Categories: ΘΕΑΤΡΟ

Βαρλικόφσκι: Ενδιαφέρων και στις κακές στιγμές του.

Μερικές φορές στο θέατρο έχει ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς ένα σημαντικό δημιουργό να επιχειρεί κάτι που κι εμείς γνωρίζουμε, αλλά κι ο ίδιος αναγνωρίζει, πως είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει. Αυτό ισχύει και με το τελευταίο εγχείρημα του Κριστόφ Βαρλικόφσκι: καταπιάστηκε με το πολύτομο έργο ζωής του Μαρσέλ Προυστ, Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο. Αρνούμενος (σοφά πράττων) πως πρόκειται ευθέως για θεατρική μεταφορά του μαραθώνιου μυθιστορήματος – κάτι που θεωρεί, άλλωστε, αδύνατον να γίνει – και προτιμώντας την εκδοχή της ελεύθερης διασκευής, επέλεξε τον τίτλο Les Francais (Οι Γάλλοι).

Όπως είπε ο ίδιος o Βαρλικόφσκι, μόνο κάποιος που δεν είναι γάλλος θα μπορούσε να ασχοληθεί θεατρικά με το συγκεκριμένο βιβλίο. Πολύ βαρύ το φορτίο για οποιονδήποτε το κουβαλά ως κομμάτι της δικής του εθνικής λογοτεχνικής παράδοσης. Το ίδιο, συνέχισε, συμβαίνει και στην Πολωνία με τον Γκομπρόβιτς. Το ίδιο που παθαίνουν και οι άγγλοι με το Σαίξπηρ: παραμένουν σκλάβοι του λόγου. «Όταν εγώ λέω Οι Γάλλοι, εννοώ κάτι διαφορετικό από αυτό που εννοείτε εσείς. Εδώ θα δείτε τον Προυστ υπό το βλέμμα ενός πολωνού». Νομίζω πως κάτι ξέρουμε κι εμείς εδώ σε σχέσημε την αντιμετώπιση του αρχαίου δράματος: θυμάστε πόσο ενδιαφέρουσα και ανανεωτική ήταν η προσέγγισή του στον Αγαμέμνονα και την Άλκηστη στην (Α)πολλωνία, που είχαμε δει στη Στέγη προ ολίγων ετών;


Και ποια, λοιπόν, είναι η οπτική του προς το μυθιστόρημα που κάθε γάλλος διανοούμενος που σέβεται τον εαυτό του έχει διαβάσει ήδη από νεαρή ηλικία; Κατ’ αρχήν, τον ενδιαφέρουν δύο συγκεκριμένες ιδιότητες του συγγραφέα: η ομοφυλοφιλία του Προυστ κι η εβραϊκή του καταγωγή – καθόλου τυχαίο που και τις δύο τις κατανοεί πολύ καλά ο Βαρλικόφσκι, καθώς ισχύουν και για τον ίδιο (και ουδόλως έκαναν πιο εύκολη τη ζωή του στην συντηρητική και καθολική Πολωνία). Σε αυτό το πνεύμα, θα δούμε επί σκηνής τον Ντρέυφους, το γνωστό εβραίο στρατιωτικό που καταδικάστκε για προδοσία κι έγινε πρωταγωνιστής της γνωστής υπόθεσης που συντάραξε τη Γαλλία στα τέλη του 19ου αιώνα, ως ένα μοναχικό φάντασμα που παρατηρεί εξ αποστάσεως τα τεκταινόμενα μονολογώντας. Θα δούμε όμως και μια άλλη, μεταγενέστερη φιγούρα που είναι δύσκολο να μπερδέψει κανείς με άλλη: αυτή του σχεδιαστή μόδας Καρλ Λάγκερφελντ. Γύρω τους, φυσικά, η πινακοθήκη των γνωστών ηρώων του Προυστ – αν και οι περικοπές προσώπων που έχει κάνει ο ιδιοφυής πολωνός είναι δραστικές, έτσι που τα περισσότερα πρόσωπα να εκπροσωπούν μια ολόκληρη τάση, οικογένεια ή φατρία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Και τίθεται το ερώτημα: είναι επιτυχής αυτή η εγκατάσταση – όπως ο Βαρλικόφσκι επιθυμεί να την αποκαλεί – ή όχι; Η απάντηση είναι όχι. Παρόλη τη διάρκεια των τεσσερισήμισυ ωρών, η παράσταση είναι αδύνατον να υπερβεί την αποσπασματικότητα. Το ίδιο ισχύει και με τα πρόσωπα: παρόλη τη μεγάλη στόφα και την υψηλού επιπέδου δουλειά των λαμπρών πολωνών ηθοποιών του, ο κάθε ρόλος δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το επίπεδο του σκίτσου και να γίνει αληθινός άνθρωπος. Επίσης, για πρώτη φορά οι προβολές στο βάθος της σκηνής δεν συγκεντρώνονταν, όπως συνηθίζει ο σκηνοθέτης, στη χρήση του γκρο πλαν, αλλά συχνά είχαν καθαρά σκηνογραφικό χαρακτήρα, πράγμα που μάλλον αποδυνάμωνε τη δράση.


Το ζήτημα είναι πως ο Κριστόφ Βαρλικόφσκι είναι μια τόσο σημαντική προσωπικότητα του σημερινού ευρωπαϊκού θεάτρου, που ακόμα κι οι λιγότερο επιτυχημένες δουλειές του  παρουσιάζουν εξαιρετικο ενδιαφέρον. Η σκηνική δύναμη των εικόνων του είναι τεράστια, κι υπάρχουν στιγμές στο Οι Γάλλοι που χαράζονται στη μνήμη ανεξίτηλα. Η προσέγγισή του προς τη λογοτεχνία τα τελευταία χρόνια, όπως είχε συμβεί και με το Kabaret Warszawski, που βασιζόταν στο μυθιστόρημα του Κρίστοφερ Ίσεργουντ Αντίο Βερολίνο, το ίδιο που ενέπνευσε και το Καμπαρέ στον Μπομπ Φόσσι, αλλά και στην ίδια την ταινία, κάποιες φορές μπορεί να οδηγεί σε άνισα αποτελέσματα., όμως το σκηνικό αποτέλεσμα παραμένει συναρπαστικό.


Κι αυτό ακριβώς είναι το ενδιαφέρον: το πώς ακόμα κι οι αποτυχίες μιας σκηνοθετικής ιδιοφυίας όπως ο Βαρλικόφσκι μπορεί να έχουν περισσότερα να προσφέρουν στο θεατή από τα «μετρημένα», αξιοπρεπή και χωρίς εξάρσεις πονήματα των ομοτέχνων του που, στο σημερινό θεατρικό τοπίο της Ευρώπης, συνήθως παλεύουν με την ίδια τους τη μετριότητα χωρίς να κατορθώνουν να την υπερβούν, και καταλήγουν να εκτελούν ρουτινιάρικα τις παραγγελίες των φεστιβάλ και των λοιπών ισχυρών πολιτιστικών οργανισμών. Η μόνη αντίστοιχη φυσιογνωμία που μπορώ να σκεφτώ αυτή τη στιγμή, επίσης ικανή να προσφέρει κάποιες φορές μεγαλοφυείς και απολαυστικές αποτυχίες, είναι ο Φρανκ Κάστορφ. Ο Δημήτρης Χορν είχε πει κάποτε: ο μεγάλος ηθοποιός αρκετές φορές μπορεί να είναι κακός, αλλά είναι πάντοτε ενδιαφέρων. Ο μέτριος ηθοποιός δεν είναι ποτέ κακός – αλλά και ποτέ ενδιαφέρων.

Παιδί και συνέχεια της μεγάλης σχολής του πολωνικού θεάτορυ του 20ου αιώνα (μην ξεχνάμε πως υπήρξε βοηθός του Κρίστιαν Λούπα), αλλά και ρηξικέλευθος ανανεωτής με προσωπικό ύφος και αχαλίνωτη φαντασία, ο Κριστόφ Βαρλικόφσκι έχει ακόμα πάρα πολλά να πει και να δώσει.

Γιώργος Βουδικλάρης

Share
Published by
Γιώργος Βουδικλάρης