Ποιος δεν έχει πάει στην Αμοργό και δεν έχει ακούσει από τους ντόπιους ή από τουρίστες για την παραλία που γυρίστηκε το Απέραντο Γαλάζιο; Ή μήπως η Σκιάθος με το Mamma Mia και το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι στην Κεφαλλονιά δεν είναι παρόμοια παραδείγματα; Αποσπασματικά παραδείγματα μας είπε σήμερα ο Άγγελος Τσακανίκας, ερευνητής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών στα πλαίσια παρουσίασης μελέτης του πρώτου σχετικά με την παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα την επίδρασή τους στην οικονομία. Αφορμή η σχετική συνεργασία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και του Ιδρύματος Ωνάση, μία συνεργασία που απέδωσε σημαντικούς καρπούς οι οποίοι παρουσιάστηκαν στον πέμπτο όροφο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών με την εξαιρετική σε όλα «οικοδέσποινα» Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Διευθύντρια Επικοινωνίας και Μάρκετινγκ της Στέγης, να ανοίγει την διαδικασία.
Σκοπός τριπλός. Η ποσοτικοποίηση της προσφοράς μιας κινηματογραφικής παραγωγής στην εθνική οικονομία, ο εντοπισμός εμποδίων και αδυναμιών του υπάρχοντος πλαισίου και η ανίχνευση πολιτικών προτάσεων και εναλλακτικών ώστε να έρθει η Ελλάδα στο προσκήνιο ως ανταγωνιστικός προορισμός κινηματογραφικών παραγωγών.
Εκκινώντας από την παραδοχή του Νίκου Βέττα, Γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ πως η Ελλάδα για να αναπληρώσει το χαμένο από την κρίση ΑΕΠ της θα πρέπει να δέχεται επενδύσεις περί τα 10-20 δις ευρώ σε ετήσια βάση, ανοίγει και η συζήτηση για την επιχειρηματική καινοτομία και τον ρόλο του κινηματογράφου σε αυτήν. Το 3% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ προέρχεται από την παραγωγή οπτιακουστικού υλικού ενώ παράλληλα απασχολούνται περί τους 7 εκατομμύρια ανθρώπους με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. Αυτό το μέγεθος εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την κλίμακα επιρροής που έχει ο Κινηματογράφος στην πραγματική οικονομία.
Ο κ. Τσακανίκας και η επιστημονική ομάδα του ΙΟΒΕ που ασχολήθηκε με την μελέτη, μέσα από το οικονομετρικό μοντέλο που χρησιμοποίησαν κατέληξαν στην υπόθεση πως 20 ταινίες μέσου προϋπολογισμού 450 χιλιάδες ευρώ, μπορούν να αυξήσουν το ετήσιο ΑΕΠ κατά 14 εκατομμύρια ευρώ, διατηρώντας περί τις 272 θέσεις εργασίας, στοιχειό ιδιαίτερης βαρύτητας αν λάβουμε υπ όψη πως οι θέσεις απασχόλησης στον τομέα έχουν μειωθεί περίπου στο μισό από το 2011. Να καταγραφεί πως μέσω των πολλαπλασιαστικών επιδράσεων, για κάθε εκατομμύριο δαπάνης η εγχώρια προστιθέμενη αξία ενισχύεται κατά περίπου 1,4 εκατομμύρια ευρώ ενώ το ΑΕΠ κατά 1,6 εκατομμύρια. Αντίστοιχα το ΑΕΠ είναι δυνατόν να σημειώσει άνοδο ακόμη και κατά 39 εκατομμύρια ευρώ ως αποτέλεσμα δαπάνης ύψους 25 εκατομμυρίων μίας μεγάλης κινηματογραφικής παραγωγής ενώ πάλι οι θέσεις που θα συντηρηθούν είναι πάνω από 750.
Οι αδυναμίες σε επίπεδο γραφειοκρατίας, οι χρονοβόρες διαδικασίες, η νομοθετική ασάφεια και οι αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων, τα ασθενή οικονομικά κίνητρα και η έλλειψη φορολογικών κινήτρων είναι μερικά μόνο από τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ξένοι και Έλληνες παραγωγοί ταινιών όταν επιχειρούν να προσεγγίσουν το Ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Παραδείγματα προς μίμηση χώρες με σημαντικά φορολογικά κίνητρα όπως επιστροφή χρημάτων έως και 25% της επένδυσης (υπό την προϋπόθεση ότι η επένδυση είναι ύψους από ένα συγκεκριμένο budget και πάνω) σαν την Νέα Ζηλανδία και τη Μεγάλη Βρετανία όπου ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών και ο Χάρι Πότερ αντίστοιχα αποτέλεσαν μοχλό ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας μέσω του τουρισμού και της πολιτιστικής υπεραξίας που παρήχθη.
Στοιχείο που τόνισε ο Βασίλης Κατσούφης, Πρόεδρος της Ακαδημίας Κινηματογράφου είναι η σημασία των Film Commission, γραφείων εξυπηρέτησης που αναλαμβάνουν να διευκολύνουν ξένες παραγωγές καθώς και να παρέχουν υπηρεσίες σε μία κατεύθυνση δημιουργίας ενός film friendly περιβάλλοντος. Για να γίνουν όλα αυτά, «δεν χρειαζόμαστε χρήματα χρειαζόμαστε Εθνικό σχέδιο, βούληση και συνεργασία μεταξύ των διαφορετικών πλευρών που εμπλέκονται σε αυτή την διαδικασία», υπογράμμισε ο κ. Κατσούφης ενώ η πλήρης απουσία διαλόγου μεταξύ Ακαδημίας και Υπουργείου Πολιτισμού όπως επιβεβαιώθηκε και από τον ίδιο, σφραγίστηκε και από την δήλωση ειδικού συμβούλου της Υφυπουργού Πολιτισμού που ούτε λίγο ούτε πολύ είπε πως αυτές οι ενδιαφέρουσες προτάσεις για τον Ελληνικό Κινηματογράφο θα τεθούν υπ όψη και της Τρόικα προτού ληφθούν αποφάσεις.
Κοινός παρονομαστής αυτής της προσπάθειας όλων των ομιλητών και των φορέων που εκπροσωπήθηκαν στην παρουσίαση της μελέτης, είναι η δημιουργία ενός brand name βασισμένο στην πολιτιστική κληρονομιά, το φυσικό κάλλος της Ελλάδας, το ανθρώπινο δυναμικό της και την τεχνογνωσία που εκπορεύεται από την μακρά Ελληνική Κινηματογραφική Ιστορία.
Οι προκλήσεις πολλές και η μελέτη που παρουσιάστηκε η αφορμή για έναν διάλογο που δεν έγινε ποτέ. Αν καταφέρει να πυροδοτήσει διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς θα είναι μία πρώτη κατάκτηση. Το Ίδρυμα Ωνάση πάντως, διαμέσου της Αφροδίτης Παναγιωτάκου δήλωσε με ενδιαφέρον παρών στις εξελίξεις ενώ η Ακαδημία Κινηματογράφου θα αναλάβει κι άλλες πρωτοβουλίες στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα για να συμβάλει στο νέο περιβάλλον που είναι αναγκαίο για το ελληνικό σινεμά.