Categories: ΟΣΚΑΡ 2014

Τι μας έμαθαν τα φετινά Όσκαρ

Πέρσι, η Επιχείρηση: Άργκο, κατάφερε να αναδειχθεί ταινία της χρονιάς, με τον σκηνοθέτη της, Μπεν Άφλεκ, όχι απλώς να μην βραβεύεται, αλλά να μην βρίσκεται καν στην υποψήφια πεντάδα. Φέτος, το 12 Χρόνια Σκλάβος, πήγε τον άθλο ένα επίπεδο πιο πάνω, κατακτώντας τη μεγαλύτερη διάκριση της βραδιάς (και της χρονιάς) χωρίς να του χρειάζεται ούτε μισό βραβείο που να έχει σχέση με τις εικόνες που έβλεπες απάνω στην οθόνη. Όλο αυτό, κάτι έχει να σου πει, για την ατζέντα βάσει της οποίας διαμορφώνουν τις επιλογές τους τα μέλη της μεγαλύτερης κινηματογραφικής Ακαδημίας του πλανήτη, που μοίρασαν χθες βράδυ τα βραβεία που λατρεύουν να μισούν μεϊνστρημάδες κι αντιμέινστρημ εξίσου. Και τα οποία, ταιριαστά, λίγο χρόνο αφιέρωσαν στις ταινίες που θα βράβευαν έτσι κι αλλιώς.

Ο μόνος που προσπάθησε σαν κάπως να παρεκκλίνει τη βραδιά απ’ την προδιαγεγραμμένη, οτο-κιουνταρισμένη πορεία της, ήταν ο Τζάρεντ Λίτο, όταν ανέβηκε να παραλάβει το Β’ Ανδρικού του για το Dallas Buyers Club. Δεν ήταν μόνο ο έντονα προσωπικός χαρακτήρας της ευχαριστίας προς τη μητέρα του, που έδωσε έναν τόνο ελπίδας για συγκίνηση στη βραδιά, αλλά και η πολιτικής απόχρωσης αποστροφή του λογυδρίου του. Σε μια βραδιά που θα αποδεικνυόταν ποτισμένη στην άλμη, το ότι κατάφερε να χωθεί αναφορά στην κατάσταση της Ουκρανίας και της Βενεζουέλας, μέσα σε λόγο για τα Όσκαρ, είναι μια κάποια υπόθεση από μόνη της, έστω κι αν η οπτιμιστική ματιά του καλλιτέχνη, δεν βλέπει τίποτε άλλο στα μακελειά Κριμαίας και Καράκας, πέρα από «ονειροπόλους που προσπαθούν να ζήσουν το αδύνατο».

Ο μπροστάρης των 30 Seconds to Mars δεν έχει ακόμη ανακοινώσει ημερομηνίες για τουρνέ υποστήριξης των επαναστατημένων λαών, όμως κάποιους πόντους θα έχει μαζέψει για το κάρμα του, όντας ο μόνος απ’ τους A-listers της βραδιάς, που ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα των διαδηλωτών της Βενεζουέλας να στρέψουν λίγο προς τα εκεί τους προβολείς της αστεράτης εκδήλωσης. Η κίνηση με το motto «τα Όσκαρ έχουν τηλεοπτική κάλυψη, η καταστολή όχι», μάλλον κάτι είχε να κάνει με την απόφαση του καναλιού Venevision να ανακοινώσει, λίγες ώρες πριν την τελετή, ότι ούτε τα βραβεία θα έχουν τηλεοπτική κάλυψη, αφήνοντας τη χώρα χωρίς Όσκαρ, για πρώτη φορά σε 39 χρόνια. Θα μου πεις, σάμπως έχασαν και τίποτα;

Η Έλεν ντε Τζενερις, που είχε παρουσιάσει τα Έμμυ του 2001 μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, κι ύστερα πάλι τέσσερα χρόνια αργότερα, μετά τον τυφώνα Κατρίνα, φέτος κλήθηκε για πρώτη φορά στην καριέρα της να γεμίσει τα κενά ανάμεσα στις βραβεύσεις των Όσκαρ, μετά από μιαν άλλη πανωλεθρία: εκείνη της περσινής τους παρουσίασης από τον Σεθ Μακφάρλεην. Και ήταν μεγάλη ανακούφιση προφανώς για την Ακαδημία, απ’ τις αμφισβητήσιμου γούστου και έντονης σεξιστικής απόχρωσης παρεμβάσεις του δημιουργού του Family Guy, να περάσουμε φέτος σε μια παρουσιάστρια της οποίας η καυστική αντισυμβατικότητα, περιορίστηκε στον διακοσιοστό πεντηκοστό όγδοο κανιβαλισμό της Λάιζα Μινέλι και της πλαστικοποιημένης φάτσας της. Το αστειάκι της για «την καλύτερη μεταμφίεση Μινέλι που έχω δει, συγχαρητήρια κύριέ μου», είναι απ’ αυτά τα πειράγματα που είναι πετυχημένα κυρίως επειδή είναι οικεία και καθησυχαστικά, περισσότερο απ’ ότι παιχνιδιάρικα.

Σε οικεία και καθησυχαστικά επίπεδα κινήθηκε κι ολόκληρη η υπόλοιπη τελετή, με τα βραβεία να πηγαίνουν στα από καιρό διακεκριμένα φαβορί, κι οι αποδέκτες τους να τα παραλαμβάνουν με την συγκρατημένη ακρίβεια που τους εξασφάλισαν τα επί μήνες προβαρίσματά τους. Εντάξει, η Λουπίτα Νυόνγκο προκάλεσε μια κάποια μελούρα όταν σήκωσε το Β’ Γυναικείου για το 12 Χρόνια Σκλάβος, με την αναφορά της στα μικρά παιδάκια που θέλει στο βραβείο της να βλέπουν ότι απ’ όπου κι αν έρχεσαι τα όνειρά σου μπορούν να πραγματοποιηθούν, κι ο Μάθιου Μακόναχι δεν άφησε το πλήθος ασυγκίνητο με την αποκορύφωση της φετινής θριαμβευτικής πορείας του, απ’ τους ρόλους που είχαν ως μέγιστη απαίτηση να βγάζει το πουκάμισό του, ως το Όσκαρ Α’ Ανδρικού, για το Dallas Buyers Club. Όμως υπήρχε και η συναισθηματική φόρτιση της πρωτοεμφανιζόμενης στη βράβευση της πρώτης, κι αυτή της ολικής επαναφοράς που επισφράγισε εκείνη του δεύτερου.

Όσο κι αν κάνει παράταιρο, να μην βραβεύεται τελικά ως Καλύτερη Ταινία, η ταινία που σαρώνει όλη τη βραδιά, λίγο-πολύ σ’ όλες τις κατηγορίες που έχουν να κάνουν με το πώς φτιάχνεται ουσιαστικά μια ταινία (Σκηνοθεσία, Μοντάζ, Φωτογραφία, Μιξάζ, Ηχητικό Μοντάζ, Μουσική Επένδυση και Οπτικά Εφέ), η ήττα του Gravity απ’ το 12 Χρόνια Σκλάβος στη μεγάλη κατηγορία, ήταν σύμφωνη με τα προγνωστικά, τα οποία προφανώς δεν προκύπτουν από καμιά δελφική τελετή μασήματος δαφνόφυλλων, αλλά απ’ την χρόνια λογική με την οποία βραβεύει η Ακαδημία. Η πιο συμβατική ως ώρας σκηνοθετική δουλειά του Βρετανού ΣτιβΜακούιν, το 12 Χρόνια Σκλάβος είναι: α. δράμα εποχής, β. βασισμένο σε αληθινή ιστορία, γ. με απαλές αναφορές στην μελανότερη σελίδα της Ιστορίας των ΗΠΑ και δ. με ανώδυνες προεκτάσεις στο κοινωνικοπολιτικό σήμερα. Κομμένη και ραμμένη να γίνει σημαία πολιτικής ορθότητας της εκλεκτορικής βάσης των Όσκαρ, η γοητεία της ταινίας συμπυκνώνεται στη μόνη εύστοχη ατάκα που ξεστόμισε η Έλεν ντε Τζένερις σ’ όλο το γκαλά: «Υπάρχουν δυο ενδεχόμενα για το πώς θα πάει η βραδιά. Ένα: το 12 Χρόνια Σκλάβος θα κερδίσει, ή Δύο: είστε όλοι ρατσιστές».

Η σχιζοφρένεια είναι, ότι αυτό το λανθάνον ενοχικό του σώματος των ψηφοφόρων, πάει χέρι-χέρι με την έκδηλη φοβία της Ακαδημίας, προς ό,τι έχει να κάνει με την ουσία της, κι ακόμη περισσότερο με την ηλικία της. Το θεματικό μοντάζ της βραδιάς, αφιερωμένο φέτος στους «Ήρωες», είναι ενδεικτικό της απελπισίας της Ακαδημίας να βρει ιδέες να την κάνουν hip, κι αν σε πέντε χρόνια από σήμερα αποφασίσουν να θυμηθούν την αγάπη του Χόλιγουντ στα κοκάλινα γυαλιά, ας πούμε, δεν νομίζω να κάνει σε κανέναν εντύπωση. Πέραν τούτου, η ελάχιστη παρουσία του ασπρόμαυρου στα διαλεγμένα βίντεο, είναι χαρακτηριστικό σύμπτωμα της υστερικής προσπάθειας της παραγωγής να μην αποξενώσει τα «δυναμικά κοινά», ενώ τα πρόσωπα που περιμένουν τις βραβεύσεις τους, όπως αποδεικνύεται, αξίζουν λιγότερο χρόνο απ’ τα selfies της Ντε Τζένερις. Εδώ ο Κουαρόν, ας πούμε, που ανέβηκε δυο φορές στη σκηνή διάολε, για να παραλάβει Όσκαρ μοντάζ και σκηνοθεσίας, πρέπει να μάζεψε λιγότερο air time κι από τον πιτσαδόρο.

Γιατί, ναι, το μεγαλύτερο running gag που μπόρεσε να εμπνευστεί η Ελενίτσα χθες βράδυ (η οποία θα προτιμούσε να ’ναι στην Πάτρα, αν κρίνεις απ’ τα κοστούμια της), ήταν να παραγγείλει πίτσα να κεράσει το κοινό να ηρεμήσει τη λιγούρα του. Κι αυτό μπορεί να στάθηκε αφορμή για μερικές απ’ τις πιο εξανθρωπιστικές φωτογραφίες στην ιστορία των Όσκαρ (Να ρε μωρό μου, ακόμα ο Μπραντ Πιτ γουρουνιάζει για ένα κομμάτι μαργαρίτα με πεπερόνι!), αλλά προέκυψε κι ως ένα κυνικό reminder, του ότι ακόμα και καταμεσής της μεγαλύτερης συγκέντρωσης των μεγαλύτερων δυνάμεων του μεγαλύτερου μηχανισμού παραγωγής αστέρων, αν δεν είσαι A-lister να κάθεσαι στις πρώτες τρεις σειρές σε διάδρομο, όχι πίτσα δεν θα φας, ούτε ο πιτσαδόρος να σε φτύσει δε θα φτάσει. Και σε κάτι βραδιές σαν την χθεσινή, το να μείνεις χωρίς πίτσα, μπορεί να είναι χειρότερο κι απ’ το να μείνεις χωρίς Όσκαρ.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης