Η απάντηση του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη στην επίμονη απαίτηση να «ξεβρωμίσει η πόλη»

Βρέθηκαν ξαφνικά στο μάτι του κυκλώνα. Να τους καταδιώκουν τηλεοπτικά κανάλια και έντυπα για μια δήλωση μετά το «σκάνδαλο» που προκάλεσε η παράσταση στην Πειραματική Σκηνή που διευθύνουν, λόγω της χρήσης αποσπασμάτων από βιβλίο του Σάββα Ξηρού. Το βράδυ της συγκέντρωσης διαμαρτυρίας, κατά της απόφασης να πέσει αιφνιδιαστικά αυλαία στην επίμαχη «Ισορροπία του Nash», έξω από το Εθνικό Θέατρο, ο Πρόδρομος Τσινικόρης ήταν καταβεβλημένος, φανερά σοκαρισμένος. Φαινόταν άυπνος πάνω από 24ωρο.  Ο συγκεντρωμένος κόσμος -ήταν εκκωφαντική η απουσία των καλλιτεχνών και ηθοποιών, το κενό των οποίων κάλυπταν αντεξουσιαστές, αριστεριστές και ολίγοι Συριζαίοι- αναζητούσε τον Ανέστη Αζά.   Την ώρα όμως που ηθοποιοί της παράστασης που προκάλεσε σοκ και δέος στην ελληνική κοινωνία διαπληκτίζονταν με τον αναπληρωτή καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού, Θοδωρή Αμπαζή, ζητώντας είτε την παραίτηση των διευθυντών (και του Στάθη Λιβαθινού) είτε ανάκληση της απόφασης να κατεβεί η «Ισορροπία», ο Αζάς βρισκόταν μακριά. Στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, για τις τελευταίες πρόβες μιας παράστασης ντοκουμέντο για τις ξένες γυναίκες που ζουν ανάμεσά μας ξεβρωμίζοντας τον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο μας. Η παράσταση “Καθαρή Πόλη”, που συνυπογράφουν οι δυο σκηνοθέτες και διευθυντές της Πειραματικής Σκηνής κάνει άλλωστε πρεμιέρα σε λίγες μέρες, στις 3 Φεβρουαρίου. Και οι δυο αποφεύγουν σήμερα να κάνουν κάποιο ειδικό σχόλιο για το νέο κυνήγι μαγισσών που ξεκίνησε.  To βράδυ της Κυριακής πάντως συζήτησαν με το κοινό, αφού πραγματοποιήθηκε στο REX  εκτάκτως, με την άδεια των καλλιτεχνικών διευθυντών του Εθνικού, η τελευταία παράσταση της “Ισορροπίας του Nash”.  

«Σκεφτήκαμε να το πάρουμε αυτό το “ξεβρωμίζω τη χώρα” κυριολεκτικά και να κάνουμε μια παράσταση για αυτούς που καθαρίζουν στην πραγματικότητα τη βρώμα μας. Το ερώτημα ήταν:ποιοί ξεβρωμίζουν τον τόπο, ιδιωτικό και δημόσιο; Σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι ξένες γυναίκες καθαρίστριες», Ανέστης Αζάς.

Η κουβέντα μας επικεντρώνεται  στις γυναίκες που κρατούν καθαρό το χώρο και την χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Εκείνες που εγκατέλειψαν τη γενέτειρά τους, το επάγγελμά τους, ακόμα και τα παιδιά τους και ήρθαν στην Ελλάδα για να εξασφαλίζουν τον καθημερινό επιούσιο.

«Η ιδέα της παράστασης ξεκίνησε πριν από 2 χρόνια, όταν -ιδίως από την πιο δεξιά πλευρά- χρησιμοποιούσαν την ρητορική “να καθαρίσει , να ξεβρωμίσει ο τόπος, η χώρα”, εννοώντας “να φύγουν οι ξένοι”. Και οι δυο έχουμε μεταναστευτικό παρελθόν, έχουμε ζήσει πολύ στο εξωτερικό και έχουμε δουλέψει πολύ εκτός Ελλάδας. Ο Πρόδρομος έχει γεννηθεί από Ελληνες μετανάστες στη Γερμανία. Οπότε το θέμα μας εκνεύριζε πάρα πολύ. Και σκεφτήκαμε να το πάρουμε αυτό το “ξεβρωμίζω τη χώρα” κυριολεκτικά και να κάνουμε μια παράσταση για αυτούς που καθαρίζουν στην πραγματικότητα τη βρώμα μας. Το ερώτημα ήταν:ποιοί ξεβρωμίζουν τον τόπο, ιδιωτικό και δημόσιο; Σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι ξένες γυναίκες καθαρίστριες”, διαπιστώνει ο Ανέστης Αζάς.

Οι πρωταγωνίστριες της παράστασης.

Την έρευνά τους την ξεκινήσαν με συνεντεύξεις ξένων καθαρίστριών. Καταλήξανε σε πέντε μόνο γυναίκες, από την Νότιο Αφρική, τις Φιλιππίνες, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Μολδαβία, που μάλιστα τις φέρνουν και πάνω στη σκηνή. Είναι οι απόλυτες και μοναδικές πρωταγωνίστριες της παράστασης. «Κατά κάποιον τρόπο, εκπροσωπούν τα μεταναστευτικά κύματα και τις μεγαλύτερες μεταναστευτικές κοινότητες που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα. Φυσικά, δεν λέμε ότι είναι 1 προς 1 στατιστικά η αντιστοιχία», διευκρινίζει ο Τσινικόρης.

Η επιλογή των performer έγινε «με το ένστικτο ποιες θα είναι οι καλύτερες στην παράσταση. Είχαμε πάντως κατά νου να εκπροσωπούνται οι μεγάλες μεταναστευτικές κοινότητες», προσθέτει ο Αζάς.

Στην έρευνά τους ανακάλυψαν τις δύσκολες συχνά εργασιακές συνθήκες, τη μαύρη εργασία, τις στερεοτυπικές προκαταλήψεις των Ελλήνων, την αβυσσαλέα ελληνική γραφειοκρατία, την εμφάνιση και Ελληνίδων σε ένα πεδίο από το οποίο μέχρι πρόσφατα μπορούσαν να απέχουν, τη νέα μετανάστευση των μεταναστριών μας, λόγω κρίσης. «Παίζουμε πολύ με τα στερεότυπα. Υπάρχουν στερεότυπα για τις Βουλγάρες, ότι ήρθαν να μας πάρουν τους άνδρες, στερεότυπα για τις Φιλιππινέζες, ότι είναι ευγενικές και ποτέ δεν αντιμιλάνε. Παίζουμε με τα στερεότυπα αυτά και τα ανατρέπουμε. Μας ενδιέφερε η καθαρίστρια ως κάτι άλλο από αυτό που νομίζουμε ότι είναι».

«Επειδή αυτός ο κλάδος εργασίας δεν είναι καταγεγραμμένος, δηλαδή δεν είναι βιομηχανία, και υπάρχουν πολλοί που δουλεύουνε μαύρα, οι περισσότερες γυναίκες, οι οποίες δουλεύουν εσωτερικές, είναι ξένες. Σχεδόν όλες. Υπάρχουν νόμιμα γραφεία ευρέσεως εργασίας, πέρα από τον ΟΑΕΔ, αλλά υπάρχουν και παράνομα γραφεία εργασίας. Η έρευνά μας έφτασε και σ’ αυτά τα γραφεία.»

Τα παράνομα γραφεία ευρέσως εργασίας αποτελούν έναν κεντρικό άξονα: «Μαζεύουν 20 γυναίκες από διάφορες χώρες, πλέον και Ελληνίδες, και τις περνάνε ένα casting, όπως στο στρατό: «από πού είσαι, τι ξέρεις να κάνεις, τι ασθένειες έχεις, δείξε μας τα δόντια σου» και τις παίρνουν μετά για τα σπίτια εσωτερικές. Δηλαδή, υπάρχει μια άλλη μορφή σκλαβοπάζαρου στην όλη ιστορία».

Αζάς δεξιά και Τσινικόρης αριστερά.

Η αρχική σκέψη ήταν να εντάξουνε και την Ελληνίδα καθαρίστρια στην παράσταση. “Πήραμε συνεντεύξεις και από Ελληνίδες, θεωρήσαμε όμως ότι είναι πιο καθαρό το concept αν στήσουμε ένα αντιρατσιστικό έργο για τη γυναίκα μετανάστρια, την οποία σχεδόν την ξεχνάμε συζητώντας στη δημόσια σφαίρα. Γιατί όταν λέμε μετανάστες έχουμε το νου στραμμένο στους άνδρες. Θέλαμε όμως να ρίξουμε το βλέμμα μας στον κόσμο που φέρνουν αυτές οι γυναίκες», υπογραμμίζει ο Αζάς.

Τα παράνομα γραφεία ευρέσως εργασίας αποτελούν έναν κεντρικό άξονα: «Μαζεύουν 20 γυναίκες από διάφορες χώρες, πλέον και Ελληνίδες, και τις περνάνε ένα casting, όπως στο στρατό: «από πού είσαι, τι ξέρεις να κάνεις, τι ασθένειες έχεις, δείξε μας τα δόντια σου» και τις παίρνουν μετά για τα σπίτια εσωτερικές. Δηλαδή, υπάρχει μια άλλη μορφή σκλαβοπάζαρου στην όλη ιστορία».

Όλες τους είναι μητέρες. «Κάποιες γέννησαν τα παιδιά τους εδώ και τα μεγαλώνουν στη χώρα. Κάποιες ήρθαν με τα παιδιά μικρά, όπως η Ντρίτα, η μαμά του Ενκε Φεζολάρι, που είναι στην παράσταση μαζί μας».

Η κόρη της Μέιμπελ, από τη Νότιο Αφρική, είναι στην Εθνική Ελλάδας μπάσκετ. Η Ροζίτσα αποχωρίστηκε τα παιδιά της και τα μεγάλωσε η γιαγιά στη Βουλγαρία. Και η Βαλεντίνα αναγκάστηκε και άφησε πίσω την κόρη της.

«Ο άξονας αυτός είναι μητέρες σε σχέση με τα παιδιά, αλλά και με το πώς αυτές οι μετανάστριες αλλάζουν τον κόσμο. Και επειδή το έργο είναι συμπαραγωγή με το Μόναχο -θα παιχτεί και στο Kammerspiele- και είμαστε σε μια Ευρώπη που ανεβαίνει η ακροδεξιά, θεωρήσαμε ενστικτωδώς ότι σε αυτή τη συγκυρία το έργο πρέπει να επικεντρωθεί στις ξένες καθαρίστριες.»

Στην έρευνά τους, το πόρισμα για το μορφωτικό επίπεδο των γυναικών που μας ξεβρωμίζουν και τις οποίες υποτιμούμε ήταν απρόσμενο. «Το μορφωτικό επίπεδο των καθαριστριών είναι υψηλό», υπογραμμίζει ο Αζάς. «Γνωρίζουμε αυτές τις γυναίκες ως χώρες καταγωγής, δηλαδή δεν λέμε το όνομά τους, λέμε «η Φιλιππινέζα» ή «έχω μια Βουλγάρα», αδιαφορώντας για τις ιστορίες τους. Διότι οι περισσότερες αναγκάστηκαν να έρθουν, επειδή κατέρρευσε ένα καθεστώς ή επειδή τις κυνηγήσανε στη χώρας τους», προσθέτει ο Τσινικόρης.

Η Φρέντα από τις Φιλιππίνες είναι αρχιτεκτόνισσα, η μητέρα του Ενκε Φεζολάρι υπήρξε καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Κόμματος, δίδασκε μαρξιστική ιδεολογία στα κυβερνητικά στελέχη, , η Ροζίτσα ήταν πετυχημένη ασφαλίστρια σε ασφαλιστική, η Βαλεντίνα από τη Μολδαβία μουσικός κι η Μέιμπελ μοντέλο στη Νότιο Αφρική.

«Αποκαλύπτουμε και την παλιά ζωή τους και όσα εξαναγκάστηκαν να κάνουν ερχόμενες στη χώρα για τα παιδιά τους, κυρίως. Γιατί το κοινό στοιχείο που έχει η γυναικεία εργατική μετανάστευση , σε αντίθεση με τους άνδρες, είναι ότι θυσιάζεται για τα παιδιά της. Είναι αυτή που βάζει τα όνειρά της στην άκρη για αυτά».

Η Ροζίτσα, η Βουλγάρα καθαρίστρια της Στέγης, ένα βράδυ προτού πάρει το λεωφορείο για την Ελλάδα, είπε στον άνδρα της «εγώ φεύγω, εσύ δεν μπορεί να συντηρήσεις την οικογένειά σου, θα φορέσω εγώ τα παντελόνια». Το είπε και το έκανε. Πήρε ένα λεωφορείο και μέσω Γιουγκοσλαβίας, Ιταλίας, Αυστρίας, έφτασε στην Ηγουμενίτσα, και από εκεί τελικά στην Ομόνοια. Τότε ακόμα δεν είχε μπει στην Ε.Ε η Βουλγαρία και ήτανε παράνομη.

Ο Ανέστης παροτρύνει τον Πρόδρομο:«Πες κι εσύ τη δική σου ιστορία». «Η δικιά μου η γιαγιά ήταν καθαρίστρια στο Βούπερταλ. Δούλευε στη Johnson &Johnson. Θυσιάστηκε όχι μονάχα για τα δικά της τα παιδιά αλλά και για μένα, δηλαδή η γιαγιά μου με μεγάλωσε. Αυτό θυμάμαι. Δούλευε το πρωί καθαρίστρια και μετά πρόσεχε εμένα και την αδελφή μου. Ακόμα και το τι θα τρώγαμε αποφασιζόταν βάσει των δικών μας ορέξεων και όχι των δικών της.Οπότε, η παράσταση είναι ένας φόρος τιμή σε όλες αυτές τις γυναίκες. Κι αυτό που τελικά θέλουμε είναι να δείξουμε το πρόσωπο αυτών των γυναικών. Οι ξένοι, ενώ είναι ένα 10% του πληθυσμού,δεν καταλαμβάνουν το χώρο που τους αναλογεί στη δημόσια σφαίρα. Δεν υπάρχουν ξένοι πολιτικοί, δεν υπάρχουν ξένοι παρουσιαστές στην τηλεόραση, ξένοι δημοσιογράφοι -ήταν μόνο ο Καπλάνι που έφυγε για την Αμερική. Οπότε σε αυτούς τους ξένους που δεν έχουν ένα βήμα να μιλήσουν στην τηλεόραση ή αλλού, δίνουμε φωνή. Οι ξένοι είναι καλοί μόνο όταν βάζουν γκολ σε μια αθλητική ομάδα ή όταν φέρνουν τα μετάλλια στην Ελλάδα».

Ο Αζάς θέλει να διευκρινίσει όπως « δεν επιδιώκουμε να δείξουμε τον μετανάστη ως θύμα, αλλά ως ενεργό υποκείμενο. Όλο το θέμα είναι πως οι γυναίκες αυτές με τη βιογραφία τους αλλάζουν τη χώρα, αλλάζουν τον κόσμο και τι σημαίνει αυτό ειδικά στην ελληνική πραγματικότητα με τις ιδιαιτερότητές της».

«Το μορφωτικό επίπεδο των καθαριστριών είναι υψηλό», υπογραμμίζει ο Αζάς. «Γνωρίζουμε αυτές τις γυναίκες ως χώρες καταγωγής, δηλαδή δεν λέμε το όνομά τους, λέμε «η Φιλιππινέζα» ή «έχω μια Βουλγάρα», αδιαφορώντας για τις ιστορίες τους. Διότι οι περισσότερες αναγκάστηκαν να έρθουν, επειδή κατέρρευσε ένα καθεστώς ή επειδή τις κυνηγήσανε στη χώρας τους», προσθέτει ο Τσινικόρης.

Οι γυναίκες αυτές περνάνε καλά στην Ελλάδα; «Μας ενδιαφέρει πάντα να έχουμε ένα τρισδιάστατο μοτίβο», απαντά ο Αζάς. «Εχουμε και την οπτική ότι η Ελλάδα είναι παράδεισος, και την οπτική γωνία ότι η Ελλάδα είναι φυλακή, ένας εγκλωβισμός, μέσα από τον οποίο δεν μπορούν να ξεφύγουν, να πάνε παραπέρα. Εχουμε και το ότι η μετανάστευση εδώ ήταν ένα όχημα για μια προσωπική χειραφέτηση, αλλά έχουμε και την οπτική ότι κανείς δεν θέλει όλη του τη ζωή να καθαρίζει. Οπότε η παράσταση είναι ένα πορτρέτο της Ελλάδας από την οπτική γωνία των ξένων».

Δεν έχουν αποδεχτεί τη μοίρα τους όλες οι γυναίκες. «Ανάλογα με την ηλικία. Η Φρέντα, η 37χρονη φιλιππινέζα αρχιτεκτόνισσα , δεν έχει συμφιλιωθεί, το παλεύει. Ηρθε το 2004 με άλλες προοπτικές στη χώρα. Η Ελλάδα του 2004 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 2016. Και είναι εγκλωβισμένη».

Η παράσταση μπορεί να μην θέλει να καταγγείλει τα κακώς κείμενα: «το «καταγγέλουν» δεν είναι τόσο καλή λέξη», λένε οι δυο σκηνοθέτες. « Στην παράσταση υπάρχουν οι επιχειρήσεις σκούπας, τα πογκρόμ, η γραφειοκρατία και η διαφθορά στην Πέτρου Ράλλη. Αλλά δεν καταγγέλουμε, απλώς φέρνουμε στη σκηνή».

Παρόλα αυτά, βγάζει ειδήσεις: η Ελλάδα πια δεν προσελκύει ξένο εργατικό δυναμικό και Ελληνίδες με πτυχία αναζητάνε πλέον δουλειά καθαρίστριας.

«Ακόμα και οι Φιλιππινέζοι, με το καλύτερο σωματείο μεταξύ των αλλοδαπών εργαζομένων στη χώρα, εγκαταλείπουν σταθερά την Ελλάδα. Σε νέα γη της επαγγελίας έχει αναδειχθεί ο Καναδάς. Κανείς δεν θέλει να πάει στην υπόλοιπη Ευρώπη, τη Γερμανία… Στον οικοδομικό κλάδο η ανεργία είναι μεγάλη, στους ξένους λοιπόν το ψωμί στο σπίτι το φέρνουν οι γυναίκες. Η δε αύξηση στο τομέα της καθαριότητας που αυξήθηκε κατά 20% αφορά μόνο τις Ελληνίδες.».

Του κύκλου τα γυρίσματα. Αυτή τη στιγμή διαπιστώνεται έλλειψη προσωπικού στον τομέα της καθαριότητας. «Τη δεκαετία του ‘90 και μέχρι τις αρχές του 2000, ακόμα και η μεσοαστική οικογένεια είχε μια γυναίκα σπίτι. Αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή από το ‘80, με τη Φιλιππινέζα στην Εκάλη, και απ’ τη φούσκα του 90, που η γυναίκα, έστω μια φορά τη βδομάδα, ήταν μια πολυτέλεια που μπορούσαν όλοι να σηκώσουν».

Μπορεί ο κλάδος να βρίσκεται σε μεγάλη ύφεση αλλά ακριβώς αυτός είναι ο παράγων που φέρνει πολύ κοντά αυτές τις γυναίκες με τον Ελληνα. “Οι φόβοι και οι αγωνίες που εκφράζουν αυτές οι γυναίκες επί σκηνής είναι οι ίδιες που μπορεί να έχει κάθε Έλληνας σήμερα. Όπως, για παράδειγμα, η αγωνία «να πρέπει να στείλω το παιδί μου στο εξωτερικό;». Το φαινόμενο της διπλής μετανάστευσης με γυναίκες που είναι εδώ και στέλνουν τα παιδιά τους έξω, έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Υπάρχει κάτι κοινό και στο εργασιακό μαζί τους. Είναι γυναίκες που έχουν κάποια ένσημα αλλά δεν θα πάρουν σύνταξη ποτέ. Αυτό είναι κάτι με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ κι εγώ και ο Ανέστης».

«Αυτό το έργο είναι πραγματικά το πιο παγκόσμιο που έχουμε κάνει ποτέ. Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε, δηλαδή, ασχοληθεί τόσο πολύ με global θέματα», προσθέτει ο Αζάς. «Ξεκινά για την ελληνική κατάσταση, αλλά τελικά μιλά για πολύ περισσότερα πράγματα. Που δεν είναι αυστηρά ελληνικά. Εχεις την Μέμπελ, η οποία παιδί έζησε τα riots κατά του Απαρτχάιντ, με τον Μαντέλα. Εχεις όλη την ιστορία της χρεοκοπίας των χωρών του πρώην ανατολικού μπλόκ, που θυμίζει τη δική μας πορεία. Υπάρχουν πολλά σημεία ταύτισης. Ναι μεν μιλάμε για την Ελλάδα και ξεκινάμε από την Ελλάδα, αλλά τελικά η μοίρα των ανθρώπων που διαγράφεται στις αφηγήσεις της παράσταση έχει να κάνει με κάτι πολύ μεγαλύτερο: με το τι γίνεται σε αυτό τον κόσμο στην προσπάθειά μας να καλυτερέψουμε τη ζωή μας.Κι αυτό ενώ βρίσκομαι σε μια χώρα που είναι transit, ένα εργαστήριο συνεχών αλλαγών και νεοφιλελεύθερων πειραματισμών. Αυτό που βλέπουμε μέσα από το έργο είναι εντέλει τι σημαίνει εργαζόμενος σήμερα σε αυτόν τον κόσμο και ιδίως σε πεδία εργασιακά που αποφεύγει ο Έλληνας».

«Οι καλλιτέχνες υποστηρίζουν τον Λούκο όχι γιατί τους έδωσε ψωμί, σιγά τα λεφτά που έχουμε πάρει από το Φεστιβάλ. Ο Λούκος έφτιαξε κάτι με συνέχεια. Οι blitz, οι Vasistas, ο Κακάλας, ο Καλαβριανός, η Κιτσοπούλου δουλεύουν στο εξωτερικό. Αυτό δεν υπήρχε πριν. Συγνώμη!».

Σχεδόν κάθε καλοκαίρι παρουσιάζαν μια παράστασή τους στο Φεστιβάλ Αθηνών. Φέτος, μετά την αποπομπή του Γιώργου Λούκου, τι σκοπεύουν να κάνουν; «Διακοπές», απαντάνε με μια φωνή. «Από τότε που ανέλαβε ο Λούκος είχαμε κάνει τρεις παραγωγές. Αλλά ακόμα και όταν δεν είχαμε παραγωγές οι ίδιοι καθόμασταν όλο το καλοκαίρι στην Αθήνα για να δούμε παραστάσεις του Φεστιβάλ».

Αν ο νέος πρόεδρος του Φεστιβάλ τους καλέσει για να συνεργαστούν τι θα κάνουν; «Αρχές Νοεμβρίου έχουμε παράσταση στο Βερολίνο. Επίσης πρέπει να αφοσιωθούμε στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού, που είναι η προρατειότητά μας».

Αυτό που τους ενόχλησε δεν είναι η απομάκρυνση του Λούκου, αλλά ο τρόπος που έγινε: «Είναι ένας άνθρωπος που έχει προσφέρει στον ελληνικό πολιτισμό περισσότερα απ’ό,τι το υπουργείο Πολιτισμού. Φυσικά, δικαιούται το υπουργείο, μετά από μια δεκαετία να πει «θέλουμε κάποιον άλλο, κάτι άλλο». Αυτό είναι λογικό, και αν συνέβαινε, θα το δεχόμασταν όλοι. Η θητεία του Λούκου έτσι κι αλλιώς έληγε τον Μάρτη. Αλλά σε τσαντίζει ο τρόπος που γίνανε τελικά τα πράγματα. Αυτό που συνέβη δεν άξιζε να το πάθει ο Γιώργος Λούκος με όσα πρόσφερε. Τελικά, τίποτα δεν αναγνωρίζεται σε αυτή τη χώρα;».

Ο Λούκος, συνεχίζει ο Αζάς, «άλλαξε όλο το ελληνικό θέατρο. Αν δεις το πρόγραμμα του 2004 έχει 5 μεταφράσεις του Γεωργουσόπουλου. Είναι λογικό αφού έχει συμφέρον να αντιδρά και εναντιώνεται στο Λούκο».

«Ο Λούκος δεν άλλαξε μόνο το ελληνικό Φεστιβάλ Ο Λούκος άλλαξε το ελληνικό θέατρο. Εκπαίδευσε το κοινό σε διαφορετικά ρεύματα, τάσεις, από την άλλη απελευθέρωσε τους καλλιτέχνες, οι οποίοι είδαν πράγματα που δεν μπορούσαν να δούνε και αποφάσισαν να κάνουν κάτι άλλο στη σταδιοδρομία τους. Και είναι αυτοί οι καλλιτέχνες που αντιπροσωπεύουν την Ελλάδα στο εξωτερικό. Οι παραστάσεις του Ηρωδείου δεν άφησαν μια κληρονομιά. Μια παράσταση στο Ηρώδειο, είτε ήταν τα Μπεζάρ , είτε τα Μπολσόι, δεν δημιουργούν ρεύμα , όπως η Πειραιώς», συνεχίζει ο Τσινικόρης «Οι καλλιτέχνες υποστηρίζουν τον Λούκο όχι γιατί τους έδωσε ψωμί, σιγά τα λεφτά που έχουμε πάρει από το Φεστιβάλ. Ο Λούκος έφτιαξε κάτι με συνέχεια. Οι blitz, οι Vasistas, ο Κακάλας, ο Καλαβριανός, η Κιτσοπούλου δουλεύουν στο εξωτερικό. Αυτό δεν υπήρχε πριν. Συγνώμη!».

Περιμένανε ποτέ ο Στάθης Λιβαθινός να τους προτείνει να ηνία της να σα Πειραματική; « Ηταν μεγάλη έκπληξη. Θέλουμε να ανοίξουμε διαύλους με την κοινωνία και προσπαθούμε να βλέπουμε όσο περισσότερο θέατρο μπορούμε για να ανακαλύψουμε νέες ομάδες. για να αντιδράμε σε όσα συμβαίνουν στην πραγματικότητα».

Με αυτό το σκεπτικό, στις 24 Φεβρουαρίου έχουν καλέσει την Πάολα Ρεβενιώτη να παρουσιάσει τα Καλιαρντά και το ντοκιμαντέρ της για δικαιώματα της κοινότητας LGBT, με αφορμή το Σύμφωνο Συμβίωσης. «’Εχουμε σκεφτεί και να βγει το θέατρο στο δρόμο γιατί θεωρούμε ότι το θέατρο είναι ο κατεξοχήν χώρος για να συνεχίσεις το δημόσιο διάλογο. Την Πειραματική εξάλλου δεν την βλέπουμε ως μέσο προώθησης της δικιάς μας δουλειάς».


Καθαρή Πόλη των Ανέστη Αζά -Πρόδρομου Τσινικόρη, στη Στέγη Γραμματων και Τεχνών , από 3-14 Φεβρουαρίου.Σκηνοθεσία & δραματουργία: Ανέστης Αζάς, Πρόδρομος Τσινικόρης. Παίζουν: Mabel Mosana, Rositsa Pandalieva, Fredalyn Resurreccion, Drita Shehi, Valentina Ursache.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη