Η «αλήθεια της όρασης» και η «αλήθεια της αντίληψης»

    

Ένα απόγευμα Τετάρτης (η ζέστη πύρωνε τα κτίρια της λ.  Συγγρού) έκανα το λάθος να πάω στην εταιρία B. S. F.  Τη βρήκα μεν, αλλά δυστυχώς για μένα, ήταν κλειστή. Για να απαλύνω την ταλαιπωρία μου τράβηξα για το μεγαλύτερο εργοτάξιο της Αττικής.  Έτσι βρέθηκα στο Κέντρο Επισκεπτών του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Θαύμασα για λίγο τους τεράστιους γερανούς όταν πίσω από την τζαμαρία του γυάλινου περίπτερου είδα μια ομάδα γύρω από ένα τραπέζι να κουβεντιάζει αγγίζοντας περίεργες κατασκευές και παιχνίδια με την καθοδήγηση κάποιου  που έμοιαζε να είναι επικεφαλής. Προσπάθησα να κλέψω περισσότερες εικόνες αλλά δεν τα κατάφερα. Με το Φώτη Φλεβοτόμο, που γνώρισα εκείνη την ημέρα, βρεθήκαμε στην καφετέρια του Μουσείου Μπενάκη. Στην αρχή χαζεύαμε τον κόσμο και μετά από δύο εσπρέσο αρχίσαμε την κουβέντα. Είπαμε για ταξίδια, ζωγραφική, μουσική. 

Στη μεγάλη πορεία της Τέχνης, και ιδιαίτερα της ζωγραφικής, έχουμε την “αλήθεια της όρασης” και την “αλήθεια της αντίληψης”. Πόσο διαφορετικά είναι αυτά;
Πολύ διαφορετικά. Η αλήθεια της αντίληψης συνδιαμορφώνεται απ’ όλες τις αισθήσεις. Πρόσφατα άκουσα έναν Γάλλο παιδοψυχίατρο να λέει, παρεξηγώντας τον ενδεχομένως, ότι όσο περισσότερες από τις αισθήσεις μας λειτουργούν, τόσο καλύτερα αντιλαμβανόμαστε τον άλλο ως μια ξεχωριστή οντότητα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι εραστές κλείνουν τα μάτια τους όταν φιλιούνται γιατί έτσι, απομονώνοντας την αίσθηση της όρασης, αισθάνονται περισσότερο τον άνθρωπο με τον οποίο είναι ερωτευμένοι ως κομμάτι του δικού τους εαυτού. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να απορρίπτουμε ενστικτωδώς την αλήθεια της όρασης γιατί μας εμποδίζει να προσλάβουμε την πραγματικότητα έτσι όπως την θέλουμε. Η πράξη αυτή είναι στην ουσία πολύ καλλιτεχνική. Αισθανόμαστε συχνά μια αλήθεια που μας υπερβαίνει και που η όραση είναι μέχρι έναν ορισμένο βαθμό συνδιαμορφωτής αυτής της αλήθειας. Στα πολυαισθητικά προγράμματα που σχεδιάζουμε στο Κέντρο Επισκεπτών του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και στο μουσείο Μπενάκη, οι περισοτεροι από τους συμμετέχοντες έχουν χαμηλή ή μηδενική όραση, παρ’ όλα αυτά αντιλαμβάνονται μια σειρά από καλλιτεχνικές έννοιες, και οπτικές, επειδή αυτές είναι δυνατόν να γίνουν αντιληπτές μέσα απ’ τις υπόλοιπες αισθήσεις.

Πόσο απασχολεί εσένα αυτή η αλήθεια; Όταν δουλεύω με απασχολεί η δικιά μου αλήθεια. Όταν παύω να δουλεύω με απασχολεί η αλήθεια των άλλων.

Ο θεατής όταν βρίσκεται μπροστά στο έργο το ερμηνεύει με τη δική του όραση και αντίληψη, που πολλές φορές είναι διαφορετικές από τις προθέσεις του καλλιτέχνη. Εάν συνέβαινε να πληροφορηθεί αυτές τις σκέψεις ο δημιουργός ίσως και να απογοητευόταν. Μου φαίνεται πως είναι καλό που δε θα τις μάθει ποτέ.
Είναι καλό που δεν τις πληροφορείται όταν φτιάχνει το έργο του, και είναι κακό αν δεν τις πληροφορηθεί αφού το τελειώσει. Όλοι οι καλλιτέχνες αποζητούν από τους θεατές ένα σχόλιο για τη δουλειά τους, αποζητούν την επικοινωνία όσο σίγουροι κι αν είναι γι αυτό που έχουν φτιάξει. Κι ένα σχόλιο κακό είναι καλύτερο από τη απόλυτη σιωπή.

Τι είναι ο αλφισμός; Είναι μια κληρονομική γονιδιακή διαταραχή που σχετίζεται με το ένζυμο το οποίο είναι υπεύθυνο για την παραγωγή της μελανίνης. Ο αλφισμός επηρεάζει την όραση, το χρώμα των μαλλιών και του δέρματος. Το ότι είμαι ξανθός οφείλεται ακριβώς σε αυτό.

Ένα μικρό παιδί πώς το διαχειρίζεται; Το μόνο που έκανα ήταν να ρωτάω τον διπλανό μου στο σχολείο τι γράφει ο πίνακας, να φοράω γυαλιά ηλίου και να βάζω αντιηλιακό.

Οι καλλιτέχνες πόσο διαφορετικά βλέπουν τον κόσμο; Το πόσο διαφορετικά βλέπουν οι καλλιτέχνες έχει να κάνει με ικανότητες όπως η διαίσθηση, η ενόραση κλπ. και όχι τόσο με τη φυσική ικανότητα πρόσληψης των εικόνων ή του ήχου—την οπτική οξύτητα δηλαδή ή το απόλυτο αυτί. Στα έργα που εγώ θαυμάζω η ανάγνωση της πραγματικότητας γίνεται σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο. Ο καλλιτέχνης έχει ακούσει αυτά που δεν ειπώθηκαν, έχει ακούσει αυτούς που δε μιλούν, έχει ανακαλύψει αυτά που κρύβονται. Αυτά είναι τα εργαλεία ενός καλλιτέχνη, τα μυστικά.

Στον Ηopper ή στον Hockney ή σε άλλους ζωγράφους τι μυστικά ανακάλυψες; Ο Hockney όπως και ο Matisse και o Picasso είναι από τους λίγους ζωγράφους που μπορούν και χρησιμοποιούν ένα πολύ μεγάλο μέρος από τις δυνατότητες του οπτικού λεξιλογίου. Οι ζωγραφικές ποιότητες της γραφής, η σημασία του να μη νοθεύει κανείς τη χειρονομία—ακόμη και όταν σχεδιάζει με ψαλίδι όπως έκανε ο Matisse με τα cutouts—η μη αναπαραστατική αλλά εγγενής δύναμη του χρώματος, οι διαστρεβλώσεις της προοπτικής και η εκφραστικότητά τους, το φαινόμενο του κορεσμού και άλλα πολλά είναι αυτά που εγώ έμαθα παρατηρώντας το έργο τους.

Πότε αποφάσισες ν’ ασχοληθείς με τη ζωγραφική; Δεν αποφάσισα ποτέ ότι θα ασχοληθώ με τη ζωγραφική και γι αυτό όσο ήμουν φοιτητής στη Σχολή Καλών Τεχνών συνέχισα να σπουδάζω μουσική. Και αργότερα στην Αγγλία θέλησα να ψάξω αν υπάρχουν ομοιότητες στους τρόπους με τους οποίους συνθέτουν τα έργα τους οι μουσικοί και οι ζωγράφοι και ξεκίνησα να γράφω θεωρητικά κείμενα επ’ αυτού. Τη ζωγραφική άρχισα να την απολαμβάνω δέκα χρόνια μετά τη σχολή αλλά ακόμη και αυτή η περίοδος διακόπηκε κατά κάποιο τρόπο γιατί ήθελα να αναπτύξω το μοντέλο των πολυαισθητικών εργαστηρίων, το οποίο πρέπει εδώ να πω ότι, στη μορφή που παρουσιάζεται στο Κέντρο Επισκεπτών, το έχουμε συνσχεδιάσει με τον αρχιτέκτονα και εικαστικό Φώτη Σαγώνα.

Φώτης Φλεβοτόμος, “Zoom In Zoom Out,” βιβλίο μικρών διαστάσεων με ανάγλυφα στοιχεία, 2014.

Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον να ερευνήσει κανείς ομοιότητες στη σύνθεση μουσικών και ζωγραφικών έργων. Όπως; Όπως η τονικότητα, η έλξη δηλαδή προς ένα τονικό κέντρο, και η προοπτική με τα σημεία φυγής. Η ανάπτυξη των μοτίβων, οι κανόνες της αρμονίας και του χρώματος ή αυτοί του σχεδίου και της σύνθεσης μιας μελωδίας. Η μελωδία ως γραμμική σύνθεση έχει μεγαλύτερη σχέση με το σχέδιο παρά με τη συνήχηση. Παρομοίως, οι κανόνες της χρωματολογίας έχουν μεγάλη σχέση με αυτούς της κλασικής αρμονίας.

Στη Νέα Υόρκη πώς βρέθηκες; Από ένα email το οποίο έλεγε είμαι εικαστικός και αναζητώ έναν χώρο συνδεδεμένο με την οφθαλμολογική έρευνα ή πρακτική για να θέσω ζητήματα γύρω από τη ζωγραφική και τη χαμηλή όραση. Αυτό το email το έστειλα σε πολλούς οργανισμούς στην Αθήνα, στο Λονδίνο και τη Ν. Υόρκη. Στην Αθήνα δε μου απάντησε σχεδόν κανείς, στο Λονδίνο μου απάντησαν και υπήρξαν κάποιοι που ρώτησαν λεπτομέρειες. Στη Ν. Υόρκη ενθουσιάστηκαν όλοι, προώθησαν το email μου και μετά από λίγους μήνες, τον Ιούνιο του 2011, βρέθηκα  στη βιβλιοθηκη της Νέας Υόρκης όπου εξέθεσα ένα ημερολόγιο σχεδίων από τη Φιλανδία και μίλησα μαζί με δύο άλλους εικαστικούς σε ένα πάνελ με τίτλο “Art Beyond Sight: Artists Discuss Making Art with Vision Loss”. Ο Matthew Levine από τον οργανισμό Research to Prevent Blindness, η Jessica Hughson από το Lighthouse και κυρίως η Brigid Cahalan από τη New York Public Library ήταν αυτοί που δούλεψαν και με βοήθησαν να κάνω αυτή την παρουσίαση. Ένα χρόνο μετά επέστρεψα στη Νέα Υόρκη με υποτροφία από το Ίδρυμα Fulbright το οποίο πίστεψε και υποστήριξε ουσιαστικά τη συνέχεια της συνεργασίας μου με τη New York Public Library.

Μ’ αυτά που λες φαίνεται πως εξακολουθούν οι ΗΠΑ να είναι χώρα ευκαιριών. Θέλω να πω ότι είναι εντυπωσιακό να υποστηρίζουν έναν νέο από την Ελλάδα, λες και δεν υπάρχουν Αμερικανοί  με παρόμοιες ιδέες. 
Σ’ αυτό που πρότεινα οι αμερικανοί ήταν πολύ δεκτικοί και με βοήθησαν να το πραγματοποιήσω. Είναι και η κουλτούρα της πόλης της Νέας Υόρκης. Οι άνθρωποι ακούν με μεγαλύτερη προθυμία χωρίς να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα από που είναι αυτός που τους μιλάει.

Πες κάτι που κάνει να ξεχωρίζει τους Αμερικανούς από εμάς, αυτούς δηλαδή που εργάζονται σε δημόσια ιδρύματα ή τα εκπροσωπούν. Έχουν καλή γενική παιδεία, είναι μεθοδικοί, υπομονετικοί  και στα σοβαρά ιδρύματα ενδιαφέρονται να δουλέψουν σωστά και όχι να κανακέψουν τον κόσμο για να μην τον χάσουν από πελάτη. Το καλό με εμάς είναι ότι ένα μέρος του πληθυσμού μας τολμά να είναι οραματιστές.

Στιγμιότυπο από το Κέντρο Επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ. Οι συμμετέχοντες εξερευνούν τον χάρτη του ΚΠΙΣΝ.

Η Νέα Υόρκη, για κάποιον που δεν έχει πάει, είναι κάπως συνδεδεμένη με το Γούντι Άλλεν και τη μυθολογία του. Η πραγματικότητα όμως;
Για κάποιους είναι συνδεδεμένη με τον Γούντι Άλλεν, για κάποιους άλλους με το Sex and the City και για κάποιους άλλους με τα μουσεία και την τέχνη. Όλα αυτά είναι πτυχές της πραγματικότητας. Όταν πρωτοπήγα ένας μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωπος που έχει μεγαλώσει εκεί μου είπε ότι η πόλη αυτή είναι μια μεγάλη πίστα για όλες τις φιλοδοξίες.

Συνεργάζεσαι τώρα με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και το Μουσείο Μπενάκη, τι ακριβώς κάνεις;
Συνεργάζομαι με την εταιρεία Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος όπου είμαι μέρος της ομάδας που σχεδιάζει και υλοποιεί μια σειρά από εκπαιδευτικά προγράμματα. Ξεκίνησα τη συνεργασία αυτή τον Φεβρουάριο του 2014 με αντικείμενο τα πολυαισθητικά εργαστήρια για άτομα με χαμηλή όραση ή τυφλότητα. Έκτοτε έχουν προστεθεί και κάποια επιπλέον πράγματα. Στο Μουσείο Μπενάκη έχω την ευθύνη του σχεδιασμού των πολυαισθητικών εργαστηρίων για άτομα με μερική ή ολική απώλεια όρασης τα οποία υλοποιούνται με τη βοήθεια μιας εξίσου καταπληκτικής ομάδας.Ααισθάνομαι πολύ τυχερός για τους συνεργάτες που έχω και στους δύο οργανισμούς.

Στιγμιότυπο από το Κέντρο Επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ. Οι συμμετέχοντες διπλώνουν το τρισδιάστατο λογότυπο που σχεδίασε η Ζωή Κεραμέα για το ΚΠΙΣΝ.

Πώς πρακτικά βοηθάτε ένα άτομο με τυφλότητα να αντιληφθεί ένα έργο τέχνης; Φαντάζομαι θα είναι πολύ δύσκολο, πόσω μάλλον όταν πρόκειται για έναν πίνακα ζωγραφικής. Για να δώσεις σε κάποιον που δε βλέπει καθόλου να καταλάβει δισδιάστατες εικόνες  χρειάζεται να έχεις ειδικές ανάγλυφες περιγραμματικικές εκτυπώσεις. Και πάλι όμως αυτό δε σημαίνει ότι θα καταλάβει τη ζωγραφική. Πρέπει να μπορείς να μιλήσεις για τη ζωγραφική και αυτό ή το χεις η δεν το χεις. Επίσης, για να γίνουν κατανοητές έννοιες όπως το skyline, η προβολή του χώρου σε δύο διαστάσεις κλπ. προσπαθούμε να συλάβουμε απτικά ή ηχητικά επεξηγηματικά παραδείγματα και να μετατρέψουμε τη σύληψή μας σε ειδικές κατασκευές. Το μοντέλο που αναπτύσσουμε στο Μουσείο Μπενάκη είναι συνδυαστικό και βασίζεται στην απτική εμπειρία, τις μουσικές ακροάσεις, τις λεκτικές απεικονίσεις και τις ιστορίες που συνοδεύουν τα έργα της συλλογής. Το πρόγραμμα δεν είναι αυστηρά θεωρητικό αλλά έχει σαν στόχο να ανασυνθέσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο έδρασαν οι καλλιτέχνες. Προσπαθούμε με άλλα λόγια να δημιουργήσουμε μια οργανική σύμπραξη των ερεθισμάτων και των διάφορων αισθητικών εμπειριών. Λίγο διαφορετική είναι η πρόθεση στο πρόγραμμα του Κέντρου επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ γιατί εκεί δεν υπάρχουν συλλογές, δεν έχουμε μουσείο. Τα θέματα των συναντήσεων προκύπτουν από έννοιες και λέξεις που κυριαρχούν στον κόσμο της λογοτεχνίας και της μουσικής και που έχουν μεγάλες αισθητικές και φιλοσοφικές δυνατότητες ανάπτυξης.

Τα Ιδρύματα, και οι άνθρωποι που υλοποιούν τέτοια προγράμματα αξίζουν πολλούς επαίνους, και μάλιστα σε τόσο δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Δεν ξέρω αν μέσα σ’ ένα τόσο μεγάλο αριθμό  καλλιτεχνικών γεγονότων–και όχι μόνο–γίνονται γνωστές στον κόσμο τέτοιες δραστηριότητες. Γίνονται γνωστές τελικά, αλλά απαιτεί περισσότερο χρόνο και καλύτερο outreach απ’ ότι οι πολύ δημοφιλείς παραγωγές/εκθέσεις κλπ. Εξάλλου για να πετύχουν τα δικά μας προγράμματα χρειάζεται κάθε φορά να δουλεύουμε με μια σχετικά μικρή ομάδα ανθρώπων, εννοώ συμμετεχόντων, γιατί καλούνται όλοι να μιλήσουν και να δοκιμάσουν πράγματα—δεν είναι απλοί ακροατές.

Παρά την κρίση, και οι κινηματογραφικές και οι θεατρικές αίθουσες, και οι γκαλερί, έχουν τους προβολείς αναμμένους. Σε μια πόλη που παραμιλάει παραπατώντας, που συχνά όταν στρίψεις ένα στενό βρίσκεσαι ξαφνικά σ’ ένα άλλο κόσμο, δεν είναι κομμάτι υπερβολικό να υπάρχουν τόσα Πολιτιστικά Μέγαρα; Τα μέγαρα και τα παλάτια είναι παντού υπερβολή και ακόμη χειρότερο είναι όταν μετατρέπονται οι συναυλίες, οι ομιλίες και οι εκθέσεις ζωγραφικής σε δεξιώσεις. Στην Ελλάδα αυτό το έχουμε ανάγει σε επιστήμη. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις μπορεί να βρεθείς σε έναν κόσμο τραγικό περπατώντας στο κέντρο. Αλλά πολύ συχνά στις πόλεις που έχουν κουλτούρα στις τέχνες οι συναυλίες είναι συναυλίες, οι εκθέσεις εκθέσεις και οι διαλέξεις διαλέξεις, και σε οργανισμούς όπως η New York Public Library, όπου οι χώροι μπορεί να είναι έως και πολύ ταπεινοί, νιώθει κανείς ένα αίσθημα ανάτασης γιατί βλέπει και ακούει κάτι που το καταλαβαίνει. Εδώ αισθανόμαστε δέος όταν οι χώροι είναι μεγάλοι, αστραφτεροί και έχουν μάρμαρα, και όταν βλέπουμε και ακούμε κάτι που δεν το καταλαβαίνουμε.

Μέσα σ’ ένα κόσμο γεμάτο απογοητεύσεις  και διαλυμένα όνειρα —κυρίως των νέων— εσύ τι ελπίζεις; Θέλω να μη χάνω τα σημαντικά, που είναι πολλές φορές αθόρυβα, διακριτικά, που βρίσκονται δίπλα μου πολύ καιρό και που δεν τα βλέπω. Όχι τόσο ιδέες ή γνώση, αλλά συναισθήματα και βλέμματα.

Με τόσες δραστηριότητες βρίσκεις χρόνο να ζωγραφίσεις; Θα ήθελα να μπορούσα να ξεκινήσω μια σειρά από γυναικεία πορτρέτα στο iPad. Αυτή η επιθυμία προέκυψε στη Νέα Υόρκη που για μένα είναι η πόλη των πορτρέτων, και που σε μια μόνο διαδρομή στο μετρό έρχεσαι αντιμέτωπος με πρόσωπα της δύσης και της ανατολής, της εξουσίας και της φτώχειας, του σινεμά, της ακαδημαϊκής κοινότητας, του χρηματιστηρίου, της διαφήμισης και που ανάλογα με το βαθμό εκπληρώσης των ονείρων τους κοιτούν είτε στο παρελθόν, είτε στο μέλλον.

Φώτης Φλεβοτόμος, “Hope to See you After the Storm,” σχέδιο iPad, Νέα Υόρκη, 2012

Πολλοί δάσκαλοι –δικοί σου και άλλων- έχουν πει πολλά κατά καιρούς, και ίσως κάποιος να έχει φωτίσει κάποια σκοτεινή χαραμάδα της ζωής σου. O Peter Vergo, μια αυθεντία στον χώρο της ιστορίας της τέχνης, της μουσειολογίας, του έργου του Kandinsky και των σχέσεων μεταξύ μουσικής και ζωγραφικής, με τον οποίο είχα τη χαρά να δουλέψω για τέσσερα χρόνια, μου είχε πει ότι πρέπει κανείς να χτίζει πάνω στις δυνάμεις του. Εννοούσε να εκμεταλλεύεται το φυσικό του ταλέντο και όχι να το απορρίπτει ή να πηγαίνει κόντρα σε αυτό. Αυτή η συμβουλή μοιάζει με μια του Τσαρούχη, ότι οι νέοι πρέπει να ακολουθήσουν την πίστη τους αφού πρώτα την ανακαλύψουν, και αυτό είναι μεγάλη κουβέντα γιατί κάποιος που είναι 20 χρονών είναι πολυ πιθανό να ονειρεύεται μια ζωή που δεν έχει καμία σχέση με τη μοναδικότητα του δικού του χαρακτήρα,  γιατί ακόμη δεν ξέρει ούτε το χαρακτήρα του, ούτε τις δυνατότητές του.

Ο Ν. Εγγονόπουλος στο ποίημα Μπολιβάρ κραυγάζει: Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας. Πώς φτάνει στ’ αυτιά σου αυτή η κραυγή; Ακούω ένα δράμα σε αυτή τη φράση και πιστεύω ότι ο Ελληνικός λαός είναι ένας δραματικός λαός. Και δε θεωρώ τυχαίο που γεννήθηκε εδώ το αρχαίο δράμα και η μυθολογία. Ο Τειρεσίας που ήταν τυφλός αλλά είχε ενόραση, η Αντιγόνη που ενώ ήξερε ότι θα πεθάνει επέλεξε να θάψει τον νεκρό αδελφό της, αλλά και πιο πρόσφατα οι “Θερμοπύλες” με τις οποίες ο Καβάφης τιμά όσους πολεμούν να κρατήσουν αυτό που δεν έχει ελπίδα να σωθεί, ο Τεύκρος, στο ποίημα “Ελένη” του Σεφέρη, που ενώ ήταν ο καλύτερος τοξότης του Τρωικού πολέμου αστόχησε στη ζωή του, η “Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη που σκότωνε μωρά αλλά που η ανθρώπινη δικαιοσύνη στο τέλος ήταν λίγη για να την κρίνει, όλα αυτά δείχνουν την τραγική φύση του Έλληνα και τη διαχρονικότητα της φύσης αυτής.

Φώτης Φλεβοτόμος

Κάποια στιγμή είχα ζητήσει από τον Φώτη Φλεβοτόμο να μιλήσει για τον εαυτό του: «Γεννήθηκα στην Αθήνα. Φοίτησα στο μουσικό γυμνάσια της Παλλήνης, μετά στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, στο ωδείο Atheneum και μετά στο Πανεπιστήμιο τουΈσσεξ στην Αγγλία. Το θέμα της έρευνάς μου στην Αγγλία ήταν οι συγγένειες μεταξύ των ζωγραφικών και των μουσικών δομών σύνθεσης. Από το 2009 μέχρι το 2012 ταξίδεψα στην Ελλάδα και τη Φιλανδία ζωγραφίζοντας τοπία και εσωτερικά με ελαφριές ύλες (ακουαρέλλες, μελάνια). Το 2012 έφυγα με υποτροφία Fulbright για τη Νέα Υόρκη και τη New York Public Library όπου εργάστηκα ως επισκέπτης καλλιτέχνης για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του κοινού γύρω από ζητήματα δημιουργικότητας και χαμηλής όρασης. Κατά την παραμονή μου στη Νέα Υόρκη παρακολουθούσα επίσης τα μηνιαία προγράμματα του MoMA του Metropolitan του Guggenheim και του Whitney για άτομα με χαμηλή όραση ή τυφλότητα. Στα μέσα του 2013 επέστρεψα στην Ελλάδα και ξεκίνησα να σχεδιάζω έναν κύκλο πολυαισθητικών εργαστηρίων για το Κέντρο Επισκεπτών του υπό ανέγερση Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Το πρόγραμμα αυτό απευθύνεται σε άτομα με προβλήματα όρασης και είναι το πρώτο μηνιαίο πρόγραμμα αυτού του είδους που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Φέτος το μοντέλο των πολυαισθητικών εργαστηρίων υιοθετείται από το Μουσείο Μπενάκη όπου κάθε δεύτερη Δευτέρα του μήνα θα υποδεχόμαστε επισκέπτες με χαμηλή όραση ή τυφλότητα για να τους γνωρίσουμε τις συλλογές του μουσείου. Η δουλειά μου σε σχέση με τα πολυαισθητικά προγράμματα και η εικαστική μου δουλειά, μου έχουν δώσει υλικό για μια σειρά από άρθρα για το Leonardo (MIT Press) και τον ιστότοπο της βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης. Έχουν επίσης αποτελέσει θέμα διαφόρων διαλέξεων και σεμιναρίων εδώ και στην Αμερική και φαίνεται ότι γίνονται βάση συζήτησης με εκπαιδευτικούς σχολείων και μουσείων για προγράμματα γενικής φύσης—πέραν δηλαδή της ειδικής αγωγής. Τα ζωγραφικά μου έργα έχουν εκτεθεί στην Ελλάδα τη Ν. Υόρκη τη Φιλανδία και την Κύπρο.»

Ιερώνυμος Πολλάτος

Share
Published by
Ιερώνυμος Πολλάτος