«Θολό, αναρχοαυτόνομο, νεοκομμουνιστικό και σαφώς αντιδυτικό και ολοκληρωτικών καταβολών No Border». «Ζόμπι της Αριστεράς». «Κακοφορμισμένο σάπιο σκήνωμα της ευρωπαϊκής Αριστεράς άλλων εποχών». «Μονολιθικότητα στο όνομα της αμφισβήτησης της ιεραρχίας». «Καθεστωτικού τύπου ερμηνεία της Ιστορίας, που νομίζαμε ότι είχε τελειώσει, θεσμικά». Κουπόνια «για την ενίσχυση της κατασκηνωσης των αναρχοαυτόνομων του 2017». «Το πιο επικίνδυνο;». «Αποθέωση του ανορθολογισμού». Ποιος φανταζόταν ότι οι δεκαήμερες 34 Ασκήσεις Ελευθερίας της documenta 14, στο Πάρκο Ελευθερίας (έως τις 24 Σεπτεμβρίου), που επιμελείται ο Πολ Πρεσιάδο, και φέραν στην Αθήνα τον Τόνι Νέγκρι, ηγετικές μορφές αυτονομιστικών κινημάτων αυτοχθόνων, ακτιβιστές, φεμινίστριες και transgender, θα προκαλούσε τέτοιο σαματά στον εγχώριο Τύπο, και τόσο έντονες δημόσιες αντιπαραθέσεις!
Πέρα από τα σκληρά δημοσιεύματα, και οι άνθρωποι του χώρου έχουν μοιραστεί σε στρατόπεδα. Mια μερίδα των διαφωνούντων εκπροσωπεί ατύπως ο θεωρητικός τέχνης και εικαστικός, με διδακτορικό πάνω στην πολιτική της documenta 11, Κωστής Σταφυλάκης, ο οποίος στην προσωπική σελίδα του στο facebook κατηγορεί την documenta ανοιχτά για σωβινισμό, χαρακτηρίζοντας «εθνικιστική δήλωση» την αναρώτησή της: «Είναι δυνατό να σκεφτούμε την ελληνική ιδέα της ελευθερίας κόντρα στην καπιταλιστική ιδέα της ελευθερίας;». Φτάνει μέχρι του σημείου να χλευάσει πως η διοργάνωση συμπεριφέρεται σαν “ένα γκρουπ της Όπερας της Πεντάρας”, που “σαρκαστικά θα έλεγε σε ένα από τα έργα της ότι ο Καπιταλισμός δεν ανήκει στο ελληνικό DNA”.
Ενόσω το 10ήμερο βρίσκεται στην κορύφωσή του και το δημόσιο debate για τον πολιτικό κυρίως χαρακτήρα της διοργάνωσης μαίνεται, η Popaganda δίνει το βήμα, για να τοποθετηθούν, στον Poka- Yio, εικαστικό και διευθυντή της Athens Biennale, τον Γιώργο Τζιρτζιλάκη, καθηγητή στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και καλλιτεχνικό σύμβουλο του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ, στο Δημήτρη Σεβαστάκη, ζωγράφο, καθηγητή στη σχολή Αρχιτεκτονικής του Μετσόβειου Πολυτεχνείου και βουλευτή Σάμου με το ΣΥΡΙΖΑ, στο Ντένη Ζαχαρόπουλο, ιστορικό και κριτικό της τέχνης και διευθυντή της Δημοτικής Πινακοθήκης του δήμου Αθηναίων, στους εικαστικούς Κωστή Βελώνη και Κώστα Βαρώτσο και στην επιμελήτρια και κριτικό τέχνη Ηλιάνα Φωκιανάκη. Παρεμβαίνει και ο Κωστής Σταφυλάκης.
Γιατί υπήρξαν τόσο έντονες αντιδράσεις; Νομιμοποιείται η διασύνδεση της τέχνης με τις πολιτικές επιστήμες, τον πολιτικό και κινηματικό λόγο; Μπορούν να συνυπάρξουν τέχνη, αισθητική και πολιτική;
Ο ίδιος ο Πρεσιάδο, απαντώντας στις επιθέσεις που δέχτηκε απ΄τον Τύπο ανέφερε: «Ξέρω ότι κάποια από τα υλικά που αγγίζω είναι υπερευαίσθητα. Το να φέρνεις στο ίδιο τραπέζι την παράδοση της ριζοσπαστικής Αριστεράς με την κυριαρxία των αυτοχθόνων, την παράδοση του φεμινισμού στη Rojava, το queer κίνημα και το προσφυγικό, για κάποιους είναι συγκέντρωση των ζόμπι.»
Poka-Yio, εικαστικός και διευθυντής της Athens Biennale, καλλιτεχνικός διευθυντής του Kalamata:21
Το «Μαθαίνοντας από την Αθήνα» ο τίτλος της documenta 14 μέσω του συγκεκριμένου δημόσιου προγράμματος μεταμορφώθηκε απερίσκεπτα σε «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» ή, επί το παραδοσιακότερο, «έλα παππού μου να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου». Προφανώς θα υπάρξουν μελλοντικά πιο εύστοχοι προγραμματισμοί.
Γιώργος Τζιρτζιλάκης, καθηγητής στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και καλλ. σύμβουλος του ΔΕΣΤΕ
Οι λόγοι της αντίδρασης είναι πολλοί και ποικίλοι. Θα ξεχώριζα όμως και θα έδινα μια προτεραιότητα στο ότι υπήρξε μια σύγχυση ανάμεσα στον τρέχοντα πολιτικό λόγο της Αριστεράς της Ελλάδας και στο λόγο της documenta 14 κι ορισμένων επιμελητών της. Αυτό προκάλεσε αντανακλαστικά υποψίας, δυσπιστίας κι αρνητικότητας σε μερικούς κυρίως διανοούμενους δημοσιογράφους, σε μια μικρή πιάτσα στοχαστών της Ελλάδας. Προφανώς, προέκυψε μία παρεξήγηση που έχει να κάνει με ένα είδος στερεοτύπων που καθένας τα φαντασιώνεται διαφορετικά. Άρα νομίζω ότι η documenta ξεκίνησε με μια σύγχυση και δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω αν αυτό είναι καλό για τη σχέση της κοινωνίας μαζί της.
Όλοι μπερδέψαν το λόγο των επιμελητών της με το λόγο της Αριστεράς στην Ελλάδα κι αυτό αμέσως φούντωσε ανεξήγητα πολύ έντονες αντιπαραθέσεις, οι οποίες πολλές φορές έφτασαν στο όριο του μεσαιωνικού σχολαστικισμού, στο αν, δηλαδή, η λέξη Δικτατορία και Δημοκρατία χρησιμοποιείται σωστά ή όχι. Έχει αρχίσει να αποκαθίσταται πια αυτό και νομίζω πηγαίνουμε στο επόμενο βήμα της συζήτησης.
Νομίζω ότι η documenta ξεκίνησε με μια σύγχυση και δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω αν αυτό είναι καλό για τη σχέση της κοινωνίας μαζί της.
– Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Για μένα το μεγάλο θέμα που θέτει η έναρξη της documenta στην Ελλάδα -που πρέπει να ξαναπούμε ότι είναι κάτι σημαντικό- έχει να κάνει με τα όρια της σχέσης που μπορεί να έχει η πολιτική θεωρία με την τέχνη. Αυτό για μένα είναι το κρίσιμο. Επειδή αυτή τη στιγμή η documenta ανήκει στο είδος των εκθέσεων που έχουν διαδοθεί περισσότερο στην Ευρώπη, παρά στην Αμερική (παρόλο που και στην Αμερική αυτού του είδους η κουλτούρα ευδοκιμεί στα Πανεπιστήμια, κυρίως στο χώρο των πολιτιστικών σπουδών, της φιλοσοφίας και την πολιτικής θεωρίας), ανήκει σε στο πεδίο των εκθέσεων τέχνης που δίνει μια υπεροχή στον πολιτικό διάλογο. ‘Αρα, επανέρχομαι, για μένα προκύπτει ένα ερώτημα: μέχρι ποιο σημείο η πολιτική θεωρία ταυτίζεται και πώς συνδέεεται με την τέχνη; Δεν είναι ένα ερώτημα αφηρημένο, γιατί απασχολούσε την τέχνη όπως ξέρουμε απ΄τις αρχές του 21ου αιώνα και πιο παλιά πολύ έντονα, το πώς θα συνδέσουμε την κοινωνία με την τέχνη και την πολιτική, πώς θα λειτουργήσει αυτό το τρίπτυχο.
Ακόμα δεν έχουμε δει έργα, αντικείμενα, μόνο ορισμένες δράσεις καλλιτεχνών και συζητήσεις. Η ομάδα των επιμελητών της documenta 14 πιστεύει ότι η τέχνη δεν είναι κάτι ξεχωριστό απ΄τη φιλοσοφία κ.λπ. Αυτά για μένα είναι ερωτήματα που δεν τα θεωρώ τόσο λυμένα και ξεκάθαρα. Οπότε σίγουρα, για να πω τη γνώμη μου, η documenta έχει πολύ ενδιαφέρον ως προς τα θέματα που θέτει, αλλά θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι αυτά θα μπορούσαν να γίνουν σε ένα Ελεύθερο Πανεπιστήμιο, έχουν, δηλαδή, παιδαγωγικό, και -θα τόνιζα τη λέξη-, διδακτικό χαρακτήρα. Αυτός ο χαρακτήρας δεν σημαίνει ότι τα απαξιώνει. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτή είναι μια συζήτηση που αιφνιδίασε πολλούς, αυτή η σύμπλευση ζητημάτων που έχουν να κάνουν με το φύλο, με την πολιτική, με την αισθητική και τη ζωή αλλά και τις συγκρούσεις στην πόλη. Το ερώτημα ωστόσο είναι πώς όλα αυτά τα πράγματα θα συνδεθούν, θα αφομοιωθούν, πώς θα λειτουργήσουν με όρους ανθρωποφαγίας, δηλαδή, πώς θα χωνευτούν ώστε να γίνουν καλλιτεχνικό γεγονός.
Ξέρουμε ότι η documenta είχε πάντα ενδιαφέρον, αλλά επίσης ξέρουμε όλοι ότι η documenta έχει υποστεί ένα μετασχηματισμό, που στην Ελλάδα δεν τον έχουμε συζητήσει καθόλου, ιδίως από την documenta Χ της Κατρίν Νταβίντ, το ‘97, που σηματοδότησε μια στροφή (σ.σ: έθετε τα ζητήματα της μετανάστευσης, της παγκοσμιοποίησης κ.ο.κ). Δεν ξέρω, επίσης, αν συζητιέται πια τόσο πολύ όσο τη δεκαετία του ’70, αλλά σίγουρα είναι ένα ξεχωριστό γεγονός. Και σίγουρα όσα συζητιούνται αυτές τις μέρες στο Πάρκο Ελευθερίας είναι θέματα αιχμής στην πολιτική θεωρία και τις πολιτικές σπουδές και ασφαλώς έχει ενδιαφέρον να τα συζητάμε.
Δημήτρης Σεβαστάκης, ζωγράφος, καθηγητής στη σχολή Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, βουλευτής Σάμου με το ΣΥΡΙΖΑ
Γιατί μια οργανωτική εκδίπλωση τέχνης να χρειάζεται την πολιτική διακινδύνευση; Άραγε η ίδια η σύγχρονη τέχνη στον πυρήνα της προϋποθέτει το πολιτικό διάβημα; Και πού κατέληξε ολόκληρη η ουδετεροφροσύνη, οι αντιπολιτικές δεισιδαιμονίες του φορμαλισμού, είτε στην μορφοκεντρική εκδοχή των αρχών του περασμένου αιώνα (δηλαδή, των περισσότερων ρευμάτων που συγκρότησαν το μοντέρνο κίνημα), είτε στις εννοιοκρατικές απολήξεις του;
Είναι σίγουρο ότι με τις τεχνολογικές ενσωματώσεις που επιχειρεί εντατικά τις τελευταίες δεκαετίες, η τέχνη μπόρεσε να βρει μια πιο ισορροπημένη σχέση με την αφήγηση. Μεταχειρίστηκε την ακρίβεια όλων των εφαρμογών, αφομοίωσε επιθετικά την βιομηχανική σκέψη, μπόρεσε έτσι, να ανακτήσει με μεγαλύτερη βεβαιότητα την αφηγηματική ευκρίνεια και να συντάξει ένα πολύ πιο σύνθετο κανονιστικό πρωτόκολλο με το θεατή.
Ο πολιτικός ισχυρισμός προσφέρει τις κατάλληλες συμβάσεις. Αρκετές εκδοχές σύγχρονης τέχνης τουλάχιστον στο οργανωσιακό πεδίο, μπορούν να μεταχειρίζονται κι όχι απαραίτητα να προϋποθέτουν την πολιτική επιτέλεση, να χρησιμοποιούν χωρίς αναγκαστικά να ενσωματώνουν, τις συμβάσεις της πολιτικής. Έτσι η κλήση προς μια ρευστή και μεταβαλλόμενη πολιτική χωροταξία, που αποπειράται η documenta 14 μπορεί να εξελιχθεί σ’ένα παραγωγικό εκφραστικό μέσο και πιθανόν να οργανώσει ένα πυκνό πεδίο κριτικής. Συχνότατα όμως η ίδια η πολιτική σχετίζεται με μια κρύα και χρησιμοθηρική ευπιστία κι όχι με την κριτική.
Ντένης Ζαχαρόπουλος, ιστορικός και κριτικός της τέχνης, διευθυντής της Δημοτικής Πινακοθήκης του δήμου Αθηναίων
Στην πρώτη κιόλας εκδήλωση παρουσιάστηκαν πολλαπλές προσεγγίσεις της εποχής μας μέσα από τις ιδιαιτερότητες των μειονοτήτων, τις διαφοροποιήσεις των μεθόδων και του ρόλου της φαντασίας που μέσα από τα βιώματα του κάθε ομιλητή δίνουν ένα μεγάλο μάθημα αισιοδοξίας από ανθρώπους που έχουν βιώσει στο πετσί τους την αδιαλλαξία και τη μισαλλοδοξία. Μας έδωσαν γενναιόδωρα ένα μάθημα ζωής, αξιοπρέπειας, σεμνότητας, απλότητας. Εγκαινίασαν ένα πολύ ευρύ φάσμα, που δείχνει πόσο μεγάλη και σύνθετη είναι η έννοια της ανθρωπότητας και του ανθρώπου. Στην πρώτη κιόλας από τις 34 ασκήσεις Ελευθερίας η documenta έγινε πιο σαφής στην πρότασή της και στο μεγάλο μέρους του κοινού που ήταν στο Κέντρο Τεχνών και που αγκάλιασε τη φιλική προσέγγιση της οργάνωσης.
Κωστής Βελώνης, εικαστικός
Συνοπτικά θα έλεγα ότι η πρώτη Δημόσια Πράξη της documenta 14 είχε μια συγκροτημένη θεατρικότητα που ανταποκρίνεται σε μια στάση ευσεβούς εκκλησιάσματος, καλύπτοντας εν μέρει την εμμονή του Paul Preciado για το «κοινοβούλιο των σωμάτων». Χωρίς να έχω δει το σύνολο του προγράμματος και περιοριζόμενος την πρώτη μέρα γύρω από την περσόνα του Toni Negri διαπίστωσα μια γενική κατεύθυνση θεολογικού χαρακτήρα, στην οποία ο ομιλητής ομολογεί την πολιτική του πιστή ακόμη και αν το ποίμνιο γύρω του είχε το βάσανο της αμφιβολίας. Παρόλα αυτά, ο θερμός λόγος του Negri στα γαλλικά με τη συναισθηματική του τόλμη με συγκίνησε. Στο ίδιο κλίμα ταπεινότητας η Linnea Dick και ο Niillas Somby.
Διαπίστωσα μια γενική κατεύθυνση θεολογικού χαρακτήρα, στην οποία ο ομιλητής ομολογεί την πολιτική του πιστή ακόμη και αν το ποίμνιο γύρω του είχε το βάσανο της αμφιβολίας.
-Κωστής Βελώνης
Ίσως τα κλισέ και οι αναφορές σε διανοούμενους που χρησιμοποιήθηκαν στο δελτίο τύπου και τα οποία φαίνεται να τα έχει καταχραστεί η διεθνής εικαστική κοινότητα με κάποια χρονική καθυστέρηση θα ήταν προτιμότερο να είχαν αποφευχθεί. Όμως ένα δελτίο τύπου είναι ένα δελτίο τύπου και τίποτα παραπάνω. Σημασία έχει το πρόγραμμα και η οποιαδήποτε αξιολόγηση έχει ενδιαφέρον να εστιάζει στις θέσεις του ομιλητή/ performer, το οποίο έχουμε τη δυνατότητα να κρίνουμε πέρα από το πρόγραμμα της documenta.
Aν δεν αντιληφθούμε το «κοινοβούλιο των σωμάτων» -που αποτελεί μια παράφραση του κοινοβουλίου των πραγμάτων του Bruno Latour- ως ένα κοινοβούλιο των υποκειμένων, κρίνοντας τον καθένα ομιλητή ξεχωριστά θα φλυαρήσουμε ακατάσχετα για την επιθυμία μιας εξιδανικευμένης documenta που θα καταλήγει στη συλλογική ματαίωση. Μπορεί πράγματι κάποιοι από το κοινό στο οποίο απευθύνεται η documenta 14 να είναι εγκλωβισμένοι σε ΚΚΣΕ διαταραχές, αλλά και αν αυτό στο προσεχές μέλλον τροφοδοτηθεί με την ιδεολογική αυταρέσκεια κάποιων ομιλητών, από αρθογράφους που υποστηρίζουν ότι δεν ανήκουν σε μαξιμαλιστικά στρατόπεδα θα περίμενα μια ανεκτικότερη στάση χωρίς να γίνεται αναφορά στο πιστοποιητικό φρονημάτων των καλεσμένων.
Κώστας Βαρώτσος, εικαστικός
Ένας φίλος μου έλεγε «Μα αυτοί (της documenta) είναι ιμπεριαλιστές! Δεν ενδιαφέρονται για την πολιτισμική διαστρωμάτωση του τόπου που βρίσκονται! Θέλουν να εκμεταλλευτούν την αρνητική επικαιρότητα της χώρας μας για προσωπική προβολή! Παλιά πήγαν στο Σαράγεβο: αφού πρώτα το βομβάρδισαν μετά θέλησαν να κλέψουν τα απομεινάρια της αρνητικής διαφήμισης! Το έκαναν με την Καμπούλ, τώρα το κάνουν με εμάς! Ακούς;
– Μήπως υπερβάλλεις, ρε Θρασυβούλε; είπα.
– Και να σου πω και κάτι άλλο; Δεν είναι και Αριστεροί γιατί είναι χρηματοδοτούμενοι από την DB και άλλους οργανισμούς μισητούς απο τους αριστερούς!
– Λες ε;;;
– Δεν με ακούς, δεν μου δίνεις σημασία!
Έχουν πάρει όλες τις στιγμές της ιστορίας μας και ασκούν πολιτικό Λόγο! Μιλούν για την δικτατορία! Λες και είναι δικό τους θέμα! Θα φέρουν εδώ όλα τα Τζομπι (προσοχή, όχι Ζόμπι) του παρελθόντος! Δεν αναφέρουν όμως τον Gunar Hiring, τον γερμανό καθηγητή πανεπιστημίου, που την εποχή της δικτατορίας έκανε απεργία πείνας για να στραφεί η γερμανική κυβέρνηση εναντίον της δικτατορίας.
– Μάλλον τον ξέχασαν!
– Ακούς…; Η εννοιολογική τους προσέγγιση για το παρόν εξαφανίζει και αντικαθιστά το αντικείμενο με την έννοια του! Τρομερό!
– Αυτό, ναι, μου φαίνεται πράγματι λίγο παλιό!
– Τι θα κάνουμε, Κώστα, με αυτά που συμβαίνουν!
– Άντε, γεια σου Θρασύβουλε, πάω στο εργαστήρι. Να θυμάσαι, τα λόγια είναι φτώχεια, ας περιμένουμε τα έργα, Θρασύβουλεεεεεε!.
Σημασία έχει ότι η προσέγγιση που κάνουν τα παιδιά της documenta είναι καθαρά εννοιολογική. Ψάχνουν θεωρητικά το αντικειμενικά σωστό! Έτσι κατέρρευσε ο υπαρκτός Σοσιαλισμός και όλα τα καλλιτεχνικά κινήματα.
Ηλιάνα Φωκιανάκη, επιμελήτρια και κριτικός τέχνης
Δεν είχα την ευκαιρία λόγω υποχρεώσεων να παρακολουθήσω παρά την πρώτη μέρα. Σκοπεύω να πάω στην τελευταία καθώς αυτή την στιγμή στην State of Concept δείχνουμε τον Jonas Staal που δουλεύει εδώ και μια δεκαετία με την έννοια της “Βουλής” και ειδικά με το Κουρδικό Φεμινιστικό Κίνημα. Όμως για την εκτέλεση του προγράμματος δεν μπορώ να μιλήσω. Ο χώρος η αλήθεια μου φάνηκε ψυχρός θα τον ήθελα λίγο πιο welcoming. Για το πρόγραμμα όμως, ως θεματική, θεωρώ οτι είναι παντελώς άδικη η κριτική στον Πωλ Πρεσιάδο πως τα θέματα αυτά είναι «παλαιοαριστερά». Προοδευτική σκέψη δεν σημαίνει απαραίτητα αριστερά. Στο εξωτερικό πολλοί νεοφιλελεύθεροι είναι προοδευτικοί. Πολλοί δημοσιογράφοι έδειξαν τον δικό τους συντηρητισμό και ψεύτικο καθωσπρεπισμό. Οι Έλληνες είμαστε και ρατσιστές και ξενοφοβικοί, σεξιστές και συντηρητικοί και απόλυτα οπισθοδρομικοί και ανελεύθεροι σεξουαλικά. Θεωρώ οτι είναι απαραίτητο να τεθούν στον τάπητα θέματα που αφορούν πορνεία, τρανς, σεξουαλικές κατευθύνσεις, μειονότητες, το σώμα και την ασσύληπτη βία που βιώνουμε ευθέως ή πλαγίως καθημερινά ως σώματα στην Ελλάδα της κρίσης. Και φυσικά θα έπρεπε εμείς ως Έλληνες του πολιτισμού να προβληματιστούμε με το γιατί δεν μιλάμε τόσα χρόνια μέσω της δουλειάς μας παρά ελάχιστα για την δικατορία τα βασανιστήρια, το ότι οι βασανιστές ζουν έξω χωρίς ποτέ να τιμωρηθούν στην πλειονότητα τους κ.α.
Κωστής Σταφυλάκης, θεωρητικός τέχνης και εικαστικός
Η documenta ως «εθνική αντίσταση»;Θέλω να υποθέσω ότι έχουμε δει ένα πολύ μικρό κομμάτι της documenta 14 μέχρι τώρα. Οι συνεντεύξεις, παρουσιάσεις και ομιλίες που προηγήθηκαν του τρέχοντος «δημόσιου προγράμματος» της documenta στην Αθήνα χαρακτηρίστηκαν από συστηματική ασάφεια και αποφυγή προσδιορισμού των προσδοκιών, των εργαλείων και των αναφορών (πέραν κάποιων πολύ γενικόλογων παραπομπών στο έργο του Foucault και στη θεσμική γενεαλογία του μουσείου). Το εγχείρημα του θεσμού εμπνέεται από μια αντίστοιχη απόπειρα διεύρυνσης από τον Okwui Enwezor (2002), ο οποίος οργάνωσε μια σειρά από συνεδριακές «πλατφόρμες» προεργασίας των θεματικών της έκθεσης σε διαφορετικές ηπείρους, ωστόσο ο επιμελητικός «ηρωϊσμός» της εποχής εκείνης δεν επαναλαμβάνεται.
Η «εγκατάσταση» της documenta στην Αθήνα πήρε απτή μορφή με το δημόσιο πρόγραμμα και τις συζητήσεις που ξεκίνησαν γύρω από αυτό. Στο κάλεσμα του Preciado, οι όποιες προοπτικές ανανέωσης της μετααποικιακής σκέψης εξατμίζονται μέσα σε ένα ριζοσπαστικοφανές μανιφέστο για τη δημιουργία ενός αντιαποικιακού/αντικαπιταλιστικού μετώπου του Νότου. Οτιδήποτε ενδιαφέρον και συγκεκριμένο θα μπορούσε να αναδειχθεί θαμπώνει εντός του πανσυλλεκτικού αυτού ιδεολογήματος: το κουήρ, για παράδειγμα, θεματοποιείται από τον Preciado μόνο σαν συστατικό μιας ευρύτερης εθνοτικοαποσχιστικής διεκδίκησης και «εθνικής αντίστασης», ή σαν ένα πρόσθετο πιόνι μιας αντικαπιταλιστικής φαντασίωσης. Το αποτέλεσμα; Ο Preciado αγνόησε τελείως, μέσα από προκατάληψη αλλά και απουσία στοιχειώδους έρευνας, τις πιο σύνθετες εκδοχές του εγχώριου κουήρ (από το 2008 μέχρι σήμερα), δηλαδή αυτές που συνομιλούν με το antigreek κίνημα και ασκούν οξύτατη κριτική στην ελληνική ιδεολογία (ακόμα και, ή κυρίως, όταν αυτή φοράει αντικαπιταλιστικό μανδύα).
Γενικότερα, ένας σεβαστός αριθμός καλλιτεχνικών πρακτικών που αναδύθηκαν τα τελευταία χρονιά με επίκεντρο την απάντηση στην ηγεμονία της «ελληνικότητας», του σύγχρονου ελληνικού εθνικισμού/συντηρητισμού και μισαλλοδοξίας, σπρώχνεται κάτω από το οριεντάλ χαλί της documenta με συνοπτικές διαδικασίες. Στη θέση του βρίσκουμε παραληρηματικές αντιδιαστολές της «ελληνικής ελευθερίας» (sic) στην καπιταλιστική ελευθερία, μια νοσταλγική αλλά και εν πολλοίς εγκυκλοπαιδική χουντοληψία σε συνδυασμό με πλήρη αδιαφορία για τη σύνθετη κοινωνική κινητικότητα της μεταπολίτευσης, καλλιτεχνικό γκλάμουρ με αρχαιοπρεπείς και σοβαροφανείς αναφορές στη Πνύκα, το Δήμο, το πέπλο του Πυθαγόρα, ένα σκηνικό διαλογικής εκθεσιακής δομής από το οποίο απουσιάζει όμως ο διάλογος. Μια εικόνα που κορυφώθηκε με τον εθνοκίτς Επιτάφιο της Άντζελας Μπρούσκου και περιμένουμε να σώσει ο Jack Halberstam. Και έτσι, λοιπόν, αναδεικνύεται ένα πεδίο κριτικής για να πραγματευτεί κανείς αυτή την προϊούσα εθνικοποίηση του πεδίου της τέχνης.