100 χρόνια Αλμπέρ Καμύ: Τα Σημειωματάρια

Από το 1935 ως το θάνατό του ο Καμύ κράτησε ένα είδος ημερολογίου που το ονόμασε Σημειωματάρια, επιλογές από το οποίο έχουν συγκεντρωθεί σε ένα τόμο που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Εξάντας, σε μετάφραση Λήδας Παλαντίου. Από το οποίο με τη σειράς μας σταχυολογήσαμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Πρέπει να δώ την Ελλάδα. Πνεύμα, συναίσθημα και αγάπη για την έκφραση ως σημάδια παρακμής. Η ελληνική γλυπτική υποβαθμίζεται όταν εμφανίζεται το μειδίαμα και το βλέμμα. Το ίδιο και η ιταλική ζωγραφική με τους «κολορίστες» του 16ου αίωνα.Αθέλητη παραδοξολογία του μεγάλου Έλληνα καλλιτέχνη. Οι δωρικοί Απόλλωνες είναι αξιοθαύμαστοι γιατί είναι ανέκφραστοι. Η έκφραση δινόταν μόνο μέσω της (αξιοθρήνητης) ζωγραφικής. Όταν όμως εκλείπει η ζωγραφική παραμένει το αριστούργημα.

Το να αυξάνεις την ευτυχία μιας ανθρώπινης ζωής σημαίνει να επεκτείνεις την τραγικότητα της μαρτυρίας της. Το έργο τέχνης, αν αποτελεί μαρτυρία αληθινά τραγική, πρέπει να περιγράφει τον ευτιχισμένο άνθρωπο. Γιατί αυτό το έργο θα υποβάλλεται ολόκληρο από το θάνατο.

Όλη η προσπάθεια της δυτικής τέχνης συνίσταται στο να προτείνει τύπους στην φαντασία. Και η ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας δε φαίνεται να είναι τίποτα άλλο παρά μια συνεχής παραλλαγή πάνω σ΄αυτούς τους τύπους και τα καθορισμένα θέματα. Ο έρωτας του Ρακίνα είναι μια παραλλαγή πάνω σ΄ένα τύπο έρωτα που ίσως δεν ισχύει στη ζωή. Μια απλούστευση: ένα στύλ. H Δύση δε σκιαγραφεί την καθημερινή ζωή της. Σκοπεύει αδιάκοπα σε μεγάλα σύμβολα που της δημιουργούν έξαψη. Τρέχει από πίσω τους. Θέλει να είναι Μάνφερντ ή ο Φάουστ, ο Δον Χουάν ή ο Νάρκισσος. Αλλά η προσέγγιση μένει πάντοτε μάταιη. Αυτό που γοητεύει τα πάντα είναι ο πυρετός της ενότητας. Σαν έσχατη ελπίδα, επινόησαν τον κινηματογραφικό ήρωα.

Το συγκινητικό στον Joyce δεν είναι το έργο αλλά το γεγονός ότι το ανέλαβε. Πρέπει να διαχωρίζει κανείς το πάθος του εγχειρήματος, εντελώς άσχετο με την τέχνη, από την καθεαυτή καλλιτεχνική συγκίνηση.

Λογοτεχνία. Πρέπει να δυσπιστεί κανείς σ’ αυτή τη λέξη. Να μην την προφέρει πολύ γρήγορα. Αν αφαιρέσουμε τη λογοτεχνία από τους μεγάλους συγγραφείς, θα τους αφαιρέσουμε αυτό που, προφανώς, είναι το πιο προσωπικό γι’ αυτούς. Λογοτεχνία=νοσταλγία. Ο υπεράνθρωπος του Νίτσε, η άβυσσος του Ντοστογιέφσκι, η μη ορθολογιστική πράξη του Gide κ.λ.π., κ.λ.π.

Οι Giotto της Santa Croce. Το εσωτερικό χαμόγελο του Αγίου Φραγκίσκου, εραστή της φύσης και της ζωής. Δικαιολογεί εκείνους που αγαπούν την ευτυχία. Φως γλυκό και αχνό στη  Φλωρεντία. Η βροχή περιμένοντας φουσκώνει τον ουρανό. Ενταφιασμός του Giottino: ο πόνος στα σφιγμένα δόντια της Μαρίας.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Η δίχως έρωτα τρυφερότητα που μπορεί να δώσει ένας άνδρας στις γυναίκες, τους είναι ανυπόφορη. Για τον άνδρα, μια πικρή γλύκα.

Ένας άνδρας που έχει την αίσθηση του παιχνιδιού είναι πάντοτε ευτυχισμένος με τη γυναικεία συντροφιά. Η γυναίκα είναι καλό ακροατήριο.

Τα συναισθήματα που νιώθουμε δε μας μεταμορφώνουν, μας υποβάλλουν την ιδέα της μεταμόρφωσης. Έτσι ο έρωτας δε μας εξαγνίζει από τον εγωισμό, τον κάνει αισθητό και μας δίνει την ιδέα μιας απόμακρης πατρίδας, όπου αυτός ο εγωισμός δε θα είχε πλέον θέση.

Ο έρωτας που δεν αντέχει στην αναμέτρηση με την πραγματικότητα δεν είναι έρωτας. Τότε, όμως, είναι προνόμιο των ευγενών ψυχών να μην μπορούν να αγαπήσουν.

Η θυγατέρα του αγγειοπλάστη Βουτάδη αγάπησε ένα νέο και χάραξε με το μαχαίρι το περίγραμμα της σκιάς του στον τοίχο. Βλέποντας το σχέδιο ο πατέρας της ανακάλυψε το διακοσμητικό στυλ των ελληνικών αγγείων. Ο έρωτας βρίσκεται στην αρχή των πάντων.

Κάθε χρόνο το άνθισμα των κοριτσιών στις παραλίες. Κρατά μόνο μια εποχή. Τον επόμενο χρόνο, τις αντικαθιστούν άλλα ανθισμένα πρόσωπα, που τον προηγούμενο ήταν ακόμα κοριτσάκια. Για τον άνδρα που τις κοιτάζει, μοιάζουν με ετήσια κύματα που το βάρος και το μεγαλείο τους σπάνε στην κίτρινο άμμο.

Ο ξαφνικός φυσικός πόθος είναι εύκολος. Αλλά ο πόθος παράλληλα με την τρυφερότητα απαιτεί χρόνο. Πρέπει να διασχίσεις ολόκληρη την ερωτική χώρα πριν βρείς τη φλόγα του πόθου. Άραγε γι΄αυτό κανείς ποθεί, στην αρχή τόσο δύσκολα ότι αγαπά;

Όσοι αγαπούν την αλήθεια, πρέπει να αναζητήσουν τον έρωτα στον γάμο, δηλαδή τον έρωτα χωρίς ψευδαισθήσεις.

Αυτοί που αγαπούν όλες τις γυναίκες βρίσκονται στο δρόμο της αφαίρεσης. Ξεπερνούν αυτό τον κόσμο, όπως κι αν εμφανίζεται. Γιατί αποστρέφουν το βλέμμα από το ειδικό, από τη μοναδική περίπτωση. Ο άνδρας που αποφεύγει κάθε ιδέα και κάθε αφαίρεση, ο πραγματικά απελπισμένος, είναι ο μονογαμικός. Από επιμονή στο μοναδικό αυτό πρόσωπο, που δεν μπορεί να ικανοποιεί όλες τις ανάγκες.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ

Ο θάνατος που δίνει στο παιχνίδι και στον ηρωισμό το αληθινό τους νόημα.

Πλάνη μιας λεπτομερειακής ψυχολογίας. Οι άνθρωποι που ψάχνονται, που αυτοαναλύονται. Για να γνωρίσουν τον εαυτό τους, για να τον επικυρώσουν. Η ψυχολογία είναι πράξη, όχι σκέψη  γύρω από τον εαυτό μας. Ορίζεται κανείς στη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής. Το να γνωρίζει απόλυτα τον εαυτό του σημαίνει το θάνατο του.

Όπως ο θάνατος ενός συγγραφέα μας κάνει να υπερβάλλουμε για τη σπουδαιότητα του έργου του, έτσι κι ο θάνατος ενός ατόμου μας κάνει να υπερτιμάμε τη θέση του ανάμεσά μας. Ολόκληρο το παρελθόν είναι φτιαγμένο από το θάνατο, που το εποικίζει με ψευδαισθήσεις.

Υπάρχει μόνο μία και μοναδική μοίρα, ο θάνατος. Στο διάστημα από τη γέννηση μέχρι το θάνατο τίποτα δεν αποκρυσταλλωμένο: μπορεί κανείς να κανείς ν’ αλλάξει τα πάντα, ακόμα και να σταματήσει τον πόλεμο ή να διατηρήσει την ειρήνη, αν το θέλει αρκετά, πολύ και για μεγάλο διάστημα.

«Να ζεις και να πεθαίνεις μπροστά σε έναν καθρέπτη» λέει ο Baudelaire. Δεν δίνουμε αρκετή έμφαση στο «να πεθαίνεις». Όταν ζει  κανείς,  δεν υπάρχει πρόβλημα. Η δυσκολία έγκειται στο να γίνει κύριος του θανάτου του.

Η αίσθηση του θανάτου που θα μου είναι στο εξής οικεία, στερείται της αρωγής του πόνου. Ο πόνος γαντζώνεται στο παρόν, ζητάει μια πάλη που απασχολεί. Αλλά το να προαισθάνεσαι το θάνατο στη θέα και μόνο ενός μαντιλιού γεμάτου αίμα, δίχως προσπάθεια, σημαίνει να ξαναβυθίζεσαι στο χρόνο κατά τρόπο ιλιγγιώδη: είναι η φρίκη του γίγνεσθαι.

Μπάμπης Χατζηδάκης

Share
Published by
Μπάμπης Χατζηδάκης