Άρης Λάσκος: «Η ζωή κυλάει και η αγάπη ορμάει μπροστά»

Ο Αγνός εραστής είναι μια ελεγεία του Αμερικανού συγγραφέα David Plante για τον επί σαράντα χρόνια σύντροφό του, τον Έλληνα ποιητή και εκδότη Νίκο Στάνγκο, την κοινή τους ζωή και το τραγικό τέλος της. Μια μακρά σε διάρκεια ερωτική αφιέρωση, μια σχεδόν σωματική και συγκινητική σπουδή πάνω στο θέμα της απώλειας και του πένθους, της μνήμης και της φαντασίωσης. Μια παράσταση-αφήγηση όπου, σε αντίθεση με την πραγματική ιστορία, τέσσερις ηθοποιοί, δύο γυναίκες και δύο άνδρες, σχηματίζοντας 4 ζευγάρια (δύο ετερόφυλα και δύο ομόφυλα) εναλλάσσονται διαρκώς επί σκηνής και μιλούν για την αληθινή, ουσιαστική αγάπη, ανεξαρτήτως φύλων, ανεξαρτήτως ηλικίας, ανεξαρτήτως καταγωγής. Στην πλήρη έκφραση και ουσία της. Και τελικά, την ανάγκη έκφρασής της στην άγρια και μοναχική εποχή μας. Ο σκηνοθέτης Άρης Λάσκος απαντάει στις ερωτήσεις της Popaganda.

Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε το έργo «Αγνός εραστής» ; Το βιβλίο του David Plante το ανακάλυψα τυχαία σε μία από τις συνηθισμένες βόλτες μου στην Πολιτεία. Όταν ξεκίνησα να το διαβάζω, βίωσα μια τόσο έντονη συναισθηματική έξαρση που το άφησα στη μέση. Δεν άντεχα να το τελειώσω.

Εκ πρώτης όψεως είναι μια κλασική ιστορία αγάπης δύο ανθρώπων με τραγικό – και ήδη γνωστό από την αρχή – τέλος. Το έχουμε διαβάσει, δει, ακούσει σε εκατομμύρια εκδοχές παγκοσμίως. Αυτό όμως που κάνει τη διαφορά εδώ, είναι η απίστευτη γενναιοδωρία του David Plante στο πώς περιγράφει αυτή τη σχέση, πόσο βαθιά ανθρώπινος είναι: ενώ γράφει έναν ύμνο στον σύντροφό του, δεν τον θεοποιεί, ούτε τον αφήνει στο απυρόβλητο. Είναι ακριβώς αυτή η ενδελεχής καταγραφή ακόμα και «μικρών», ιδιοτελών στιγμών – τόσο του ίδιου, όσο και του συντρόφου του – δίπλα στις μεγάλες και τις ωραίες, που κάνει αυτή την ιστορία αξεπέραστη. Με μια βαθιά ειλικρίνεια, γράφοντας κυρίως στο δεύτερο ενικό  – μια χειρονομία ευγένειας προς τον σύντροφό του και ότι έζησαν μαζί – είναι σαν να προτρέπει όλους μας να μπούμε στην αγάπη ολόκληροι. Χωρίς κρατήματα. Χωρίς φόβους. Χωρίς εξαρτήσεις από το μέλλον. Ακυρώνοντας τις φαντασιώσεις μας και βλέποντας τα πράγματα ως έχουν, γιατί εκεί είναι η αγάπη απόλυτη. Θα το πει άλλωστε και το κείμενό του «τελικά εγώ που φαντασιωνόμουν συχνά την Ελλάδα, πριν γνωρίσω τον Νίκο Στάγκο, αγάπησα την Ελλάδα μέσα από την ακύρωση των φαντασιώσεών μου, χάρη σ’ εκείνον». Κι ενώ γράφει μόλις τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του συντρόφου του, μέσα σε ένα βαθύ πένθος, η «γεύση» που σου αφήνει δεν είναι πικρή, ούτε θλιμμένη. Ενέχει μια μακροθυμία και μια απόλυτη κατανόηση του ανθρώπου. Τόσο βαθιά ειλικρινές, αφοπλιστικά συναισθηματικό και πνευματικό έργο για τον έρωτα δεν είχα διαβάσει. Και θέλησα να είναι αυτό το πρώτο μου βήμα στη σκηνοθεσία.

«Τόσο βαθιά ειλικρινές, αφοπλιστικά συναισθηματικό και πνευματικό έργο για τον έρωτα δεν είχα διαβάσει. Και θέλησα να είναι αυτό το πρώτο μου βήμα στη σκηνοθεσία».

Ποια η σκηνοθετική προσέγγιση και πώς την αναπτύξατε στις πρόβες; Καταρχάς μιλάμε για μια μακρά σε διάρκεια αφήγηση. Όλα έχουν ήδη συμβεί, ενώ το τέλος είναι εξ αρχής γνωστό: η σχέση αυτή τελείωσε απότομα. Επομένως δεν είναι ωφέλιμο να επενδύσουμε στο σασπένς ή στον εγωιστικό – καμιά φορά – πόνο ενός ανθρώπου που χάνει τον σύντροφό του – και αυτό έγινε και στη σκηνική διασκευή του βιβλίου. Η παράσταση ξεκινάει με τη δήλωση του θανάτου του Νίκου Στάγκου. Το θέμα είναι  να αναδειχθεί ο τρόπος που αυτοί οι δύο άνθρωποι υπήρξαν μαζί για 38 χρόνια και που ακόμα και τώρα που δεν είναι βιολογικά μαζί, συνεχίζουν να είναι. Οι άνθρωποι μπορεί να «λιγοστεύουν τόσο παράξενα μες τη ζωή μας» όπως λέει και ο Σεφέρης, αλλά υπάρχουν μέσα μας και συνεχίζουν να είναι παρόντες με έναν άλλο τρόπο. Με ενδιέφερε λοιπόν να φανεί ο άνθρωπος που μένει πίσω, που συνεχίζει μετά την απώλεια και το πώς αυτό αναπαρίσταται σκηνικά: στη φωνή, στον τρόπο εκφοράς του λόγου, στο σώμα. Κάναμε πολλούς αυτοσχεδιασμούς – και εδώ θέλω να αναφέρω την τεράστια συμβολή της κινησιολόγου μας Μυρτώς Γράψα και της βοηθού μου Κόνυς Ζήκου, που μας έφερε σε επαφή με ένα ασκησεολόγιο του Tandashi Suzuki – προκειμένου να ανακαλύψουμε αυτό το νέο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε στην παράσταση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από εκεί και πέρα, επειδή όπως σας προανέφερα εκλαμβάνω αυτήν την ιστορία ως την απόλυτη ιστορία αγάπης, δε θέλησα να την περιορίσω στην ομόφυλη πραγματική της διάσταση, γι αυτό και πρόσθεσα δύο κορίτσια ως αφηγητές: έχουμε λοιπόν τέσσερις αφηγητές, δύο αγόρια και δύο κορίτσια, που όλοι τους είναι μια εκδοχή του ανθρώπου που μας λέει την ιστορία. Μια εκδοχή που έχει να κάνει με το στάδιο του πένθους στο οποίο βρίσκεται ο καθένας: στο σοκ, στην άρνηση, στο γιατί μου συνέβη εμένα αυτό, στην αποδοχή. Δεν μπορούν να σταθούν μόνοι τους. Χρειάζονται και οι τέσσερις για να αρθρωθεί η ιστορία. Υπάρχουν μάλιστα στιγμές που μια φράση μοιράζεται λέξη – λέξη μεταξύ τους. Κάθε πρόταση χρειάζεται πολλούς για να υπάρξει. Όλοι μαζί λοιπόν, επί σκηνής, θραυσματικά – όπως άλλωστε λειτουργεί και η μνήμη – προσπαθούν να ανασυστήσουν τον χαμένο τους παράδεισο, να καταλάβουν γιατί αυτός ο άνθρωπος τους αγαπούσε και να απαντήσουν τελικά σε αυτήν την τόσο συχνή στις κηδείες ερώτηση: «Τι σας ήτανε; Τι τον είχατε;»

Ποιο είναι το πιο δυνατό σημείο της παράστασης για εσάς; Όταν οραματίστηκα αυτήν την παράσταση, ευχήθηκα να μην έχει μέσα της ένα «hit», ένα μόνο δυνατό σημείο δηλαδή. Συνήθως τα σημεία αυτά σε μια παράσταση είναι ένα συναισθηματικό κρεσέντο, μια κορύφωση, που συνδυάζει μια εντυπωσιακή σκηνική μεταβολή και μια κυριολεκτική μουσική που οδηγεί αυτήν την κλιμάκωση. Εδώ όμως μιλάμε για ένα χώρο μικρό, σε απόσταση αναπνοής  – το Δώμα του Νέου Κόσμου. Και μιλάμε για μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία μέσω ενός κειμένου που τα λέει όλα ήδη από μόνο του. Αναρωτήθηκα κατά τη διάρκεια των προβών, πόσες φορές αλήθεια στην ζωή μας έχουμε συνοδεύσει ένα χωρισμό μας πχ με λάιβ μουσική πνευστών οργάνων; Μάλλον καμία. Θα μου πεις, εδώ είναι Τέχνη, δεν είναι ζωή. Σκέφτηκα λοιπόν να εξερευνήσω αυτά τα όρια, να πειραματιστώ. Πόσο δηλαδή αντέχει μια τόσο συναισθηματική ιστορία χωρίς φτιασίδια, χωρίς καλλιέπεια, χωρίς τους προσεγμένους καλλιτεχνικούς εαυτούς μας. Οραματίστηκα λοιπόν μια παράσταση οριακά αληθινή (με την έννοια του ντοκιμαντέρ), χωρίς στοιχεία που να βοηθούν την υπογράμμιση του συναισθήματος: τα σκηνικά και τα κοστούμια της Τίνας Τζόκα είναι συμβολικά, η μουσική του Κορνήλιου Σελαμσή είναι γραμμένη σε συχνότητες, ηλεκτρονική. Σε αυτό το πλαίσιο αν έπρεπε επομένως να διαλέξω ένα δυνατό σημείο, θα ήταν οι ερμηνείες των ηθοποιών: γενναιόδωρες, ειλικρινείς και γενναίες, ως προς την προσωπική τους κατάθεση. Θα τους δείτε όπως δεν τους έχετε ξαναδεί. Ευελπιστώ τουλάχιστον.

«Ιδανικά θα ήθελα μετά την παράσταση όσοι θεατές δεν έχουν ταίρι, να βρίσκουν και όσοι έχουν να αναλογιστούν τη σχέση τους μαζί του: είναι έντιμη; Αν ναι, να συνεχίσουν, αν όχι, να χωρίσουν και να ψάξουν για νέα συντροφιά».

Αν θέλατε να πέντε γραμμές να πείσετε έναν θεατή να επιλέξει τη δική σας παράσταση -ανάμεσα στην πληθώρα έργων που ανεβαίνουν στις θεατρικές σκηνές- τι θα του λέγατε;

Πέρα από όλα αυτά που είπαμε πιο πάνω, κυρίως και πάνω από όλα γι αυτήν την ιστορία. Για να τη δει, να συγκινηθεί και να στοχαστεί πάνω στη ζωή του. Ιδανικά θα ήθελα μετά την παράσταση όσοι θεατές δεν έχουν ταίρι, να βρίσκουν και όσοι έχουν να αναλογιστούν τη σχέση τους μαζί του: είναι έντιμη; Αν ναι, να συνεχίσουν, αν όχι, να χωρίσουν και να ψάξουν για νέα συντροφιά. Η ζωή κυλάει και η αγάπη ορμάει μπροστά άλλωστε!

Είναι εύκολο για μια θεατρική ομάδα να βρει στέγη και να παρουσιάσει τη δουλειά της; Εσείς ποιες δυσκολίες τυχόν αντιμετωπίσατε;  Στέγη θα βρει εύκολα. Υπάρχουν πάρα πολλές σκηνές στην Αθήνα και έτσι όπως έχει κατακερματιστεί η σαιζόν, υπάρχουν και πολλές χρονικές ζώνες που αυτό μπορεί να επιτευχθεί. Η μεγαλύτερη δυσκολία αναντίρρητα είναι η χρηματοδότηση των παραγωγών και η πληθώρα επιλογών. Σε μια αγορά με παραπάνω από 1000 παραστάσεις για ένα μικρό τελικά θεατρόφιλο κοινό – όπως αυτό της Αθήνας -, ο ζωτικός χώρος πια είναι απειροελάχιστος. Τεράστια προσφορά, λίγη ζήτηση. Η πληροφορία είναι πολλή, χάνεται, το σήμα θολώνει και τελικά δεν ξέρεις ποιον αφοράς με τη δουλειά σου. Σε ποιον απευθύνεσαι. Αυτή είναι η δυσκολία που αντιμετώπισα. Εύχομαι όμως μέσα από τους μεγατόνους δουλειάς και ενέργειας που επενδύουμε στο θέατρο και εγώ και οι συνεργάτες μου στην επόμενη μας πρόταση όλα να κυλήσουν πιο εύκολα. Η διάθεση υπάρχει και είναι τεράστια.

Αγνός εραστής του David Plante. Μετάφραση: Ηλίας Μαγκλίνης, Σκηνοθεσία: Άρης Λάσκος, Δραματουργία: Άρης Λάσκος, Κόνυ Ζήκου, Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Κορνήλιος Σελαμσής, Σκηνικά – Κοστούμια: Τίνα Τζόκα, Επιμέλεια κίνησης: Μυρτώ Γράψα, Σχεδιασμός φωτισμών: Σεσίλια Τσελεπίδη, Βοηθός σκηνοθέτη: Κόνυ Ζήκου. Παίζουν οι ηθοποιοί: Μάνος Βαβαδάκης, Κατερίνα Πατσιάνη, Θάνος Τσακαλίδης, Ειρήνη Φαναριώτη. Θέατρο του Νέου Κόσμου (Αντισθένους & Θαρύπου). Από 21.1.2019 έως 23.4.2019
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου