, καλλιτέχνες και κοινό, και να ανοίγει το χώρο αυτό που αποτελεί ο χορός στον κόσμο.

Στην Αθήνα η παράσταση θα γίνει στην πλατεία Κοτζιά, ένα δημόσιο αστικό χώρο. Από πού ξεκινά αυτή η επιλογή; Είναι περίπου ένα-δύο χρόνια που νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη να παίζω σε δημόσιους χώρους. Έχω την εντύπωση πως οι δημόσιοι χωροι είναι σημεία συνάντησης πολλών επιθυμιών. Είναι χώροι συγκεντρώσεων, πολιτικών διαδηλώσεων, αλλά και χώροι με προβλήματα. Στη Γαλλία υπάρχει ο νόμος για τη μπούρκα, δεν μπορεί να είναι κανείς εντελώς καλυμμένος σε δημόσιο χώρο. Υπάρχουν και θέματα ιδιωτικοποίησής τους, κατάληψής τους από τη διαφήμιση. Σήμερα είναι επίσης χώροι που έχουν καταληφθεί από στρατιώτες: στην Ευρώπη υπάρχουν πολύ περισσότεροι στρατιώτες στους δημόσιους χώρους παρά χορευτές! Για μένα λοιπόν ήταν μια επιθυμία που ωρίμαζε εδώ και πολλά χρόνια το να θέλω να χορέψω στις πλατείες, να επανέλθω στους δρομους. Έπρεπε να εφεύρω μια τέχνη κάπως διαφορετική, γιατί δεν είναι φτιαγμένη για τα θέατρα ή για τα μουσεία, αλλά για το δρόμο. Η συγκεκριμένη παράσταση έχει και πολύ λόγο, κι αυτό είναι περίπλοκο, γιατί πρέπει να γίνει είτε στα γαλλικά είτε στα αγγλικά. Στην Αθήνα θα παίξουμε στα αγγλικά, παρόλο που δεν είναι η γλώσσα των περισσοτέρων από εμάς. Μου αρέσει η ιδέα πως πολλοί από τους θεατές θα έχουν κανονισει να έλθουν, θα το έχουν προβλέψει, αλλά θα υπάρχουν και περαστικοί, όπως κι άνθρωποι που θα ενοχλούν, θα κάνουν θόρυβο, κάποιος μπορεί να παίζει κιθάρα πιο κει και να ενοχλεί. Μου αρέσει η ιδέα πως θα υπάρχει το φως, ο ήχος, οι θόρυβοι της πόλης. Όπως ξέρετε, στην Αθήνα, περισσότερο από αλλού, υπάρχει η επιθυμία της συνάθροισης. Να βρίσκεστε μαζί για να διαδηλώσετε, για να πάρετε το λόγο, για να καταλάβετε ένα χώρο, μια πλατέια… Το Danse de Nuit είναι ένα μικρό παράδειγμα του τι μπορεί να είναι μια χορογραφική συγκέντρωση. Κάποιες φορές χορεύουμε και σε πάρκινγκ, αλλά είμαι πολύ ευτυχισμένος που στην Αθήνα θα μπορέσουμε να χορέψουμε σε έναν ανοιχτό δημόσιο χώρο.

Boris Charmatz, danse de nuit | 1-2 Οκτωβρίου 2016, 21:00 | Πλατεία Κοτζιά | Περισσότερες πληροφορίες: sgt.gr
Γιώργος Βουδικλάρης

Share
Published by
Γιώργος Βουδικλάρης