Δεν είναι πια «νέο ταλέντο». Έχοντας συμπληρώσει μία δεκαετία στον κόσμο της υποκριτικής, είναι προφανές ότι έχει έρθει για να μείνει. Η Ανθή Ευστρατιάδου, νικήτρια δύο σημαντικότατων βραβείων του ελληνικού θεάτρου, Κουν και Μερκούρη, φέτος εμφανίζεται σε συμπαπαραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και του Theseum Ensemble, σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού δίπλα στο πλευρό της Ρένης Πιττακή. Σκέφτεται αρκετά πριν απαντήσει, γελάει γιατί «είναι πρωί και δεν έχω πιει ούτε καφέ, μην πω καμιά βλακεία», και δείχνει να πατά σταθερά στο έδαφος – ίσως κατάλοιπο από τα χρόνια που ασχολούταν με τον στίβο, ίσως ενδεικτικό μιας ηθοποιού που προτιμά τη δουλειά από τα λόγια αν και, όπως παραδέχεται, απεχθάνεται το σταθερό ωράριο και το αυστηρό πρόγραμμα.
Πώς είναι η επαφή σου με το θέατρο Νο μέσω των προβών για την παράσταση Yo-κι-χι; Αισθάνομαι ότι η βάση είναι ένας άδειος χώρος και χρόνος οπότε κάθε τι -είτε αυτό είναι λέξη, ήχος ή κίνηση- παίρνει τεράστια σημασία. Δεν υπάρχει η έννοια της έκφρασης, δεν εκφράζω κάτι με το σώμα μου ανάλογα με τη στιγμή που βρίσκομαι. Είναι πολύ συγκεκριμένες οι κινήσεις, είναι πολύ συγκεκριμένο το περπάτημα και κάθε τι παίρνει μεγάλη έκταση.
Ακούγεται περιοριστικό αυτό. Είναι. Αν σκεφτούμε ότι έχουμε συνηθίσει να χρησιμοποιούμε ελεύθερα το σώμα μας, αναλόγως βέβαια με τη συνθήκη στην οποία βρίσκεται κανείς και την εκάστοτε συνεργασία.
Πρέπει να βρεις έναν νέο τρόπο εσύ ή να ακολουθήσεις τον κανόνα; Να ακολουθήσεις τον κανόνα και να αντισταθείς στις συνήθειες που έχεις αναπτύξει για να εκφράζεσαι με συγκεκριμένα μέσα. Στην πραγματικότητα είναι μια διαδρομή με συγκεκριμένα βήματα μέσα από τα οποία έρχεσαι σε επαφή με το κείμενο και με τη μουσική, με έναν άλλο τρόπο. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει έντονη πλοκή, δε σε παρασέρνει η δράση. Το είδος αυτό δεν στηρίζεται στον εντυπωσιασμό ή στην ψυχολογική ταύτιση με τον ήρωα. Είναι περισσότερο σαν ένα ποίημα ή ένα τραγούδι.
Ως θεατής τι περιμένεις όταν παρακολουθείς θέατρο; Δεν είναι σταθερό αυτό που επιθυμώ. Πάντως έχω την αίσθηση ότι γίνονται πια συνέχεια πάρα πολλά πράγματα, συνεχώς νέες παραστάσεις αλλά συχνά δε βρίσκει κανείς τον λόγο για όλα αυτά. Ενώ γίνονται αξιοπρεπέστατες δουλειές με πολύ καλούς ηθοποιούς έχω την αίσθηση ότι όλο αυτό το πράγμα, με την πληθώρα νέων παραστάσεων, δεν σταματάει ποτέ. Έτσι μπορώ να πω ότι απολαμβάνω τα πράγματα που με εκπλήσσουν. Πάω χωρίς προσδοκίες.
Ως ηθοποιός με ποιες προσδοκίες προχωράς; Να συναντηθώ με ανθρώπους και με κείμενα που θα με εμπνεύσουν, να υπάρξει μια συνεργασία που ο καθένας θα βάλει το λιθαράκι του για να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, να με ιντριγκάρει η πρόταση του άλλου, να μάθω καινούρια πράγματα, νέες τεχνικές. Είναι πολύ σημαντικό να έρχεσαι σε επαφή με ανθρώπους που δεν γνώριζες και που βρίσκεις κάτι κοινό μαζί τους, να καταλάβεις σε σύντομο χρονικό διάστημα ότι μιλάτε την ίδια γλώσσα. Αυτό για εμένα είναι πολύ συγκινητικό γιατί δεν είναι αυτονόητο.
Ξεκίνησες από την ομάδα «Κανιγκούντα». Η ομάδα παρέχει την ασφάλεια ότι τα μέλη της χρησιμοποιούν ένα κοινό κώδικα. Από την άλλη ο κύκλος είναι κλειστός, συνεπώς πόσες ευκαιρίες έχεις ώστε να γνωρίσεις καινούρια άτομα; Εξαρτάται από την ομάδα αυτό, αν έχει σταθερά μέλη ή αν είναι ανοιχτή σε καινούρια. Το δύσκολο με την ομάδα είναι ότι συνεργάζεσαι με τους ίδιους ανθρώπους οπότε, όπως σε κάθε συνθήκη εργασίας, υπάρχει η τριβή. Συνεπώς πρέπει να φροντίζεις τις σχέσεις μαζί τους και πώς αυτές εξελίσσονται μέσα στα χρόνια. Εκεί δεν υπάρχει το «πρέπει να γνωριστείς», καθώς αυτό έχει ήδη κατακτηθεί. Το θέμα είναι πώς θα κρατηθεί ζωντανή η ομάδα και πώς δε θα κουραστείς από την επανάληψη, από την κούραση που προκύπτει σε όλες τις σχέσεις επαγγελματικές, ερωτικές, οικογενειακές, φιλικές.
Βαριέσαι εύκολα; Πιστεύω ότι ένας λόγος που κάνω αυτό το επάγγελμα είναι επειδή θα βαριόμουν εύκολα σε μια άλλη συνθήκη. Μου αρέσει η ανανέωση. Σίγουρα δεν μου αρέσει καθόλου το σταθερό ωράριο. Δεν είμαι καθόλου του σταθερού προγράμματος, να ξυπνάω δηλαδή κάθε μέρα στις 6:00 και να επιστρέφω στις 17:00. Δεν θα το άντεχα.
Ως προς τους θεατές έχεις προσδοκίες; Είναι μια τέχνη που απευθύνεται σε κοινό, δεν την κάνουμε μέσα σε κλειστούς τοίχους. Συνεπώς ναι. Βέβαια κι εκεί πρέπει να μπαίνουν κάποια όρια. Αν το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι η αποδοχή τότε όλο αυτό γίνεται φοβερά ψυχοφθόρο. Σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις συμβαίνει να αποζητούμε την αποδοχή. Το θέμα είναι να μην χάνουμε τον εαυτό μας. Η πολλή αγωνία για το πώς θα μας δει ο άλλος μας κάνει δέσμιους του δικού του ματιού οπότε είναι πολύ εύκολο να εγκλωβιστείς σε αυτό που υποθέτεις ότι βλέπει ο άλλος. Πρέπει να βρίσκεις λοιπόν τη δική σου επιθυμία.
Τον εαυτό σου τον παρατηρείς; Ναι, στο μέτρο που είναι δυνατόν για όλους μας. Με απασχολεί.
Τους άλλους τους παρατηρείς; Τώρα στην πρόβα παρατηρώ πάρα πολύ την Ρένη Πιττακή. Πιάνω τον εαυτό μου να την παρατηρεί και να συγκινείται.
Ένας λόγος που κάνω αυτό το επάγγελμα είναι επειδή θα βαριόμουν εύκολα σε μια άλλη συνθήκη. Μου αρέσει η ανανέωση. Δεν είμαι καθόλου του σταθερού προγράμματος, να ξυπνάω δηλαδή κάθε μέρα στις 6:00 και να επιστρέφω στις 17:00. Δεν θα το άντεχα.
Από τι συγκινείσαι; Από τον τρόπο που υπάρχει. Είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος. Είναι ένας άνθρωπος που έχει κάνει τόσο μεγάλη πορεία κι όμως είναι ταπεινός και είναι γυναίκα, ηθοποιός που παίζει το πνεύμα μιας πεθαμένης γυναίκας. Στο μυαλό μου όλα συνδέονται.
Έχεις τιμηθεί και με το βραβείο Κουν και με το Μερκούρη. Φαντάζομαι ότι και τις δύο φορές θα ένιωσες ικανοποίηση αλλά και άγχος για τις προσδοκίες των άλλων την επόμενη μέρα; Ναι, υπάρχει ικανοποίηση αλλά είναι λίγο πιο σύνθετα τα πράγματα. Εγώ γενικά είμαι ένας άνθρωπος που αντιστέκεται, επαναφέρω συνεχώς τον εαυτό σε σχέση με όλα αυτά γιατί πραγματικά πιστεύω ότι δε σημαίνουν απαραίτητα κάτι. Το ζήτημα της αξιολόγησης και της κριτικής μιας υποκριτικής στιγμής είναι κάτι τόσο σχετικό. Από την άλλη είμαι ένα ανασφαλές πλάσμα. Επιθυμούσα να μάθω στην πορεία των χρόνων εάν θα μπορώ να κάνω αυτή τη δουλειά. Δεν είναι μόνο τα βραβεία αλλά είναι το αν θα έχεις δουλειά, αν θα έχεις καλές συνεργασίες. Όσο μειώνονται αυτές οι ανασφάλειες σου ανοίγεται το περιθώριο για να καταλάβεις τι θα ήθελες ή δε θα ήθελες να κάνεις, ή τι σου ταιριάζει, ή να ονειρεύεσαι πώς θα ήθελες να είσαι. Είναι μια δουλειάπου, όπως όλες, έχει τις δυσκολίες της.
Η πιο ευτυχής σου στιγμή στο θέατρο ποια ήταν; Ωχ, αυτή είναι πολύ δύσκολη ερώτηση. Ήταν σίγουρα όταν ο Γιάννης Λεοντάρης, που ήταν δάσκαλος μου στη σχολή, με πήρε στην ομάδα ενώ δεν το περίμενα. Η τελευταία που θυμάμαι ήταν αυτό το καλοκαίρι με τον Έκτορα Λυγίζο.
Όταν τελειώνει μια παράσταση συνεχίζεις να ζεις μαζί της για κάποιο διάστημα; Τα τελευταία χρόνια συνειδητοποιώ πόσο σε επηρεάζει η επαφή με ένα κείμενο ή με έναν άνθρωπο με τρόπους που δεν είναι φανεροί, τουλάχιστον σε μένα. Σε επηρεάζει ακριβώς επειδή με την υποκριτική επιτρέπεις να επηρεάσει το σώμα σου μια άλλη συνθήκη. Υπάρχουν ακόμη και πρακτικά πράγματα όπως ένα τραύμα στο σώμα, κάτι που είναι συχνό, έως και τα αποτυπώματα που σου αφήνει ένα κείμενο, ένα βλέμμα, η ίδια η συνθήκη μέσα στην οποία έχεις κληθεί να μπεις. Αν σου πω εγώ αυτή τη στιγμή σήκω και χοροπήδα επί πέντε λεπτά και το κάνεις τότε μετά θα έχει αλλάξουν οι ρυθμοί της καρδιάς σου, η αναπνοή. Πρέπει να περπατήσω πάνω στη σκηνή, να σηκώσω το χέρι μου και να πιάσω ένα άλλο σώμα. Αυτό είναι κάτι που όντως γίνεται, δεν κάνεις ότι γίνεται. Άρα ναι, όλα σε επηρεάζουν.