«Από τη Δίκη της Χρυσής Αυγής μάθαμε ότι υπάρχει ανάγκη για ενημέρωση»

Η Δίκη της Χρυσής Αυγής συνιστά αδιαμφισβήτητα «ένα μάθημα Ιστορίας» και το δημοκρατικό χρέος της παρουσίας μας στις αίθουσες των δικαστηρίων ήταν ένα τεστ στο οποίο μάλλον κοπήκαμε. Ωστόσο, υπήρχαν κάποιοι δημοσιογράφοι που ήταν εκεί και κάλυπταν την ιστορική αυτή δίκη που χαρακτηρίζεται ως η πιο σημαντική δίκη φασιστών μετά την δίκη της Νυρεμβέργης. Οι έξι αυτοί δημοσιογράφοι καταθέτουν την εμπειρία τους στο ντοκιμαντέρ «5½ χρόνια» και με αυτόν τον τρόπο φέρνουν και πάλι στο προσκήνιο και τον δημόσιο λόγο την εγκληματική οργάνωση και τη μαραθώνια (κατα)δίκη της. 

Με αφορμή την πρεμιέρα του «5½ χρόνια» στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, η Popaganda έκανε μια συζήτηση με τις δύο σκηνοθέτιδες, Μυρτώ Συμεωνίδου και Ιωάννα Παπαϊωάννου, για την δημοσιογραφική κάλυψη της Δίκης της Χρυσής Αυγής και το αν ο αντιφασισμός «χωράει» μέσα στα όρια της δημοσιογραφίας. 

Δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερ και σκιτσογράφοι επέλεξαν να βρίσκονται συστηματικά μέσα στη δικαστική αίθουσα όλα αυτά τα χρόνια, με στόχο να μεταφέρουν στο κοινό όσα διαδραματίζονταν εκεί. Ο ρόλος τους ήταν καθοριστικός, καθώς η πλειονότητα των μεγάλων μέσων ενημέρωσης δεν κάλυπτε συστηματικά τη δίκη, λάμποντας διά της απουσίας τους. Το ερώτημα που θέτει λοιπόν το «5½ χρόνια» είναι πώς είναι να καλύπτεις δημοσιογραφικά μια τέτοια δίκη επί πεντέμισι χρόνια; 

«Για να ψάχνω σημαίνει ότι έχω ανάγκη για ενημέρωση, αλλά για κάποιο λόγο δεν βρίσκω.»

Στο ντοκιμαντέρ μιλούν έξι δημοσιογράφοι: η δημοσιογράφος Ελευθερία Κουμάντου, συντονίστρια του Παρατηρητηρίου για τον Φασιστικό και Ρατσιστικό λόγο στα ΜΜΕ, που παρακολούθησε ολόκληρη τη δίκη λεπτό προς λεπτό, η Angelique Kourounis, η οποία με τα δύο τελευταία της ντοκιμαντέρ «Χρυσή Αυγή: Προσωπική Υπόθεση» και «Χρυσή Αυγή: Υπόθεση Όλων» έδειξε τι σημαίνει αντίσταση κατά του φασισμού, ο Γιάννης Μπασκάκης, ο οποίος συνέχισε τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ για την δολοφονική και εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, πλάι-πλάι με τον πρώτο μελετητή του νεοναζιστικού μορφώματος, Δημήτρη Ψαρρά, ο Αντώνης Μπούγιας, γνωστός και ως Ύποπτο Μούσι, ο οποίος συγκέντρωνε όλο το υλικό της Δίκης κάθε εβδομάδα και το παρουσίαζε σε βιντεοχρονολόγια στο Omnia TV, καθιστώντας πιο εύκολη την παρακολούθηση των δικαστικών εξελίξεων στο ευρύ κοινό, ο Κωνσταντίνος Πουλής, που κάνει την εβδομαδιαία σατιρική εκπομπή «Ανασκόπηση» στο TPP και η Αφροδίτη Φράγκου, δημοσιογράφος, μέλος της ΚΕΕΡΦΑ και συγγραφέας του σχετικού βιβλίου «Καταδίκη»

Στην 7η Οκτώβρη 2020 και τη θεσμική καταδίκη της ναζιστικής συμμορίας φτάσαμε χάρη στον κόπο και τη δουλειά δεκάδων ανθρώπων, με τα εύσημα να πηγαίνουν πρώτα και κύρια στους 15 συνηγόρους της Πολιτικής Αγωγής και τα άτομα της πρωτοβουλίας Golden Dawn Watch που δεν σταμάτησαν στιγμή να πληκτρολογούν όσα λέγονταν μέσα στις αίθουσες του δικαστηρίου -πέρα από τους δημοσιογράφους που κάλυπταν την Δίκη- όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και στο πείσμα και τη στάση των θυμάτων και των οικογενειών τους που ήταν εκεί και δεν έκαναν βήμα πίσω, όσο δύσκολο κι αν ήταν αυτό που είχαν να αντιμετωπίσουν. 

Χωρίς τη συνεχή παρουσία όμως των δημοσιογράφων, τα περισσότερα από όσα έγιναν στο δικαστήριο θα παρέμεναν εμπειρίες αποκλειστικά των άμεσα εμπλεκόμενων. Η κάλυψη και η παρουσίαση του υλικού των δικασίμων έδωσε στο κοινό πρόσβαση στα τεκμήρια και τις διαδικασίες που οδήγησαν στη δικαστική απόφαση. Έτσι, η Μυρτώ Συμεωνίδου και η Ιωάννα Παπαϊωάννου αποφάσισαν να κάνουν το ντοκιμαντέρ «5½ χρόνια», μετά τα μικρού μήκους που είχαν κάνει το 2014 -το “oPRESSion” η πρώτη, για την καταπάτηση της ελευθερίας του τύπου στα χρόνια της κρίσης και το “Spectrum” η δεύτερη για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου. 

Η συζήτησή μας στα γραφεία της Popaganda ξεκίνησε με ένα disclaimer: «Δεν καλύπταμε γενικά τη δίκη, δεν δουλεύαμε δημοσιογραφικά τότε. Παρακολουθούσαμε τι συμβαίνει στη δίκη απ’ έξω με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον», δήλωσε η Μυρτώ Συμεωνίδου. Γιατί επέλεξαν να κάνουν όμως ένα φιλμ ντοκουμέντου για αυτό το σκέλος της Δίκης συγκεκριμένα; «Όταν πλησίαζε η μέρα της τελικής απόφασης είχαμε έντονη ανυπομονησία, περιμέναμε έξω από το Εφετείο μαζί με όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ήταν μια πολύ έντονη μέρα. Φεύγοντας από εκεί, καθώς διακόπηκε απότομα η χαρά και παρά το σοκ του ότι είχε χτυπηθεί η συγκέντρωση, βλέπαμε online τι συνέβη. Ανέβαζαν στα social φίλοι μας, δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ, διάφορες οπτικές γωνίες, του πόσο κόσμο είχε, λίγο νωρίτερα, λίγο αργότερα κλπ. Κάπως έτσι, ξεκίνησε μια συζήτηση για το σε πόσα διαφορετικά επίπεδα και μέρη υπήρχε κόσμος, από τις ταράτσες και τον δρόμο, μέχρι μέσα στην δικαστική αίθουσα. Θέλαμε να κάνουμε ένα ντοκιμαντέρ για αυτό το θέμα και με τη συζήτηση, αναφερθήκαμε στους ανθρώπους που ήταν μέσα και που ήταν από την αρχή μέσα, γιατί δεν ήταν μόνο εκείνη την ημέρα. Πως θα εξηγήσεις πόσο σημαντική είναι η 7η Οκτωβρίου, αν δεν εξηγήσεις τι έχει γίνει πριν;», συνέχισε η Μυρτώ.

«Ήταν κάτι που το γνωρίζαμε ήδη, αλλά επιβεβαιώθηκε κι από την έρευνά μας για το ντοκιμαντέρ. Η δίκη δεν καλύφθηκε αρχικά από τα mainstream media, οπότε δεν πέσαμε από τα σύννεφα», συμπλήρωσε η Ιωάννα και η Μυρτώ δήλωσε ότι «μπορεί να μην το είχαμε συνειδητοποιήσει πλήρως όλα τα χρόνια, γιατί εμείς αναζητούσαμε την πληροφορία, επειδή μας ενδιέφερε. Ψάχνοντας το ποιοι θα μπορούσαν να μας μιλήσουν, βρίσκαμε άτομα από πολύ συγκεκριμένα μέσα. Κακά τα ψέματα. Πρέπει να είναι σαφές ότι δεν επιτρέπονταν να μπουν ραδιοτηλεοπτικά μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Οι δικάσιμοι δεν ηχογραφούνταν, οπότε η κάλυψη θα γινόταν αναγκαστικά με έναν άνθρωπο μέσα στην αίθουσα να γράφει. Για αυτόν τον λόγο φτιάχτηκε και το Παρατηρητήριο της Δίκης της ΧΑ. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το μεγάλο έργο του Παρατηρητηρίου, δεν είχα σκεφτεί ότι για να ψάχνω σημαίνει ότι έχω ανάγκη για ενημέρωση, αλλά για κάποιο λόγο δεν βρίσκω.»

Η Ιωάννα συνειδητοποίησε την ίδια δίψα για ενημέρωση περί των δικαστικών εξελίξεων «όταν γινόταν ένα αφιέρωμα για τη δίκη, όταν γινόταν διαθέσιμο ένα ντοκιμαντέρ, ένα βιβλίο. «Υπήρχε μια ανάγκη να μάθεις περισσότερα για την δίκη, ολοκληρωμένα. Όπως σχολιάζεται και στην ταινία, τον πρώτο καιρό τα media ασχολούνταν με τη Χρυσή Αυγή στο πλαίσιο του lifestyle». 

«Η επιμονή που χρειάστηκε να επιστρατεύσουν οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν τη δίκη είχε κι έναν χαρακτήρα ακτιβισμού. Το ήθελαν πολύ αυτοί που το έκαναν. Για τις πολύ σημαντικές στιγμές, όπως η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, υπήρχε κάλυψη. Όταν κατέθετε η μητέρα του, η Μάγδα, υπήρχε ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αλλά για εμένα, λαμβάνει έτσι έναν χαρακτήρα κουτσομπολιού -με την έννοια ότι πας να δεις τη μητέρα που της δολοφόνησαν τον γιο, τι θα πει, α, εξερράγη στη δίκη και πέταξε ένα μπουκάλι, ο πόνος της μάνας και σταματάει εκεί η δίκη. Δεν μιλούσαν για τα κίνητρα της δολοφονίας», ανέφερε η Μυρτώ. 

Η 7η Οκτωβρίου 2020, η ημέρα που ακούστηκε από τα μεγάφωνα έξω από το Εφετείο: «Η Χρυσή Αυγή αποτελεί εγκληματική οργάνωση».

Σε ένα σημείο του ντοκιμαντέρ, η Ελευθερία Κουμάντου αναφέρει: «Η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα, δεν μας νοιάζει μόνο να πουλήσει ένα θέμα». Η Δίκη της ΧΑ ήταν ένα μεγάλο παράδειγμα ότι τα ΜΜΕ κάλυπταν μόνο τη δίκη όταν συνέβαινε κάτι πολύ μεγάλο, ενώ στις υπόλοιπες δικασίμους σιωπούσαν. Γιατί υπήρχε σιγή ιχθύος κατά τη διάρκεια της δίκης;

«Για να σου μιλήσω πολύ ειλικρινά, δεν αισθάνομαι καλά να κουνήσω και το δάχτυλο στον κλάδο. Δηλαδή, εγώ που δεν είμαι σε καθημερινή τριβή με τη δημοσιογραφία, δεν αισθάνομαι καλά να έρθω σε εσάς που δουλεύετε καθημερινά και να σας πω “Που ήσασταν; Είχατε μια ευθύνη… που είναι η δεοντολογία σας;”. Μπορούμε να το δούμε σε ένα επίπεδο κριτικής για τον κλάδο, αλλά μέχρι ένα σημείο. Τι μπορεί να γίνει; Αρχικά, θέλουμε ανεξαρτησία στα μέσα. Θέλουμε άποψη και μια αναφορά στην ευθύνη που έχουμε», σχολίασε η Μυρτώ. «Υπάρχει πάντα μια ατζέντα», συμπλήρωσε η Ιωάννα, «παρόλα αυτά είναι χρήσιμο να φέρουμε στην επιφάνεια τη σημασία κάποιων πραγμάτων και τη λειτουργία και τον ρόλο τους στην κοινωνία και να αναδειχθούν πιο ψηλά στη θεματολογία των μέσων». 

«Υπάρχουν κι άλλες δίκες σε εξέλιξη και φαίνεται ότι μάθαμε από την δίκη της ΧΑ ότι υπάρχει ανάγκη για ενημέρωση».

«Αυτό είναι μια αφορμή για να σκεφτούμε γενικά τι καλύπτεται και τι δεν καλύπτεται. Τι γίνεται και δεν το μαθαίνουμε ποτέ και γιατί», είπε η Μυρτώ και η Ιωάννα υπογράμμισε ένα ακόμη πρόβλημα για τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουμε για ένα γεγονός, αναφερόμενη στα τρανταχτά παραδείγματα των πρώτων ειδήσεων μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τη δολοφονία του Ζακ που μιλούσαν στην πρώτη περίπτωση για δήθεν «ποδοσφαιρική διαφωνία» και στη δεύτερη ότι«ένα πρεζάκι μπήκε να κλέψει»

«Υπάρχουν κι άλλες δίκες σε εξέλιξη και φαίνεται ότι μάθαμε από την δίκη της ΧΑ ότι υπάρχει ανάγκη για ενημέρωση. Φαίνεται από τον αριθμό των πρωτοβουλιών που έχουν στηθεί τώρα για να παρακολουθήσουν και να καταγράψουν τις δίκες, ενώ βλέπουμε ότι σε κάποιες από αυτές (σ.σ.: δίκη Λιγνάδη) απορρίφθηκε το αίτημα να υπάρχει παρατηρητήριο. Αν βγούμε από τη δίκη της ΧΑ, γενικά βλέπουμε ότι υπάρχει μια ανάγκη για ενημέρωση, η οποία δεν καλύπτεται. Ο κόσμος αισθάνεται ότι δεν μαθαίνει για αυτά που γίνονται. Είναι ευρύτερο πρόβλημα του κλάδου», σχολίασε η Μυρτώ.

Οι δημοσιογράφοι που μιλούν στο ντοκιμαντέρ (από τα αριστερά προς τα δεξιά): Angelique Kourounis, Κωνσταντίνος Πουλής, Αφροδίτη Φράγκου, Γιάννης Μπασκάκης, Ελευθερία Κουμάντου και Αντώνης Μπούγιας (aka Ypopto Mousi). Σκίτσο: Λουίζα Καραγεωργίου.

Ο Γιάννης Μπασκάκης αναφέρει κάποια στιγμή στο ντοκιμαντέρ τον όρο «αντιφασιστική ερευνητική δημοσιογραφία». Πιστεύει η Μυρτώ και η Ιωάννα σε αυτό το είδος δημοσιογραφίας; Βλέπουν διαχωρισμό ανάμεσα στον ακτιβισμό και τη δημοσιογραφία ή τα βλέπουν ως αλληλένδετα πράγματα; «Ως δημοσιογράφος κάνεις μια επιλογή εκείνη τη στιγμή ως προς το τι θα καλύψεις και τι θα βγάλεις προς τα έξω. Αν το κίνητρό σου είναι ο αντιφασισμός, μπορεί να μπει αυτός ο όρος μπροστά από το ερευνητική δημοσιογραφία», είπε η Ιωάννα και η Μυρτώ συμπλήρωσε: «Η ερευνητική δημοσιογραφία, από τη φύση της, έχει πολιτικό χαρακτήρα. Δηλαδή, αν θες να ψάξεις κάτι σε βάθος, να αναλύσεις αίτια που οδηγούν σε ένα φαινόμενο, αποκτά πολιτική χροιά η δουλειά σου. Για αυτό έχει νόημα η ερευνητική δημοσιογραφία και για αυτό δεν την κάνουν τα mainstream media». 

Στη διάρκεια όλων αυτών των 5 ½ χρόνων, αλλά και πολύ πριν ξεκινήσει η Δίκη, οι δημοσιογράφοι έδιναν μάχη για να δείξουν στον κόσμο την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής και των μεμονωμένων μελών της που σήμερα συνεχίζουν τη δράση τους και μέσα απ’ τα κελιά. Όπως αναφέρει και ο Γιάννης Μπασκάκης στο ντοκιμαντέρ, «Αυτοί οι τύποι δεν είναι πολιτικοί, δεν είναι κανονικό κόμμα». Πέτυχαν οι δημοσιογράφοι να μάθει ο κόσμος τι είναι και τι δεν είναι η Χρυσή Αυγή;  

«Η ερευνητική δημοσιογραφία, από τη φύση της, έχει πολιτικό χαρακτήρα».

«Το να ερευνάς κάτι συστηματικά και να βγάζεις δημοσιεύματα που αποδεικνύουν με ντοκουμέντα και αποδείξεις αυτό που λένε σε αντίθεση με άρθρα γνώμης που γράφονται στον αέρα, έχει σημασία. Οι δημοσιογράφοι αυτοί έγραφαν χρόνια για το ποιόν και τον χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής. Τώρα, για την κοινωνία δεν είμαι πολύ αισιόδοξη. Βλέπεις να κυκλοφορούν ακόμη ακροδεξιά περιεχόμενα. Είμαι σίγουρη ότι υπάρχει κόσμος ακόμη που λέει ότι η Χρυσή Αυγή ήταν κάτι γραφικοί τύπου που έχασαν τον έλεγχο και να τι έπαθαν. Δεν απορρίπτουν την ιδεολογία. Δεν είμαι αισιόδοξη ότι η κοινωνία έχει αλλάξει δραστικά, αλλά είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα αυτό με την καταδίκη της ΧΑ», σημείωσε η Μυρτώ. «Είναι σημαντικό, επίσης, ότι άτομα τα οποία δεν ασχολούνταν με την πολιτική και δεν είχαν ψηφίσει Χρυσή Αυγή, τώρα έμαθαν τι είναι, γιατί ενεργοποιήθηκε μια δικαστική διαδικασία», συνέχισε η Ιωάννα, τονίζοντας τη σημασία του να ενημερώνεις έστω λίγα άτομα παραπάνω. 

«Αν χαιρόμαστε για το αυτονόητο, τότε κάτι δεν πάει καλά».

Οι πόλεμοι στην Ουκρανία, την Υεμένη, τη Μιανμάρ και αλλού και οι κακουχίες και οι θάνατοι δημοσιογράφων είναι μια επίκαιρη απόδειξη του ρίσκου ψυχικής και σωματικής υγείας που παίρνουν συχνά οι δημοσιογράφοι. Μπορεί να μην ήταν μαζική σύρραξη, σίγουρα όμως το να ασχολείσαι σε καθημερινή βάση με τις δολοφονίες, τα πογκρόμ και τις επιθέσεις της ΧΑ, από το πρώτο θύμα της ΧΑ, μέχρι σημερινές ακροδεξιές πρακτικές, το να συλλέγεις και να ερευνάς τέτοια στοιχεία είναι «επιβαρυντικό», όπως σχολιάζει και το Ύποπτο Μούσι στο ντοκιμαντέρ. «Αναπόφευκτα, όταν έχεις τόση τριβή με ένα σκληρό θέμα, σε επηρεάζει, είτε είναι η Χρυσή Αυγή, είτε ο πόλεμος. Είναι κάτι βίαιο», λέει η Ιωάννα. 

«Αν χαιρόμαστε για το αυτονόητο, τότε κάτι δεν πάει καλά» σχολιάζει η Angelique Kourounis στο ντοκιμαντέρ και η Μυρτώ θεωρεί ότι είναι μία από τις πιο σημαντικές ατάκες της ταινίας. «Ίσως η πιο σημαντική. Προσπαθήσαμε να το χτίσουμε έτσι το ντοκιμαντέρ, ώστε να μπορείς να δεις λίγο γραμμικά τη Δίκη και φτάνοντας στο αποτέλεσμα, υπάρχει γενικά μια ευφορία. Οπότε λέμε, ώπα, σκέψου λίγο. Δεν θέλουμε να μειώσουμε τη χαρά και το αίσθημα νίκης, αλλά δεν πρέπει να ειπωθεί κι αυτό; Κι ο Μπασκάκης λέει ότι δεν πρέπει να γιορτάζουμε για πάντα, το φαινόμενο υπάρχει». 

Δύο νέα άτομα κάνουν ντοκιμαντέρ χωρίς καμία οικονομική βοήθεια κι ενώ έχουν 8ωρες δουλειές και μάλιστα εν μέσω πανδημίας και lockdown. Πόσο απαιτητικό ήταν αυτό το εγχείρημα; «Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Υπήρχε άγχος στο να βγει. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι σημαντικό λόγω του θέματος και θέλαμε να βγει όσο καλύτερα γινόταν, προκειμένου να λειτουργεί και μελλοντικά σαν τεκμήριο. Οπότε, κουβαλούσαμε κι αυτό το βάρος. Με τις γνώσεις που έχουμε, τον εξοπλισμό που έχουμε και τον χρόνο που διαθέτουμε πάμε να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Δεν ήταν πάντα εύκολο αυτό», δήλωσε η Ιωάννα.

«Κάποιες στιγμές ήταν κι εξαντλητικό» είπε η Μυρτώ. «Βρήκαμε υποστήριξη στην πορεία, αλλά υπήρχαν φορές που σκεφτήκαμε “Που πάμε; Δεν μας ξέρουν. Γιατί να μας εμπιστευτούν;”. Παίρνεις τηλέφωνο ανθρώπους που δεν σε ξέρουν, για ένα θέμα που τους είναι φρέσκο και συναισθηματικά βαρύ, και δεν είμαι κάποια, δεν έχω να σου δείξω τρομερό δείγμα δουλειάς, όμως εμπιστεύσου με. Προφανώς είχαμε και μερικά όχι. Κάποια ήταν δικαιολογημένα. Το lockdown έπαιξε πολύ αποθαρρυντικό ρόλο στα γυρίσματα, γιατί μας έκοψε στην αρχή που ήμασταν ζεστές και έπρεπε να περιμένουμε 6 μήνες. Υπήρξε στιγμή που βιώσαμε και τον σεξισμό σε μια φάση της παραγωγής, απροσδόκητα».

Αυτό που βίωσαν και οι δύο γυναίκες «έχει να κάνει με το φύλο και το νεαρό της ηλικίας μας. Δηλαδή, άμα ήταν ένας άντρας μεσήλικας, δεν θα είχε την ίδια αντιμετώπιση. Μας αντιμετώπισαν με το στιλ: “Που πάτε εσείς τώρα κοριτσάκια που θα μου πείτε εμένα πως γίνεται η δουλειά”» πρόσθεσε η Ιωάννα. Υπήρξαν φορές που η Μυρτώ και η Ιωάννα δεν βοηθήθηκαν «επειδή ήμασταν μικρές και άγνωστες στο χώρο. Υπήρχαν όμως και άνθρωποι που χωρίς να μας ξέρουν, άκουγαν αυτό που θέλαμε να κάνουμε και είπαν: «Ναι, πάμε! Μπράβο σας!», συμπλήρωσε. 

Υπήρξε στιγμή που βιώσαμε και τον σεξισμό σε μια φάση της παραγωγής.

Στην Διεύθυνση Φωτογραφίας ήταν ο Νίκος Πανιεράκης, τα σκίτσα και τα γραφικά επιμελήθηκε η Λουίζα Καραγεωργίου, μοντάζ έκανε η Ιωάννα Παπαϊωάννου, ενώ ηχοληψία και μίξη ο Αλέξανδρος Λυκοστράτης. Την πρωτότυπη μουσική του ντοκιμαντέρ «5 ½ χρόνια» έγραψαν οι Νίκος Μπαξεβανάκης και Γιάνης Ποταμίτης. «Όλοι όσοι συμμετείχαν στην παραγωγή, τους ενδιέφερε το θέμα και για αυτό μπήκαν, γιατί budget δεν υπήρχε. Για παράδειγμα, η Λουίζα Καραγεωργίου που έχει κάνει όλα τα σκίτσα της ταινίας, έχει παρακολουθήσει κι η ίδια τη δίκη για να σκιτσάρει και έχει συμμετάσχει στην έκθεση «Βαλ’ τους Χ», μπήκε με πάρα πολύ ενθουσιασμό στην ομάδα και είχε πολλή διάθεση να συμμετέχει και σε αφηγηματικό επίπεδο στο αποτέλεσμα» σημείωσε η Μυρτώ. 

Κάπως έτσι, επανέρχεται ξανά -όπως και πρέπει- η Δίκη της Χρυσής Αυγής στη δημόσια συζήτηση. Μια τέτοια δίκη δεν πρέπει να ξεχαστεί. Μέσα στο έτος θα αρχίσει και η διαδικασία της έφεσης και εν τω μεταξύ, τα ερωτήματα περί (της σημασίας) της ορατότητας και της ενημέρωσης για μια δίκη τέτοιου βεληνεκούς δεν σταματούν να προβληματίζουν και να γρατζουνάνε. Η ελπίδα ότι η «μητέρα των δικών» μας έγινε μάθημα για τις δίκες που λαμβάνουν ήδη χώρα στις δικαστικές αίθουσες, όπως αυτή του Λιγνάδη, του Φιλιππίδη και της δολοφονίας του Ζακ, και για τις δίκες που θα ‘ρθουν, παραμένει άσβεστη. 

INFO
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Μυρτώ Συμεωνίδου, Ιωάννα Παπαϊωάννου
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Νίκος Πανιεράκης
Σκίτσα – Γραφικά: Λουίζα Καραγεωργίου
Μοντάζ: Ιωάννα Παπαϊωάννου
Ηχοληψία – Μίξη: Αλέξανδρος Λυκοστράτης
Πρωτότυπη Μουσική: Νίκος Μπαξεβανάκης Γιάνης Ποταμίτης
Αναστασία Βαϊτσοπούλου