Κανάλι, δε μας τα λες καλά. Εντάξει, διαβάζοντας την υπόθεσή σου η αλήθεια είναι πως κράταγα μικρό καλάθι, μα περίμενα να μου αλλάξεις γνώμη. Όχι απλά να είσαι ένα μεταφυσικό θρίλερ της σειράς, κάπως πιο arthouse στη φόρμα και κατά τα’ άλλα τίποτα. Όχι να έχουμε ένα ευρωπαϊκό θρίλερ ως δικαιολογία για χαβαλέ ρε παιδιά.
Η σχηματική υπόθεση, για όσους δεν ξέρουν, έχει ως εξής: η ευτυχία ενός ζευγαριού καταρρέει όταν ένα μυστικό βγαίνει στο φως. Η ανακάλυψη μιας παμπάλαιας μπομπίνας που περιγράφει το αιματηρό μυστικό του σπιτιού τους και η περαιτέρω διερεύνηση της ιστορίας του από πλευράς του συζύγου περιπλέκει παραπάνω τα όρια μεταξύ αληθινού και φανταστικού. Η γυναίκα εξαφανίζεται και βρίσκεται δολοφονημένη. Ποιος είναι ο πραγματικός ένοχος; Ή, πιο σωστά, τα αίτια του θανάτου της ήταν φυσιολογικά ή βασίζονται σε κάτι υπερφυσικό;
Ανά στιγμές μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει ψήγματα της ταινίας που μορφολογικά φέρνουν στο Eraserhead, αν αυτό ήταν έγχρωμο. Οι σιωπές, οι παράδοξες γωνίες λήψεις, το παράφωνο soundtrack και η αίσθηση παράνοιας θα μπορούσε να είναι ένα φτωχό –και κατά πολύ μικρότερο- ξαδερφάκι του ντεμπούτου του Lynch. Μα αμέσως μετά ξεχνά τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και το ρίχνει στο σορολόπ. Αφήνεται σε συμβιβασμούς γελοίων φαντασμάτων, παλιάς κατάρας και φτηνής εικονοποιίας φρίκης, η οποία περιλαμβάνει σάπια φαντάσματα, μια αηδιαστική γέννα, σφαγές γυναικόπαιδων και το πάντα εκνευριστικό μπαλαντέρ της διπλής ανατροπής «δεν είναι/τελικά είναι αλήθεια». Έχετε δει άπειρες άλλες ταινίες σαν και αυτή, με βασική τους διαφορά το ότι προσπαθεί να το παίξει η ξύπνια της παρέας και όχι να αποδεχτεί την πραγματική της ταυτότητα. Φύκια για μεταξωτές κορδέλες και προσπερνάτε ξέγνοιαστα.
Αν θέλετε, ωστόσο, σώνει και ντε μια ταινία σύμμειξης πραγματικού και φανταστικού, η οποία να περιλαμβάνει και έναν ψυχολογικής φύσεως προβληματισμό, υπάρχει το νορβηγικό Στο Σκοτάδι. Και όραμα έχει, και φόρμα, και τελικά λόγο ύπαρξης.
Μια νεαρή γυναίκα ξαφνικά αρχίζει να χάνει την όρασή της. Χωρίς αιτία, χωρίς ιστορικό, χωρίς να είναι έτοιμη. Συνειδητοποιεί πως η ζωή που ήξερε πρόκειται να αλλάξει άρδην και βυθίζεται στις σκέψεις της. Το σύμπαν της αρχίζει να περιστρέφεται γύρω από την κατάσταση της ίδιας, του συζύγου της και δύο άλλων ανθρώπων, άσχετων με το ζευγάρι, τη ζωή των οποίων συγκρίνει με τη δική της, γράφοντας τις σκέψεις της σε ένα λάπτοπ.
Αν μου ζητούσαν να παραλληλίσω το συγκεκριμένο φιλμ με κάποιες άλλες ταινίες, αυτό θα ήταν το Γκαρσόν του Alex Van Warmerdam αν είχε γραφτεί από τον Alain Resnais και κινηματογραφηθεί από τον Tomas Alfredson (Άσε Το Κακό Να Μπεί). Ο χαοτικός λογοτεχνικός πυρήνας του σεναρίου, βυθισμένος στους εσωτερικούς μονολόγους, τους φόβους, το κοινωνικό σχόλιο, την εξιστόρηση και το μαύρο χιούμορ που δεν προκαλεί γέλια παρά ένα κυνικό χαμόγελο, φωτογραφίζεται με την πάνχλωμη σκίαση της σκανδιναβικής παλέτας. Και στη μέση της ιστορίας, ως αφηγήτρια και θύμα της, μια μοναδική Ellen Dorrit Petersen να χρησιμοποιεί το σώμα της με διαφορετικούς τρόπους για να τονίσει τα συναισθήματα της ηρωίδας της.
Βασικότερο στοιχείο της ταινίας, η αρχικά χαώδης μορφή της. Δε γίνεται εύκολα ξεκάθαρη η σύνδεση μεταξύ των πρωταγωνιστών και για αρκετή ώρα παραμένει ένα αίνιγμα που λύνεται καρέ με καρέ. Μα και στο τέλος, όταν νομίζουμε ότι σε αυτό το εικαστικά έξοχο arthouse δημιούργημα έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει, έρχεται το αινιγματικό τελευταίο πλάνο για να μας προβληματίσει για το όριο της αλήθειας, της φαντασίωσης και της ειρωνείας, μα και της ίδιας της ροής του χρόνου. Χαοτικό, μα με βαθύτατη βουτιά στα ενδότερα των ενδοτέρων της σκέψης.
Μια άλλη ανάγνωση, η οποία, μάλιστα δίνει μια διαφορετική ματιά στην ταινία, είναι αυτή της αντιμετώπισης του ίδιου του έργου από το δημιουργό του. Πως ο ίδιος απορροφάται από αυτό, οι λόγοι που καταφεύγει στη δημιουργία, η όσμωσή του με το σύμπαν που δημιουργεί και η αναζήτηση καταφυγίου σε αυτό. Όπως οι χαρακτήρες ψάχνουν καταφύγιο με διάφορους τρόπους σε διαφόρων ειδών πράξεις, έτσι και η φόρμα αναζητά τον καλύτερο τρόπο αυτοπροβολής της. Και τον βρίσκει, με τις σουρεάλ (ενίοτε και σχετικά χιουμοριστικές) εικόνες της, τον κλινικό λευκό φωτισμό, πορνό αποσπάσματα, συμβολική χρήση του κάδρου και της εικόνας (ή της μη εικόνας).
Σε γενικές γραμμές, το ότι δεν πρόκειται να αρέσει σε όλους, πόσο μάλλον να το καταλάβει όλο το κοινό είναι δεδομένο. Μα ακόμα και εσείς που ενδιαφερθήκατε, μην το δείτε σαν μια πρόκληση που αναζητά λύση, μην εστιάσετε εκεί. Δεν είναι ο σκοπός η κατανόηση της πραγματικότητας, μα η εισαγωγή και διερεύνηση ενός σχεδόν υγιούς ανθρωπίνου εγκεφάλου που καλείται να αναδομηθεί. Και έτσι θα παρασυρθείτε και πιο εύκολα στην ambience του. Έκτακτα.