Η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Μικρά πράγματα που σου αλλάζουν τη διάθεση, σου φτιάχνουν τη μέρα, ή σου διαλύουν το δροσερό απόγευμα. Η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις κι όχι όλες τους ευχάριστες. Στην περίπτωση της Chloe, οι περισσότερες είναι δυσάρεστες. Ναι, παρά το ατσούμπαλο παρουσιαστικό της, ένας τύπος με τόσο τέλεια δόντια, της είπε πως την αγαπά. Ναι, παρά την καταστροφική εγκατάλειψη απ’ τη μητέρα της, βρήκε στο μποξ κάτι η ίδια να αγαπά. Ναι, παρ’ ότι κλειδώθηκε έξω απ’ το σπίτι και χρειάστηκε να γίνει Μαγκάιβερ και να σκαρφαλώσει σαν τον Ταρζάν, κατάφερε και ψάρεψε απ’ το πίσω παράθυρό της τα κλειδιά. Ύστερα όμως, σήκωσε το κινητό της. Και «πέθανε ο μπαμπάς».
Η 20χρονη Chloe είχε περάσει το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής της στα ρινγκ, στο γυμναστήριο του μπαμπά, να προπονείται για να σκληρύνει το κορμί της αρκετά ώστε να προστατεύσει μέσα του την ευαίσθητη ψυχή της. Ο πατέρας της ήταν στη γωνία της, με συμβουλές στρατηγικής και φιξάκια αυτοπεποίθησης, απ’ όταν η Chloe θυμάται τον εαυτό της. Τώρα, τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής της, τη μάχη της αυτοεπιβεβαίωσης, τον αγώνα που θα την στέψει με σιγουριά, με τη βεβαιότητα ότι μπορεί να καταφέρει τους στόχους της ζωής της, όσο αλλόκοτοι κι αν είναι κι όσο αλλόκοτη κι αν είναι, αυτήν την τελική αναμέτρηση με τον εαυτό της θα πρέπει να τη δώσει μόνη της. Χωρίς τον πατέρα της στη γωνία της. Χωρίς τον πατέρα της τελείως, όμως;
Γραμμένο απ’ την νεόκοπη ηθοποιό Charlotte Josephine πριν από μια τετραετία περίπου, όταν κι η ίδια είχε βρεθεί να αγωνίζεται για να αποδείξει ότι αξίζει τη θέση που επέλεξε στον κόσμο, το Bitch Boxer γεννήθηκε αρχικά ως ένα μικρό κι επιθετικό νεοφεμινιστικό μανιφέστο. Όχι ρε φίλε, δε χρειάζεται να είμαστε όλες ηδυπαθείς δεσποσύνες για να είμαστε γυναίκες, ούτε πρέπει να λιποθυμάμε μπρος στον κάθε λευκό ιππότη που περνάει απ’ το διάβα μας, μπας και μας κάνει αέρα με το μεταξωτό μαντίλι του, έλεγε. Απ’ τη πρώτη γραφή ως την πρώτη παράσταση όμως, το κείμενο της Josephine σμιλεύθηκε με γροθιές συναισθηματικής ειλικρίνιας και ευθύβολης ανθρωπολογικής ωμότητας, για να γίνει ένα απ’ τα πιο εκρηκτικά και τσουχτερά σύγχρονα έργα ενηλικίωσης που έχει βγάλει τα τελευταία χρόνια η βρετανική σκηνή.
Οι συναισθηματικές ουλές είναι που προκαλούν στ’ αλήθεια τον πόνο, κι η εσωτερική αβεβαιότητα σε κάνει να χάνεις το βηματισμό σου πιο βίαια κι απ’ το πιο βίαιο uppercut που μπορείς να δεχτείς στο οποιοδήποτε ρινγκ. Το κενό της απώλειας, το βουβό του θρήνου, το τσουχτερό του αναπάντεχου, το κείμενο της Josephine αναζητά το ποιοί είμαστε, μέσα απ’ τη στέρηση αυτού που είχαμε ως δεδομένο μπούσουλα για το πού πηγαίνουμε. Πλήρες ωριμότητας, στεγνό από μελοδραματισμούς αλλά ποτισμένο με ανόθευτη συγκίνηση, το Bitch Boxer μιλά για όλα αυτά που μπορούν να μας τσακίσουν το σαγόνι χωρίς καν να τα δούμε να έρχονται, και την ίδια στιγμή, ανατρέποντας το κλισέ του μητρικού φίλτρου για χάρη του ωμού ηλεκτρισμού του πατρικού δεσμού, λειτουργεί ως μια ωδή στους πατεράδες. Αυτές τις παραμελημένες φιγούρες, αιώνια ξεχασμένες κάτω απ’ την στωικότητα και την αμηχανία με την οποία παρακολουθούν τη μητρική στοργή να εξυφαίνει το συναισθηματικό της δίχτυ γύρω απ’ τα παιδιά τους, μέχρι να μην υπάρχει τίποτε άλλο στις θολές αναμνήσεις των επιγόνων, απ’ το πορτραίτο της πανταχού παρούσας μάνας. Αλήθεια, πότε ήταν η τελευταία φορά που πήρες τηλέφωνο στο σπίτι, το σήκωσε ο πατέρας σου, και τον ρώτησες «πώς πάει», αντί για «πού είναι η μαμά»;
Χτισμένο γύρω απ’ τη σωματική προσέγγιση της Chloe προς τον κόσμο, ως αντίθεση στην συναισθηματική της θωράκιση (ως μέσο αυτοάμυνας), το έργο απαιτεί σκηνοθετική προσέγγιση γεμάτη ενέργεια, την οποία παρέχει ο Γιώργος Οικονόμου χορογραφώντας την πρωταγωνίστριά του, Ελίνα Ρίζου , σαν έναν αεικίνητο, πυγμάχο πρωταθλητή. Η νεαρή ηθοποιός χοροπηδά γεμάτη ένταση στη σκηνή, σαν να προσπαθεί να αποφύγει τα βλέμματα των θεατών περισσότερο, παρά οποιαδήποτε άλλη πυγμαχική απειλή, διεκδικώντας και γεμίζοντας τον χώρο που της αφήνει η μινιμαλιστική σκηνογραφία, με την ενέργεια ενός άγριου ζώου που προσπαθεί να σπάσει ένα αόρατο κλουβί. Το κλουβί, βέβαια, είναι η τιθάσευση που επιβάλει η ίδια στον εαυτό της, προς ό,τι μπορεί άθελά της να αισθανθεί: λύπη, αγάπη, χαρά, οικειότητα, όλα αυτά είναι περισπάσεις, εκτός απ’ την οργή. Η οργή είναι κάτι που το κρατάει, είναι κάτι που μπορεί να της χρειαστεί. Είναι όμως οι στιγμές που λυγίζει, το ανεπαίσθητο σπασμένο χαμόγελο κι εκείνο το αδιόρατο φλερτ της με την θλίψη που την κάνει ανθρώπινη κι αληθινή.
Η κινησιολογία της Ελίνας Ρίζου, οι βαριές της κινήσεις, ο δυσκίνητος κορμός κι οι αδύναμες μπουνιές της στον αέρα, ακόμη κι η χαλαρή της λίγο σάρκα, αυτή που δεν ταιριάζει σε πυγμάχο έτοιμη για Ολυμπιακούς, αυτές της οι εξωτερικές λεπτομέρειες είναι τα μόνα μη ρεαλιστικά στοιχεία του έργου. Αυτή η μόνη αδυναμία της παράστασης όμως, είναι τουλάχιστον αμελητέα, σε μια ερμηνεία που επενδύει το μονόλογο της Josephine με μαγευτική παραστατικότητα και συναισθηματική ειλικρίνεια που, λίγο να σε βρει με τις γροθιές σου χαμηλωμένες, μπορεί να βγάλει την κυνική σου πανωπλία knock-out, και να σ’ έχει ως το τέλος να κλαις σα μικρό κοριτσάκι. Σα το μικρό κοριτσάκι που προσπαθεί να κρύψει πίσω απ’ την αλήτικη συμπεριφορά της η Chloe, που στα τελευταία λίγα λεπτά του σπαρακτικού κι απογειωτικού φινάλε, βλέπεις μπρος στα βουρκωμένα μάτια σου να γίνεται θηρίο, γίγαντας, να γίνεται γυναίκα.
Το Bitch Boxer της Charlotte Josephine, σε μετάφραση Δάφνης Οικονόμου και σκηνοθεσία Γιώργου Οικονόμου, θα παίζεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη μέχρι την 1η Ιουλίου, στην αίθουσα Black Box του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη (Πειραιώς 206, Ταύρος, 210-3418550)