Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Αν θέλετε να μάθετε τα πάντα για το νέο άλμπουμ των Arctic Monkeys, πρέπει να διαβάσετε αυτή την κριτική

Θέλω να χαλαρώσετε και να πάμε μαζί κάπου. Φανταστείτε ότι είναι τέλη ‘70s, αρχές ‘80s και βρίσκεστε σε ένα ακριβό ξενοδοχείο κάπου στην έρημο της Νεβάδα το οποίο είναι γεμάτο με εκκεντρικούς ενοίκους και η φωτεινή του ταμπέλα γράφει: Tranquility Base Hotel & Casino. Κρατώντας ένα ποτό στο χέρι, μεταφέρεστε από δωμάτιο σε δωμάτιο και παρατηρείτε όσα συμβαίνουν σιωπηλά. Τα λεπτά κυλούν και εικόνες εναλλάσσονται σαν μια ταινία του David Lynch όπου περιμένετε από στιγμή σε στιγμή να πεταχτεί ο Dennis Hopper με ένα μικρόφωνο στο χέρι και βλέμμα παράνοιας ή ο Nicolas Cage, ως Sailor, αγκαλιά με τη Lula του για να της τραγουδήσει τρυφερά τον έρωτά του. Η ζέστη ιδρώνει το κορμί, τα νερά της πισίνας παίρνουν τα χρώματα του δειλινού, τα βλέμματα επάνω σας είναι γεμάτα υπονοούμενα, οι σκέψεις κάνουν σουρεαλιστικούς συνειρμούς και οι κινηματογραφικές ιστορίες γράφονται η μία μετά την άλλη. Άλλες σιωπηλά εκκωφαντικές, σαν βαριές ανάσες στο σκοτάδι και άλλες αστραφτερές και καλογυαλισμένες με μία υπόνοια ματαιότητας. Είστε εκεί; Μείνετε λίγο ακόμη γιατί η περιπέτεια τώρα ξεκινά.

Έχουν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια από την τελευταία κυκλοφορία των Arctic Monkeys, ΑΜ. Ένα άλμπουμ, το πέμπτο κατά σειρά στην καριέρα τους, το οποίο είχε δείξει ξεκάθαρα ότι οι μέρες που τα ντροπαλά αγόρια από το Sheffield ίδρωναν σε μικρά υπόγεια της Αγγλίας, είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Και αν υπήρξε έστω και ένας που είχε αμφιβολίες γι’ αυτό, το Tranquility Base Hotel & Casino έρχεται τώρα να τις διαλύσει. Η σύλληψη και η σύνθεση όλων των τραγουδιών έγινε στο πιάνο του Alex Turner στο σπίτι του στο Λος Άντζελες. Αυτό από μόνο του δηλώνει τη διάθεση του συγκροτήματος να βαδίσει σε πιο μελωδικά, εσωτερικά μονοπάτια. Υπάρχει μια μαγεία σε αυτή τη μπάντα. Είτε ξεσκίζει φωναχτά, είτε ψιθυρίζει, πάντα το κάνει με έναν πολύ μελωδικό τρόπο. Τα ριφάκια είναι σκαλωτικά και η ενορχήστρωση τριπάρει το μυαλό. Τίποτε δεν είναι τυχαίο σε κάθε τους παραγωγή και αυτό φαίνεται ακόμη περισσότερο μέσα από τη διαφορετικότητα του ήχου τους σε αυτό το άλμπουμ.

Η «εισβολή» του Alex Turner στο πρώτο τραγούδι “The Star Treatment” γίνεται με τη φράση: “I just wanted to be one of the Strokes now look at the mess you made me make” και από αυτό και μόνο καταλαβαίνει κανείς ότι η φαντασία του και η σαρκαστική του διάθεση πρέπει να είχαν στήσει μεγάλο γλέντι όταν ο ίδιος έγραφε τους στίχους του άλμπουμ. Η επιβεβαίωση αυτού έρχεται λίγα δευτερόλεπτα αργότερα όταν στο ρεφρέν τραγουδάει: “Who are you going to call, the Martini Police?” (και κάπου μακριά ένας James Bond χαμογελά σαρδόνια).

Πίσω από τον τίτλο του άλμπουμ κρύβεται η ιστορία των αστροναυτών Neil Armstrong και Buzz Aldrin, οι οποίοι τον Ιούλιο του 1969 περπάτησαν στο φεγγάρι. Το όνομα που έδωσαν σε εκείνο το σημείο της Σελήνης, είναι “Tranquility Base”. Ήταν μία στιγμή έντονου καρδιοχτυπιού για ολόκληρο τον πλανήτη αλλά παράλληλα απόλυτης ηρεμίας και δέους για τους δύο αστροναύτες στο διάστημα. Αυτά τα τόσο διαφορετικά συναισθήματα είναι και το στίγμα αυτού του δίσκου. Για τον ίδιο τον Turner ο δίσκος αυτός είναι ένα μέρος που θέλει να επισκεφτούμε όλοι και να μείνουμε εκεί για πολύ καιρό: «Μου άρεσε η ιδέα να δώσω στο άλμπουμ το όνομα ενός μέρους επειδή όλοι οι δίσκοι που ερωτεύτηκα και συνεχίζω να είμαι ερωτευμένος μαζί τους είναι σαν ένα μέρος που κάποιος μπορεί να μείνει εκεί για καιρό. Νιώθω πως αν το άλμπουμ Born to Be With You του Dion ήταν μέρος, θα είχα μετακομίσει εκεί από καιρό», δήλωσε πρόσφατα, δίνοντας έτσι μια πληροφορία για τις επιρροές του άλμπουμ πριν καν ακόμη ακούσει κάποιος από εμάς έστω και ένα από τα καινούργια τραγούδια. Το ομώνυμο τραγούδι πάντως είναι αναμφίβολα ένας μικρός φόρος τιμής στον David Bowie. Οι φωνητικοί λαρυγγισμοί και τα γυρίσματα του Turner είναι σαν να λένε: “Thank you David for everything you’ve done”, την ώρα που οι στίχοι μάς μεταφέρουν σε μία σουρεαλιστική πραγματικότητα (“Jesus in the day spa filling out the information form”).

Αν πρέπει να διαλέξω το track με το πιο χαρακτηριστικό ριφάκι, αυτό είναι το “Four out of five”.  Είναι και αυτό που μένει στο μυαλό για να σιγοτραγουδιέται μηχανικά όλη μέρα ακόμη και μετά από μία και μόνο ακρόαση. Δεν είναι τυχαίο δηλαδή που ήδη οι φανς του συγκροτήματος το έχουν μάθει ήδη όλο απ’ έξω ακούγοντάς το από ένα -κακής ποιότητας- βίντεο που τραβήχτηκε στη συναυλία τους στο San Diego στις 3 Μαΐου. Άλλο ένα πολύ δυνατό ριφ, το οποίο μάλιστα θυμίζει την εποχή του ΑΜ, ακούγεται στο αργόσυρτο “Golden Trunks”.

Στο “She looks like fun” η βρωμιά της κιθάρας παραμονεύει πίσω από έναν νωχελικό χορό και «λερώνει» όσο χρειάζεται για να διασταυρωθούν ματιές και να τσαλακωθούν σεντόνια μέσα σε αυτό το παράξενο ξενοδοχείο. To τελευταίο track του άλμπουμ λέγεται “The Ultracheese” και αν ακούγοντάς το σας φέρει στο μυαλό τις αφηγηματικές στιγμές του Leonard Cohen, είναι γιατί θυμίζει έντονα το δημιουργικό του κρεσέντο στο “Is This What You Wanted”. Το ίδιο ακριβώς μοτίβο ακολουθεί και το τρίτο τραγούδι “American Sports”.

Υπάρχει μία έντονη σύνδεση με τους The Last Shadow Puppets σε αυτό το άλμπουμ, δεν είναι ψέμα. Και αυτό φαίνεται όσο συνεχίζω να ακούω τα υπόλοιπα τραγούδια. Υπάρχει όμως και μια μεγάλη διαφορά που αλλάζει όλες τις δυναμικές. Το δεύτερο άλμπουμ των TLSP, Everything You’ve Come To Expect ήταν εξίσου νωχελικό, όσο και το TBH&C αλλά παράλληλα πολύ πιο εξωστρεφές και με αρκετές κραυγαλέες στιγμές. Εδώ υπάρχει έντονη εσωτερικότητα και μια σειρά από ιδιοφυείς στίχους που δεν μένουν στα όρια της ερωτικής επιθυμίας με τη χρήση καυλιάρικων λεκτικών τρικ (κάτι που ο Turner έχει κάνει κατά κόρον στο παρελθόν).

Δεν θα βρείτε επικά, ροκ τραγούδια φτιαγμένα για headbanging στο έκτο άλμπουμ των Arctic Monkeys. Μην το περιμένετε αυτό. Ούτε (ευτυχώς παναγία μου) πιασάρικα κομμάτια που θα ακουστούν στα κλαμπ και τα μπουζούκια. Προετοιμαστείτε για μια άλλη δυναμική που αν τη δεχθείτε απροκάλυπτα, είμαι σίγουρη ότι θα σιγοκαίει για καιρό μέσα σας. Πάντα πίστευα ότι τα πραγματικά ερωτεύσιμα άλμπουμ δεν χαρακτηρίζονται από κραυγαλέους εντυπωσιασμούς αλλά από όσα χτίζονται μέσα μας καθώς τα ακούμε ξανά και ξανά σε βάθος χρόνου.

Τι κι αν από το 1969 έως σήμερα κανείς άλλος δεν έχει πατήσει το πόδι του στη «Γαλήνια Βάση» της σελήνης, οι Arctic Monkeys φαίνεται να βρίσκονται ήδη εκεί και είναι στη διάθεση του καθενός αν θα τους ακολουθήσει ή όχι. Το Tranquility Base Hotel & Casino κυκλοφορεί παγκοσμίως στις 11 Μαΐου σε συλλεκτικό ασημένιο βινύλιο και CD και αυτό που θα προτείνω για την πρώτη σας ακρόαση είναι να κλείσετε τα φώτα, να ανακατέψτε με τα δάχτυλα τα παγάκια στο ποτό σας και να βυθιστείτε στα μυστήρια όνειρα που προσφέρουν τα κρεβάτια του «ξενοδοχείου» που έφτιαξαν ο Alex, ο Matt, ο Jamie και ο Nick. Μετά από αυτό, το μόνο που απομένει είναι να απολαύσουμε ζωντανά ένα setlist γεμάτο με τις καλύτερες στιγμές και από τα έξι τους άλμπουμ, στο Rockwave Festival στις 6 Ιουλίου. Έχοντας παρακολουθήσει πολλές συναυλίες των Arctic Monkeys στο εξωτερικό, μπορώ να πω με σιγουριά ότι αυτό το βράδυ θα το θυμόμαστε όλοι για πολύ καιρό μετά.   


Οι Arctic Monkeys θα είναι οι headliners του Rockwave Festival στις 6 Ιουλίου.
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά

Share
Published by
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά