ΒΙΒΛΙΟ

Στην παρουσίαση του βιβλίου του Κουέντιν Ταραντίνο που μετατράπηκε σε πάρτι για τα 60ά του γενέθλια

Όταν οι 2000 θαυμαστές του Κουέντιν Ταραντίνο γέμισαν το London Palladium την Κυριακή 26 Μαρτίου (τη δεύτερη βραδιά του Σαββατοκύριακου εμφανίσεων του διάσημου σκηνοθέτη στο Λονδίνο, για την παρουσίαση του δεύτερου βιβλίου του, Cinema Speculation) σίγουρα δεν περίμεναν ότι έμπαιναν σε πάρτι γενεθλίων, που είχε τούρτα, μαζικό τραγούδι Happy Birthday και την εμφάνιση-έκπληξη ενός βραβευμένου με Όσκαρ πρωταγωνιστή που μπορεί να το οργάνωσε όλο αυτό. Το εισιτήριο, άλλωστε, εκτός από την ταυτόχρονη αγορά του βιβλίου, ήταν μια πρόσκληση σε μια κινηματογραφική συζήτηση ανάμεσα στον Ταραντίνο και τον βρετανό, επίσης ταινιοφάγο συνάδελφό του, Έντγκαρ Ράιτ (Χτες Βράδυ στο Σόχο), για τις καθοριστικές ταινίες της παιδικής και νεανικής ηλικίας και τις σινεφιλικές συνήθειες του δημιουργού του Pulp Fiction, με σαφή διευκρίνιση ότι η κουβέντα δεν θα έκανε παράκαμψη στο δικό του έργο. Ωστόσο, μετά από 2 ώρες χαρακτηριστικής ταραντινικής πολυλογίας για γνωστές και άγνωστες ταινίες, κάπως το κοινό κατέληξε να ζει το δικό του outtake από τα γυρίσματα του Django o Τιμωρός, αλλά και να συγκινείται με μια εναλλακτική υποσημείωση στον οσκαρικό ευχαριστήριο λόγο του που δεν έκανε τότε, αλλά διόρθωσε στο βιβλίο του. Πώς φτάσαμε, όμως, μέχρι εκεί;

Χωρίς κινητά, καταρχάς. Ο αυστηρός κανόνας στα πλατώ του Ταραντίνο περί απαγόρευσης κινητών εφαρμόστηκε και σε αυτό εδώ το event, με τον κάθε παρευρισκόμενο να αποθηκεύει το κινητό του σε κλειδωμένη θήκη ασφαλείας που κουβαλούσε μεν μαζί του, αλλά δεν είχε τη δυνατότητα να ανοίξει κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης. Μπορεί να ήταν εξαιρετικά άβολο (και καθόλου πρακτικό δημοσιογραφικά), αλλά η απουσία του ψυχαναγκασμού της αποτύπωσης έδινε την αίσθηση ότι παρακολουθείς έναν φίλο να μιλάει για τις ταινίες που του αρέσουν (άσχετα αν δεν επιτρέπεται να απευθυνθείς ή να πλησιάσεις τον “φίλο”), και όχι έναν θεοποιημένο χολιγουντιανό θρύλο που οι σκηνοθέτες ακόμα δεν έχουν σταματήσει να αντιγράφουν, 31 χρόνια μετά το ντεμπούτο του. Ο μεταδοτικός ενθουσιασμός του Ταραντίνο για το σινεμά οποιωνδήποτε αξιώσεων τον κάνει συναρπαστικό (συν)ομιλητή, ακόμα κι αν δεν έχεις ιδέα για την Blaxploitation ταινία που έχει ξεθάψει ξαφνικά από τη μνήμη του.

Ο Ταραντίνο μίλησε για την πρώτη του επαφή με τα βιβλία που σχετίζονται με σινεμά, που έγινε μέσα από τη σχολική βιβλιοθήκη όταν ξεκινούσε το γυμνάσιο. Τυχαία ανακάλυψε τον εμβληματικό τόμο του κριτικού Άντριου Σάρις The American Cinema, όταν αποφάσισε να ρωτήσει μήπως έχουν κινηματογραφική ενότητα στη βιβλιοθήκη του σχολείου. «Το πήρα σπίτι και ήταν καταπληκτικό. Το 75% των πραγμάτων που αναφέρονταν δεν είχα ιδέα τι ήταν», είπε. Μπορεί μέχρι τότε να μην είχε ακούσει για τη “θεωρία του δημιουργού” ή τον όρο “mise en scène” ή τον Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, αλλά τα γραπτά του Σάρις τον ώθησαν να τα ανακαλύψει και να μάθει τι σημαίνουν όλα αυτά τα ακατάληπτα.

Στο Cinema Speculation, το πρώτο του μη λογοτεχνικό βιβλίο, μετά τη μυθιστοριοποίηση του Κάποτε στο Χόλιγουντ… με τον ίδιο τίτλο (στα ελληνικά από τις εκδ. Ελληνικά Γράμματα), ο Ταραντίνο γράφει τις σκέψεις και τις απόψεις του για μερικές ταινίες που τον καθόρισαν ως παιδί, αλλά και ως δημιουργό, από κλασικά αριστουργήματα όπως το Deliverance και ο Ταξιτζής μέχρι λιγότερο προφανή, όπως το Rolling Thunder. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας του με τον Ράιτ, δήλωσε ότι η «καλύτερη κινηματογραφική περίοδος όλων των εποχών είναι η τριετία 1968-1971», με τον Ράιτ να διαφωνεί. Άλλα hot takes: 1) «Η δεκαετία του ’80 κινηματογραφικά είναι μια απέραντη έρημος», 2) «σε σχέση με τις ταινίες της τελευταίας 20ετίας, οι ταινίες της δεκαετίας του ’80 δεν φαίνονται και τόσο κακές», 3) «[δεν συμφωνώ] με την Ζαν Ντιελμάν στην κορυφή της λίστας του Sight & Sound [με τις καλύτερες 100 ταινίες όλων των εποχών]». Δυστυχώς ο Ράιτ δεν του ζήτησε να εξηγηθεί για καμία από τις τοποθετήσεις, μάλλον θέλοντας να αποφύγει άλλον έναν τουιτερικό πόλεμο είτε με stans των υπερηρωικών ταινιών είτε, ακόμα χειρότερα, με το Film Twitter.

Το βιβλίο, αλλά και το νόημα αυτών των ζωντανών ομιλιών του Ταραντίνο, φέρνουν στην επιφάνεια μια εκτίμηση της κριτικής ταινιών που πλέον απαξιώνεται συνεχώς, παρασυρόμενη από τη γενικότερη απομάκρυνση του ευρέος κοινού από την έννοια της “γνώμης των ειδικών” πάνω σε οποιοδήποτε θέμα. Ο Ταραντίνο μίλησε για την απόλαυση της ανάγνωσης μιας κριτικής με την οποία διαφωνεί ολοκληρωτικά, την αξία της αντίθετης άποψης όταν εκείνη είναι εμπεριστατωμένη, ενώ στάθηκε και στην πρώτη του επαφή με τα γραπτά της φημισμένης και σημαντικότερης, ίσως, κριτικού, Πολίν Καέλ, με την οποία φημολογείται ότι ασχολείται η επόμενη, δέκατη και τελευταία (;) ταινία του, με τίτλο The Movie Critic. (Ο Ταραντίνο δεν έκανε καμία αναφορά στα επόμενα επαγγελματικά του βήματα). Τη χαρακτήρισε “πνευματώδη, αλλά όχι δηλητηριώδη”, με την πρώτη του επαφή με εκείνη να είναι μέσω μιας αρνητικής κριτικής για μια ταινία που ο ίδιος λάτρεψε. «Ήταν εμφανές ότι ήξερε περισσότερα από μένα, αν και αυτό δεν σήμαινε ότι αυτομάτως είχε δίκιο. Έχω σεβασμό για εκείνη». 

Η βραδιά ολοκληρώθηκε με τη ζωηρή ανάγνωση από τον ίδιο τον Ταραντίνο του τελευταίου κεφαλαίου του Cinema Speculation, το οποίο είναι αφιερωμένο σε μια αλλόκοτη πατρική φιγούρα από την εφηβική ηλικία του, τον Φλόιντ, που κατά καιρούς έμενε σπίτι του, μοιράστηκε όλη του την κινηματογραφική γνώση με τον νεαρό τότε Κουέντιν και τον ενέπνευσε να γράψει το Django o Τιμωρός. Το βιβλίο τελειώνει με την παραδοχή του Ταραντίνο ότι θα έπρεπε να τον είχε ευχαριστήσει όταν παραλάμβανε το Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου για την ταινία.

Μελαγχολικός για την παραμονή των 60ών γενεθλίων, την οποία πέρασε μαζί μας, όπως σχολίασε, ο Ταραντίνο αιφνιδιάστηκε όταν εμφανίστηκε στη σκηνή ο ίδιος ο Τζάνγκο, ο Τζέιμι Φοξ, με δύο φίλους του και μια τούρτα γενεθλίων και προέτρεψε τους παρευρισκομένους να τραγουδήσουν ένα πρόωρο “happy birthday to you” στον Ταραντίνο («είναι μεσάνυχτα στην Νορβηγία, είναι μεσάνυχτα στην Ελλάδα…» δικαιολόγησε ο Ράιτ) και να του ευχηθούν χρόνια πολλά. Μετά από ακατάπαυστη κουβέντα, ένα συναρπαστικό φινάλε – ακριβώς όπως και στις ταινίες του.

Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου