Categories: ΣΙΝΕΜΑFeatured

Ανταπόκριση από τις Νύχτες Πρεμιέρας: Αμερικάνικο DIY και η ενότητα του The Boy

Το Συ Ότι Πράος Και Αγαπητός Εί μας υποσχέθηκε μια κατάτμηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, των σκέψεων και τη μετατροπή της ειδυλλιακής αμερικάνικης επαρχίας σε ένα τοπίο νοσηρό, που εγκυμονεί εφιάλτες. Σπεύσαμε, λοιπόν.

Ένας νεαρός εργάτης καταφθάνει στη φάρμα του αγρότη Jeremiah για να περάσει το καλοκαίρι του ως χειρώνακτας βοηθός του. Κάθε μέρα κακολογείται από το σωβινιστικό αφεντικό του, ενώ αρχίζει και έλκεται όλο και περισσότερο από την κόρη του,  Sarah. Μυστήριος αυτός, άπειρη αυτή, δε θα αργήσουν να παρατήσουν τους ενδοιασμούς τους και να προχωρήσουν σε μια κρυφή συνεύρεση. Όσο ο χρόνος κυλά, η κατάσταση θα ωθηθεί περισσότερο στα άκρα και η έκρηξη θα είναι επώδυνη.

Μια ταινία εξολοκλήρου χρηματοδοτημένη από το ιντερνετικό κοινό, χωρίς την εμπλοκή παραγωγών με κάποιο κύρος, μπορεί να φαντάζει επίφοβη εξ’ αρχής. Μα το μπρίο, η ευρηματικότητα, η συνολική παρουσίαση του σύμπαντος της Josephine Decker αποδεικνύει για μια ακόμα φορά πως και έξω από τις στουντιακές «σέχτες» συμβαίνουν μεγαλεία. Όραμα να υπάρχει και τα υπόλοιπα είναι παραβλέψιμες μικρολεπτομέρειες.

Η κάμερα εκτελεί πολλαπλά χρέη για τις ανάγκες της ταινίας. Άλλοτε στενός παρακολουθητής, δίνει έμφαση στα όσα θα ξέφευγαν εύκολα από το μάτι, μα δίνουν ιδιαίτερο βάρος στη σκηνή όταν γίνουν αντιληπτά. Ένα βλέμμα, μια κίνηση, μια γενικώς απαρατήρητη συμπεριφορά που σηματοδοτεί εκ νέου τα απεικονιζόμενα. Ταυτόχρονα, ξεπερνά τη θέση του συμβατικού αφηγητή, όντας προφήτης (πλάνα προοικονομίας), ψυχολόγος (πλάνα με μεταφορικό περιεχόμενο) και συνάμα παίζει με διάφορες οπτικές γωνίες. Σίγουρα, ξαναείδαμε υποκειμενικό πλάνο από τα μάτια ενός ζώου στο Φως Μετά Το Σκοτάδι του Reygadas, μα και εδώ η αφηγηματική χρησιμότητα του πλάνου δεν προσδίδει στην ταινία κανένα «περίεργο χάριν του περιέργου» τουπέ.

Το σημαντικότερο, όμως, πέραν της απεικόνισης –στην οποία πρέπει να αναφερθεί και το άριστο, ταχύ μοντάζ, το οποίο αποφεύγει να προκαλέσει σύγχυση στο θεατή- είναι το ιδεολογικό/συμβολικό της περιεχόμενο. Ολόκληρη η ταινία είναι γεμάτη με σύμβολα και αλληγορίες σχετικά με τη φύση της αμερικάνικης και, πιθανότατα, καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο πατέρας δεν είναι απλά ένας βιολογικός πατέρας που ενυπάρχει στο σενάριο για αφηγηματικούς λόγους. Αποτελεί τον συμβολικό πατέρα, το Θείο Σαμ, που καταπιέζει τα παιδιά του, προσφέροντάς τους έναν πλαστό παράδεισο και επεμβαίνοντας με την αρρώστια του όταν πραγματοποιείται κάποια πράξη που έχει σαν έναρξη το συναίσθημα και την ελευθερία, ζητώντας κάποιο αντάλλαγμα και τιμωρώντας τους παρεκκλίνοντες. Τους οποίους παρεκκλίνοντες διαρκώς χλευάζει και μειώνει προς παραδειγματισμό μπροστά στους υπόλοιπους παρευρισκόμενους.

Και η περιγραφή του έρωτα και της σεξουαλικής διέγερσης αποκτά ζωντάνια και απαλλάσσεται από τη σωματική, στιγμιαία έκσταση. Αποκτά μια διάσταση αιώνια και απελευθερωτική, γεμάτη τρυφερότητα και ένταση, την οποία μόνο οι συμβάσεις μπορούν να καταρρίψουν. Αν Η Απόσταση Μεταξύ Μας ήταν το αναμενόμενο αριστούργημα, αυτό είναι το κρυφό διαμάντι του Διεθνούς Διαγωνιστικού, το οποίο μπορεί να κοιταχτεί στα μάτια μαζί του. Αναπάντεχα μαγευτικό.

Βραδάκι στο Ideal, όχι για να δούμε κάτι καινούριο, μα κάτι που η mainstream ιστορία κόντεψε να θάψει. Ευτυχώς, όμως, που ο Αλέξανδρος Βούλγαρης θυμάται κάποια πράγματα και, φέτος του δίνεται η ευκαιρία να τα παρουσιάσει σε περισσότερο κόσμο, μπας και γλιτώσουν από τη λήθη. Τα 70 Λεπτά Για Να Πεθάνεις υπόσχονται μια μίξη αγωνίας, 80’s αισθητικής και μουσικής των Tangerine Dream, οπότε (και μόνο το τελευταίο να ίσχυε θα αρκούσε) δεν μπορούμε να πούμε όχι στο συγκεκριμένο αμάλγαμα.

Ο Harry επιτέλους βρίσκει την κοπέλα που ονειρευόταν τα τελευταία 30 χρόνια. Και, ακόμα καλύτερα, αυτή ανταποκρίνεται στο ενδιαφέρον του. Κανονίζουν να βγουν ραντεβού, μα μια ατυχής συγκυρία κάνει τον Harry να αργήσει. Και, κατά λάθος, θα μάθει πως πυρηνικές κεφαλές κατευθύνονται προς το μέρος τους, με πιθανό χρόνο αφίξεως τα 70 λεπτά. Έτσι ξεκινάει ένας αγώνας δρόμου, προκειμένου να καταφέρει να αποδράσει με την κοπέλα του πριν γνωστοποιηθεί η μελλοντική καταστροφή και ξεσπάσει το χάος.

Δε χρειάζεται να περάσει πολλή ώρα προκειμένου το φιλμ να τσιγκλήσει τη νοσταλγία του θεατή. Η συνολική αισθητική, με την ενδυματολογία, τα σκηνικά και τις ερμηνείες, όπως και η υπόθεσή του, παραπέμπουν πολύ έντονα σε ταινία που θα μπορούσε κάποιος να νοικιάσει σε βιντεοκασέτα τις αρχές της δεκαετίας του 90. Αυτό το American 80’s kitsch που, αν και θεωρείται εν μέρει ξεπερασμένο, δεν μπορείς να του φέρεις αντιρρήσεις, κινηματογραφικά μιλώντας.


miracle mile / 70 λεπτά για να πεθάνεις – trailer από NyxtesPremieras

Η ψύχωση της πυρηνικής απειλής δεν έχει σβήσει ακόμα. Η Αμερική εξακολουθεί στο πίσω μέρος του κεφαλιού της να φοβάται τη στιγμή που θα δει στον ουρανό να διαγράφονται οι τροχιές καπνού των κεφαλών. Και σε αυτόν ακριβώς το φόβο ο Steve De Jarnatt χτίζει το φιλμ του. Σοφά, δεν το πνίγει στη σοβαροφάνεια, κυμαίνεται διαρκώς ανάμεσα στην παρωδία και την ένταση, χωρίς να υπονομεύει μια από τις δύο εκφάνσεις της δημιουργίας του. Δε διστάζει, μάλιστα, να κάνει το κοινό του να απορήσει με την απεικόνιση του L.A. αν το τέλος του πολιτισμού θα έρθει με την πυρηνική καταστροφή ή αν είναι εδώ από τώρα μα δεν το έχουμε παρατηρήσει. Οι χώροι, οι χαρακτήρες, όλα συνηγορούν σε μια παρακμή που σιωπηλά αποδέχονται οι πάντες, όχι συνομωτικά, μα μέσα στην άγνοιά τους. Οι  μόνοι ρομαντικοί μέσα στο καρναβάλι, οι δύο πρωταγωνιστές και οι παππούδες της πρωταγωνίστριας ως μια παλιά γενιά, κατασταλαγμένη στο ότι δε θα αφήσει τίποτα να την καταβάλει, αρκεί να έχουν ένα λιπαρό σάντουιτς με τριπλό παστουρμά και την παρουσία ο ένας του άλλου. Όχι παρελθοντολαγνικά, μα είναι προτιμητέα οποιαδήποτε άλλη αντίληψη πέραν της τρέχουσας δεκαετίας.

Εκτός αυτού, διανθίζει το δημιούργημά του με αναφορές που προκαλούν το θεατή να τις βρει. Ο Glenn Miller και το Bird of Paradise του King Vidor είναι δύο από τους φόρους τιμής που μέσα στο –επιτυχημένο και αμείωτο- σασπένς ο De Jarnatt επιλέγει να αποτίσει. Και το όλο μεταμοντέρνο κλίμα της ταινίας δε θα ήταν το ίδιο αν δεν το επένδυαν με τους ήχους τους οι Tangerine Dream. Οι οποίοι δεν παραμένουν σε ένα ασφαλές και γνώριμο kraut μοτίβο, μα χρησιμοποιούν τα synths τους άλλοτε για ένα ambient χαλί και άλλοτε για να συνθέσουν περιπετειώδη 80’s action flick μουσική καταδίωξης.

Όπου τη βρείτε, τη βλέπετε, προφανώς. Μπορεί να μην είναι κάτι το ολότελα ρηξικέλευθο για το ρου του κινηματογράφου σε σύνολο, μα οι θετικές κριτικές της εποχής είχαν απόλυτη βάση. Και συν τοις άλλοις, θα απολαύσετε ένα κιτς μεν, τρομακτικό δε φινάλε που θα αντικατοπτρίσει τη βασικότερη φοβία της περιόδου με αντιπροσωπευτικά μηδενιστικό τρόπο.

Φοίβος Κρομμύδας

Share
Published by
Φοίβος Κρομμύδας