Λίγο πριν από την εμφάνισή τους στην Αθήνα, οι Residents έδωσαν μια μικρή αλλά εξαιρετική συνέντευξη στον Χρήστο Καρρά και στο περιοδικό Αθηνόραμα.
«Οι Residents δεν είναι ακριβώς ανώνυμοι. Απλώς προτιμούν να μην διαφημίζουν τα ονόματα που τους δόθηκαν από τους γονείς τους, καθώς είναι τελείως άσχετο με αυτό που πραγματικά είναι. Από αυτήν την άποψη, η Lady Gaga είναι πολύ πιο ανώνυμη», δήλωσαν.
– Κι αν οι Residents εμφανίζονταν τώρα;
– «Δεν θα ήταν στη μουσική βιομηχανία. Θα έφτιαχναν εφαρμογές για iPhone. H μουσική είναι μια τελείως διαφορετική εμπειρία στην τρέχουσα χιλιετία και δεν θα ενδιαφέρονταν να την έχουν ως αφετηρία. Ως κολεκτίβα, θα ήθελαν να προεκτείνουν την προβολή τους στους προγραμματιστές.» (σ.σ κι αν συναντούσα τον Κάσπαρ Χάουζερ -το γερμανικό κωσταλέξι και με ρωτούσε πώς πάει η φάση στον πλανήτη, γιατί έχω χάσει επεισόδια….θα του έλεγα «πάρε συνέντευξη απο τους Residents»).
Κάτι που με οδηγεί, δίχως ανάσα, σε αυτό που έλεγε ο Πιτ Τάουνσεντ την εποχή που οι Who ηχογραφούσαν το Tommy – «ήμουν απολύτως εξαρτημένος από τις συνεντεύξεις, μιλούσα στους δημοσιογράφους και γεννούσα ιδέες για το album, ήταν ένα είδος διδασκαλίας και ψυχοθεραπείας μαζί. Αυτό και άλλα πολλά καταγράφει ο Μάικλ Γουόλκερ στο τελευταίο του βιβλίο, με ένα τίτλο που παραπέμπει και σε παρτούζες, “What you want is in the Limo”. Μέσα σε 200 σελίδες ξεδιπλώνεται η ιστορία του ροκ τσίρκου το 1973, μια χρονιά ορόσημο για τον συγγραφέα όπου το “peace, love and understanding” μεταμορφώθηκε σε sex, drugs and rock ‘n roll. Τέσσερα χρόνια πριν σκάσει το γνωστό τραγούδι παρακολουθούμε την αποθέωση και την εσωτερική αποκαθήλωση 3 συγκροτημάτων, μπροστά και πίσω από τις σκηνές των Who, Led Ζeppelin και Άλις Κούπερ. «Ήταν η καλύτερη φάση της καριέρας τους, αλλά δεν είμαι σίγουρος πως τους έκανε καλύτερους ανθρώπους. Στο τέλος υπάρχει περίπτωση να καταλάβουν πόσο πολύ κοστίζει η επιτυχία». Σε ρόλο ενάρετης και μετανοημένης Κασσάνδρας ο φοβερός και τρομερός μάνατζερ Σεπ Γκόρντον (σε ντοκιμαντέρ πλέον η ζωή του, σύντομα στους κινηματογράφους). Καθόλου παράξενο, λοιπόν, το ότι πέρασα ένα και δύο και τρία Σαββατοκύριακα ξανακούγοντας το Quadrophenia, το Houses of The Holy και το Billion Dollar Babie διαβάζοντας ένα από τα καλύτερα βιβλία, για να μη πω διασκεδαστικά κυνικό, που έχουν πέσει στα χέρια μου. Τόσο-όσο διασκεδαστικό βεβαίως, αν το βάλεις δίπλα στη συνέντευξη των Residents, ενός συγκροτήματος που δε θα έλεγες πως αποτελείται από βιρτουόζους μουσικούς αλλά που μετά απο 43 χρονια συνεχίζει να ανεβαίνει στις σκηνές. Και μπορεί να ηχούν πλέον ελαφρώς βαρετοί, ακόμα και στους φανατικότερους «οπαδούς» τους, αλλά κανείς δε μπορεί να τους αποκαλέσει «ροκ μουσεία». Ίσως γιατί όταν παίρνεις πολύ σοβαρά τον εαυτό σου αποκτάς μια αγαλμάτινη στατικότητα (πάει πακέτο με τη θέση στην αιωνιότητα).
Κι ερχόμαστε στο βιβλίο που μου έφτιαξε το δεύτερο μισό του φετινού καλοκαιριού. Μιλάει για την ιστορία της επιτυχίας και κατά συνέπεια των αποτυχημένων. Από τους Βeatles και τον Στηβ Τζομπς μέχρι τον Κρίστοφερ Λάνγκαν, τον «εξυπνότερο» αμερικάνο που κανένας δεν τον πίστεψε, και τους Κορεάτες πιλότους που είχαν ρεκόρ κατάρριψης επιβατικών αεροσκαφών στα τέλη της δεκαετιας του ‘90. Ο Μάλκολμ Γκλάντγουελ, αρθογράφος του New Yorker και συγγραφέας του βιβλίου Outliers υποστηρίζει πως το υψηλό I.Q δεν είναι ταλέντο, το ταλέντο δεν είναι πανάκεια, δεν είναι η σκληρή δουλειά από μόνη της, ούτε η τύχη αρκετή για να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Είναι κυρίως ο χειρισμός όσων κουβαλάς από το σπίτι σου, το πόσο σε «ευνοεί» το περιβάλλον σου και με ποιους πορεύεσαι στο πλευρό σου… και 10.οοο ώρες τουλάχιστον πρακτικής εξάσκησης! Όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται ποτέ κανένας δεν τα κατάφερε σε «εύκολες» εποχές. Kαι γι’αυτού του είδους, την ανάποδη εύνοια μιλάει ο Γκλάντγουελ. Αλλά σε αυτή ακριβώς τη δυσκολία αναφέρεται και κάποιος πολύ γνωστός-ανώνυμος, ο συγγραφέας Τόμας Πίντσον. Αν ρωτήσεις τον μέσο Αμερικάνο θα σου πει πως η πατρίδα του βρίσκεται σε μόνιμη κρίση από την εποχή του Εμφυλίου. Ο Πίντσον παρατηρεί και περιγράφει την κρίση στο «σπίτι» του , «against the day»εδώ και μισό αιώνα. Και όχι μόνο. Στα 76 του χρόνια, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς παγκοσμίως, συνεχίζει να βολτάρει εκεί έξω χωρίς να γνωρίζει κανείς το πρόσωπό του, έχει επιλέξει να είναι «επώνυμος» για τη γυναίκα του και τους φίλους του ενώ έχει μετατρέψει τους ακαδημαϊκούς που ασχολούνται με το έργο του σε paparazzi με άκρως διασκεδαστικά αποτελέσματα. Σκέφτομαι πως αν το ροκ είχε περισσότερο χιούμορ μπορεί και να περπατούσε με τον ίδιο «ανάλαφρο» τρόπο μέχρι σήμερα και ο Τζον Μπόναμ να μην είχε πνιγεί στον εμετό του επειδή του έλειπαν οι βόλτες με την οικογένειά του.
Όπως έχει πει κάποιος, «η απόσταση γεννάει μύθους». Το θέμα είναι με ποιους ανθρώπους επιλέγεις να ζήσεις το δικό σου μύθο και απο ποιους θα κρατήσεις αποστάσεις.
* Η Κατερίνα Καφετζή είναι διευθύντρια προγράμματος του Εν Λευκώ 87,7.