Η αποθέωση της κλασικής μουσικής στον Μόλυβο της Λέσβου

Φωτογραφία: Michael Brus

Ας μιλήσουμε λίγο για τα κίνητρα πίσω από τη δημιουργία αυτού του νέου φεστιβάλ. Δημιουργοί του και καλλιτεχνικές του διευθύντριες είναι η Δανάη και η Κυβέλη Dörken, που κατάγονται κι οι δύο από το Μόλυβο. Έχοντας πατέρα Γερμανό και μητέρα Ελληνίδα, θέλουν να καθιερώσουν ένα νέο θεσμό, δίνοντας στο Μόλυβο και μια άλλη, πολιτιστική κατεύθυνση, πέραν της τουριστικής που ήδη έχει, καθώς το μέρος έχει ισχυρότατη πολιτιστική κληρονομιά. Το Φεστιβάλ λοιπόν θέλει να συμπαρασύρει μαζί του το χωριό, να  εξυψώσει τη θέση του στην περιοχή. Ο άλλος σκοπός είναι να παρουσιαστεί εκεί η υψηλότερη ποιότητα στη μουσική δημιουργία. Στη Λέσβο υπάρχει ξηρασία σε ό,τι αφορά την κλασική μουσική. Το Φεστιβάλ φιλοδοξεί είναι να εγκαταστήσει την κλασσική μουσική υψηλής ποιότητας στην περιοχή, αλλά και να της δώσει ένα κέρασμα, ένα μικρό δώρο για το καλοκαίρι. Επίσης θέλει να εστιάσει στην ανάπτυξη νέων ταλέντων, νεαρών μουσικών που ακόμα σπουδάζουν αλλά έχουν ήδη αποκτήσει όνομα και είναι ανερχόμενα αστέρια. Η Δανάη είναι ένα από αυτά, και στη Γερμανία εξελίσσεται ταχύτατα σε μεγάλο όνομα – ήδη παίζει με τις μεγαλύτερες ορχήστρες στις σπουδαιότερες αίθουσες. Μοιάζει λοιπόν ταιριαστό μια από τις σημαντικές μουσικούς που έβγαλε ο Μόλυβος να εισαγάγει εκεί μουσικούς από το δικό της δίκτυο στην Ευρώπη. Αν έχετε δει τα ονόματα των μουσικών που εμφανίζονται, θα το έχετε ήδη καταλάβει: ο Marc Bouchkov, που έχει κερδίσει πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς στο βιολί, ο ελληνοϊάπωνας Noe Inui, που γίνεται όλο και πιο γνωστός στη Γερμανία, αλλά και την Ελλάδα κι είναι μεγάλο ταλέντο, η Caroline Goulding, μεγάλο όνομα στην Αμερική, όπου έχει κερδίσει και Grammy, μόλις 21 ετών και με μεγάλη καριέρα μπροστά της, η Hyeyoon Park, επίσης μεγάλο όνομα… Επίσης θα εμφανιστούν κάποιοι σπουδαίοι μουσικοί στα πνευστά, όπως η Celine Moinet που είναι το πρώτο όμποε στη Staatskapelle της Δρέσδης και ο Sebastian Manz που είναι ίσως ο σπουδαιότερος κλαρινετίστας της Γερμανίας.

Πείτε μου λίγο και για εσάς. Πώς επιλέγει κανείς να γίνει διευθυντής ορχήστρας; Δεν ξέρω αν το επιλέγεις. Στην πραγματικότητα, απλώς συμβαίνει. Για μένα ήταν κάτι σαν κάλεσμα, έπρεπε οπωσδήποτε να το κάνω. Από όταν ήμουν νέος, πάντοτε είχα μέσα μου τον πόθο να ηγούμαι κάποιου πράγματος ή να δίνω έμπνευση σε ένα σύνολο, να συνεργάζομαι μαζί του, να το βοηθώ να ερμηνεύσει. Αν λοιπόν έχεις ένα πάθος με την ερμηνεία της μουσικής, αν ξέρεις τι θέλεις από τη μουσική και πιστεύεις πως έχεις μια ιδέα για το τι ήθελε ο συνθέτης, όλα αυτά είναι μια καλή βάση. Πάντα είχα δυνατά αισθήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως για να φτάσεις σε μια καριέρα, είναι πολύ δύσκολο. Γιατί δεν υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος. Κάποιοι κάνουν σπουδές, άλλοι είναι τυχεροί και γνωρίζουν διευθυντές ορχήστρας και γίνονται βοηθοί τους… Δεν είναι όπως αν είσαι τραγουδιστής, όπου πρέπει να κατακτήσεις την τεχνική και να έχεις μια πολύ καλή φωνή, οπότε θα κερδίσεις κάποιες ακροάσεις και κάποιους διαγωνισμούς. Δεν λειτουργεί έτσι το πράγμα. Το να βρεις το δρόμο σου είναι ένα προσωπικό ταξίδι. Εγώ το έκανα μέσα από το επάγγελμα του μουσικού, ως τραγουδιστής έκανα σπουδές  κλασικού τραγουδιού, και μπήκα σε μια χορωδία. Όταν τα είχα ολοκληρώσει, στην ουσία ήξερα τι ήθελα να κάνω, δηλαδή να διευθύνω. Το είπα στον John Eliot Gardiner πως αυτό ήθελα να κάνω, κι εκείνος με ενθάρρυνε. Έλαβα μέρος σε ένα διαγωνισμό στη Βαμβέργη, πράγμα που με βοήθησε να καταλάβω πως ήταν κάτι που πραγματικά μπορούσα να κάνω, και πόσο το ήθελα, γιατί εκεί μπόρεσα να δω πώς είναι να διευθύνεις μια πολύ καλή ορχήστρα και να αγγίξεις τον ήχο της. Από κει και πέρα αποφάσισα να προχωρήσω με σχετικώς αργά βήματα. Έμαθα όσα μπορούσα με τον τρόπο μου, απέκτησα όση εμπειρία μπορούσα, διευθύνοντας όσο πιο διαφορετικό ρεπερτόριο μπορούσα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για ένα νέο διευθυντή ορχήστρας, γιατί αν δεν έχεις εμπειρία, τότε δεν έχεις κι όργανο να παίξεις, έτσι όπως ο κάθε μουσικός έχει ένα όργανο. Εμείς δεν έχουμε και πρέπει να βρούμε, είναι πιο δύσκολο από ότι για όλους τους άλλους. Κοστίζει και πενήντα φορές πιο πολύ από ένα όργανο! Χαίρομαι που βρήκα ένα ρυθμό στη δουλειά, δεν είχα καμιά άνοδο ως κομήτης ξαφνικά, αλλά βρίσκω το δρόμο μου σιγά-σιγά. Είχα σημαντικούς δασκάλους, κι εξακολουθώ να μαθαίνω. Αυτό δεν σταματά ποτέ στη διεύθυνση, πρέπει να βρίσκεις καινούριους τρόπους να προσεγγίζεις την τέχνη σου.

Θυμάστε πότε συνειδητοποιήσατε για πρώτη φορά πως αυτός θα ήταν ο δρόμος σας; Για τη μουσική, το κατάλαβα από πολύ νεαρή ηλικία, όταν στα 4 ή 5 μου μπήκα στη χορωδία της εκκλησίας. Ήξερα ήδη πως η μουσική θα ήταν πολύ σημαντική για μένα. Όταν μετά στα13 πήγα Γυμνάσιο, ήξερα ότι το τραγούδι και το βιολί ήταν σημαντικά για μένα, ήξερα όμως πως και πολλά άλλα πράγματα ήταν εξίσου σημαντικά! Έκανα και μαθήματα υποκριτικής, και αρχαία τραγωδία, και ράγκμπι και χόκεϋ. Τα πήρα κι αυτά στα σοβαρά, ήθελα να προχωρήσω και να παίξω στην εθνική ομάδα! Μετά, πριν να πάω στο Πανεπιστήμιο, άφησα μια κενή χρονιά κατά τη διάρκεια της οποίας έγινε ξεκάθαρο μέσα μου πως μάλλον θα έπρεπε να ασχοληθώ με τη μουσική. Γιατί όταν πρωτοέκανα τα χαρτιά μου για το Πανεπιστήμιο, ήθελα να πάω στο Cambridge να κάνω Θεολογία! Μετά όμως πήγα στην Οξφόρδη να σπουδάσω μουσική. Βέβαια, όσο ήμουν εκεί έκανα κι άλλο ράγκμπι και αρχαία τραγωδία, ασχολήθηκα και με την πολιτική, και με άλλα αθλήματα. Το σημαντικό εκεί ήταν πως υπήρχαν τόσα πολλά πράγματα να κάνεις, και πως πραγματικά αν ήθελες μπορούσες να τα κάνεις όλα. Έτσι είχες την ευκαιρία να βρεις αυτό που ήταν το κατάλληλο για σένα. Μπόρεσα λοιπόν και να δημιουργήσω εκεί τη μικρή μου ορχήστρα και το Κολλέγιό μου μού επέτρεπε να κάνω συναυλίες στον Καθεδρικό Ναό. Επίσης κι εκεί τραγουδούσα κάθε μέρα στην χορωδία. Συνέχισα να το κάνω μέχρι και πριν από πέντε χρόνια. Μετά αφοσιώθηκα πλήρως στη διεύθυνση.

Μου είπατε ήδη πως ένας νέος διευθυντής ορχήστρας πρέπει να δοκιμάσει πολλούς διαφορετικούς συνθέτες από διάφορες εποχές και είδη, είμαι όμως σίγουρος πως θα υπάρχουν συνθέτες που είναι πιο κοντά σε σας προσωπικά και μουσικά, και που θα νιώθετε πως καταλαβαίνετε καλύτερα τι είχαν στο μυαλό τους. Ναι, σίγουρα υπάρχουν τέτοιοι συνθέτες, πιο πολύ όμως υπάρχουν τέτοια έργα. Όπως και κάποιοι συνθέτες που αρχίζω να εκτιμώ, γιατί στο παρελθόν ίσως να μην ήμουν έτοιμος γι’ αυτούς και να μην τους καταλάβαινα. Όπως ο Μπετόβεν, που μόλις τώρα αρχίζω να μπορώ να τον εκτιμήσω – είναι πραγματικά πολύ δύσκολος συνθέτης για να τον διευθύνεις. Γενικά η μουσική είναι δύσκολη, κι η διεύθυνση ακόμα δυσκολότερη. Δείχνει εύκολη, ξέρετε, η βασική τεχνική είναι πολύ εύκολη, κι εσείς μπορείτε να το κάνετε, αν κουνάτε τα χέρια σας στο ρυθμό. Όμως όλα τα άλλα που προστίθενται είναι απίστευτα δύσκολα. Γιατί είναι τόσο μυστηριώδης η διεύθυνση, πρέπει να έχεις μια προσωπικότητα αρκετά ισχυρή ώστε να εμπνεύσει 60, 70, 80 ή και 100 ανθρώπους. Είναι πολύ σημαντικό για ένα διευθυντή ορχήστρας να έχει ένα συνθέτη που να τον νιώθει κοντά του, γιατί αν δεν έχει, τότε δεν έχει κάτι να πει για τη μουσική του. Γι’ αυτό και θα το έβρισκα δύσκολο να δουλεύω σε μια Όπερα, εκεί είσαι υποχρεωμένος να διευθύνεις ένα ρεπερτόριο που δεν το έχεις επιλέξει. Για μένα λοιπόν, που προέρχομαι από τη χορωδιακή παράδοση, έχω πιο μεγάλη σχέση με το ρεπερτόριο της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, αυτό είναι πολύ κοντά στην καρδιά μου. Όμως αυτά τρέφουν και μεταγενέστερα πράγματα. Η αγάπη μου για τον Μάλερ, για τον Σιμπέλιους και πολλά πράγματα από το ρώσικο ρεπερτόριο, ειδικά για τον Ραχμάνινοφ, ή τον Μπραμς. Μάλιστα η αγάπη μου για το Μπραμς πηγάζει από την αγάπη μου για τον Συτς. Χωρίς τον Συτς και τον Μπαχ δεν θα μπορούσα να γνωρίζω τον Μπραμς. Το ίδιο ισχύει και για τον Μπετόβεν και τον Μότσαρτ. Χωρίς τους προγενέστερους δεν θα μπορούσα να φτάσω σε αυτούς. Όλα ξεκινούν από την Παλαιά Μουσική που τραγουδούσα κάποτε.

Ο Μόλυβος σαν καρτ ποστάλ (φωτογραφία: Jean Francois Renaud)

Υπάρχει κάποιος διευθυντής ορχήστρας που να θαυμάζατε πάντοτε; Είναι πολλοί που θαυμάζω, για διαφορετικούς λόγους. Υπάρχουν και κάποιοι που τους έχω και γνωρίσει, και με τους οποίους ήταν αδύνατον να τα βρούμε. Πιθανότατα θα με απεχθάνονται εξαιτίας αυτών που πρεσβεύω,  αλλά εξακολουθώ να τους αγαπώ λόγω αυτών που μπορούν να δώσουν στη μουσική. Υπάρχουν βέβαια κάποιες φυσιογνωμίες εξαιρετικά σημαντικές για μένα, όπως ο Κάρλος Κλάιμπερ ή ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν. Κι από τους σημερινούς υπάρχουν αρκετοί, καθώς υπάρχει ένας τέτοιος πλούτος από ορχήστρες που πραγματικά ποτέ δεν υπήρξε στο παρελθόν, ποιοτικότατες ορχήστρες και διευθυντές, ποιος θα φανταζόταν κάποτε πως θα υπήρχαν τέτοιου επιπέδου ορχήστρες στη Σκανδιναβία, στην Ασία, στη Λατινική Αμερική. Οι σημερινοί με εμπνέουν λοιπόν πολύ, και μου αρέσει να πηγαίνω σε συναυλίες και να βλέπω άλλους διευθυντές: τον Γκέργκιεφ, τον Γκάρντινερ, τον Νόρινγκτον, τον μεγάλο Μπάρενμποϊμ, τον Μούτι, τον Ρατλ, τον Ιβάν Φίσερ… Ως νέος διευθυντής ορχήστρας, εγώ θα πήγαινα στους νεαρότερους για να δω πώς αλληλεπιδρούν με την ορχήστρα, και για να μάθω ακόμα κι από τα λάθη που κάνουν, γιατί συνήθως οι μεγαλύτεροι δεν κάνουν λάθη, κι είναι κι αυτό σημαντικό να το δεις!


Μolyvos International Μusic Festival (MIMF), 19, 20 & 21.8.2015. Περισσότερες πληροφορίες: molyvosfestival.com
Γιώργος Βουδικλάρης

Share
Published by
Γιώργος Βουδικλάρης