Ανωτέρα Βία (Force Majeure) ****1/2*
Σουηδία, Γαλλία, Νορβηγία, 2014, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Ruben Östlund
Πρωταγωνιστούν: Johannes Kuhnke, Lisa Loven Kongsli, Kristofer Hivju
Διάρκεια: 120’
Μια οικογένεια Σουηδών περνά τις διακοπές της ανέμελα σε ένα σαλέ των Άλπεων. Όλα βαίνουν καλώς, μέχρι που ένα περιστατικό θα κλονίσει τα θεμέλιά της: μια χιονοστιβάδα φεύγει εκτός ελέγχου και ο «πάτερ φαμίλιας» θα εγκαταλείψει την οικογένεια του για να σώσει τον εαυτό του. Τίποτα δε θα είναι το ίδιο αφού διαφύγουν τον κίνδυνο και έχουν μπροστά τους μόνο ερωτήματα για το που βαδίζουν. Αναπάντεχα μεγαλειώδες, στυλιστικά υπέροχο, προβληματισμένο και καθόλου αριβιστικό ως προς το τι θέλει να πει, το φιλμ του Östlund δημιουργεί αμηχανία τόσο με την οξεία παρατηρητικότητά του όσο και με την απεικόνιση των καταστάσεων που ο καθένας φοβάται να βιώσει.
Το ομολογώ, διαβάζοντας την υπόθεση της Ανωτέρας Βίας και βλέποντας την πανέμορφη αφίσα της ήμουν ολότελα προκατειλημμένος. Περίμενα μια ταινία μικροαστικής αντίληψης περί των ανθρώπινων σχέσεων, που σφύζει από «θετικό» μανιχαϊσμό και καταφεύγει σε εύκολες λύσεις για να δείξει την κορυφή ενός ψυχικού παγόβουνου, χωρίς να χτυπά ποτέ κέντρο στα ζητήματα που θίγει. Έπεσα θύμα της σαγήνης αυτού που ο Γιάννης Χρήστου ονόμαζε «πόρνη της αισθητικής», προσηλώθηκα σε μια λάθος βάση προκειμένου να εκτιμήσω εκ των προτέρων δύο φιλμικές ώρες πριν καν τις ζήσω. Η πραγματικότητα, όμως, προτίμησε να είναι αποστομωτική ως προς το τι είχε να μου προσφέρει, ένα φιλμ-σατράπη για τα κρίσιμα ερωτήματα που θα τεθούν σε κάποια στιγμή του συναισθηματικού βίου μου. Που σίγουρα όταν το έτος λήξει θα βρεθεί στη λίστα με τις ταινίες που με γυρόφερναν όλη τη χρονιά.
Ένα σαλέ, η απόλυτη επιλογή αναψυχής για όσους έχουν οικονομική άνεση, πολυτελές και γραφικό είναι η σκηνή πάνω στην οποία το θέατρο του παραλόγου θα λάβει χώρα, με το Καλοκαίρι του Vivaldi ως ηχητικό leitmotif να συνοδεύει τα δρώμενα. Όπως ο Antonioni, έτσι και ο Ruben Östlund δε θέλει να κυριολεκτήσει με τη χρήση του χώρου, να κάνει επίδειξη του χρήματος που επενδύθηκε για να παράγει έργον. Θα προτιμήσει να χρησιμοποιήσει τις πανέμορφες μεν, ασφυκτικά καλογυαλισμένες δε επιφάνειες για να μιλήσει για την κρίση και την υπαρξιακή αναζήτηση των πρωταγωνιστών του. Και αυτοί ζουν μια ζωή πολυτελή μέσα στο ψυχικό τους σαλέ, στο οποία γυροφέρνει μια φωνή παράφωνη όπως ένας καθόλου διακριτικός καθαριστής που παραμονεύει για να τους δει σε κρίσεις. Τα χιονισμένα βουνά που τους περιβάλλουν θα αγριέψουν σταδιακά και θα μείνουν μόνοι με τα ερωτηματικά τους σε μια πορεία τόσο σιωπηλή όσο η ανάβαση προς την κορυφή της βουνοπλαγιάς. Θα γίνουν πομποί των ερωτημάτων τους και σε άλλους δέκτες, παρασέρνοντας τους γύρω τους στην περιπλάνηση στο κακοτράχαλο άβατο του «τι θα/δεν έκανες για μένα». Και όλοι μαζί θα ψάξουν τις απαντήσεις σε ένα απρόβλεπτα οδυνηρό αύριο.
Πλην την κατά Antonioni χρήση του χώρου που προαναφέρθηκε, ο σκηνοθέτης δείχνει να συνομιλεί ως προς τη χρήση του χρώματος και της ανθρώπινης φιγούρας με τον συμπατριώτη του, Bergman. Θυμάστε αυτά τα τόσο χαρακτηριστικά πλάνα που περιλαμβάνουν μια ανθρώπινη φιγούρα ως μόνη ατέλεια στο πολικό ψύχος ενός λευκού φόντου; Έτσι και ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί το λευκό χιόνι για να δηλώσει την απομόνωση, την απόγνωση, το μέρος που το κλάμα δε θα έχει καθαρτήριο νόημα, το ψυχικό λευκό κελί που ευχόμαστε να μην κλειστούμε μέσα του ποτέ. Οι σκιέρ παλεύουν, τελικά, με το χιόνι ή με τους εαυτούς τους;
Και μέσα σε αυτά τα πλαίσια, θα εκστομιστούν μερικοί από τους πιο εύστοχους, σχεδόν δοκιμιακούς διαλόγους περί της ανθρώπινης φύσης, των σχέσεων, των φοβιών και της ψυχικής αναδρομής στο παρελθόν που κατατρέχει το παρόν. Όλη η ταινία είναι βασισμένη σε αυτούς τους διαλόγους, δεν περνά γραμμή η οποία να μην κυοφορεί μια παραπάνω ερώτηση σε ένα θέμα που μέχρι στιγμής θεωρείτο λήξαν. Ακόμα και οι σιωπές των (εξαιρετικών) πρωταγωνιστών παίζουν ζωτικό ρόλο στον όλο μουσικό διάλογο, είναι σαν τις παύσεις του Καλοκαιριού του Vivaldi που σιγοντάρει την ταινία. Περιέχουν την αγωνία μέχρι το επόμενο χειμαρρώδες ξέσπασμα των νοτών και χωρίς αυτές η έκβαση και ο αντίκτυπος του κρεσέντο δε θα ήταν τα ίδια.
Σταματάω εδώ αυτό το κείμενο, δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να μπορέσει να εμβαθύνει περισσότερο σε αυτό το Ένα Κάποιο Βλέμμα των περσινών Καννών, μένοντας με την εξής σύνοψη: άψογη σκηνογραφία, απόλυτα φυσικό παίξιμο, βαθύ σενάριο είναι τα συστατικά της εξίσωσης που δημιουργούν ένα αριστούργημα.
Η Αρπαγή 3 (Taken 3) *****
Γαλλία, 2014, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Olivier Megaton
Πρωταγωνιστούν: Liam Neeson, Forest Whitaker, Maggie Grace
Διάρκεια: 109’
Και ενώ όλα δείχνουν να βαίνουν καλώς στη ζωή του πρώην μυστικού πράκτορα Bryan Mills, η πρώην γυναίκα του βρίσκεται δολοφονημένη με τον ίδιο να αποτελεί το βασικό ύποπτο. Για μια ακόμα φορά βρίσκεται σε ένα διαρκές κυνηγητό με τις αρχές, προσπαθώντας να αποδείξει την αθωότητά του, να ανακαλύψει και να τιμωρήσει τους αληθινούς ενόχους και να προστατεύσει την εγκυμονούσα κόρη του. Καταιγιστικό, μετρημένα βίαιο (θα το θέλαμε περισσότερο), προβλέψιμο και με έναν Liam Neeson να φορά γάντι το ρόλο του. Μια από τα ίδια, μα ποιος είπε ότι αυτό είναι κακό επί του προκειμένου;
Blackhat *****
ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Michael Mann
Πρωταγωνιστούν: Chris Hemsworth, Viola Davis, William Mapother
Διάρκεια: 135’
Ο Nick Hathaway, ένας από τους πλέον διαβόητους χάκερ του πλανήτη, αποφυλακίζεται προσωρινά. Η κυβέρνηση θέλει να αξιοποιήσει το χάρισμά του προκειμένου να εντοπίσει και να εξαρθρώσει ένα δίκτυο εγκληματιών του διαδικτύου, το οποίο απειλεί την παγκόσμια ευημερία. Αν και αρχικά οι διαπραγματεύσεις του θα τον κάνουν να σκεφτεί πως πρόκειται για μια απλή υπόθεση, στην πορεία θα ανακαλύψει πως η δουλειά που του ανατέθηκε πάει πολύ πιο βαθιά. Ναι μεν διατηρεί κάποιο ενδιαφέρον σε καίριες στιγμές (το οποίο χάνεται σύντομα), μα η προσπάθειά του να φανεί παραπάνω σοβαρό απ’ ότι πραγματικά είναι, η υπερβολική διάρκεια και η συνολική πλήξη που το χαρακτηρίζει αφήνουν μια επίγευση αν μη τι άλλο αδιάφορα κενή.
Πάρ’το από την αρχή (Begin Again) *****
ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: John Carney
Πρωταγωνιστούν: Keira Knightley, James Corden, Mark Ruffalo
Διάρκεια: 104’
Dave και Greta, ένα ζευγάρι που το έδεσε η μουσική και ο έρωτάς τους καλά κρατεί. Μετακομίζουν στη Νέα Υόρκη και ο Dave πετυχαίνει την υπογραφή ενός σημαντικού συμβολαίου με μια δισκογραφική εταιρεία. Η ζωή του θα αλλάξει και, αναπόφευκτα, τυφλωμένος από τη δόξα, θα εγκαταλείψει την ερωμένη του, η οποία θα αναγνωριστεί από ένα πρώην επιτυχημένο στέλεχος δισκογραφικής εταιρείας. Μια ταινία που ενώ θέλει να μιλήσει για τη μουσική και τις ανθρώπινες σχέσεις, καταλήγει σαν ένα κολλώδες και λιγωτικό μελό ρομάντζο.
Οι Γαμπροί Της Ευτυχίας 1/2*****
Ελλάδα, 2015, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Στράτος Μαρκίδης
Πρωταγωνιστούν: Χρύσα Ρώπα, Κώστας Αποστολάκης, Κώστας Ευρυπιώτης
Διάρκεια: 98’
Βασισμένη στην κλασική ταινία του 1962 σε κείμενο Νίκου Τσιφόρου και και Πολύβιου Βασιλειάδη, η παρούσα ταινία αποτελεί μια διασκευή της προσπάθειας του Βαγγέλη να αποκαταστήσει την αδερφή του, Ευτυχία, προκειμένου να χαρεί το γάμο του. Το συνοικέσιο με τον συνεργάτη του, Μένη, δείχνει να προχωρά κατ’ ευχήν, μέχρι που ένα δεύτερος μνηστήρας, ο Κούλης, έρχεται να ταράξει τα νερά. Ανόητο, ασεβές, κρύο και τρανό δείγμα του τι σημαίνει κακός εμπορικός κινηματογράφος εν Ελλάδι. Μακριά κι αλάργα. (0,5/5)
AGORA – From Democracy to the Market [Trailer] from Small Planet Productions on Vimeo.
Agora: Από τη Δημοκρατία στις Αγορές
Ελλάδα, 2014, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Γιώργος Αυγερόπουλος
Διάρκεια: 120’
Τι σήμαινε κάποτε Αγορά για τα ελληνικά δρώμενα; Τι σημαίνει σήμερα; Κατά πόσο έχει αλλάξει το πεδίο, όχι μόνο από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά κυρίως μέσα στα χρόνια της οικονομικής ύφεσης; Το ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου έρχεται να καταθέσει την έρευνα (και επακολούθως την άποψη) του δημιουργού στα συγκεκριμένα ζητήματα.
Διαβάστε επίσης τη συνέντευξη που είχε δώσει ο Γιώργος Αυγερόπουλος στον Θεοδόση Μίχο.