Οι γυναίκες στο προσκήνιο ήταν η βασική αποστολή του φετινού TIFF (έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενη ανταπόκριση στο 5ετούς διάρκειας πρόγραμμα Share Her Journey) και, όπως δείχνουν οι αριθμοί, το φεστιβάλ εκπλήρωσε το στόχο του έμπρακτα, παίρνοντας αποφασιστικά το προβάδισμα από τους ευρωπαίους ανταγωνιστές του. Στο πλούσιο πρόγραμμά του έκανε χώρο για 121 ταινίες σκηνοθετημένες εξ’ολοκλήρου ή εξ’ημισείας από γυναίκες – δηλαδή το 35% των συνολικών τίτλων, με έμφαση στις ενότητες Discovery (48%) και Short Cuts (54% – εκεί συμπεριλήφθηκε και το Έκτορας Μαλό: Η Τελευταία Μέρα της Χρονιάς της Ζακλίν Λέντζου, μια από τις δύο ελληνικές ταινίες που εκπροσώπησαν τη χώρα μας στο φεστιβάλ).
Ωστόσο οι γυνακείες ιστορίες ήταν κι αντρική υπόθεση, με πολλούς καταξιωμένους σκηνοθέτες να βάζουν στο επίκεντρο πολύπλοκες ηρωίδες (με δύο από τα πιο υψηλού προφίλ παραδείγματα το Roma και τις Χήρες) με αποτέλεσμα διάσημες και ανερχόμενες ηθοποιοί να δίνουν ερμηνείες που θα τις ακολουθήσουν τουλάχιστον ως τα επόμενα Όσκαρ, τον ερχόμενο Φεβρουάριο.
Εμείς διαλέξαμε 10 γυναίκες σκηνοθέτες και ηθοποιούς που συζητήθηκαν ή θα συζητηθούν μετά τα αποκαλυπτήρια των καινούργιων ταινιών τους στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο:
Σε άλλη μια ερμηνεία-μεταμόρφωση που θα συζητηθεί, η Κίντμαν υποδύεται μια αστυνομικό της οποίας οι προσωπικοί δαίμονες είναι ζωγραφισμένοι στην εμφάνισή της, στην κατεστραμμένη ζωή της και, μάλλον, στο συκώτι της, καθώς προσπαθεί να κλείσει έναν ανοιχτό λογαριασμό με εγκληματίες από το παρελθόν, στη νέα ταινία της Κάριν Κουσάμα, που τράβηξε με μαεστρία το χαλί κάτω από τα πόδια μας με το θρίλερ The Invitation πριν 3 χρόνια.
Lady Gaga
Φιλόδοξη στην αναμέτρησή της με ένα κλασικό χολιγουντιανό ρόλο και ταυτόχρονα ταπεινή και προσγειωμένη στην ερμηνεία της, η Lady Gaga ανατρέπει κάθε προσδοκία με την πρώτη της πρωταγωνιστική κινηματογραφική εμφάνιση (δεν είναι πρωτάρα – μην ξεχνάμε ότι έχει παίξει και στους Sopranos/ editor’s note: πώς γίνεται να ξεχαστούν 70 ολόκληρα δευτερόλεπτα;). Αν ο δρόμος για μια οσκαρική υποψηφιότητα (μην πούμε βράβευση) της Lady Gaga περνάει μέσα από το αφόρητο Εγώ του «σκηνοθέτη Μπράντλεϊ Κούπερ», τότε θα το υποστούμε.
Εδώ και δύο δεκαετίες, από το Walking and Talking ως το Enough Said, η 58χρονη σκηνοθέτης και σεναριογράφος αποτελεί σταθερά ήρεμη δύναμη του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά. Στην καινούργια της ταινία, που προβάλλεται ήδη στο Netflix, αποδεικνύει και πάλι την οξυδέρκειά της πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις, δίνοντας παράλληλα στον Μπεν Μέντελσον το ζουμερό ρόλο ενός συζύγου και πατέρα σε θεαματική κρίση μέσης ηλικίας.
Επικεφαλής ενός γυναικείου καστ με εξίσου ταλαντούχες ηθοποιούς στο χορταστικό heist movie του Στιβ Μακουίν, η βραβευμένη με Όσκαρ Ντέιβις ισορροπεί σε κάθε πλάνο ανάμεσα στην αποφασιστικότητα, την ανασφάλεια, το πένθος, την σκληρότητα και το φόβο που επιφέρει η απότομη συνειδητοποίηση της απελπιστικής της κατάστασης, καθώς καλείται να τελειώσει τη ληστεία που άφησε στη μέση ο νεκρός σύζυγός της.
Το -χωρισμένο σε κεφάλαια- χρονικό του πώς η βία έγινε ποπ στην Αμερική του 21ου αιώνα, παρακολουθεί την κατασκευή ενός pop ειδώλου στον απόηχο μιας σχολικής τραγωδίας και τη μετέπειτα πορεία του ως σταρ και μητέρα. Στην πιο all-out ερμηνεία της από την εποχή του Μαύρου Κύκνου, η Νάταλι Πόρτμαν (που εμφανίζεται στο δεύτερο μισό της ταινίας ως ενήλικη εκδοχή της τραγουδίστριας) ξεχύνεται στην οθόνη με θράσος, ορμή κι όλες τις ατέλειες και τις πληγές της ηρωίδας της σε πρώτο πλάνο, χρησιμοποιώντας και την αληθινή νεοϋορκέζικη προφορά της για ακόμα μεγαλύτερη παραμόρφωση της πραγματικότητας.
Το ενδιαφέρον μας για ο,τιδήποτε σχετικό με τη θρυλική φιγούρα της μουσικής αναζωπυρώθηκε μετά από την περίφημη συνέντευξη στο περιοδικό New York, κι αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να βγάλει λαβράκι σε αυτό το ντοκιμαντέρ για τα 3 χρόνια προετοιμασίας των εγκαινίων ενός μουσείου αφροαμερικάνικης πολιτιστικής κληρονομιάς, αυτή είναι η πολυτάλαντη κόρη του, Ρασίντα, γνωστή από το Parks and Recreation αλλά και ως παρ’ ολίγον σεναριογράφος του Toy Story 4. Και με τη σειρά του ο 85χρονος παραγωγός δεν απογοητεύει, με παρατηρήσεις για τους πάντες από τον Ντίζι Γκιλέσπι και τον Φρανκ Σινάτρα ως τον Μάικλ Τζάκσον.
Η βρετανίδα σκηνοθέτης διαφυλετικών ερωτικών ιστοριών όπως το Belle και το Ένα Ενωμένο Βασίλειο ήταν φέτος ένα από τα πρόσωπα του Share Her Journey, της καμπάνιας για την αύξηση των ευκαιριών για γυναίκες στη βιομηχανία του σινεμά, κι αναπόφευκτα η ταινία της με ηρωίδα μια νεαρή μαύρη Γερμανίδα (η Αμάντλα Στένμπεργκ των Hunger Games) που ερωτεύεται το γιο ενός Ναζί αξιωματικού προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Μπορεί η ταμπέλα «ναζιστικό love story» να υπεραπλουστεύει ένα περίπλοκο και προβληματικό θέμα, αλλά η Ασάντε ήταν αρκετά τολμηρή ώστε να θέσει ζητήματα συνείδησης και Ιστορίας σε μια ταινία που δύσκολα θα λειτουργούσε, έτσι κι αλλιώς.
Η αποκάλυψη του περσινού TIFF (με το Beast) ήταν η αποκάλυψη… και του φετινού, αυτή τη φορά ως αξιαγάπητη πρωταγωνίστρια του Wild Rose, της ταινίας που ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, Κάμερον Μπέιλι, ξεχώρισε ως το ένα και απόλυτο must-see ολόκληρου του προγράμματος. H Mπάκλεϊ λάμπει στο ρόλο μιας άρτι αποφυλακισθείσας τραγουδίστριας που ονειρεύεται να ξεφύγει από τη βαρετή δουλειά της στην Γλασκώβη και να γίνει αστέρι της country στο Νάσβιλ, στην πιο feelgood ταινία που παραλίγο να χαθεί κάτω από τα μεγάλα ονόματα και τα ακόμα πιο μεγάλα μηνύματα της φετινής διοργάνωσης.
Μεταφέροντας στο σινεμά το ομώνυμο θεατρικό με θέμα μια γυναίκα (που υποδύονται δύο διαφορετικές ηθοποιοί, η Έιμι Νοστμπάκεν και η Νόρα Σαντάβα που συνυπογράφουν και το σενάριο), η Ροζέμα τήρησε την υπόσχεση που έδωσε μετά την προηγούμενη ταινία της, το Into The Forest του 2015, ότι από εδώ και πέρα οι δουλειές της θα επικεντρώνονται μόνο σε γυναικείους χαρακτήρες. Με το Μouthpiece πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα και προτείνει ένα νέο μοντέλο, φτιάχνοντας ένα συνεργείο πίσω από την κάμερα αποτελούμενο από γυναίκες επαγγελματίες, ξεκινώντας από τη διεύθυνση φωτογραφίας και φτάνοντας μέχρι τα κοστούμια.
Η Αμπέγια σκηνοθέτησε με λεπτό χιούμορ και εύστοχη παρατηρητικότητα την επίδραση της οικονομικής κρίσης του 1982 στο Μεξικό στην εύπορη οικογένεια μιας socialite και του συζύγου της που αρνούνται να συνειδητοποιήσουν τις ραγδαίες αλλαγές που σύντομα θα υποστεί ο προκλητικά σπάταλος και επιφανειακός τρόπος ζωής τους. (Σαν να έκανε ο Τοντ Χέινς το Γυναίκες στα Πρόθυρα Νευρικής Κρίσης.) Η ύβρις του νεοπλουτισμού και η αναπόφευκτη κατάρρευσή του σε μια ταινία που ουρλιάζει για ελληνική διανομή.