50 χρόνια Dr Strangelove

“It is the stated position of the U.S. Air Force that their safeguards would prevent the occurrence of such events…”.

Η φράση αυτή τοποθετήθηκε στην αρχή και είναι απόλυτα χαρακτηριστική του ύφους και του χαρακτήρα της ταινίας. Του αριστουργήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, ή S.O.S Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (ο -τελείως- διαφορετικός ελληνικός τίτλος) που σβήνει σήμερα 50 κεράκια. Είχε κάνει πρεμιέρα στις 29 Ιανουαρίου 1964, προκαλώντας αίσθηση, όχι μόνο καλλιτεχνική, μιας και πρόκειται από τις καλύτερες ταινίες του σκηνοθέτη (άρα θέτει σοβαρή υποψηφιότητα και για μια από τις σπουδαιότερες γενικώς), αλλά λόγω θεματολογίας. Μην ξεγελιέστε από το χαρακτηρισμό της ως “κωμωδία”. Ναι, είναι κωμωδία κι έχει ορισμένα πιο “ελαφριά αστεία” (ειδικά από τη στιγμή που ο Σέλερς ως επί το πλείστον αυτοσχεδίαζε όσα έλεγε και έκανε). Όμως, το γέλιο που προσφέρει αφήνει μία πικρή αίσθηση, γιατί η ειρωνεία βγάζει γέλιο ακριβώς επειδή όλα αυτά που σατιρίζονται είναι (ή έστω ήταν τότε) εξαιρετικά πιθανά να συμβούν, ειδικά στο πλαίσιο του παρανοϊκού ψυχροπολεμικού κλίματος που διαδραματίζεται.

Η πολιτική του σάτιρα είναι σκωπτική, καυστική και αρκετά πολυεπίπεδη. Ο Πίτερ Σέλερς δίνει ρεσιτάλ με την τριπλή του ερμηνεία αλλά -κακά τα ψέμματα από τους τρεις- ο δόκτωρ του τίτλου είναι αυτός που ξεχωρίζει, όντας ανάπηρος πρώην Ναζί, με μηχανικό χέρι που “θυμάται” το παρελθόν αραιά και που, ενώ και το υπόλοιπο καστ είναι μαεστρικά επιλεγμένο από τον Κιούμπρικ. Τζόρτζ Σ. Σκοτ, Στέρλινγκ Χέιντεν, Σλιμ Πίκενς και ο Τζέιμς Έρλ Τζόουνς μεταξύ άλλων. Είναι όντως τόσο κοντά και τόσο εύκολο ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, όταν ένας τρελός υπερ-εθνικιστής στρατηγός, παρακάμπτοντας τους πάντες, στέλνει μερικά Β-52 βομβαρδιστικά να ρίξουν μια βόμβα υδρογόνου στη Σοβιετική Ένωση, για να γλιτώσει τη χώρα του από την κομμουνιστική απαλλοτρίωση;

Συνήθως, ανάμεσα σε μια ταινία και την πραγματικότητα τραβάμε μια νοητή γραμμή που μας επιτρέπει είτε να ευχαριστηθούμε αυτές ως προϊόντα φαντασίας, είτε να τις απορρίψουμε ως σαχλαμάρες που μας πλασάρει ο κάθε επιτήδειος δημιουργός. Πάντως και στις δυο περιπτώσεις έχουμε ξεκάθαρο στο νου μας ότι πρόκειται για “φιξιόν”, κάτι που μπορεί μεν να μας προβληματίσει, αλλά είναι και κάπως τραβηγμένο έως απίθανο. Το αστείο με αυτήν την ταινία είναι ότι δεν μπορούμε να την κατατάξουμε ούτε στη μια ούτε στην άλλη κατηγορία με άνεση. Κι αυτό επειδή, τα όσα πραγματεύεται τόσο το βιβλίο Red Alert του Πίτερ Τζορτζ από το 1958, στο οποίο βασίστηκε η ταινία, αλλά και το σενάριο των Κιούμπρικ-Τέρι Σάουθερν, παρουσίαζε το ζήτημα του πυρηνικού ολέθρου και των ατέρμονων πολιτικών διαβουλεύσεων με έναν εξαιρετικά ρεαλιστικό τρόπο, ίσως πιο πιστευτό και από τις πραγματικές ανακοινώσεις της Κυβέρνησης, του Πενταγώνου και των μίντια εκείνη την περίοδο, αλλά και την ευκολία με την οποία θα μπορούσε να γίνει ένα πυρηνικό “ατύχημα”.

Είναι λοιπόν το φιλμ μια από τις φορές που η ζωή μιμείται την τέχνη; Είναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι δέκα χρόνια μετά την κυκλοφορία της, οι Σοβιετικοί δεν κατασκεύασαν κάτι τόσο απόλυτο και φανταστικό όπως η Doomsday Machine στην ταινία, αλλά ξεκίνησαν την κατασκευή ενός περιμετρικού συστήματος που θα τους επέτρεπε με σένσορες να απαντήσουν με πυραύλους σε ενδεχόμενη επίθεση “εκ Δύσεως” και μάλιστα, χωρίς να επιβλέπονται από τη Σοβιετική ηγεσία. Η περίμετρος, με όνομα Dead Hand, ολοκληρώθηκε το 1985 και κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή της στις Η.Π.Α, μέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Επικρίνεται η “υποβάθμιση” των αποφάσεων για πυρηνικά, από τον Πρόεδρο στους στρατιωτικούς και το δίλημμα always/never που τους διακατείχε. Αυτό το δίπολο ελεύθερα μεταφράζεται πως ήταν πάντα με το “χέρι στη σκανδάλη” για να μη χρειαστεί ποτέ να πολεμήσουν. Πρώτος πρόεδρος που έδωσε αυτή την ελευθερία στους αξιωματούχους υπήρξε ο Αϊζενχάουερ, αν και είχε τεράστιους ενδοιασμούς για ευνόητους λόγους. Αλλά, πάνω στο όπως προείπαμε παρανοϊκό κλίμα της εποχής, όπου θεωρούταν λογική λύση για διατήρηση της ειρήνης η συγκέντρωση ολοένα και περισσότερων πυραύλων εκατέρωθεν, κατάφεραν να πείσουν τον Αϊζενχάουερ να τους δώσει τον έλεγχο, για περισσότερη ασφάλεια. Υπήρχε άλλωστε, η πιθανότητα να σκοτωθεί ο Πρόεδρος σε υποτιθέμενη επίθεση ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν.

Παρόμοια προβλήματα αντιμετώπισε και ο JFK στη -σύντομη- θητεία του. Σατιρίζεται επίσης με υπέροχο τρόπο η θεωρία του “missle gap”, του κενού δηλαδή ανάμεσα σε Η.Π.Α και Ε.Σ.Σ.Δ όσον αφορά την ποσότητα και την ποιότητα των πυραυλικών τους συστημάτων. Προς το τέλος της ταινίας, το “missle gap” μετατρέπεται σε “mineshaft gap”, όταν δηλαδή η πυρηνική απειλή είναι προ των πυλών και στο δωμάτιο Πολέμου σχεδιάζουν τη δημιουργία καταφυγίων για τη διάσωση του ανθρωπίνου είδους και ο Στρατηγός Μπακ Τούργκιντσον (Τζόρτζ Σ. Σκοτ) “πιπιλάει” το μυαλό του Προέδρου (που επίσης παίζει ο Σέλερς) για να προλάβουν τους Σοβιετικούς και να διαιωνίσουν το είδος πιο γρήγορα και καλύτερα από εκείνους μετά από 100 χρόνια που θα ξαναβγούν στην επιφάνεια έπειτα από το χάος που οι ίδιοι προκάλεσαν. Αυτό θα πει (στρατιωτική) αφοσίωση μέχρι τέλους…

Η ταινία με το που κυκλοφόρησε έκανε αμέσως εχθρούς και φίλους. Σίγουρα οι κριτικοί κινηματογράφου, αλλά και τα τέσσερα βραβεία Όσκαρ δείχνουν την καλλιτεχνική αναγνώριση της , αλλά οι εχθροί της δεν ασχολούνταν με τον κινηματογράφο ή τις τέχνες. Σε διαφορετική ατζέντα ανήκαν τα ζητήματα που τους έθιξαν. “Σοβιετική προπαγάνδα”, “επικίνδυνη”, “κομμουνιστικό σκουπίδι” και το χάσμα ανάμεσα στον Κιούμπρικ και το Hollywood που ήδη υπήρχε έγινε ακόμη μεγαλύτερο. Από τα γυρίσματα του Dr. Strangelove και έπειτα έμεινε μόνιμα στην Βρετανία, χωρίς να νιώθει τις πιέσεις της βιομηχανίας (αν και επρόκειτο να απογοητευτεί και από τους Άγγλους λίγα χρόνια μετά, το 1971, με την απαγόρευση του A Clockwork Orange). Είχε αρκετά προβλήματα και κατά τα γυρίσματά της, μιας και την ίδια εποχή ξεκινούσαν παράλληλα τα γυρίσματα της ταινίας Fail-Safe του Σίντεϊ Λιούμετ, με τους Χένρι Φόντα και Γουόλτερ Ματάου στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η ταινία του Λιούμετ, ουσιαστικά έχει την ίδια πλοκή με το Dr. Strangelove, αλλά με πολύ πιο σοβαρό πολιτικό ύφος και λίγη διάθεση για σάτιρα. Ο Κιούμπρικ μήνυσε την εταιρεία παραγωγής, μιας και είχε ξεκινήσει νωρίτερα από το Λιούμετ, με τη βάση ότι η πηγή που στηρίχθηκαν για το Fail-Safe, έχει αντιγράψει αρκετά στοιχεία από το βιβλίο Red Alert. Κατάφερε έτσι να καθυστερήσει ακόμη περισσότερο την κυκλοφορία της ταινίας του Λιούμετ, που βγήκε στις αίθουσες οκτώ μήνες μετά το Strangelove, χωρίς να έχει την επιτυχία του σε εισιτήρια.

*το βίντεο είναι το εκπληκτικό τέλος της ταινίας. Προφανώς, spoilers.

Κώστας Χανδρινός

Share
Published by
Κώστας Χανδρινός