Categories: ΣΙΝΕΜΑ

Μα γιατί είναι τόσο hot ο Adam Driver επιτέλους;

Τραβηγμένο, μακρόστενο πρόσωπο, ψηλά ζυγωματικά, πεταχτά αυτιά και παραστρογγυλεμένο κρανίο, κι ένα βλέμμα στα όρια μεταξύ κουταβιού και αγελάδας, ίσως το πιο ευγενικό που μπορείς να πεις για την όψη του Adam Driver είναι πως φέρει μια αντισυμβατική ομορφιά. Ψηλός, οστεώδης, ελαφρώς καμπούρης στις δημόσιες εμφανίσεις του, και με εμφανή την αμηχανία γύρω απ’ το τι να κάνει τα δυο κουπιά που έχει για χέρια, αν τον έβλεπες στο δρόμο, πολύ πιο εύκολα θα τον φανταζόσουν ως poster-boy του ορισμού για τον ομορφάσχημο ψηλολέλεκα, παρά ως κεντρική φιγούρα στα poster μερικών απ’ τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές στιγμές των τελευταίων ετών.

Κι όμως, ο Adam Driver ήταν ο μόνος ηθοποιός που πήρε χωρίς οντισιόν τον ρόλο του στο Star Wars του JJ Abrams, απ’ τους πρώτους που εξασφάλισαν θέση στο κεντρικό cast του Silence του Scorsese, κι ο μόνος απ’ την εποχή του Bill Fucking Murray, που έχει κουβαλήσει σχεδόν αποκλειστικά ολομόναχος ολόκληρη ταινία του Jim Jarmusch –στο Paterson. Παρεμπιπτόντως, αν μετρήσουμε και τον υποστηρικτικό του ρόλο στο Midnight Special του Jeff Nichols, ο Adam Driver έχει μέσα στο 2016 διπλάσιους ρόλους από τον Ryan Gosling: τέσσερις. Ο Ryan Gosling είναι βέβαια οριζοντίως και καθέτως, οριστικά κι αδιαπραγμάτευτα, κάτι που ο Adam Driver δεν είναι: κούκλος. Με την ασταμάτητη παρουσία του όμως τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει και κάτι άλλο που ο Adam Driver επίσης δεν είναι: συνηθισμένος.

Θα μου πεις, «από πότε το Hollywood, το άντρο της φόρμουλας, της δοκιμασμένης συνταγής, της μανιέρας και της επαναληπτικότητας, χρειάζεται οτιδήποτε το ασυνήθιστο;». Και θα σου πω «από πάντα». Σε αντίθεση με τους οικόσιτους αστέρες του στουντιακού συστήματος της Χρυσής Εποχής του Hollywood, ο James Dean κι ο Marlon Brando έγιναν παγκόσμιοι πολιτισμικοί πυλώνες ακριβώς επειδή ενσωμάτωναν την κοινωνική αποξένωση, τη βρωμιά, την αγριάδα και την ορμή του πεζοδρομίου, σε μια εποχή που η μεγάλη οθόνη έχεζε χρυσά όνειρα πασπαλισμένα με στρας ελαφρώς πιο λαμπερά απ’ τα χαμόγελα των πρωταγωνιστών τους. Μερικές δεκαετίες αργότερα, στην αυγή του Νέου Χόλιγουντ, αντισυμβατικοί πρωτοεμφανιζόμενοι όπως οι Warren Beaty και Dustin Hoffman έφταναν στα Όσκαρ χάρη στην τόλμη σκηνοθετών που τους εμπιστεύτηκαν πρωταγωνιστικούς ρόλους σε Bonnie and Clyde και The Graduate αντίστοιχα, ανοίγοντας τις πύλες για ονόματα όπως οι Robert De Niro, Al Pacino, Gene Hackman και λοιπούς, να παραγκωνίσουν ξανθούς γαλαζομάτηδες σαν τον Robert Redford απ’ την κορυφή της λίστας των casting directors.

Ο Driver όχι απλώς δεν φαίνεται να σταματάει σύντομα να δοκιμάζει το φάσμα του, αλλά μοιάζει απ’ του χρόνου να καλπάζει για τις χρυσές πεντάδες εκείνων των χρυσών βραβείων που μοιράζονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή.

Αν συγκρίνεις τη μουσούδα του De Niro με του Redford, το αποτέλεσμα δεν θα έχει διαφορά απ’ αυτό της σύγκρισης Driver Gosling. Και παρ’ ότι έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας για να επιχειρήσουμε αντιπαράθεση Driver – De Niro (ή και Gosling – Redford αντίστοιχα), ο Driver έχει και κάτι άλλο να δουλεύει υπέρ του: το timing. Έχοντας ξεκινήσει την καριέρα του στα μέσα των αιχμηρών ‘90s, ο πάλαι ποτέ πεζοναύτης, που αποστρατεύτηκε υποχρεωτικά για ιατρικούς λόγους, μπήκε στην ηθοποιΐα ακριβώς στο σημείο που έπρεπε, ώστε να δει μαζί μας καλλίπυγους νεανίες σαν τον Edward Norton και τον Brad Pitt, από πρωταγωνιστές αιχμηρών δραμάτων τύπου 25th Hour και Se7en, να εκφυλλίζονται σε sidekicks της Marvel (The Incredible Hulk) και της Angelina Jolie. Και λίγο πριν η παντοκυριαρχία των υπερηρωικών franchises πιάσει μονοπώλιο το νεανικό star system, για να γεμίσει τα πολύχρωμα κολάν του και τις αφίσες των multiplex με φεταριστούς αστέρες σαν την Chris-ή τριάδα των Chris Hemsworth, Chris Evans, και Chris Pratt.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Εν μέσω της πλαστικοποίησης του κεντρικού πρωταγωνιστικού roster των μεγαλύτερων franchises εκεί έξω, που ρούφηξε σα μαύρη τρύπα όλο το βασικό νεανικό ερμηνευτικό δυναμικό της περιόδου, ο Driver έμεινε μόνος της γενιάς του να αναπληρώσει ένα κενό που μεγάλοι σκηνοθέτες προσπαθούσαν να γεμίσουν ανακυκλώνοντας δοκιμασμένα ονόματα σαν τον Leonardo Di Caprio, τον Joaquin Phoenix και τον Christian Bale. Έχοντας χτίσει ερμηνευτικό τσαγανό στα θεατρικά σανίδια της Νέας Υόρκης (ακριβώς όπως οι Hoffman, De Niro, Pacino πριν απ’ αυτόν), και αφού απέδειξε την τόλμη και το screen-charisma του με τον αντισυμβατικό του ρόλο στο τηλεοπτικό φαινόμενο του Girls, ο Driver άρχισε να τσιμπάει το ενδιαφέρον σκηνοθετών με ηγετικά βλέμματα στους τομείς τους: οι ρόλοι του στα Lincoln του Steven Spielberg, Inside Llewyn Davis των αδερφών Coen και Frances Ha του Noah Baumbach ήρθαν όλοι μαζί στο ίδιο δωδεκάμηνο (μέσα ’12 προς ’13), ενώ το 2014 κορύφωσε την εκρηκτική, under the radar πορεία του, αποσπώντας το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βενετίας για το Hungry Hearts.

Έχοντας καταφέρει το σπάνιο επίτευγμα του να ανακαλυφθεί απ’ όλους τους τομείς του κινηματογράφου (αμερικανικού, ευρωπαϊκού, mainstream και ανεξάρτητου) σχεδόν ταυτόχρονα, ο Adam Driver ήταν αρκετά τυχερός να αποφύγει την τυποποίηση χωρίς καν να το προσπαθήσει: με το καλησπέρα του στο παγκόσμιο στερέωμα, έχει ήδη χτίσει ερμηνευτική γκάμα τέτοιου εύρους, που ηθοποιοί με πολλαπλάσια πορεία απ’ τη δική του, παλεύουν ακόμη να την φτάσουν. Δεδομένου μάλιστα ότι, εκτός απ’ τη μάσκα του Kylo Ren για το Star Wars: Episode VIII, το άμεσο μέλλον τού επιφυλάσσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο The Man Who Killed Don Quixote του Terry Gilliam, το Annette του Leos Carax (δίπλα στη Rihanna παρακαλώ), το Logan Lucky του Steven Soderbergh, αλλά και το μεγάλο δραματικό στοίχημα του Sylvester Stallone με το Tough as they Come, o Driver όχι απλώς δεν φαίνεται να σταματάει σύντομα να δοκιμάζει το φάσμα του, αλλά μοιάζει απ’ του χρόνου να καλπάζει για τις χρυσές πεντάδες εκείνων των χρυσών βραβείων που μοιράζονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή.

Αν λοιπόν ψάξει να βρει κανείς πώς γίνεται κι αυτό το ιδιαίτερο, ατσούμπαλο, χοντροκομμένο κομμάτι σάρκας που έχει για σαρκίο του ο Adam Driver, είναι συνέχεια μπροστά μας τελευταία, είναι γιατί έχει μετατρέψει όλα όσα θα συνέθεταν το μειονέκτημά του, σε βασικό του προτέρημα: είναι τόσο απίστευτο να τον βλέπεις εκεί που τον βλέπεις, που αυτομάτως κάνει αυτό που βλέπεις λιγάκι πιο πιστευτό. Με άλλα λόγια, αποτελεί την απόλυτη άγκυρα για οποιονδήποτε σκηνοθέτη θέλει να γειώσει το όραμά του στον ρεαλισμό, και να φέρει την ιστορία του δίπλα σου: εκεί απ’ όπου ξεκίνησε κι ο Adam Driver.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης