Μαρτυρίες εξόριστων ανταρτών στην Τασκένδη, πορτραίτα που «ακούγονται», μια ατελείωτη πεζοπορία στα βουνά του Γράμμου, ένα αφήγημα, ηπειρώτικες μελωδίες, μια κιθάρα και μια βιόλα. Αυτά είναι τα συστατικά της παράστασης Πόλεμος Τοπίων. H Φωτεινή Μπάνου εξηγεί πώς προσεγγίζει επί σκηνής με τους μουσικούς Βασίλη Τζαβάρα και Μιχάλη Καταχανά τη μνήμη του ελληνικού εμφυλίου.
Πώς γεννήθηκε η παράσταση Πόλεμος Τοπίων; Μια μέρα, σε μια φωτογραφική έκθεση που είχαμε στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, ήρθε ο Ηλίας Πούλος και μας άφησε το βιβλίο του «Τασκένδη / Εξόριστες μνήμες». Μίλησε λίγο με τον Δημήτρη Αλεξάκη, είδε για αρκετή ώρα την έκθεση και έφυγε. Ο Δημήτρης διάβασε το βιβλίο και αμέσως μου είπε: «Αυτό το βιβλίο πρέπει να το κάνουμε παράσταση». Το διαβάζω κι εγώ με τη σειρά μου και μαγνητίστηκα πραγματικά. Αρχίσαμε να φανταζόμαστε πώς θα μπορούσαμε να το δουλέψουμε, αλλά για κάποιους λόγους δε μας προέκυπτε να το σκηνοθετήσουμε οι ίδιοι. Το έργο περίμενε λοιπόν το σκηνοθέτη του. Όταν η Irène Bonnaud γνώρισε το ΚΕΤ και εμάς λίγο καλύτερα, πριν δύο περίπου χρόνια, μας εξέφρασε την επιθυμία να δουλέψουμε μαζί και σχεδόν αυθόρμητα της δώσαμε αυτό το βιβλίο να το διαβάσει. Αμέσως συνειδητοποιήσαμε ότι μόλις είχε βρεθεί η σκηνοθέτις του έργου! Η Irène ενθουσιάστηκε και το… ντόμινο συνεχίστηκε με τους υπόλοιπους συνεργάτες της παράστασης.
Ποια η σχέση με το σήμερα μιας παράστασης που μιλά για το παρελθόν και τη μνήμη; Η παράσταση «Πόλεμος Τοπίων» μιλάει ουσιαστικά για τις μνήμες του εμφυλίου. Από αυτή την άποψη ο πραγματικός της χρόνος είναι το σήμερα! Οι αντάρτες που έδωσαν τις μαρτυρίες στον Ηλία Πούλο, για να τις εκδώσει στη συνέχεια στο βιβλίο « Τασκένδη / Εξόριστες μνήμες», του μίλησαν μόλις πριν λίγα χρόνια. Μιλάνε στη σύγχρονη εποχή, δηλαδή. Αλλά και το κείμενο του Δημήτρη «Πόλεμος Τοπίων», που το έγραψε μετά από επιθυμία της σκηνοθέτιδας Irène Bonnaud, γράφτηκε μόλις τον Ιανουάριο του 2017. Επίσης, ο τόπος της παράστασης είναι η σκηνή του ΚΕΤ και όχι κάποιο σκηνικό που παραπέμπει στο παρελθόν. Οι δύο μουσικοί και η ηθοποιός επί σκηνής είμαστε ο εαυτός μας και όχι ρόλοι. Αυτό που συμβαίνει όμως με έναν μαγικό τρόπο είναι ότι μέσα από τα κείμενα και τη μουσική της παράστασης μεταφερόμαστε όλοι μαζί, θεατές και ερμηνευτές, πίσω, στις εικόνες της εποχής του εμφυλίου. Μοιάζει σαν ένα ταξίδι μέσα από τις εικόνες, όχι πολύ μακρυά από την αίσθηση του σινεμά!
Εγγράφεται η μνήμη στο χώρο, σε ένα φυσικό περιβάλλον όπως τα βουνά ή τα χωριά της Ηπείρου; Ναι, τα βουνά και τα χωριά θυμούνται πολύ καλά το ανθρωποκυνηγητό, τα ερείπια, τις βόμβες, τα κρησφύγετα και τα ανθρώπινα σώματα που φιλοξένησαν την εποχή του εμφυλίου. Αρκετά σημάδια είναι ακόμα εμφανή.
Ποιος είναι ο ρόλος της μουσικής στην παράσταση; Η μουσική έρχεται να βοηθήσει το λόγο στη μεταφορά των εικόνων. Εξάλλου, για μένα, η μουσική έχει πάντα μια μαγική διάσταση. Ανοίγει τις αισθήσεις μας και μας οδηγεί εκεί όπου εκείνη θέλει, σχεδόν αόρατα, μαγικά…
Για εσάς τι σημαίνει η φράση «εξόριστες μνήμες»; Είναι οι μνήμες των ανθρώπων που εξορίστηκαν κάποτε κάπου μακρυά, χωρίς να ρωτηθούν, και που αφέθηκαν στη λήθη, χωρίς στοιχειώδη πολιτικά δικαιώματα. Αυτούς τους ανθρώπους απαθάτισε κυριολεκτικά ο Ηλίας Πούλος, φωτογραφίζοντάς τους και ηχογραφώντας τους. Εξόριστες μνήμες είναι οι θαμμένες μνήμες αυτών των πραγματικών πρωταγωνιστών του Εμφυλίου.
Πώς μιλάμε σήμερα για τον Εμφύλιο; Κάποτε δε μιλούσαμε σχεδόν καθόλου… Σήμερα προσπαθούμε να θυμηθούμε τα λιγοστά λόγια των παππούδων μας, τα υπονοούμενα των οικογενειακών συζητήσεων, να παρακάμψουμε τον κομματικό λόγο και να καταλάβουμε τι είναι αυτό που μας σημάδεψε πριν καν ακόμα γεννηθούμε. Για μένα, ο Εμφύλιος είναι η λανθάνουσα μνήμη της γενιάς μας.
Ανάμεσα στις μαρτυρίες των ανταρτών διακρίνετε κάποιο κοινό νήμα, συναισθήματα; Ναι, παρόλο που κάθε ιστορία είναι διαφορετική, προσωπική, υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά. Η καταγωγή, οι τρόποι στρατολόγησής τους, η ηλικία… Είναι συγκλονιστικό να συνειδητοποιείς ότι πολλοί από αυτούς ήταν έφηβοι ή και μικρά παιδιά όταν ενεπλάκησαν, εκούσια ή ακούσια, στον εμφύλιο.
Υπήρχαν άνθρωποι που απλώς δεν ήθελαν να μιλήσουν για όλα αυτά; Ναι, βέβαια. Ένας – πρώην – αντάρτης λέει: «Τα νεύρα μας είναι τελείως εξαντλημένα. Αν θυμηθείς κάποιον να πέφτει δίπλα σου σού έρχονται τα πάντα στο μυαλό. Ασ’ το καλύτερα…» Και ένας άλλος δε θέλει να μιλήσει, επιθυμεί μόνο να αφήσει το φωτογραφικό του πορτρέτο ως ενθύμιο… Μας αφήνει λοιπόν μόνο το πρόσωπό του, καθόλου λέξεις. Τα φωτογραφικά τους πορτρέτα μοιάζουν με τοπία…