Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

20 χρόνια Britpop

Τα 90s και ειδικότερα το πρώτο μισό της δεκαετίας, είναι ουσιαστικά η τελευταία περίοδος στη μουσική που υπήρχαν εμφανή, διακριτά στρατόπεδα. Ίσως όχι με το φανατισμό του παρελθόντος, αλλά με «καθαρούς» διαχωρισμούς σε κάθε έκφανση της ποπ κουλτούρας. Το γεωγραφικό, μουσικό δίπολο Αμερική-Μεγάλη Βρετανία πρόσφερε, για τελευταία μάλλον φορά, τη δυνατότητα να επιλέξεις πλευρές. Μια απ’τις σπάνιες πια περιπτώσεις που η ποπ μουσική πρόσφερε την αίσθηση του «ανήκειν».

Είμαστε στις αρχές της δεκαετίας και ο baggy πανζουρλισμός του Madchester έκλεινε πανηγυρικά το κεφάλαιο του ζοφερού Θατσερισμού και έγραφε λαμπρές σελίδες, ποτισμένες με «έκσταση». Είχε έρθει η ώρα η εργατική τάξη του Νησιού να κάνει φτηνά ταξίδια στην Ίμπιζα, να ανακαλύψει το acid house, να το φέρει στις αποσκευές της και σύντομα να το κάνει δικό της. Είναι αρχές των 90s, η «Cool Britannia» έχει ήδη γεννηθεί, ακόμα κι αν έπρεπε να φτάσουμε στο τέλος της δεκαετίας και τον Τόνι Μπλερ για να τη δούμε να διατυμπανίζεται ως τέτοια. Οι μύθοι της εποχής είναι πολλοί, με πρώτο και μεγαλύτερο αυτό της Hacienda, του πιο ιστορικού κλαμπ μετά το Studio 54. Φυσικά, όπως και η Factory Records, χωμένη για τα καλά στην ανανεωμένη drug κουλτούρα, θα καταρρεύσει κάπου στο 1997. 

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως αναλύσαμε στο πρόσφατο αφιέρωμα της popaganda, το βροχερό Σηάτλ με μπροστάρη έναν άλουστο γόη, σκότωνε το ροκ μια και καλή όταν στις 8 Απριλίου 1994 το MTV ανακοίνωνε ότι βρέθηκε το πτώμα του Kurt Cobain. Την ίδια εβδομάδα στην Αγγλία, κυκλοφορεί το «Supersonic», το πρώτο single της μπάντας που μέχρι το 1997 θα είχε κατακτήσει τον κόσμο, των Oasis. Ουσιαστικά, το 1994 είναι η χρονιά όταν η κόντρα μεταξύ του grunge και των οπαδών της βρετανικής ποπ παράδοσης κορυφώνεται.

Επιστρέφοντας στο σήμερα και με μια μορφή συνέχισης της μουσικής αντιπαράθεσης εκείνης της εποχής, το BBC ξεκίνησε πριν από περίπου δύο εβδομάδες μια σειρά αφιερωμάτων με τίτλο 20 χρόνια Britpop, αν και σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να δεις το ’94 ως την αφετηρία του μουσικού κινήματος που σύντομα πέρασε στο mainstream, κατασπαράχθηκε απ’τις πολυεθνικές και λίγα χρόνια αργότερα πέθανε, διαλύοντας με αργούς ρυθμούς το δημιουργικό οίστρο των καλύτερων εκπροσώπων του. Αν πρέπει να βρούμε την αφετηρία της Britpop, γυρνώντας ουσιαστικά πίσω στην πρώτη φορά που αναφέρθηκε ως τέτοια, τότε θα πρέπει να γυρίσουμε στο μυθικό πια τεύχος του περιοδικού Select που κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1993, με φόντο την αγγλική σημαία και τον Brett Anderson σε πόζα που έκανε περήφανο τον πιο διάσημο οπαδό του –και κύρια επιρροή του- David Bowie. Με τίτλο Yanks Go Home! και ακόμα πιο προκλητική αρθρογραφία στο κυρίως άρθρο του περιοδικού (π.χ. το διάσημο ερώτημα: Who do you think you are kidding, Mr. Cobain?), ο συντάκτης Stuart Maconie κήρυττε και επίσημα πόλεμο με το grunge κίνημα, αναδεικνύοντας γι’άλλη μια φορά ένα βασικό χαρακτηριστικό της βρετανικής μουσικής κουλτούρας, τη νοσταλγία. Με το θάνατο του Cobain ένα χρόνο αργότερα, ο πόλεμος θα είχε τελειώσει, βρίσκοντας την αγγλική σκηνή σε μια ανηφόρα που θα συνεχιζόταν για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας, είτε μέσω της απροκάλυπτα στημένης αντιπαράθεσης Oasis-Blur, είτε έξω από τα όρια της Britpop, στα μάτια-κουμπιά των ατελείωτων dance festivals, στην Trainspotting-μάνια, στο trip hop, στο big beat των Prodigy, Fatboy Slim, Chemical Brothers κτλ.

Αυτό που σίγουρα συνέβη το 1994 και αποτελούσε ουσιαστικά το κύριο πρόταγμα της σκηνής, ήταν ο θρίαμβος της κανονικότητας. Μακριά απ’τις πρέζες, τις καταθλίψεις και τα καρό πουκάμισα, το επίθετο common δεν θα αναφερόταν μόνο πλάι στους «ανθρώπους», θα μιλούσε πραγματικά για κάθε έκφανση μιας «κανονικής» καθημερινότητας στις αγγλικές πόλεις. Τη γλώσσα, τη δουλειά, την μπάλα, τη μιζέρια και φυσικά τα τραγούδια. Το Parklife των Blur θα ήταν η αφετηρία, έργο ενός εκ των  μεγαλύτερων εχθρών της αμερικανικής μουσικής εισβολής, του Damon Albarn. Βέβαια, μερικά χρόνια αργότερα, το 1997 συγκεκριμένα, θα ήταν ο πρώτος που θα πηδούσε απ’το πλοίο που βυθιζόταν στα ταμπλόιντς και στις ανοησίες των αδελφών Γκάλαχερ, κυκλοφορώντας τον ομώνυμο δίσκο του συγκροτήματος, όπου θύμιζε περισσότερο αμερικανικό alternative σχήμα, πάρα κυκλοφορία του ίδιου ανθρώπου που το 1993 έλεγε: Αν το πανκ ήταν η απαλλαγή απ’τους χίπις, εγώ θέλω να απαλλαγώ απ’το grunge.

Το αφιέρωμα του BBC ολοκληρώνεται ουσιαστικά με την ψηφοφορία για το καλύτερο Britpop τραγούδι, με τα αναμενόμενα αποτελέσματα και το «Common People» των Pulp να παίρνει την πρώτη θέση γιατί… ήταν πράγματι το καλύτερο τραγούδι απ’ τον καλύτερο δίσκο της συγκεκριμένης περιόδου.

Η λίστα είναι η εξής:

1) Pulp – «Common People»

2) The Verve – «Bittersweet Symphony»

3) Oasis – «Don’t Look Back in Anger»

4) Oasis – «Wonderwall»

5) Blur – «Parklife»

6) Suede – «Animal Nitrate»

7) Blur – «Girls And Boys»

8) The Bluetones – «Slight Return»

9) Pulp – «Disco 2000»

10) Ash – «Girl From Mars»

Γιώργος Μιχαλόπουλος

Share
Published by
Γιώργος Μιχαλόπουλος