Έχει μόλις βραβευτεί με το βελγικό αντίστοιχο του Όσκαρ, το κινηματογραφικό βραβείο Magritte για το β’ γυναικείο ρόλο για την ερμηνεία της στην ταινία Noces του Stephan Streker– πολύ μεγάλη διάκριση, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι οι συνυποψήφιές της ήταν σημαντικότατες ηθοποιοί του γαλλόφωνου σινεμά. Η ίδια είναι πολύ ήρεμη. Άλλωστε στην Ελλάδα λίγοι έχουν πάρει είδηση τι έχει συμβεί.
Είναι η Ωρόρα Μαριόν, ηθοποιός με μικτή καταγωγή από την Ελλάδα, το Βέλγιο και τη Ρουάντα. Κόρη ηθοποιών: πατέρας της είναι ο Κώστας Αρζόγλου. Η βράβευση έγινε αργά βράδυ Σαββάτου, κι όπως είχαμε κανονίσει, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, βρισκόμαστε νωρίς το απόγευμα στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη. Λίγο πιο πέρα μαίνεται το συλλαλητήριο. Η στιγμή της αναγγελίας τη βρήκε στη σκηνή του Θεάτρου Δημήτρης Χορν, όπου παίζει στον Αύγουστο του Τρέισι Λετς το ρόλο μιας Ινδιάνας υπηρέτριας. Η ψυχραιμία της εκπλήσσει.
Να ξεκινήσουμε από το βραβείο λόγω επικαιρότητας; Είναι και η πρώτη συνέντευξη που δίνεις μετά! Είναι η πρώτη, ναι! Η αλήθεια είναι πως δεν το έχω καταλάβει ακόμα. Βέβαια δεν έχω καταλάβει καν πως ήμουν υποψήφια μαζί με τις τρεις αυτές σπουδαίες ηθοποιούς. Οπότε όταν το έμαθα χθες…
Τι ώρα βγήκε το αποτέλεσμα; Βγήκε την ώρα της υπόκλισης! Είμαι σίγουρη. Δεν μπορούσα να πάω στη βράβευση γιατί έπαιζα στον Αύγουστο. Για μένα η χειρότερη στιγμή σε μια παράσταση είναι η υπόκλιση. Στην υπόκλιση λοιπόν με έπιασε νευρικό γέλιο – συνήθως δεν γελάω πολύ. Ανεβαίνω στο καμαρίνι μου και βλέπω τα μηνύματα, κι είχαν περάσει πέντε λεπτά, οπότε ήταν ακριβώς εκείνη τη στιγμή. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Πρέπει να πάω αύριο να το δω από κοντά! Κι αυτό θα κάνω.
Και τη δική μου υπόκλιση, λοιπόν! Συγχαρητήρια! Ήδη, για όσους δεν ξέρουν τις συνυποψήφιές σου, η υποψηφιότητά σου, ανάμεσα σε τέτοια ονόματα, δεν είναι κάτι που γίνεται κάθε μέρα. Δεν αντιλέγω. Αλλά η αλήθεια είναι ότι ένα βραβείο είναι κάτι λίγο αστείο. Αυτή η ταινία γυρίστηκε το 2015. Έκανε τον κύκλο της: μια ταινία ταξιδεύει, πάει σε φεστιβάλ όπου παίρνει ή δεν παίρνει βραβεία, μετά βγαίνει στις αίθουσες , και μετά είναι οι υποψηφιότητες γι αυτά τα βραβεία. Πέρασαν σχεδόν τρία χρόνια από τότε. Προφανώς σημαδεύει το βραβείο την πορεία μου, και την προσωπική και την επαγγελματική. Αλλά δεν ξέρω αν είναι ο καλύτερος ρόλος που έχω κάνει ποτέ. Ούτε ο μεγαλύτερος – γιατί είναι δεύτερος ρόλος, πολύ λίγες μέρες γύρισμα είχα γι αυτό. Αλλά σημαδεύει κάτι. Είναι μια ευκαιρία για μένα να κάνω κάποια βήματα πίσω, και να δω τι έχω κάνει μέχρι τώρα: δέκα ταινίες μεγάλου μήκους, ένδεκα παραστάσεις, έξι ταινίες μικρού μήκους. Κι είναι η δεύτερη φορά που ήμουν υποψήφια σε αυτά τα βραβεία– ήμουν και για την πρώτη-πρώτη μου δουλειά, για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης, για την ταινία της Σαντάλ Άκκερμαν. Πέρασαν πέντε χρόνια από τότε, κι έχω κάνει όλα αυτά. Δεν είναι λοιπόν το βραβείο για τη συγκεκριμένη ταινία, είναι ότι κάπως καλή πρέπει να ήμουν – γιατί ξέρεις τι λένε για τα βραβεία, ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο lobbying.
Ήταν το δικό σου; Εγώ δεν έχω κάποια σοβαρή πρόταση να με ακολουθεί ή να με συνοδεύει, ώστε κάποιοι από την Ακαδημία να έχουν κάποιο συμφέρον να με ψηφίσουν. Δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο! Οπότε ψηφίστηκα από την Ακαδημία γι αυτό που έκανα. Και για το ρόλο στο Noces του Stephan Streker, αλλά και ως ευκαιρία να κοιτάξω από πού προέρχομαι και τι έχω κάνει. Τελευταία έχω κάνει πολύ θέατρο, και μάλλον μου λείπει πολύ ο κινηματογράφος. Μάλλον με ζητάει πίσω! Μάλλον προς εκεί θέλω περισσότερο να είναι τα επόμενα βήματα. Ίσως βέβαια αν δεν είχα κάνει τόσο θέατρο δεν θα είχα αυτή την παιδεία, γιατί δραματική σχολή δεν έχω πάει. Η παιδεία μου ήταν άμεση. Η ταινία έχει μια άλλη ζωή. Οι πρόβες είναι εντελώς διαφορετικές. Το γύρισμα δεν είναι σαν παράσταση. Και το τελικό προϊόν, την ταινία, τη βλέπεις κι εσύ μαζί με το κοινό – τελείως άλλο πράγμα…
Από την άλλη, είσαι πολύ νέο κορίτσι για να αυτοβιογραφείσαι ήδη. Έχεις καιρό γι αυτό. Αλήθεια είναι. Απλώς ζούμε σε μια κοινωνία της κατανάλωσης, όπου δεν έχουμε ποτέ αρκετά. Θέλουμε περισσότερα λεφτά, περισσότερες δουλειές. Εγώ θέλω να απομακρυνθώ από αυτό το σκεπτικό, και να είμαι ευχαριστημένη με αυτά που έχω ως τώρα. Γιατί επειδή προφανώς κι εγώ από την ίδια κοινωνία προέρχομαι, λέω συνεχώς: Πρέπει να κάνω δουλειές, πρέπει να βρω ρόλους, πρέπει να βρω λεφτά να πληρώσω το δάνειό μου, να φάω…
Κάτι έχω κι εγώ υπόψιν μου… Είναι αναπόφευκτο. Αλλά δεν θέλω να με ρουφάει αυτό το σύστημα. Είναι λοιπόν νωρίς για αυτοβιογραφία. Θέλω να πάρω γενικά το χρόνο μου, και το χώρο μου. Το βραβείο είναι απλά μια τονωτική ένεση. Σαν να μου λένε: Συνέχισε. Κάνε κι άλλα βήματα. Πόσα έχεις κάνει; Κάνε κι άλλα, μπροστά. Μου δίνει φόρα. Χωρίς να βιάζομαι όμως.
Η υποκριτική σου προέκυψε λόγω γονέων; Την είχες πάντα στο μυαλό σου; Το σκεφτόμουν τις προάλλες. Έχω μια φίλη που κάνει design επίπλων. Ε, ο πατέρας της έφτιαχνε έπιπλα. Είναι η συνέχειά του. Σε άλλη ειδικότητα, γιατί εκείνη τα σχεδιάζει ενώ ο πατέρας της τα κατασκευάζει. Αλλά σίγουρα επηρεαζόμαστε από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε. Κι εγώ μεγάλωσα με μάνα ηθοποιό και πατέρα ηθοποιό. Ο καθένας στη χώρα του.
Η μητέρα σου έχει έδρα το Βέλγιο; Εκεί δουλεύει; Βέλγιο – Ελβετία – Γαλλία. Γαλλόφωνες χώρες. Κι ο πατέρας μου εδώ. Οπότε ναι, σίγουρα έχω επηρεαστεί. Όπως όλοι. Πόσοι δεν γίνονται δικηγόροι επειδή έχουν δύο γονείς δικηγόρους; Επειδή το ξέρουν πολύ καλά το επάγγελμα – κι εγώ το έχω ζήσει, με τα ύψη του και τα βάθη του, ξέρω πόσο άσχημα μπορεί να είναι, αλλά ξέρω πια και πόσο όμορφα – προσπάθησαν να με κάνουν να το ξανασκεφτώ, να βρω κάτι πιο σίγουρο, αλλά δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι άλλο. Αυτό ήθελα.
Θυμάσαι πότε το κατάλαβες ότι αυτό θα κάνεις; Υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Μπορεί να άλλαζα επάγγελμα με την κάθε καινούρια Barbie, αλλά μιλάμε για τόσο νωρίς! Αλλιώς η υποκριτική ήταν εκεί από την αρχή. Γιατί μόνο αυτό θαύμαζα και ζήλευα! Ήμουν θεατής σε πολλά. Τις παραστάσεις του πατέρα μου τις έχω δει όλες από πάνω από είκοσι φορές. Θα μπορούσα να πάω παίξω στην πλατεία, αλλά όχι. Ασχολιόμουν. Καθόμουν στο θέατρο και τις ξανάβλεπα. Ξανά και ξανά.
Πώς μοίρασες τη ζωή σου ανάμεσα στις δύο χώρες; Ακόμα τη μοιράζω. Οι γονείς μου χώρισαν πριν γεννηθώ. Μεγάλωσα με τη μητέρα μου. Αλλά από τριών χρονών έπαιρνα το αεροπλάνο για να δω τον πατέρα μου τα καλοκαίρια, τα Χριστούγεννα, 2-3 φορές το χρόνο. Έτσι μεγάλωσα μέχρι τα 17 που τελείωσα το Λύκειο – όχι επειδή ήμουνα έξυπνη, απλώς γεννήθηκα στο τέλος της χρονιάς, οπότε το τελείωσα στα 17 – κι επειδή ήμουνα λίγο δύσκολο παιδί στην εφηβεία, η μητέρα μου με έστειλε στον πατέρα μου να περιμένω να περιμένω τα 18 μου για να κάνω ό,τι θέλω! Κι εδώ δούλεψα σαν βοηθός σκηνοθέτη σε ένα σήριαλ.
Ποιο; Απαγορευμένη Αγάπη! Εκεί περίμενα να γίνω 18. Μόλις έγινα, το Δεκέμβρη, ήδη το Γενάρη είχα φύγει στο Λονδίνο. Έμεινα εκεί οκτώ χρόνια, και από εκεί ήρθα και είμαι εδώ.
Καλλιτεχνικά πού έχεις δουλέψει πιο πολύ; Τώρα που έκανα ανασκόπηση είδα πως μοιράζονται πολύ ίσα οι δουλειές που έχω κάνει. Εδώ έχω κάνει πιο πολύ θέατρο, λίγες παραστάσεις έχω κάνει στην Αγγλία και το Βέλγιο. Ταινίες, περισσότερο στο Βέλγιο και Γαλλία. Αλλά έχω κάνει κι εδώ.
Το γεγονός ότι για τα ελληνικά δεδομένα η εμφάνισή σου έχει κάτι εξωτικό, οδηγεί πάντα στο να σε σκέφτονται για τέτοιους ρόλους, ή τα μυαλά είναι ανοιχτά και σου δίνουν και ρόλους ανεξαρτήτως εμφάνισης; Βλέπω τα πράγματα να αλλάζουν σιγά-σιγά. Δεν ξέρω τι έκταση θα πάρει αυτό. Αλλά συνέχεια, και στο Βέλγιο, και στη Γαλλία, και εδώ, με παίρνανε πάντα για τις μειονότητες. Το θύμα trafficking, τη μετανάστρια, τη γύφτισσα, τη μάγισσα, την ινδιάνα. Πάντα έπαιζα τέτοιους ρόλους. Και το βραβείο που πήρα, είναι για το ρόλο μιας Πακιστανής! Και μάλιστα έπρεπε να μάθω και urdu! Δεν νομίζω πως τα συγκράτησα για πολύ, αλλά πάντως στο γύρισμα έπαιξα μια φορά όλη τη σκηνή στα urdu, μια φορά στα γαλλικά, και μια φορά με κάποιες λέξεις στα urdu. Πάντα έχω παίξει μια άλλη, μια πολύ συγκεκριμένη φυλή.
Εσύ τι είσαι; Εγώ δεν είμαι κάτι συγκεκριμένο, είμαι λίγο ελληνίδα, λίγο από τη Ρουάντα, λίγο βελγίδα, κι έχω μεγαλώσει μόνη μου στην Αγγλία. Ένα μικρό χάος! Όμως στην ταινία του Νίκου Κορνήλιου που γυρίστηκε πέρυσι και δεν έχει βγει ακόμα γιατί περιμένουμε κάποιες απαντήσεις, ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα τον εαυτό μου στον κινηματογράφο! Δεν έπαιξα τη μισή καμποτζιανή, αλλα τον εαυτό μου! Δεν έπρεπε να δικαιολογήσω γιατί μιλάω έτσι, αλλά να είμαι αυτή που είμαι: μεγάλωσα στο Βέλγιο κι ο πατέρας μου είναι έλληνας. Αυτό! Κι επίσης για πρώτη φορά έπαιξα στον Κοριολανό σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Διαμαντή, που επίσης δεν με πήρε να παίξω την ξένη. Είναι οι δύο πρώτες μου εμπειρίες όπου δεν με πήραν επειδή ήμουν διαφορετική από τους υπόλοιπους. Και βλέπω κι άλλους με διαφορετική καταγωγή να παίζουν το ρόλο του ανθρώπου δίπλα μας, που δεν χρειάζεται να φέρει μια ολόκληρη ιστορία κι ένα τραύμα. Ελπίζω να συνεχιστεί αυτό. Και χτες το σκεφτόμουν. Ελπίζω ότι πια δεν χρειάζεται να μπω σε ένα κουτί, ότι είμαι «αυτό». Είμαι εγώ. Δεν με ενοχλεί βέβαια, γιατί με αυτό τον τρόπο έχω ζήσει πολλές ζωές. Έχω ασχοληθεί με πολλές ιστορίες, από άλλες γωνιές του κόσμου που δεν ήξερα.
Εσύ, ως Ωρόρα, αισθάνεσαι να ανήκεις με ένα τρόπο σε μια μειοψηφία; Άνθρωπος είμαι. Δεν ξέρω τι σημαίνει «η πατρίδα μου». Δεν ξέρω τι βάρος έχει αυτό. Εγώ νιώθω καλά παντού. Προσαρμόζομαι. Και δεν νομίζω ότι ανήκω σε μια μειοψηφία. Λεγόμαστε third culture kids! Υπάρχουν πολλές τέτοιες ομάδες. Έχουν μεγαλώσει εδώ, οι γονείς τους είναι από εκεί, έχουν ταξιδέψει… Είναι σαν εμένα, λίγο μπερδεμένοι, αλλά είναι καλά με τον εαυτό τους, γιατί βλέπουμε τον άνθρωπο στον άλλο. Δεν βλέπουμε εθνικότητα. Καθόλου. Δεν μας ενδιαφέρει.
Ως καλλιτέχνης, ως αυτό που επέλεξες να είσαι, αισθάνεσαι μειοψηφία; Όλοι οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί. Μέσα σε μια θεατρική ομάδα υπάρχουν πολύ μεγάλες συζητήσεις. Με τη Μαρία Πρωτόπαππα ή με τον Κώστα Ανταλόπουλο όταν είμαστε στις κουίντες ή τα καμαρίνια, πιάνουμε κουβέντα για διάφορα θέματα που είναι πολύ βαθιά, μεγάλα θέματα, που είναι αυτά που έχουμε κοινά. Την ελευθερία, την αγάπη, τα μεγάλα ζητήματα που δεν μπορώ να τα συζητήσω με οποιονδήποτε. Έχω λοιπόν ένα κοινό με αυτούς τους ανθρώπους. Δεν νιώθω λοιπόν μειοψηφία. Δεν σκέφτομαι καν έτσι. Υπάρχουν κομμάτια δικά μου που μπορώ να τα εξερευνήσω με συγκεκριμένους ανθρώπους. Με άλλους θα πάω για ποτό, με άλλους θα μιλήσω για τέχνη, με άλλους για συναισθήματα, για τεχνικές υποκριτικής, με άλλους για το σώμα και το πώς αντιδρά. Η τελευταία μου μεγάλη ασχολία είναι αυτή.
Δηλαδή; Νομίζουμε πως όλα σταματάνε σε μια εικόνα. Ότι όλα είναι δισδιάστατα. Ασχολούμαστε πολύ με την εμφάνιση, και δεν συνειδητοποιούμε ότι υπάρχει κι ένα σώμα που έχει βάθος, δεν είναι μόνο το δέρμα που τα καλύπτει, έχει όργανα. Κι αυτά υποφέρουν από όσα γίνονται γύρω σου. Παρατηρώ τους ανθρώπους, όλοι με το κεφάλι σκυμμένο πάνω από μια οθόνη: και πάλι στην επιφάνεια, στο επίπεδο της εικόνας. Τώρα ασχολούμαι με πράγματα που βρίσκονται πιο βαθιά. Το μεγαλύτερο μέρος του σώματός μας είναι κάτω από το κεφάλι, δεν είναι εδώ, στη σκέψη. Κι αυτό το μέρος εκφράζεται, και δεν το ακούμε καθόλου. Όσα λοιπόν με απασχολούν, επειδή αυτές τις μέρες το δεύτερο σπίτι μου είναι το Θέατρο Δημήτρης Χορν, εκεί τα συζητάω. Δεν λέω τα ίδια με όλους. Όλοι είναι πια αγαπημένα πρόσωπα, και πολύ καλοί ηθοποιοί που θαυμάζω. Ο καθένας έχει τη δική του πορεία και το δικό του τρόπο έκφρασης, άλλα μυαλά… Είναι πολύ πλούσια εμπειρία. Τελικά νιώθω ότι ανήκω στον άνθρωπο. Και θέλω να δώσω μεγαλύτερη σημασία στο βάθος παρά στην εμφάνιση.
Και τα επόμενα σχέδιά σου, ως βραβευμένη ηθοποιός; Αναρωτιέμαι κι εγώ! (Γέλια) Ήμουν υποψήφια, και δεν έχει αλλάξει κάτι στην καριέρα μου. Τώρα ως βραβευμένη, δεν ξέρω τι σημαίνει και τι θα γίνει. Δεν έχει έρθει κάτι. Κυριακή είναι ακόμα, η Ελλάδα κάνει τα συλλαλητήρια της, αύριο πάω στο Βέλγιο… Θα δείξει! Δεν βιάζομαι. Αργά και σταθερά. Αλλά έχω μια περιέργεια να δω τι θα μου φέρει αυτό το βραβείο.