Ένα νεαρό κορίτσι ταξιδεύει από την Ελλάδα στη Νέα Υόρκη για μεταπτυχιακές σπουδές επάνω στην αρχιτεκτονική και την τεχνολογία, αλλά σε μια πόλη σαν αυτή είναι αναπόφευκτο η καλλιτεχνική φύση να αφυπνιστεί. Η Άννα Νικάκη άφησε πίσω της τη ζωή στην Αθήνα και την Κρήτη, άνοιξε τους ορίζοντές της και άρχισε να ασχολείται και με τη φωτογραφία, το βίντεο, τα κολάζ και πολλά ακόμα, βαδίζοντας σε περισσότερα δημιουργικά μονοπάτια.
Στα 27 της σήμερα, η Άννα, αυτοπροσδιορίζεται ως καλλιτέχνις με αρχιτεκτονική σκέψη, που προσπαθεί να συνθέσει τον δικό της κόσμο. Η πρώτη της έκθεση στο Σόχο είχε τον τίτλο 54 Days και σε αυτή μοιράστηκε, μέσω της φωτογραφίας και της τεχνικής κολάζ, την καθημερινότητά της στην αμερικανική μητρόπολη.
Μιλήσαμε μαζί της για να μάθουμε πώς είναι να ωριμάζεις καλλιτεχνικά στη Νέα Υόρκη, έχοντας αφήσει πίσω σου την Αθήνα και τα ατελείωτα καλοκαίρια σου στην Κρήτη, και της ζητήσαμε να μοιραστεί μαζί μας κάποιες από αυτές τις 54 μέρες.
Άννα σπούδασες αρχιτεκτονική και τεχνολογία αλλά τελικά μέσα από τις σπουδές σου ανέδειξες το καλλιτεχνικό σου στοιχείο. Πώς προέκυψε αυτό; Από πάντα είχα έντονη καλλιτεχνική προσωπικότητα η οποία με κατευθύνει σε διάφορους τομείς και ενασχολήσεις: φωτογραφία, κατασκευές, βίντεο, κόσμημα, κ.α. Μέρος της επιλογής μου να σπουδάσω αρχιτεκτονική ήταν για να ικανοποιήσω πιο ουσιαστικά αυτό το στοιχείο. Η ενασχόληση μου με την τεχνολογία προέκυψε αργότερα, καθώς συνειδητοποίησα ότι μπορώ να εμπλουτίσω τον χώρο με διαδραστικά και μη στοιχεία. Ήρθα στην Αμερική για να ανακαλύψω τη σχέση αυτή και τότε άρχισα πλέον να δημιουργώ πιο ελεύθερα, να δουλεύω περισσότερο με το πώς φιλτράρω τον κόσμο και το πώς απεικονίζω αυτά που αισθάνομαι.
Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με το κολάζ; Τα κολάζ αποτέλεσαν το μεγαλύτερο μέρος της διπλωματικής μου εργασίας στο ITP (Interactive Telecommunications Program), στην TISCH School of the Arts του NYU, όπου προσπάθησα να απαντήσω σε ερωτηματα διαχρονικότητας και μνήμης. Είναι μια συλλογή από 54 έργα τα οποία αποτυπώνουν τη ζωή μου στη Νέα Υόρκη. Ξεκινώντας από τoν Φεβρουάριο, κάθε μέρα έβγαζα φωτογραφίες και στο τέλος έκανα σύνθεση σε ένα κολάζ που αποτυπώνει την ημέρα εκείνη. Αποτελεί μια ανάγκη για έκφραση η οποία γεννήθηκε οργανικά μέσα μου σε μια προσπάθεια να φιλτράρω αυτά που ένιωθα. Το κολάζ, σαν μέσο, δουλεύει σε πολλές κλίμακες και επίπεδα, μπορεί να υποστηρίξει αρκετές πληροφορίες, φανερές ή μη, και έτσι κατέληξε να γίνει το κύριο εργαλείο με το οποίο μπορώ να επεξεργάζομαι, να αποτυπώνω και να θυμάμαι-ξαναταξιδεύω σε εκείνη τη μέρα.
Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε στη φωτογραφία και τι είναι αυτό που ουσιαστικά θέλεις να αποτυπώσεις και με ποιες τεχνικές; Νομίζω είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορώ να αποτυπώσω αυτό που βλέπω, αυτό που νιώθω και του τι δημιουργεί σε εμένα. Κατα έναν τρόπο είναι μια διαδικασία παρατήρησης, εξερεύνησης, σύνθεσης και επαν-εμβύθισης. Πολλές φορές πειραματίζομαι αλλά δεν μπορώ να πω ότι χρησιμοποιώ κάποια συγκεκριμένη τεχνική. Κατα κύριο λόγο προσπαθώ να αποτυπώνω αυτό που μου έχει τραβήξει το ενδιαφέρον. Είναι μια σχέση διαρκούς επικοινωνίας με το τι σημαίνει για εμένα αυτό που “τραβάω” και στη συνέχεια πώς μπορώ να το αποδώσω ώστε να μπορέσει να προκαλέσει το ίδιο συναίσθημα και σε άλλους.
Γιατί επέλεξες τη Νέα Υόρκη; Τι είναι αυτό που σε τράβηξε εκεί; Επέλεξα τη Νέα Υόρκη καθαρά λόγω του πανεπιστημίου και της μοναδικότητας του προγράμματος για μεταπτυχιακές σπουδές. Φυσικά ήταν σημαντικό το ότι ερχόμουν σε μια πόλη που θεωρείται το κέντρο του κόσμου. Αναμφισβήτητα έχει βαθύ πλούτο, τόσο στον πολιτισμό και τις τέχνες, όσο και στις δράσεις και την τεχνολογία. Πολύ σύντομα κατάλαβα το τι μπορεί να μου προσφέρει και αισθάνομαι ότι διαρκώς με πάει και ένα βήμα παραπέρα.
Έχεις ήδη κάνει μια προσωπική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Τον Ιούλιο είχα την ευκαιρία να εκθέσω τα κολάζ μου στο Shigeko Kubota Video Art Foundation, σε ένα ιστορικό κτίριο Fluxus καλλιτεχνων στο Σόχο. Η έκθεση είχε τίτλο “54 Days” και ήταν η πρώτη αποκάλυψη των 54 κολάζ μου σε χρονολογικη σειρά. Είναι σίγουρα η αρχή και έμαθα πολλά από αυτή την εμπειρία σε ό,τι αφορά το πώς προσλαμβάνεται αυτό που δημιουργώ. Στην προκειμένη περίπτωση των κολάζ, το μήνυμα είναι αρκετά προσωπικό αλλά με εξέπληξε το πώς αυτά μπόρεσαν να “μιλήσουν” και να “αγγίξουν” περισσότερο κόσμο.
Πώς είναι τα πράγματα για έναν άνθρωπο που θέλει να δείξει τη δουλειά του εκεί; Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει; Θα έλεγα ότι υπάρχει αρκετό ενδιαφέρον και εκτίμηση σε εκείνον που θα επιδιώξει να εκφραστεί και να μοιραστεί τη δουλειά του. Η τέχνη εκτιμάται! Χώροι για εκθέσεις είναι άπειροι. Από ιδιωτικές γκαλερί, σε μικρά καφέ αλλά και σε δημόσιους χώρους. Η πόλη επενδύει και ενδιαφέρεται για την τέχνη και τον πολιτισμό και ενώνει τους κατοίκους της μέσω αυτών. Το δύσκολο θα έλεγα είναι να καταφέρει κάποιος να βιοποριστεί αποκλειστικά από αυτό, το οποίο δεν αλλάζει σε όποια πόλη και να είσαι.
Είναι όλα θέμα γνωριμιών ή μπορεί να ξεχωρίσει ένα ταλέντο μόνο του χτυπώντας πόρτες; Εξαρτάται… Ναι, δεν είναι ψέμα το ότι η Νέα Υόρκη λειτουργεί καθαρά μέσω “networking”. Το ταλέντο εκτιμάται και αναγνωρίζεται. Αλλά σίγουρα δεν θα αναγνωριστεί από μόνο του. Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη προσπάθεια στην προώθηση και ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος.
Καλλιτεχνικά, τι είναι αυτό που σε εμπνέει σε αυτή την πόλη; Αυτό που με εμπνέει είναι η κλίμακα, οι άνθρωποι, οι τέχνες, ο χώρος που σου δίνεται να περιπλανηθείς, να σκεφτείς. Η σχέση σου με την πόλη αλλάζει συνεχώς ανάλογα με το πού βρίσκεσαι και αυτό είναι αισθητό από τετράγωνο σε τετράγωνο. Με εμπνέει η ταυτόχρονη έκθεση στα πάντα. Σε μεγάλο βαθμό η φύση μέσα στον αστικό ιστό που περιμένει να την ανακαλύψεις.
Πώς αυτοπροσδιορίζεσαι καλλιτεχνικά; Φωτογράφος; Εικαστικός; Είμαι καλλιτέχνις που χρησιμοποιεί διάφορα μέσα, άλλες φορές τον χώρο, άλλες τη φωτογραφία και κατά κύριο λόγο θα έλεγα ότι σκέφτομαι σαν αρχιτέκτονας και εκφράζομαι προσπαθώντας να συνθέσω έναν δικό μου κόσμο.
Ένα κομμάτι που επίσης σε ενδιαφέρει πολύ είναι η ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού μέσα από διαδραστικά video games. Αυτό που πάντοτε προσπαθούσα να περάσω μέσα από τις φωτογραφίες είναι η μοναδικότητα και η ομορφιά του ελληνικού τοπίου. Έχω τεράστιο θαυμασμό και σεβασμό προς στην ελληνική ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό και μεγαλώνοντας σε ένα τόσο όμορφο μέρος όσο η Κρήτη ήταν αδύνατο να μη συνδεθώ με το φυσικό τοπίο. Πέρα από τη φωτογραφία όμως, πιστεύω πως η τεχνολογία μέσω της διαδραστικής ιστορικής αφήγησης μπορεί να αποτελέσει σπουδαίο εργαλείο για την ανάδειξή τους. Το Grapes είναι ένα διαδραστικό ντοκιμαντέρ εικονικής πραγματικότητας διάρκειας 8 λεπτών που δημιούργησα τον χειμώνα, στο οποίο οι συμμετέχοντες καλούνται να εμβυθιστούν στον αμπελώνα της οικογένειάς μου στην Κρήτη και να βοηθήσουν στη συγκομιδή σταφυλιών, καθώς διαδρούν με τον πατέρα μου, οποίος τους διηγείται την ιστορία του αμπελιού και του κρασιού. Είχε τεράστια επιτυχία όταν το έδειξα στο Downton Brooklyn καθώς κατέληξε να γίνει διαγωνισμός με το ποιος θα μαζέψει τα περισσότερα σταφύλια. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι κατάφερα να συστήσω και να μοιραστώ ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της κρητικής ζωής και των αναμνήσεών μου, σε άτομα από όλο τον κόσμο. Με ενδιαφέρει πολύ να ασχοληθώ με περισσότερα πρότζεκτ που αναδεικνύουν το ελληνικό στοιχείο και τη μοναδικότητά του.
Ο καλλιτεχνικός σου στόχος ποιος είναι; Μέχρι στιγμής, είναι να αποτυπώνω αυτό που βλέπω και νιώθω και ταυτοχρόνως να καταφέρω να το μοιραστώ πιστά με περισσότερο κόσμο. Στο μέλλον θα ήθελα να συνεχίσω να ανακαλύπτω πάντα αυτό που αισθάνομαι και μέσα από αυτό να απαντάω στα ερωτήματα που με απασχολούν με διάφορα μέσα, είτε αυτό είναι η φωτογραφία, είτε ψηφιακή τέχνη, είτε ο χώρος, είτε η αρχιτεκτονική.
Τι ετοιμάζεις τώρα; Δουλεύω μια νέα συλλογή από πανοραμικές φωτογραφίες γύρω από το στοιχείο της φύσης μέσα στην αστική Νέα Υόρκη. Δεν μπορώ να αποκαλύψω περισσότερα πέρα του ότι άρχισα να εφαρμόζω μια καινούργια μέθοδο αποτύπωσης και ανυπομονώ να το μοιραστώ πολύ σύντομα μαζί σας.