Αντί προλόγου, λίγα λόγια από το δελτίο τύπου. «Τίποτα δεν μένει όρθιο σε αυτή την παράσταση. Όλα εκτίθενται στον ελληνικό καυτό ήλιο. Συνήθειες, παθογένειες και μοτίβα θέρους, επιδημιολογικά φορτία, μαυρισμένα κορμιά, μουσικά σουξέ, απόγνωση το 2020, γκρικ λάβερ και καμάκια των 70s, εφήμεροι έρωτες, χάπια, αφραγκίες, άνθρωποι που σιχαίνονται το καλοκαίρι. Τι απομένει από τη μυθολογία του greek summer στο πιο περίεργο καλοκαίρι των τελευταίων ετών; Είναι όντως το ελληνικό καλοκαίρι μια αντίληψη, μια ματιά στα πράγματα; Και πώς πραγματώνεται αυτή σε συνθήκες παγκόσμιας πανδημίας; Ποιες οι συνέπειες στον ψυχισμό και την καθημερινότητα του Νεοέλληνα και στην άλλοτε ακμάζουσα τουριστική βιομηχανία της χώρας; Τι μας έλειψε τελικά φέτος από όλα αυτά που σημαίνει το καλοκαίρι;»
Η παράσταση, «Ερωτικές Καρτ Ποστάλ Από την Ελλάδα» ήταν ν’ ανέβει το Μάρτιο αλλά την πρόλαβε η καραντίνα. Δεν αναβλήθηκε όμως, στο κείμενο προστέθηκε από τη Λένα Κιτσοπούλου η έννοια της «πανδημίας».
Τι είναι όμως η καρτ ποστάλ και πως είναι να ανεβάζεις μια παράσταση την εποχή της covid_19;
Ρωτήσαμε τον σκηνοθέτη του έργου, Ανέστη Αζά, να μας απαντήσει.
Πως σου φαίνεται ότι είναι είδηση που ανεβαίνει μια παράσταση; Δύσκολα τα πράγματα γενικώς. Σε πολλές χώρες βγήκε νωρίς ένα πλαίσιο και ήξεραν οι άνθρωποι πως να δουλέψουν. Εμείς ήμασταν ένα μεγάλο διάστημα σε αβεβαιότητα. Από την άλλη μην τρελαθούμε κιόλας, είναι ένα θέμα δημόσιας υγείας. Όταν, βέβαια συμβαίνουν τέτοια πράγματα, φαίνονται οι δομές εξουσίας που υπάρχουν σε αυτή τη χώρα. Την εκκλησία ας πούμε δε την αγγίζει κανείς, ενώ σε μας που είναι ένας 100% ασφαλής χώρος, μπορεί να γίνει ιχνηλάτηση, άργησαν πάρα πολύ να μας λάβουν σοβαρά υπόψιν τους. Γιατί δεν τους ενδιαφέρει στην πραγματικότητα. Από την άλλη πιστεύω ότι το θέατρο μας έχει λείψει και είμαι σίγουρος ότι θα φανεί. Έστω και με περιορισμένο αριθμό θεατών, θα γίνουν πολύ ωραία πράγματα στο θέατρο. Θα υπάρχουν στιγμές ανάμεσα στους ηθοποιούς και τους θεατές.
Απελπίστηκες καθόλου; Όχι για το καλοκαίρι δούλεψα για το θέατρο Μάξιμ Γκόρκι του Βερολίνου ένα ψηφιακό έργο, ένα online, κινηματογραφημένο θέατρο, μπορείς να το πεις και υβριδικό format, που, αλήθεια, δεν το είδα τελείως αρνητικά αλλά σαν δυνατότητα να διερευνήσω και άλλα μέσα.
Πιστεύεις ότι η πανδημία θα γεννήσει κάποια νέα μορφή τέχνης μέσα από το διαδίκτυο; Πολλά πράγματα από αυτά που έφερε ο κορωνοϊός θα μείνουν. Δηλαδή για παράδειγμα, η τηλεργασία δε θα τελειώσει. Στον τομέα της τέχνης, αυτό που δημιουργήθηκε μέσα στην καραντίνα, έχει τη δυναμική να γίνει ένα νέο είδος. Εγώ, το βλέπω ως κάτι το ενδιαφέρον, τώρα δεν μπορώ να πω βαρύγδουπες κουβέντες ότι θα αλλάξει ο κόσμος της τέχνης. Ναι μεν δεν είναι θέατρο όπως το ξέρουμε, δεν υπάρχει αλληλεπίδραση κοινού και θεατών, από την άλλη όμως αυτή η ψηφιακή πλατφόρμα σου δίνει μια άλλης δυνατότητας πρόσβασης, σε διεθνή ακροατήριο, Υπάρχει ψωμί εκεί. Πώς μπορείς να καταφέρεις να έχεις αισθητική μέσα σε όλο αυτό; Επειδή είχα την ευκαιρία να δουλέψω σε αυτό, δεν είμαι και τόσο αρνητικός όσο άλλοι συνάδελφοι. Αν καθόμουνα όλο το καλοκαίρι, θα είχα απελπιστεί, όπως λες.
Πάντως είναι και το θέατρο, μια ευκαιρία να φύγουμε από τις οθόνες, και θα μας ρίξετε πιο βαθιά. Τίποτα δεν μπορεί ν’ αναπληρώσει τη δυναμική που έχει το ζωντανό δρώμενο στο χώρο. Το σημαντικότερο στοιχείο είναι η δυναμική που δημιουργείται από το κοινό. Εκεί παίζεται όλο το παιχνίδι. Το θέατρο, και δεν το έχω πει εγώ αυτό, είναι αυτό που συμβαίνει ανάμεσα στο κοινό και στην πλατεία. Το γεγονός ότι μέσα σε στη συνθήκη της πανδημίας θα μαζευτούμε 60 άνθρωποι, σίγουρα φτιάχνει μια «συνωμοτική» συνθήκη.
Η παράσταση ήταν προγραμματισμένη για την Άνοιξη του 2020. Ήταν για το Μάρτιο. 18 Μαρτίου και 12 έγινε η καραντίνα. Το ξαναδουλέψαμε τώρα το φθινόπωρο. Γράφτηκαν κάποιες νέες σκηνές, παίζει και η θεματική του κορωνοϊού στο κείμενο. Είναι ένα έργο που κυλάει σε στυλ επιθεώρησης με πολλή μουσική. Με αυτοτελή επεισόδια, είναι όλες σκοτεινές ιστορίες που διαδραματίζονται μέσα στο καλοκαίρι, το ελληνικό καλοκαίρι. Έχει να κάνε με τον έρωτα, με τη διάψευση του έρωτα, με την κουλτούρα του ματσό και με τρελό χιούμορ. Ενώ στην αρχή είχε πολλά στοιχεία documentary, απ’ όπου προέρχομαι εγώ στο τέλος υπερίσχυσε το λογοτεχνικό ύφος της Κιτσοπούλου που έγραψε το κείμενο.
Η επιθεώρηση δεν είναι παρεξηγημένο είδος; Το λέω για να συνεννοούμαστε. Σαν δομή.
Καρτ ποστάλ, δηλαδή εικόνες καλοκαιριού που έχετε βρεθεί μπροστά. Υπάρχουν βιώματα τα οποία χρησιμοποιείς σαν αφετηρία αλλά το έργο είναι καθαρά μυθοπλασία.
Τις καρτ ποστάλ τις στέλνετε σε ξένους ή σε έλληνες;Και στους δύο. Αυτή η φαντασία του καλοκαιριού και των διακοπών ως μια ανάπαυλα στη ζωή μας, μας αφορά όλους.
Παίζεται όμως με τα στερεότυπα; Ναι αλλά τ’ ανατρέπουμε. Η Λένα και εγώ δε φοβόμαστε ν’αναμετρηθούμε μαζί τους, να τ’ αμφισβητήσουμε. Τώρα, αν τα καταφέρνουμε θα το πει ο κόσμος.
Φέτος, δεν έκανα διακοπές και παρακολουθούσα τους πάντες μέσα από τα social media. Πολλές φωτογραφίες έδειχνα ότι το καλοκαίρι τελικά είναι μια κατάκτηση. Ε ναι αυτός ο ναρκισσισμός. Ότι «πάω διακοπές και είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο για τη ζωή μου», από αυτή τη διαπίστωση ξεκίνησε η ιδέα για την παράσταση και αυτό που αναζητούμε είναι για το συμβαίνει σε αυτόν τον μαγικό χρόνο του καλοκαιριού.