Βλέποντας τον David Bowie ζωντανά το 1983 στο γήπεδο της Μπόχουμ (αν είναι ποτέ δυνατόν)

Η είδηση του θανάτου του με βρήκε εντελώς μα εντελώς απροετοίμαστο με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο που μαθαίναμε συνήθως αυτά τα νέα την προδιαδικτυακή εποχή, μέσω ραδιοφώνου στο αυτοκίνητο καθοδόν προς δουλειά. Πάρκαρα στην άκρη, έσβησα την μηχανή και μπουκωμένος ήθελα να αρχίσω να κλαίω σαν μικρό παιδί αλλά δεν μπορούσα…

Ίσως να έχουν στερέψει τα δάκρυα από την ίδια μέρα πριν έντεκα χρόνια που συνόδευσα τον πατέρα μου κρατώντας του το χέρι στην τελευταία του αναπνοή. Τι παιχνίδι της μοίρας και αυτό να χάνεις την ίδια ημερομηνία τον φυσικό σου και έναν από τους πιο σημαντικούς μουσικούς σου πατέρες…

Στην τελετή αποφοίτησης το 1981 είχαμε δικαίωμα να διαλέξουμε δύο βιβλία τα οποία θα μας έκανε το σχολείο σαν αποχαιρετιστήριο δώρο. Διάλεξα δύο δίσκους που είχαν κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά το Remain in Light των Talking Heads και το Scary Monsters του David Bowie και σε κάποιο κιτάπι υπάρχει μια αναμνηστική φωτογραφία στην οποία φορώντας το ολόλευκο κοστούμι μου περιχαρής παραλαμβάνω τον πρώτο μου δίσκο του χλωμού λευκού δούκα που ήταν και ο πιο σημαντικός του για μένα ως τότε, γιατί πάντοτε δενόμουν με τις ιστορίες και τους ήχους που κυκλοφορούσαν την εποχή μου και λιγότερο με προηγούμενα πονήματα, αυτά θα τα ανακάλυπτα μεταγενέστερα στην διαδικασία της εξερεύνησης.

Εκείνη την μεταπανκ εποχή αυτός ο δίσκος ήταν τόσο μα τόσο new wave και φευγάτος και εξωπραγματικός και όταν μετά από λίγους μήνες θα έφευγα για σπουδές στην Γερμανία ήταν από τους μετρημένους στα δάχτυλα που γραμμένους σε κασέττα θα έπαιρνα για συνοδεία μαζί μου.

Ο παιδικός και καρδιακός μου φίλος Γιάννης Βαλτής ήταν βέβαια πιο «Μποουικός» και επίσης πολύ πιο πριν απο όλους μας στην παρέα και θυμάμαι που συζητήσουμε την στροφή του το 1983 και είχαμε ξενερώσει με αυτήν (είναι δυνατόν να έχεις βγάλει το Heroes και να βγάζεις μετά το Let’s Dance; Αλλά έτσι ήταν ο Bowie, χαμαιλέων με τις καλές και λιγότερο καλές μεταμορφώσεις του).

To εισιτήριο της συναυλίας

Παρ’ όλα αυτά όταν ανακοινώθηκε η περιοδεία του το καλοκαίρι του 1983 που θα τον έφερνε στο ποδοσφαιρικό γήπεδο της Μπόχουμ (της Μπόχουμ; Αν είναι δυνατόν λέγαμε και ξαναλέγαμε) είχαμε προμηθευθεί εγκαίρως τα εισιτήρια μας (κόστος 40 μάρκα) και περιμέναμε πως και πως να έρθει εκείνη η μέρα. Όπως πολλές φορές συμβαίνει στην ζωή αυτά που περιμένεις και ποθείς τόσο πολύ, ίσως και επειδή οι προσδοκίες σου έχουν προλάβει να χτυπήσουν και να τρυπήσουν το εκάστοτε ταβάνι σε ψιλοαπογοητεύουν όταν δεν ανταποκρίνονται τελικά στο δημιουργηθέν υπερμέγεθος τους στο μυαλό σου.

Κάτι το αχανές του ποδοσφαιρικού γηπέδου, κάτι το ενδιάμεσο διάλειμμα μισής ώρας και βάλε (πάνω που είχαμε ζεσταθεί δηλαδή) και παρόλλου που τα είπε και τα έπαιξε στην κυριολεξία όλα και τα “Rebel Rebel” και τα “Stay” και τα “Space Oddity” και τα “Ashes to Ashes”, αλλά περιμέναμε να ζήσουμε και άλλα βιώσαμε τελικά ή έτσι τέλος πάντων νομίσαμε τότε γιατί όταν είσαι είκοσι χρονών «κωλόπαιδο» είσαι κάποια κλικ πιο αυστηρός και τσόγλανος ειδικά με τα ινδάλματα. Ο φίλος μου ο Γιάννης ακόμα γκρινιάζει και φωνάζει «τα λεφτά μας πίσω» αλλά κατά βάθος είμαι σίγουρος οτι και αυτός αισθάνεται ευγνώμων για το ότι είχε την ευκαιρία τότε να τον βρίσουμε παρέα από κοντά.

Καλό σου ταξίδι αγαπημένε μας Major Tom, δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να σε αποχαιρετήσουμε και σε ευχαριστούμε για όλα όσα μας δώρισες, για τον τρόπο που μας σημάδευσες και τον τρόπο που διάλεξες εσύ να μας αποχαιρετήσεις για τελευταία φορά.

Απόστολος Βαρνάς

Share
Published by
Απόστολος Βαρνάς
Tags: David Bowie