Η σημαντικότερη ίσως προσφορά της Στέγης στην πολιτιστική ζωή της Αθήνας, εντοπίζεται στον τομέα της σύγχρονης μουσικής. Από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας της, φωτίζει πτυχές της μουσικής δημιουργίας του 20ου και 21ου αιώνα που γνωρίζαμε ελάχιστα ή και καθόλου, και μετακαλεί μεγάλα συγκροτήματα και μουσικούς, εκπαιδεύοντας ένα νέο κοινό σε ένα ιδίωμα που ποτέ δεν είχε μεγάλο πλήθος πιστών στη χώρα μας.
Το Tectonics Festival έρχεται να προστεθεί σε αυτή την προσπάθεια, περιλαμβάνοντας, μετά από τη Γλασκώβη, τη Νέα Υόρκη, το Όσλο, το Ρέικιαβικ, την Αδελαΐδα και το Τελ Αβίβ, και την Αθήνα στις πόλεις όπου έχει πραγματοποιηθεί. Πρόκειται για μια διοργάνωση που επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τα όρια και τη φύση της ορχηστρικής μουσικής σήμερα.
Θέλοντας να μάθουμε περισσότερα, σκεφτήκαμε να διατυπώσουμε τα ίδια τρία ερωτήματα σε τρεις από τους μουσικούς που συμμετέχουν: την Ellen Fullman, που παίζει ένα δικής της κατασκευής όργανο με χορδές μήκους 25 μέτρων, τη συνθέτρια και τσελίστρια Lori Goldston, γνωστή κι από τη συνεργασία της με τους Nirvana, και τον ρηξικέλευθο συνθέτη και περφόφμερ Tashi Wada.
Η σύγχρονη μουσική μοιάζει να εξαπλώνεται διαρκώς, προσφέροντας ατελείωτες, ουσιαστικά, δυνατότητες. Πόσο δύσκολο είναι να διατηρήσει κανείς τη στόχευσή του και να μην χαθεί μέσα σ’αυτές; E. F. Είμαι πιθανότατα μία από τις πιο εμμονικά εστιασμένες συνθέτριες που υπάρχουν. Είναι εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια που αναπτύσσω το δικό μου όργανο με τις μακριές χορδές. Όμως πράγματι μου λείπει η μελέτη με το μάτι, όπως και πάνω στο τραγούδι. Ελπίζω να έχω περισσότερο χρόνο να δουλέψω πάνω σε αυτούς τους τομείς, γιατί η συνδυαστική σκέψη ανάμεσα σε διάφορα είδη μου δίνει ερεθίσματα Όμως αυτό το όργανο αντιπροσωπεύει μια τεράστια ποσότητα δουλειάς, έχω πολλά πράγματα να σχεδιάσω, προβλήματα να λύσω, κομμάτια να ολοκληρώσω και να ηχογραφήσω. Όταν κάνω πρόβες και συνθέτω γι αυτό, βυθίζομαι σε ένα μοναδικό κόσμο που τον νιώθω ατελείωτα καθηλωτικό. Ως συνθέτρια / ερμηνεύτρια, δουλεύω όχι μόνο πάνω στη σύλληψη, αλλά και στην τεχνική. Η τεχνική απαιτεί μια σταθερή αργή προσοχή που χτίζει πάνω στον εαυτό της μέσω της επανάληψης.
L. G. Η αφθονία κι η ποικιλομορφία είναι εκπληκτικές – δεν βλέπω αρνητική πλευρά σε αυτό. Τα μουσικά μου ενδιαφέροντα ανοίγουν σε μεγάλο φάσμα, κι αληθινά μου αρέσει αυτή η αίσθηση πως χάνομαι. Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω πως αισθάνομαι μια διάβρωση στις αυστηρές, παγιωμένες ιδέες σχετικά με τη μουσική ιεραρχία που ήταν κυρίαρχες όταν εγώ ήμουν παιδί. Δεν νομίζω πως πείσθηκα ποτέ, αλλά αυτή η ιδέα πως ορισμένα μουσικά συστήματα ήταν εγγενώς υψηλότερα ή είχαν μεγαλύτερη αξία ήταν πάντοτε μια μονολιθική θεώρηση ενάντια στην οποία έπρεπε να παλέψεις.. Η πρόσβαση μέσω του ίντερνετ σε σχεδόν όλη τη μουσική του κόσμου, ήταν μια τεράστια, επαναστατική μεταβολή, και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να φανταστεί κανείς πώς αυτό θα εκδηλωθεί στο μέλλον.
T. W. Αυτό το ζήτημα συνήθως λύνεται μόνο του με εντελώς φυσικό τρόπο αμέσως μόλις κάθομαι να γράψω ή να δουλέψω πάνω σε κάτι. Παίρνει χρόνο, αλλά αν ακούσεις τα ένστικτά σου, τότε ξέρεις πότε κάτι το νιώθεις σωστό και πότε όχι.
Το κοινό που ενδιαφέρεται για τη είδος μουσικής που κάνετε δεν είναι τεράστιο, αλλά είναι πιστό. Πού και σε ποιες περιστάσεις συναντήσατε το καλύτερο κοινό για τη μουσική σας, και γιατί; E. F. Το κοινό μου μεγάλωνε αργά, αλλά σταθερά. Είμαι ευχαριστημένη με το ακροατήριο που έχω αναπτύξει παντού στον κόσμο – σταθερά γεμίζει τις αίθουσες και ξεπουλάει τα εισιτήρια. Το καλύτερο κοινό μου ίσως ήταν στη Μελβούρνη της Αυστραλίας τον Ιανουάριο, γιατί υπήρχε εξαιρετικά έντονο επίπεδο συγκέντρωσης στην αίθουσα. Ο κόσμος μοιάζει να είναι διψασμένος για πολιτισμό εκεί, και είναι πρόθυμοι να καταβάλουν προσπάθεια για να εμπλακούν με ένα έργο που απαιτεί συγκέντρωση. Όμως αυτή η ανταπόκριση είναι ο σκοπός μου στις παραστάσεις μου, και συμβαίνει όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια όσο πηγαίνω βαθύτερα στην εξερεύνησή μου.
L.G. Από την παιδική μου ηλικία ακόμη, έχω παίξει λίγο έως πολύ όσο συχνότερα μπορώ, σε όλων των ειδών τις καταστάσεις. Μετά από ένα σημείο άρχισα να υπερηφανεύομαι για την τεράστια ποικιλία των χώρων όπου έχω παίξει. Καταλήγω σε χώρους μεγάλους και μικρούς, επίσημους ή και πολύ άγριους, συμβατικούς και παράξενους. Αυτή η ποικιλία μού δίνει μεγάλη ικανοποίηση και είναι πάντοτε διδακτική. Ανοιχτά και έξυπνα αυτιά εμφανίζονται σε όλα αυτά τα είδη χώρων. Μερικές φορές οι καλύτερες παραστάσεις είναι αυτές που περιλαμβάνουν το γκρέμισμα του σκεπτικισμού, ή των αντιστάσεων, ή κατορθώνουν να προσελκύσουν ακροατές με διασπασμένη προσοχή.
T.W. Δεν είμαι επιλεκτικός, αλλά μου αρέσουν τα μεικτά κοινά. Γενικά βρίσκω κοινό αυτού του είδους σε αίθουσες συναυλιών και φεστιβάλ όπου παρουσιάζονται διαφορετικά είδη μουσικής – μουσικές που δεν κατατάσσονται απαραίτητα σε ένα είδος ή κατηγορία, αλλά μπορεί να έχουν μια πνευματική σύνδεση μεταξύ τους.
Υπάρχει πολύ μεγάλη ελευθερία στο είδος μουσικής που κάνετε. Ο ανυποψίαστος ακροατής που δεν έχει εξοικείωση μαζί του, θα μπορούσε να πιστέψει πως όλα επιτρέπονται, πως θα μπορούσε να είναι και κάτι υπερβολικά εύκολο. Πως θα εξηγούσατε σε ένα τέτοιο ακροατή τον τρόπο που λειτουργεί αυτή η μουσική;
E.F. Όταν ερμηνεύω με το όργανό μου με τις μακριές χορδές, η ποιότητα του ηχοχρώματος που αναζητώ είναι αυτή των καλαμιών που βουίζουν, κι όχι απλώς τον ήχο μιας νότας, αλλά πάντα τον ήχο μιας συγχορδίας, ακόμα κι αν παίζω μία μόνο χορδή. Θα το περιέγραφα σαν να έχει μια σφαιρικότητα.
Όπως και με κάθε άλλο όργανο, χρειάζεται να μελετήσω για να επιτύχω αυτό το ηχόχρωμα. Μελετώντας προσαρμόζω την πίεση και την ταχύτητα των κινήσεων του δοξαριού με τις άκρες των δακτύλων μου και με την ταχύτητα που περπατάω. Ο ήχος μου βελτιώνεται όσο ζεσταίνομαι. Το επιπλέον στρώμα πολυπλοκότητας σε αυτό το πρότζεκτ είναι ότι το επινοώ στην πορεία. Εγώ εφηύρα αυτό το όργανο, δεν ακολουθώ καμιά παράδοση αιώνων. Σχεδιάζω τα κουρδίσματα, σμιλεύω τα ξύλινα ηχεία, σχεδιάζω μια γραφιστική παρτιτούρα με τις χορδές και τα τάστα και συνθέτω με όλα αυτά τα στοιχεία. Προχωρώντας σε βαθύτερο επίπεδο, στη σύνθεσή μου δουλεύω με συχνότητες ποτ μέσω της αντήχησης επηρεάζουν ποιες αρμονικές θα εμφανιστούν. Μπορώ να νιώσω την αρμονία που μοιάζει να έχει γυρίσει το μέσα έξω, σαν να είχε σωματική μορφή. Όταν όλα αυτά τα στοιχεία βρίσκουν τη θέση τους, το νιώθεις αληθινά εύκολο! Ο δάσκαλός μου της φωνητικής που ήταν από τη Βόρειο Ινδία μού είπε. «Όταν έχεις συντονιστεί αληθινά, η μουσική παίζεται από μόνη της!».
L.G. Ως επαγγελματίας μουσικός, αλλά και ως εφ’ όρου ζωής μαθήτρια μουσικής, είχα την τύχη να δουλέψω με υπέροχους παίκτες που προέρχονται από μια μακρά λίστα μουσικών συστημάτων και παραδόσεων – μακρινών και κοντινών, παλαιών και νέων, κλπ. Η δουλειά μου ως αυτοσχεδιαστή και συνθέτη περιλαμβάνει όλη αυτή την εμπειρία, την πληροφορία, τη μυϊκή μνήμη και την περιέργεια.
Γενικά δεν είμαι και πολύ πιστή ακόλουθος των κανόνων∙ πριν από εμφανίσεις αυτοσχεδιασμού, κάποιες φορές αποφασίζω εκ των προτέρων να τηρήσω ορισμένους κανόνες, όμως συχνά πετάω τους περιορισμούς από το παράθυρο μόλις η μουσική βρεθεί σε εξέλιξη. Με το χρόνο, έχω αναπτύξει μια πολύ ιδιαίτερη μουσική φωνή, με πολλές τάσεις, ιδιομορφίες, προτεραιότητες και προτιμήσεις. Κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να τα φέρω όλα αυτά με πολύ ανοιχτά αυτιά, και να ανταποκρίνομαι σε κάθε κατάσταση με δυναμικό τρόπο.
T.W. Ναι, το ζήτημα είναι να είσαι ελεύθερος , αλλά και απαιτητικός, και να εξακολουθείς να πιέζεις τον εαυτό σου να προχωράει. Η μουσική μου στο βασικότερό της επίπεδο βλασταίνει από την αγάπη μου για τον ήχο και το ενδιαφέρον μου για το πώς ακούμε. Στο πώς ακούμε είναι που τα πράγματα γίνονται θολά και ενδιαφέροντα.